Πολιτικη & Οικονομια

Ο Τραμπ θετικός στον Covid-19: Οι τελευταίες εξελίξεις στις ΗΠΑ

Κάθε Παρασκευή μέχρι τις 3 Νοεμβρίου θα παρουσιάζουμε το στίγμα του προεκλογικού αγώνα. Τι συνέβη, τι να περιμένουμε, οι αναλύσεις και οι τελευταίες δημοσκοπήσεις.

Άγης Παπαγεωργίου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο σφυγμός των τελευταίων προεκλογικών εβδομάδων μέχρι τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. Τι ελπίζουν και τι φοβούνται τα επιτελεία Τραμπ και Μπάιντεν.

Τριάντα μία ημέρες απομένουν μέχρι τις Αμερικανικές Προεδρικές Εκλογές της 3ης Νοεμβρίου και κάθε Παρασκευή μέχρι τις 30 Οκτωβρίου, μέσα από αυτή τη στήλη θα παρουσιάζουμε τις εξελίξεις της εβδομάδας, τη δημοσκοπική πορεία των υποψηφίων, τόσο στο σύνολο της χώρας όσο και στα λεγόμενα swing states, τα μείζονα ζητήματα που μπορούν ενδεχομένως να επηρεάσουν τους ψηφοφόρους και τις τελευταίες εκτιμήσεις των αναλυτών.

Ξεκινάμε με το επταήμερο που τελειώνει σήμερα, επτά ημέρες γεμάτες σημαντικά γεγονότα που όμως δεν φαίνεται να έχουν μεταβάλει το προεκλογικό τοπίο. Εκτός ίσως από την τελευταία σημαντική εξέλιξη, που μπορεί να δυσκολέψει περισσότερο την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ.

Προεκλογικός αγώνας Ντόναλντ Τραμπ - Τζο Μπάιντεν: Τι έγινε την εβδομάδα 25 Σεπτεμβρίου - 2 Οκτωβρίου

Ο Τραμπ κόλλησε τον ιό

Την Πέμπτη το βράδυ, ο Αμερικάνος Πρόεδρος και η Πρώτη Κυρία βρέθηκαν θετικοί στον Covid-19. Ο Τραμπ —που στο ντιμπέιτ κορόιδευε τον Μπάιντεν πως φοράει μια τεράστια μάσκα όπου και αν βρίσκεται— θα αναγκαστεί θεωρητικά να μείνει σε καραντίνα για 14 μέρες, τη στιγμή που απομένον μόνο 31 μέχρι τις εκλογές. Από τη μία, η εκστρατεία του Ρεπουμπλικάνου Προέδρου θα πληγεί σημαντικά, τόσο πρακτικά όσο και επικοινωνιακά, με την έννοια πως στηριζόταν σημαντικά στις παραδοσιακές προεκλογικές συγκεντρώσεις —στις οποίες συμμετέχουν αρκετοί αρνητές της πανδημίας— ενώ παράλληλα το γήπεδο θα μείνει τελείως ελεύθερο για τον Μπάιντεν ώστε να κάνει αισθητή την παρουσία του στις μεταβαλλόμενες πολιτείες.

Από την άλλη πάντως, η καμπάνια του Τραμπ θα προσπαθήσει να το γυρίσει υπέρ του. Εφόσον ο εβδομηντατετράχρονος Τραμπ δεν νοσήσει βαριά —και δεν υπάρξουν ραγδαία ανατρεπτικές εξελίξεις— οι επικοινωνιολόγοι του Τραμπ θα δώσουν μάχη ώστε να ανεβάσουν τη δημοφιλία του Προέδρου στο εκλογικό σώμα. Πάντως, ήδη ακούγονται κάπως τραβηγμένες απόψεις πως η είδηση είναι ψέμα, καθώς ο Τραμπ προσπαθεί να συσπειρώσει τη βάση του και να αναβάλει το προγραμματισμένο δεύτερο ντιμπέιτ για τις 15/10. Όμως, η ματσό εικόνα του Τραμπ δεν ταιριάζει με την απομόνωση στον Λευκό Οίκο και αυτή τη στιγμή κανείς δεν μπορεί να ξέρει πώς ακριβώς θα επηρεάσει την εκστρατεία αυτή η εξέλιξη.

