Πολιτικη & Οικονομια

Η επόμενη γενιά της πολιτικής

Η Μυρσίνη Λιοναράκη συζητάει με τον Μίλτο Κύρκο και τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη

Μυρσίνη Λιοναράκη
ΤΕΥΧΟΣ 481
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Μυρσίνη Λιοναράκη συζητά με τον Μίλτο Κύρκο και τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη.

Η Μυρσίνη Λιοναράκη είναι δημοσιογράφος, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ και υποψήφια δημοτική σύμβουλος

με το συνδυασμό του Γ. Καμίνη.

Ο Λευτέρης Παπαγιαννάκης (φωτό, κέντρο) είναι νομικός, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της «Ευρώπη - Οικολογία» και υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με το συνδυασμό του Γ. Καμίνη.

Ο Μίλτος Κύρκος ασχολείται με τα επιτραπέζια παιχνίδια και τις νέες τεχνολογίες και είναι υποψήφιος ευρωβουλευτής με το Ποτάμι.


Στο ραντεβού ήμασταν τρεις παρόντες. Ο Μίλτος, ο Λευτέρης και εγώ. Και οι τρεις απόντες. Ο Λεωνίδας, ο Μιχάλης και ο Νικήτας. Τρεις υποψήφιοι, τέκνα της ανανεωτικής αριστεράς και οι τρεις και σήμερα ο καθένας αλλού, καθίσαμε σε ένα σαλόνι και τα είπαμε σαν φίλοι παραμονές εκλογών. Για το χθες, το σήμερα και το αύριο.

Συστηθείτε, παρακαλώ...

Μίλτος

Πρώτη πολιτική μνήμη να ακούω τα αποτελέσματα των εκλογών από το ραδιόφωνο το ’63. Δεν καταλάβαινα ονόματα, αλλά καταλάβαινα ότι υπήρξε ήττα γιατί έβλεπα κατήφεια στο σπίτι. Επόμενες εικόνες: ο πατέρας μου να γυρίζει μαύρος από τις διαδηλώσεις. Δικτατορία: πατέρας απών. Οι απαντήσεις στο «γιατί ο μπαμπάς είναι στη φυλακή;» ανοίγουν όλο το θέμα αριστερά, διώξεις κ.λπ. Μεταπολίτευση. Ρήγας. Φοιτητής στη Ρουμανία, ενεργός πολιτικά. Πίσω στην Ελλάδα. Ρήγας Εξαρχείων, ίσως ο μοναδικός που είχε ένα μαζικό χώρο, το στέκι! Εκεί κάναμε πράγματα. Πάντα μισούσα τις κομματικές συνεδριάσεις. Έκανα αυτά που μπορούσα να κάνω, όχι για το κόμμα αλλά για μένα τον ίδιο και την κοινωνία. Ήθελα να κάνω χρήσιμα πράγματα. Πέρασα στο ΚΚΕ εσωτερικού, είχα μία τυπική συμμετοχή. Ακολούθησα τις κομματικές διαφοροποιήσεις της ανανεωτικής αριστεράς. Φτάσαμε στη ρήξη με τον Συνασπισμό και με μεγάλη ελπίδα κατέληξα στη ΔΗΜΑΡ. Ήμουν πάντα ένα «αριστίνδην μέλος». Όπως όταν έπαιζα ποδόσφαιρο με την ομάδα της Αυγής και όταν ρωτούσα «Μα πώς μου το επιτρέπουν, βρε παιδιά;» μου έλεγαν: «Ποιος θα ρωτήσει για σένα;». Στη ΔΗΜΑΡ, ιδίως μετά τις εκλογές του Ιουνίου και εκείνο το «Εντολή για λύση», ήμουν μέσα με τα μπούνια. Περίμενα ότι θα σαρώσουμε και σαρωθήκαμε. Ως στενάχωρο αστείο λέω πως νιώθω ακόμα ΔΗΜΑΡ. Η ΔΗΜΑΡ δεν είναι αυτό που ήτανε. Απόγνωση. Και εκεί ήρθε το Ποτάμι. Τους πρότεινα να βοηθήσω. Μου ζήτησε ο Σταύρος να είμαι και υποψήφιος. Το σκέφτηκα. Είπα στον εαυτό μου: «Είσαι κότα; Σου ζητάνε βοήθεια και πράγματι μπορείς να βοηθήσεις και τι θα κάνεις;». Και έτσι δέχτηκα.

