Πολιτικη & Οικονομια

Η ώρα του μεγάλου «ναι» με την Τουρκία

Όταν υπάρχουν ηγεσίες που παίρνουν αποφάσεις και τολμούν, όλα γίνονται πιο απλά

Ανδρέας Παπαδόπουλος
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Ανδρέας Ε. Παπαδόπουλος σχολιάζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τις κινήσεις της κυβέρνησης προς την επίλυση των διαφορών των δύο χωρών

Όσοι έχουν ασχοληθεί με την εξωτερική πολιτική έχουν να λένε εδώ και δεκαετίες ότι το μόνο ουσιαστικό θέμα που έχει να αντιμετωπίσει η χώρα μας είναι αυτό της Τουρκίας. Γιατί, εκτός των γεωπολιτικών ζητημάτων αλλά και της συνθετότητας όσων μας χωρίζουν με τους γείτονες, υπάρχει αίμα, τραγικές ανθρώπινες ιστορίες, μετακινήσεις πληθυσμών κ.λπ.

Τα στοιχεία αυτά είναι πολύ λογικό να δημιουργούν συναισθήματα οργής και μίσους, τα οποία ενισχύονται λόγω των εθνικών μύθων αλλά και της αντίστοιχης σπέκουλας και από τις δυο πλευρές.

Είναι εν τέλει προφανές ότι το Μακεδονικό που μας ταλάνιζε από τις αρχές του 1990 και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας δεν ήταν και τόσο δύσκολο ζήτημα. Αποδείχτηκε στην πράξη με τη Συμφωνία των Πρεσπών, όπου η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα είχε τη γενναιότητα να το επιλύσει, αγνοώντας το πολιτικό κόστος και τις πολεμοκάπηλες κραυγές ενός μεγάλου μέρους της ΝΔ και των ΜΜΕ. Δύο χρόνια μετά αποδείχτηκε πόσο απείχαν από την πραγματικότητα όσοι μιλούσαν για τους κινδύνους που γεννά η Συμφωνία των Πρεσπών.

Έχουμε ξαναγράψει, άλλωστε, ότι η ιστορία του Μακεδονικού (πρέπει να) είναι διδακτική. Όταν υπάρχουν ηγεσίες που παίρνουν αποφάσεις και τολμούν, όλα γίνονται πιο απλά.

Το ίδιο μπορεί και πρέπει να γίνει με την Τουρκία. Το άρθρο (Καθημερινή, 15 Σεπτεμβρίου 2020) του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Μεχμέτ Τσαβούσογλου είναι πλήρως κατατοπιστικό, βάζει τα πράγματα σε ράγες που άνετα μπορεί να πορευτεί και η Αθήνα. Είναι ένα τολμηρό άρθρο, απόρροια των ισχυρών αμερικανικών και ευρωπαϊκών πιέσεων που ασκήθηκαν στην Τουρκία, αλλά και ένα ξεκάθαρο δείγμα ρεαλιστικής εξωτερικής πολιτικής.

Σε πολύ μεγάλο βαθμό η πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων θα εξαρτηθεί από το κλίμα που θα διαμορφωθεί στο εσωτερικό της χώρας. Κάποιοι λένε στον Μητσοτάκη ότι έχει αρκετά μέτωπα ανοιχτά, γιατί να προσθέσει και αυτό του (ουσιαστικού) διαλόγου με την Τουρκία, που μπορεί να του δημιουργήσει μεγάλο εσωκομματικό ζήτημα.

Κακώς, πολύ κακώς. Κάθε σοβαρός άνθρωπος, εκτός φυσικά από τους κατ’ επάγγελμα πατριώτες και όσους έχουν χτίσει −πολιτική, ακαδημαϊκή, δημοσιογραφική κ.λπ.− καριέρα μέσω της επένδυσης στον κίνδυνο της Τουρκίας και γενικότερα των εθνικών κινδύνων, αντιλαμβάνεται ότι η χώρα μας δεν έχει να χάσει τίποτα από τον διάλογο με την Τουρκία και την επίλυση των (όποιων) διαφορών. Αντιθέτως, τα κέρδη θα είναι πολλαπλά, πρωτίστως στο οικονομικό επίπεδο, που είναι και το σημαντικότερο.

Οι προσεχείς εβδομάδες θα είναι καθοριστικές για την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Οι συνθήκες που διαμορφώνονται, λόγω και του ενδιαφέροντος όλων των «παιχτών», μπορεί να αποδειχτούν ιδανικές και ανεπανάληπτες.

Ως εκ τούτου θα πρέπει να ενεργοποιηθούν όλοι οι εγχώριοι κρίσιμοι «κρίκοι», όλες οι φωνές της λογικής, όλοι όσοι αντιλαμβάνονται ότι η εξωτερική πολιτική δεν γίνεται με τους απόστρατους και τους διεθνολόγους που παρελαύνουν στα πρωινάδικα. 

Όλους αυτούς τους «παράγοντες» τούς έχει ανάγκη ο Κυριάκος Μητσοτάκης για να οδηγηθεί στο μεγάλο «ναι»...