Πολιτικη & Οικονομια

Μια χώρα, μια γειτονιά, ένα μαγαζάκι

Το χρονικό ενός ενοικίου

Γιώργος Παναγιωτάκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Όταν πρωτοήρθαμε στη γειτονιά, το μαγαζάκι της γωνίας το είχε ένας τύπος που επισκεύαζε τηλεοράσεις. Με το που έμπαινες, έβλεπες παντού σκονισμένα VHS βίντεο και κάτι αρχαίες τηλεοράσεις που έφταναν στοιβαγμένες μέχρι το ταβάνι. Στη μέση όλου αυτού του συρφετού υπήρχε ένα τραπέζι με μια ξεχαρβαλωμένη πολυθρόνα. Εκεί καθόταν ο μάστορας και έτρωγε ηλιόσπορο. Δεν είχε καλή φήμη -και δικαίως. Μια φορά που του πήγα την τηλεόραση, την κράτησε δύο εβδομάδες. Όταν επιτέλους με ειδοποίησε πως ήταν έτοιμη, είχα δουλειά και δεν πήγα εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Το απόγευμα το μαγαζί ήταν κλειστό. Ο μάστορας είχε πάει στο χωριό του για Πάσχα. Όταν επέστρεψε, άκουσε τα παράπονά μου απαθής, φτύνοντας τα φλούδια από τους ηλιόσπορους στο πάτωμα. Πήρα την τηλεόρασή μου αγκαλιά και έφυγα. Το βράδυ είχε ποδόσφαιρο. Γύρω στο δέκατο πέμπτο λεπτό του αγώνα, η οθόνη τρεμόπαιξε δυσοίωνα και μετά έβγαλε μια λάμψη και έσβησε.

Επόμενος ενοικιαστής ήταν ο προποτζής από δίπλα, ο οποίος έριξε τον τοίχο και τοποθέτησε εκεί ένα τεράστιο τραπέζι ώστε να κάθονται οι πελάτες και να βλέπουν ιππόδρομο. Ήταν η χρυσή εποχή του μικρού μαγαζιού. Μάλιστα, χάρη σ’ αυτό η γειτονιά γνώρισε πρωτοφανή ανάπτυξη. Οι αλογομούρηδες κάποια στιγμή πεινούσαν και παράγγελναν πίτσες, σουβλάκια, αλλά και μαγειρευτά από ένα κοντινό μαγειρείο. Χώρια οι καφέδες, τα τσιγάρα, οι εφημερίδες κλπ. Κάποια στιγμή όμως ο προποτζής μεγαλοπιάστηκε και μετακόμισε σε άλλο χώρο. Το μαγαζάκι απέκτησε ξανά την μεσοτοιχία του και έμεινε αυτόνομο και ξενοίκιαστο. Ξενοίκιαστο έμεινε και το πρώην προποτζίδικο. Η γειτονιά έπεσε σε βαθιά ύφεση.

Στα πρώτα χρόνια της κρίσης, ένας ελαιοχρωματιστής έπαψε να βρίσκει δουλειά στις οικοδομές. Με τα λεφτά που είχε μαζέψει αποφάσισε να νοικιάσει το μαγαζάκι και να το κάνει μίνι μάρκετ. Όμως τριγύρω υπήρχαν τρία σούπερ μάρκετ. Το ένα έκλεισε σχετικά σύντομα, τα άλλα δύο όμως παρέμειναν. Ο ελαιοχρωματιστής δεν μπορούσε να συναγωνιστεί τις τιμές τους κι έτσι είπε να προσφέρει κάτι διαφορετικό: Έφερε από το χωριό του λάδι, μέλι και τραχανά. Επίσης άνοιγε σαββατόβραδα, Κυριακές και εορτές. Όμως ήταν φανερό ότι το μαγαζί δεν τραβούσε. Μοιραία λοιπόν, έκλεισε. Η ύφεση στη γειτονιά συνεχιζόταν.