Λευτέρης

Γεννήθηκα στη Γαλλία. Από μικρός στους ώμους σε πορείες και διαμαρτυρίες. Η παλιότερη μνήμη που έχω είναι Κύρκος στο Σύνταγμα το ’77 με τη Συμμαχία. Η πρώτη ουσιαστική επαφή με την πολιτική ήταν όταν πήγα και δούλεψα με τον Μιχάλη στα 24. Μία φορά πριν είχα βρεθεί σε μία συνάντηση της νεολαίας του κόμματος και μόλις είπαν ότι θα πάνε για αφισοκόλληση είπα: «Παιδιά, δίνω Πανελλήνιες, δεν γουστάρω, τα λέμε». Δεν με αντιμετώπισε ποτέ με εύνοια στη δουλειά. Δεν μου έκανε ποτέ ρουσφέτι. Και του έχω ζητήσει. Οι φίλοι με πίεζαν: «Αφού τα λες καλά, ασχολήσου κανονικά». Έφυγα τρία χρόνια στη Θράκη, υπεύθυνος στο κέντρο της στήριξης εκπαίδευσης μουσουλμανοπαίδων. Ήταν μεγάλο σχολείο. Όταν πέθανε ο Μιχάλης άρχισε και η απελευθέρωση όλου αυτού. Κατάλαβα ότι πρέπει να το δω διαφορετικά. Ήταν και η ιστορία που άλλαξε, περάσαμε σε μία νέα φάση, ξέφυγαν τα πράγματα έτσι κι αλλιώς. Βρέθηκα νομικός σύμβουλος στους Οικολόγους Πράσινους. Το 2012 στις εκλογές μπήκα στο Επικρατείας, χωρίς ποτέ να γίνω μέλος του κόμματος. Κάπου εκεί μπλέχτηκα και με το Ινστιτούτο Πολιτικού Προβληματισμού Μιχάλης Παπαγιαννάκης. Γενικά και από τη ΔΗΜΑΡ και από το Ινστιτούτο εισέπραξα ότι δεν υπήρχε μεγάλη διάθεση από άλλους να εμπλακώ. Όταν διαπίστωσα ότι η γνώμη μου δεν έπαιζε το ρόλο που θα ήθελα, έφυγα. Με τον Καμίνη ήθελα να συμμετέχω στην καμπάνια και στις προηγούμενες δημοτικές. Όταν οι Οικολόγοι έσπασαν στα τρία, βρήκα ανθρώπους που με ενέπνευσαν και υπέγραψα για τη δημιουργία του κόμματος Ευρώπη-Οικολογία.

Όνομα βαρύ σαν ιστορία…

Μυρσίνη: Όταν ακούτε κάποιον να κάνει quote τους μπαμπάδες σας ή να λέει «όπως θα έλεγε και ο τάδε αν ήταν μαζί μας σήμερα…» και νιώθετε ότι παραποιούν το λόγο τους, θυμώνετε; Νιώθετε ότι θέλετε να παρέμβετε;

Μίλτος: Ποτέ δεν θεώρησα ότι είχα την ιδιοκτησία. Πάντα με τον Λεωνίδα στα πολιτικά δεν ένιωθα ο γιος. Τον έβλεπα απ’ έξω.

Λευτέρης: Θεωρώ ότι το πολιτικό κομμάτι του Μιχάλη δεν μου ανήκει. Θα με χάλαγε αν γινόταν μία αναφορά επί του προσωπικού, όχι επί του πολιτικού.

Μυρσίνη: Το όνομα πόσο μετράει στην υποψηφιότητα;

Λευτέρης: Η υποψηφιότητά μου είναι ένα είδος αναμέτρησης. Αν βγω ή δεν βγω θα είναι και ενός είδους απάντηση σε όσους λένε ότι κατεβαίνω λόγω ονόματος. Αναγνωρίζω ότι, σε ένα βαθμό, ας πούμε το 50% της αναγνωρισιμότητας το έχουμε καλύψει. Από την άλλη είναι βάρος. Η δική μας ισορροπία προκύπτει από το πώς ερμηνεύουμε το αποτέλεσμα. Αν το ρίξουμε στο στρουθοκαμηλισμό ή αν δεχτούμε ότι δεν αρκεί μόνο το όνομα.

Μυρσίνη: Καμιά φορά νιώθω ότι τα βήματα που κάνω και η ίδια στην πολιτική ή στην επαγγελματική μου ζωή, εμπεριέχουν μία κρυφή μορφή προσωπικής ψυχοθεραπείας. Να κρατάς το όνομα και το παρελθόν και να βρίσκεις τον εαυτό σου χωρίς αυτά. Είναι σαν από τη μία να πλησιάζουμε αυτόν που χάσαμε και από την άλλη να τον «σκοτώνουμε».

