Πολιτικη & Οικονομια

Το διακυβερνητικό σκάνδαλο των άχρηστων σχολών

Μέσω των άχρηστων σχολών οι κυβερνήσεις (και η σημερινή) χρησιμοποιούν το χρήμα των φορολογούμενων για να εξαγοράσουν τις τοπικές κοινωνίες

Μάνος Βουλαρίνος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Μάνος Βουλαρίνος γράφει για το σκάνδαλο των «άχρηστων σχολών» που «αποκαλύπτουμε» κάθε χρόνο σα να είναι καινούργιο.

Κάθε χρόνο αυτή την εποχή οι συνεπείς φορολογούμενοι (αλλά και οι όχι και τόσο συνεπείς, ακόμα και οι εντελώς ασυνεπείς) έρχονται αντιμέτωποι με μια εξοργιστική περίπτωση κατάχρησης δημοσίου χρήματος η οποία ούτε τιμωρείται ούτε πρόκειται ποτέ να τιμωρηθεί. Παρότι από ηθικής απόψεως δεν διαφέρει σε τίποτα από την κατάχρηση που μπορεί να σε στείλει φυλακή, είναι μια κατάχρηση που όχι μόνο δεν εντάσσεται στον ποινικό κώδικα, αλλά έχει και ευρεία κοινωνική αποδοχή. Μπορεί να μην είναι καθολική (δεν ανέχονται όλοι οι συμπολίτες να χρησιμοποιούν οι κυβερνήτες τα λεφτά των φόρων για ίδιον όφελος ) αλλά είναι τόσο μεγάλη ώστε να είναι βέβαιο πως θα συνεχιστεί για πολύ καιρό ακόμα.

Κάθε χρόνο, λοιπόν, στους Έλληνες πολίτες αποκαλύπτεται ένας από τους τρόπους με τους οποίους κόμματα και βουλευτές χρησιμοποιούν το δημόσιο χρήμα προκειμένου να εξαγοράζουν την ψήφο (ή την ησυχία) συντεχνιών και τοπικών κοινωνιών: η δημιουργία και η διατήρηση σχολών στις οποίες κανείς δεν θέλει στ’ αλήθεια να φοιτήσει (και γι αυτό οι βάσεις τους είναι επιπέδου θερμοκρασίας ζόρικου Χειμώνα), σχολών που γεμίζουν με απόφοιτους Λυκείου εντελώς αδιάφορους για οποιοδήποτε είδος σπουδών, αλλά απολύτως ενδιαφερόμενους για μια αναβολή στράτευσης ή για την ικανοποίηση του μικροαστικού ονείρου του μπαμπά και της μαμάς.

Φέτος θαυμάσαμε τη σχολή Δασοκομίας Καρπενησίου στην οποία αρκούσε να γράψεις μέσο όρο 0,65 (δηλαδή να παραδώσεις την ολόλευκη «κόλλα» σου σε σχετικά καλή κατάσταση) και το μαθηματικό Σάμου στο οποίο για να φοιτησεις αρκούσε ένας μέσος όρος 3,1 (δηλαδή να ξέρεις καλά ένα μεγάλο μέρος της προπαίδειας ή να μπορείς να χρησιμοποιήσεις με σχετική άνεση τρισύλλαβες λέξεις), αλλά οι σχολές που δεν έχουν εκπαιδευτικό λόγο ύπαρξης* δεν είναι μια και δύο. Και όλες, πολύ περισσότερο από την ανάγκη για αναβολή και ικανοποίηση των επιθυμιών των γονιών, υπάρχουν για άλλους δύο ακόμα πιο σημαντικούς λόγους: τη χρηματοδότηση των τοπικών κοινωνιών και τη δημιουργία πανεπιστημιακών εδρών. Ιδιαιτέρως αντιπαραγωγικών μεν, πληρωμένων δε.  

Μια σχολή (ακόμα και μια έντελώς άχρηστη σχολή) απασχολεί προσωπικό. Μια σχολή (ακόμα και μια της οποίας το αντικείμενο δεν ενδιαφέρει κανέναν, ούτε καν τους εισακτέους σε αυτή) σημαίνει χρήμα για την τοπική κοινωνία. Ενοικιαζόμενα σπίτια, καφετέριες, εστιατόρια, μπακάλικα, μανάβικα και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο, επιδοτούνται από το χρήμα των φορολογούμενων (και των εισακτέων, αλλά αυτό είναι δικό τους καπέλο). Και οι ιδιοκτήτες των σπιτιών, των καφετεριών, των εστιατορίων, των μπακάλικων, των μανάβικων με τη σειρά τους δεν ξέχνουν τους τοπικούς βουλευτές που φρόντισαν να έρθει και φροντίζουν να διατηρηθεί αυτή η εντελώς αντιπαραγωγική και απολύτως βλαπτική, αλλα αρκετά ικανοποιητική για τον τοπικό πληθυσμό και τους εργαζόμενους σε αυτή, σχολή.  

Με λίγα λόγια, μέσω των άχρηστων σχολών οι κυβερνήσεις (και η σημερινή) χρησιμοποιούν το χρήμα των φορολογούμενων για να εξαγοράσουν τις τοπικές κοινωνίες και τις συντεχνίες που γυρεύουν θέσεις εργασίας για τα μέλη τους χωρίς να αναρωτιούνται αν η κοινωνία χρειάζεται τις θέσεις αυτές. Ταυτοχρόνως, γλιτώνουν από τον κόπο να παρουσιάσουν ένα παραγωγικό μοντέλο, ένα οικονομικό σχέδιο, στο οποίο η απασχόληση και η ανάπτυξη δεν θα είναι επιδοτούμενη από το κράτος. 

Φίλες, φίλοι και οι υπόλοιποι, κάθε χρόνο περίπου 80.000 απόφοιτοι Λυκείων εισάγονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πολλοί από αυτούς δεν έχουν καμία διάθεση (ή καμία ικανότητα) να σπουδάσουν. Πολλοί από αυτούς θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν τον χαμένο χρόνο (και χρήμα) που συνεπάγεται η φοίτηση σε μια εντελώς άχρηστη σχολή με κάτι περισσότερο ενδιαφέρον και παραγωγικό. Ακόμα και το να μην κάνουν τίποτα θα ήταν καλύτερο από το να ξοδεύεται ένας σκασμός λεφτά απλώς για να γεμίζουν οι καφετέριες, να νοικιάζονται οι γκαρσονιέρες της επαρχίας και να δημιουργούνται πανεπιστημιακές έδρες.

Αλλά αυτό απαιτεί κυβερνήσεις που να σέβονται τα χρήματα των φορολογούμενων και που να θέλουν να μπουν στον κόπο να αλλάξουν τη χώρα στην ουσία και όχι στο περιτύλιγμα. Και όπως αποδεικνύουν και οι φετινές πανελλήνιες, τέτοια κυβέρνηση ακόμα δεν έχει αποκτήσει η χώρα. Και μπράβο της.  

*Ο μαθηματικός - αναλυτής κ. Στρατηγάκης έλεγε τις προάλλες σε ραδιοφωνική εκπομπή ότι ένας μαθητής που μπαίνει με μ.ο. 3 σε μαθηματική σχολή (μέσος όρος που για να καταφέρεις πρέπει να είσαι σχεδόν αναλφάβητος ή απολύτως αδιάφορος) δεν μπορεί να γίνει μαθηματικός. Η εξήγηση είναι προφανής: η έλλειψη γνώσεων είναι τόσο μεγάλη που κάνει μάλλον αδύνατη οποιαδήποτε διδασκαλία στο υψηλό επίπεδο μιας ανώτατης σχολής.