Πριν κανένα μήνα, όμως, είδαμε τον ελαιοχρωματιστή να το βάφει. Το μαγαζάκι είχε νοικιαστεί ξανά. Όχι από τον ίδιο –αυτός απλά έκανε ένα μεροκάματο. Το είχε νοικιάσει το ΛΑΟΣ για να το κάνει εκλογικό κέντρο! Πριν δύο εβδομάδες έγιναν και τα επίσημα εγκαίνια. Επιστρέφοντας στο σπίτι εκείνη τη μέρα, αντίκρισα έναν οργασμό εργασιών. Οι κολώνες της γειτονιάς είχαν γεμίσει με αφίσες που μας προέτρεπαν να αλλάξουμε ζωή. Κάτι φαλακροί τύποι έστηναν παντού σημαιάκια και πανό. Ένας άλλος κουβαλούσε μια μεγάλη κίτρινη σημαία με τον δικέφαλο αετό. Τα μεγάφωνα παιάνιζαν το σάουντρακ από μια ταινία του Πρέκα, ενώ έξω από το μαγαζί ένας εύσωμος ηλικιωμένος με φάτσα παλιού ασφαλίτη τσίμπαγε μπακλαβαδάκια από το μπουφέ.

Λίγο αργότερα κατέφτασαν κάτι βανάκια και ξεφόρτωσαν γέροντες. Ακούστηκαν ουρανομήκεις φωνές και η μουσική δυνάμωσε. Ήταν ο αρχηγός, αυτοπροσώπως! Όλα σίγησαν και ένας παπάς άρχισε να ψέλνει τη δοξολογία και τον αγιασμό. Πάει κι αυτό. Είχε έρθει η ώρα για να μιλήσει ο αρχηγός. Τον ακούσαμε από τα μεγάφωνα να λέει πόσο πολύ τον τρέμουν οι σιωνιστές. Είπε ακόμη πως οι χρυσαυγίτες είναι παγανιστές (ήταν το μόνο που τους καταλόγισε) και πως ο Αλέξης Τσίπρας κάνει ό,τι τον διατάξουν οι εβραίοι («Γιατί άραγε, φίλες και φίλοι, δεν βάφτισε το παιδί του;»). Μετά σκάρωσε ένα σκωπτικό ποιηματάκι για τον πρωθυπουργό («Αντώνη, έτσι όπως πας, το κεφάλι σου θα φας»), τόνισε ότι όλοι μαζί θα δώσουμε τον ωραίο και τίμιο αγώνα και αποχώρησε. Το ίδιο και τα βανάκια με τους γέροντες.

Από τότε, το εκλογικό κέντρο άνοιγε λίγες μόνο ώρες τη μέρα. Την πρώτη Κυριακή των εκλογών είχε κάποιο κόσμο. Μετά, λίγα πράγματα πάλι. Το Σάββατο όμως, πριν από τις Ευρωεκλογές, είδα μαζεμένους αρκετούς ανθρώπους. Είχαν βγάλει καρέκλες στη σκιά, κάτω από τη βυζαντινή σημαία και έτρωγαν αμίλητοι τις πίτσες που είχαν παραγγείλει. Με συγκίνηση παρατήρησα ότι ένας νεαρός καθόταν στην παλιά ξεχαρβαλωμένη πολυθρόνα, που κάποτε ανήκε στον επισκευαστή των τηλεοράσεων. Φαίνεται είχε ξεμείνει στην αποθήκη και τώρα είχε επιστρατευτεί ξανά.

ΥΓ. Η περιπτερού μου είπε ότι το συμβόλαιο ανάμεσα στον ιδιοκτήτη και τους ενοικιαστές ισχύει μέχρι και την επόμενη εβδομάδα. Την άλλη Δευτέρα, πρωί πρωί, το ΛΑΟΣ θα τα έχει μαζέψει και το μαγαζάκι θα είναι και πάλι αδειανό. Όποιος λοιπόν ενδιαφέρεται…


(Η κεντρική φωτογραφία είναι της Cristina Garcia Rodero)