Οι συνεχόμενες εξελίξεις για το Ανώτατο Δικαστήριο

Ο θάνατος της Ρουθ Γκίνσμπεργκ στις 18 Σεπτεμβρίου συνεχίζει να περιπλέκει αρκετά μια ήδη παρατεταμένη και έντονη προεκλογική περίοδο. Από τη μία, τόσο η επιθυμία της να οριστεί η αντικατάσταση της από τον επόμενο Πρόεδρο όσο και το γεγονός πως είμαστε ένα μήνα μακριά από τις εκλογές θα επέβαλαν δεοντολογικά την αναβολή της διαδικασίας. Όμως, πατώντας πάνω στη δυνατότητα του να το κάνει —αλλά και στην πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία— ο Τραμπ προχώρησε τάχιστα στην ανακοίνωση της Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ ως υποψήφιας αντικαταστάτριας της Γκίνσμπεργκ, την οποία προσέγγισε σε λιγότερες από 72 ώρες μετά το θάνατο της, σύμφωνα με το CNN.

Η Μπάρετ είναι βγαλμένη από τους εφιάλτες των Δημοκρατικών. Έχοντας ακραίες συντηρητικές απόψεις —με ενδεικτική την πλήρη εναντίωση της στο δικαίωμα της έκτρωσης— η εκλογή της θα αυξήσει συντριπτικά το πλεονέκτημα των συντηρητικών σε έξι (τρεις από τους οποίους είχε την «τύχη» να διορίσει ο Τραμπ μέσα σε λιγότερα από τέσσερα χρόνια!) έναντι μόλις τριών φιλελεύθερων Ανώτατων Δικαστών, αλλάζοντας πλήρως τη δυναμική της σύνθεσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σχέση με την εποχή Ομπάμα. Έτσι, με δεδομένο πως οι θητείες τους δεν έχουν χρονικό περιορισμό —αλλά και ορατό το ενδεχόμενο να φτάσει το αποτέλεσμα των εκλογών στο Ανώτατο Δικαστήριο— ο Τραμπ απέκτησε ένα δυνητικό όπλο στη μάχη για την επανεκλογή του, ενώ όπως το έθεσε εύστοχα ο Βρετανικός Economist, θα «τσιμεντώσει» την άτυπη κυριαρχία των υπερσυντηρητικών Ρεπουμπλικάνων για πολλά χρόνια ακόμα.

Η φορολογική δήλωση του Τραμπ

Η εβδομάδα ξεκίνησε επεισοδιακά για τον Ντόναλντ Τραμπ. Οι New York Times αποκάλυψαν πως ο Ρεπουμπλικάνος Πρόεδρος πλήρωσε μόλις 750 δολάρια φόρο για το 2016 και 2017, με τον ίδιο να σπεύδει να χαρακτηρίσει την αποκάλυψη ως fake news — χωρίς φυσικά να εκπλήσσει κανέναν. Αναμφίβολα, αν συγκρίνει κανείς αυτό το ποσό με τα περίπου 10.000 δολάρια φόρο που πληρώνει ένα ζευγάρι με εισόδημα περίπου 80.000, τότε μπορεί μόνο να υποθέσει πως ο Τραμπ είτε πουλάει την οικονομική του επιφάνεια ως εξωφρενικά μεγαλύτερη απ’ όση είναι, είτε πως —πολύ απλά— φοροδιαφεύγει σε εξοργιστικό βαθμό. Άλλωστε, ο ίδιος είχε αρνηθεί και το 2016 να δημοσιοποιήσει τις φορολογικές του δηλώσεις ως υποψήφιος, και δεν το έκανε ούτε ως Πρόεδρος.

Σε κάθε περίπτωση, η συγκεκριμένη είδηση δεν αρκεί για να του στερήσει ψήφους που ήδη περιμένει. Οι περισσότεροι οπαδοί του Τραμπ ταυτίζονται με κάθε έκφραση της αντισυστημικής του αντίληψης, ενώ μια πολύ μεγάλη μερίδα Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων θα καταργούσε πλήρως τις φορολογικές υποχρεώσεις αν μπορούσε. Όμως, η αποκάλυψη τον αναγκάζει να μπει σε θέση άμυνας, στερώντας του σημαντικό χρόνο από τον ελάχιστο που έχει μείνει μέχρι τις εκλογές —ο οποίος μειώνεται ακόμα περισσότερο λόγω της καραντίνας στην οποία πρέπει να μπει— και δίνοντας στον Μπάιντεν μια παραπάνω βοήθεια, κυρίως σε ό,τι αφορά το αφήγημα του σχετικά με την επιστροφή της αξιοπρέπειας στον Λευκό Οίκο.