Λευτέρης: Φυσικά. Πρέπει να αντέχεις τη σύγκριση, να αντέχεις να σε λένε «Λευτέρη» και όχι «Μιχάλη». Χάνεις τον μπαμπά σου, όπως πολλοί άνθρωποι. Αποκτά μία επιπλέον σημασία γιατί έρχονται άλλοι και σου λένε συχνά «πωπω, αν ήταν εδώ ο Μιχάλης τι θα έκανε ή τι θα έλεγε». Αυτό όμως δεν είναι δικό σου, είναι άλλων. Δεν μπορώ να φταίω εγώ γι’ αυτό, ούτε να το κουβαλάω.

Μυρσίνη: Επιμένω ότι είναι λίγο σαν να τους σκοτώνουμε για κάποιους εκεί έξω. Εγώ μπορεί να έμπλεξα με τη ΔΗΜΑΡ, αλλά είχα έναν μπαμπά που έφυγε νωρίς από την αριστερά και τα κόμματα. Όσο για τον Λεωνίδα και τον Μιχάλη, ο φυσικός τους χώρος είναι η ΔΗΜΑΡ. Δεν μπορεί κανείς να κάνει εικασίες εύκολα, αλλά δεν θεωρεί η κοινή γνώμη ότι ο μεν Λεωνίδας θα πήγαινε στο Ποτάμι ή ο δε Μιχάλης στην Ευρώπη-Οικολογία.

Μίλτος: Ο καθένας στο ερώτημα «τι θα έκανε τώρα ο Λεωνίδας ή ο Μιχάλης» απαντάει με βάση τη δική του σκέψη. Και μην μπερδεύουμε και την οικογενειοκρατία με όλα. Οικογενειοκρατία ήταν κυρίως όταν κάποιος μεγαλύτερος αποχωρούσε και παρέδιδε την έδρα και τους ψηφοφόρους του στο παιδί του. Σε εμάς δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Και γενικά η αριστερά δεν έπαιξε αυτό το παιχνίδι. Το ότι μας κατηγορούν ότι είμαστε κομμάτι της οικογενειοκρατίας είναι απλώς μια βλακεία. Υπάρχει όμως το στοιχείο της αναγνωρισιμότητας και της ευθύνης γιατί, όταν βλέπουν εσένα, βλέπουν τον πατέρα σου. Δεν πιστεύω καν ότι γίνεται σύγκριση. Αυτόν βλέπουν κατευθείαν.

Μυρσίνη: Εμένα πάντως έρχονται άνθρωποι που μπορεί και να μη γνωρίζω και μου λένε «θα σε βοηθήσω επειδή αγαπούσα τον πατέρα σου».

Μίλτος: Έχεις εσύ η ίδια μία αναγνωρισιμότητα αυτόνομη πιο μεγάλη από μας, αυτός που λέει πως θα σε βοηθήσει επειδή αγαπούσε τον πατέρα σου, αν έβλεπε σε σένα ένα κοριτσόπουλο χαζό, δεν θα το έκανε. Μην τα μπερδεύουμε. Όλο αυτό το κουτσομπολιό που υποτίθεται μας χτυπάει είναι απλώς επειδή δεν μπορούν να καταλάβουν κάποιοι ότι εμείς δεν κερδίζουμε ψήφους επειδή έχουμε ένα όνομα. Κερδίζουμε μία πρώτη ματιά. Αλλά αυτή η ματιά έχει και ένα βάρος. Αν ζυγιστείς και βρεθείς λίγος, αυτός που πρώτος ήρθε να σε κοιτάξει θα προτιμήσει κάποιον άλλον.

Μυρσίνη: Μίλτο, πρέπει να σου ομολογήσω ότι η κίνησή σου να κατεβείς υποψήφιος με το Ποτάμι μού έφερε στο μυαλό από την πρώτη στιγμή εκείνο το «Σαν έτοιμος από καιρό, σαν θαρραλέος…». Και επειδή σε ήξερα, και από τον τρόπο που σε βλέπω να χειρίζεσαι την υποψηφιότητά σου και την ξαφνική δημοσιότητα τόσο ήρεμα.

Μίλτος: Ναι, ήμουν έτοιμος λόγω της απόγνωσης. Κυρίως από τότε που η ΔΗΜΑΡ έφυγε έτσι όπως έφυγε από την κυβέρνηση.

Λευτέρης: Το κρίσιμο θα είναι αν μας τύχει κάτι που έρχεται σε κόντρα με αυτά που πιστεύουμε. Και για να μιλήσω και πρακτικά: για μένα το θέμα με τον Νίκο Δήμου είναι ένα πρώτο καμπανάκι. Όταν λέμε ότι θα κάνουμε κάτι διαφορετικό και το πρώτο πρόβλημα που προκύπτει το αντιμετωπίζουμε τελείως κλασικά, ε, είναι πρόβλημα.