Ο «κοιμισμένος Τζο» κέρδισε το πρώτο ντιμπέιτ

Αναμφίβολα, το μεγαλύτερο γεγονός της εβδομάδας ήταν το πρώτο ντιμπέιτ ανάμεσα στους δύο υποψήφιους, το οποίο αφορούσε την εσωτερική ατζέντα. Γνωρίζοντας πως οι εντυπώσεις της πρώτης από τις τρεις μονομαχίες έχουν τη μεγαλύτερη σημασία, ο Τραμπ έκανε τεράστια προσπάθεια να αποπροσανατολίσει τον Μπάιντεν και να τον οδηγήσει σε λεκτικές γκάφες, με στόχο να αποδείξει πως ο υποψήφιος των Δημοκρατικών δεν έχει την απαιτούμενη φυσική και πνευματική ικανότητα που απαιτεί η Προεδρία. Όμως, όπως χαρακτηριστικά είπε πριν το ντιμπέιτ ο Ρεπουμπλικάνος αναλυτής, Τέρι Σάλιβαν, η προσήλωση του Τραμπ σε αυτό το αφήγημα έθεσε τον πήχη πολύ χαμηλά για τον Μπάιντεν, σημειώνοντας πως θα του αρκούσε «απλά να μείνει ξύπνιος» για να κερδίσει τις εντυπώσεις.

Όσο και να προσπάθησε, ο Ρεπουμπλικάνος Πρόεδρος απέτυχε. Ο Μπάιντεν όχι μόνο έμεινε ξύπνιος, αλλά εμφανίστηκε αρκετά δυναμικός για τα δεδομένα και τις απαιτήσεις που υπήρχαν, στριμώχνοντας τον Τραμπ αρκετές φορές και σε σημαντικά ζητήματα — όπως η αντιμετώπιση της Κυβέρνησης απέναντι στην πανδημία, η ακροδεξιά και οι φορολογικές ακροβασίες του. Σύμφωνα τόσο με το CNN όσο και το PBS, ο Μπάιντεν κέρδισε το ντιμπέιτ κυρίως διατηρώντας την ψυχραιμία του απέναντι στις αμέτρητες διακοπές και παρεμβολές του αντιπάλου του, παρά το γεγονός πως και εκείνος συνέβαλε στην πρωτοφανή ανταλλαγή χαρακτηρισμών. Η μάλλον πιο σοκαριστική στιγμή του ντιμπέιτ ήρθε όταν ο Τραμπ αρνήθηκε να αποστασιοποιηθεί από το κίνημα των λευκών ρατσιστών, επιχειρώντας ουσιαστικά να δικαιολογήσει την αναζωπύρωση του ως αποτέλεσμα της βίας της «ακροαριστεράς» ενώ για ακόμα μια φορά δεν ξεκαθάρισε ποια ακριβώς στάση θα κρατήσει σε περίπτωση που χάσει. Ακόμα και οι πιο προβεβλημένοι συντηρητικοί σχολιαστές, όπως ο Μπεν Σαπίρο, θεωρούν πως το άνοιγμα στην ακροδεξιά αποτέλεσε κολοσσιαίο λάθος για τον Τραμπ.

Τι κρατάμε από το πρώτο ντιμπέιτ; Πρώτον, πως ο Μπάιντεν διέλυσε το κύριο αφήγημα του Τραμπ και απέδειξε πως είναι ικανός να σταθεί απέναντι του — άρα, υποσυνείδητα, και να τον αντικαταστήσει στον Λευκό Οίκο. Δεύτερον, πως οι περισσότεροι τηλεθεατές το παρακολούθησαν στα πλαίσια της πολιτικής αντιπαράθεσης, και όχι για να τους βοηθήσει να αποφασίσουν ποιον θα επιλέξουν στις 3/11. Η πόλωση και ο διχασμός της Αμερικανικής κοινωνίας έχει αφήσει μικρό αριθμό αναποφάσιστων και τα ντιμπέιτ δε δείχνουν ικανά να καθορίσουν τη στάση που θα κρατήσει αυτό το κρίσιμο κομμάτι του εκλογικού σώματος, τουλάχιστον αν δε συμβεί κάτι εντελώς απροσδόκητο. Τρίτον, πως η σχετικά καλή επίδοση του Μπάιντεν —σε συνδυασμό με την εριστική στάση και τις απροκάλυπτα ακραίες θέσεις του Τραμπ— αποδεικνύει πως δε θα υπάρχει δικαιολογία για τους Δημοκρατικούς αν χάσουν τις εκλογές σε περίπτωση χαμηλής προσέλευσης. Τέταρτον, πως όσο και αν δεν εμπνέει ο Μπάιντεν, είτε λόγω θέσεων, είτε λόγω παρελθόντος, είτε λόγω ηλικίας, αποτελεί μια εξαιρετική —και ασφαλή— επιλογή απέναντι στο ενδεχόμενο μιας ακόμα τετραετίας αξιακού διασυρμού της δεύτερης Προεδρίας Τραμπ.

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις

Τέσσερις εβδομάδες πριν τις εκλογές, ο Μπάιντεν διατηρεί το εντυπωσιακά σταθερό προβάδισμα του απέναντι στον Τραμπ — με περίπου 7% σε εθνικό επίπεδο. Όμως, όπως είναι γνωστό, οι Προεδρικές εκλογές δεν κρίνονται πλειοψηφικά αλλά στο Κολλέγιο των Εκλεκτόρων και στις εκλεκτορικές ψήφους που δίνει η κάθε πολιτεία, με τον νικητή να χρειάζεται τουλάχιστον 270 σε σύνολο 538. Έτσι, τα βλέμματα είναι στραμμένα στις “swing states” — τις μεταβαλλόμενες, δηλαδή, πολιτείες, όπου δεν ψηφίζουν σταθερά ένα από τα δύο κόμματα—οι οποίες θα καθορίσουν ουσιαστικά το αποτέλεσμα.

Σε αυτές ξεχωρίζουν πάντα η Φλόριντα με 29 ψήφους, η Πενσυλβάνια με 20 και το Οχάιο με 18. Με τα στοιχεία της 30ης Σεπτεμβρίου, ο Μπάιντεν προηγείται και στις τρεις· στη Φλόριντα και το Οχάιο είναι στα όρια του στατιστικού λάθους, ενώ στην Πενσυλβάνια —από την οποία κατάγεται—προηγείται με 6.2%. Ακριβώς την ίδια εικόνα δίνουν και οι υπόλοιπες φετινές μεταβαλλόμενες πολιτείες· σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, ο Μπάιντεν προηγείται με 4% στην Αριζόνα (11 εκλέκτορες), με 6.4% στο Μίσιγκαν (16 εκλέκτορες), με 7% στο Γουισκόνσιν (10 εκλέκτορες) αλλά το προβάδισμα του μειώνεται στα όρια του στατιστικού λάθους σε Τζώρτζια (16 εκλέκτορες) και Βόρεια Καρολίνα (15 εκλέκτορες). Εάν πάντως το αποτέλεσμα κλείδωνε σήμερα με βάση της δημοσκοπήσεις, ο Μπάιντεν θα συγκέντρωνε 337 εκλεκτορικές ψήφους — τη στιγμή που οι δημοσκόποι έχουν καταβάλει κάθε προσπάθεια να αποτραπεί το βατερλό των εντελώς άστοχων προβλέψεων του 2016. Σε κάθε περίπτωση, το ντιμπέιτ δε δείχνει να έχει αλλάξει καθόλου τα δεδομένα, ακριβώς όπως αναμενόταν.

Το αμέσως επόμενο διάστημα

Με τις εκλογές να πλησιάζουν καθημερινά, ο χρόνος και για τους δύο υποψήφιους λιγοστεύει. Ο Τραμπ θα προσπαθήσει να βρει κάποιο τρόπο να κλείσει την ψαλίδα —αναγκασμένος όμως να περιοριστεί στον Λευκό Οίκο —ενώ ο Μπάιντεν θα δώσει ό,τι έχει για να σταθεροποιήσει το προβάδισμα του στις μεταβαλλόμενες πολιτείες, εκμεταλλευόμενος την απουσία του Ρεπουμπλικάνου Προέδρου. Στις 7/10 θα ακολουθήσει το ντιμπέιτ των Αντιπροέδρων ανάμεσα σε Μάικ Πενς και Κάμαλα Χάρις, ενώ τις επόμενες μέρες η υποψηφιότητα της Δικαστή Μπάρετ θα περάσει τα επόμενα στάδια, μέχρι να επικυρωθεί από τη Γερουσία.

Για την επόμενη εβδομάδα—αλλά και εκείνες που θα την ακολουθήσουν — το μεγάλο ερώτημα είναι αν ο Τραμπ θα βρει κάποιον τρόπο να γυρίσει το παιχνίδι παράλληλα με την ανάρρωση του. Όμως έχει απέναντι του έναν αντίπαλο που έχει εκτεθεί πλήρως στην Αμερικανική πολιτική σκηνή για δεκαετίες, δυσκολεύοντας την πιθανότητα να του βρει η καμπάνια του νυν Προέδρου κάποια «έκπληξη του Οκτωβρίου» ώστε να ανατρέψει άμεσα τις ισορροπίες των δημοσκοπήσεων—αλλά και του αποτελέσματος που έχει ήδη ξεκινήσει να διαμορφώνεται, με το ιστορικό υψηλό του ενός εκατομμυρίου ψηφοφόρων να έχουν ήδη ψηφίσει επιστολικά.