Μίλτος: Αυτό που είπε ο Σταύρος ο Θεοδωράκης είναι σωστό, ότι από πού κι ως πού η άποψη του Δήμου είναι η άποψη του Ποταμιού; Όμως, έτσι και αλλιώς άποψη του Ποταμιού είναι ο χωρισμός κράτους και εκκλησίας. Άρα, είναι προφανές ότι όταν το κράτος χωριστεί από την εκκλησία δεν στέλνουμε το προεδρικό αεροπλάνο να πάρει το Άγιο Φως.

Μυρσίνη: Έγραψε μία μέρα ο Αρίστος Δοξιάδης με αφορμή αυτό κάτι που το βρήκα λογικό, αν και διαφώνησα. Ότι τόσα χρόνια, λέγοντας ανοιχτά τέτοιες απόψεις, ο χώρος αυτός δεν μπορούσε να μιλήσει στις μάζες. Και ότι χωρίς προσεκτική επικοινωνιακή στρατηγική δεν καταγράφονται εκλογικές επιτυχίες. Είναι μία λογική της ρεάλ πολιτίκ καθόλα κατανοητή.

Λευτέρης: Εγώ θα προτιμούσα να βγάλουμε λίγο τη ρεάλ πολιτίκ από την ατζέντα. Να βγούμε όλοι αυτοί που έχουμε μία συγκεκριμένη άποψη και να ξεμπερδεύουμε.

Μυρσίνη: Συμφωνώ. Καταλαβαίνουμε όμως όλοι ότι βρισκόμαστε σε μία απίστευτα δύσκολη περίοδο και αν τα κόμματα δεν καταφέρουν να επικοινωνήσουν με τους πολίτες σε μαζικό επίπεδο δεν θα αλλάξει τίποτα. Θα επιβιώνουν οι παλιοί καλοί λαϊκιστές που ξέρουν να το κάνουν και όλες οι καθαρές φωνές θα αυτο-εγκλωβίζονται στο περιθώριο.

Λευτέρης: Υπάρχει και ένα όριο. Εδώ πήγε και φίλησε ο Τσίπρας το χέρι του παπά! Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ μύρισε εξουσία και σου λέει, για να το κάνω πρέπει να έχω την εκκλησία μαζί μου. Ε, όχι!

Μίλτος: Πράγματι ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό κάνει, επενδύει παντού και τραβάει το πάπλωμά του και από δω και από κει. Το Ποτάμι δεν το κάνει και δεν θα το κάνει, ελπίζω. Δεν χρειάζεται κανείς ούτε να φιλήσει το χέρι του παπά, ούτε να τον φτύσει όταν τον δει. Μπορεί απλώς να τον χαιρετίσει με χειραψία. Απλά πράγματα. Το ζήτημα είναι σε όλα τα θέματα όπου κάποιοι τυχαίνει να έχουν μία διαφορετική γνώμη, να μπορείς να επιβάλλεις αυτό που θες χωρίς να προσβάλλεις. Οι διανοούμενοι, όμως, πρέπει καμιά φορά και να προσβάλλουν για να αποκτήσουν μεγαλύτερη διείσδυση οι ιδέες τους στον κόσμο. Αυτός είναι ο ρόλος τους. Ο ρόλος των πολιτικών είναι να χτίζουν γέφυρες.

Η οικογένεια

Μυρσίνη: Πώς ήταν η ζωή στο σπίτι σας; Εγώ ας πούμε ήμουν παιδί που μεγάλωσα με τους μεγάλους. Δεν πήγαινα στο δωμάτιο με τα παιδιά. Συμμετείχα ισότιμα.

Μίλτος: Εκτιμούσα τους φίλους του Λεωνίδα, μου άρεσε να συζητάω μαζί τους, να διαβάζω τα άρθρα τους, αλλά είχα πάντα τα δικά μου ενδιαφέροντα. Είχα τον κόσμο μου.

Λευτέρης: Εμάς στο σπίτι δεν έρχονταν συχνά κόσμος και δεν γίνονταν συζητήσεις τέτοιου τύπου. Έξω βγαίναμε. Τους άκουγα. Δεν έφευγα ούτε και διεκδικούσα να μείνουμε άλλη μία ώρα. Μιλάγαμε, γελάγαμε και μετά έφευγα και πήγαινα στα δικά μου.

Μυρσίνη: Ρε παιδί μου, εγώ από τα 15 μου που άρχισα να βγαίνω, ένα βράδυ αν είχε κόσμο στο σπίτι ο μπαμπάς μου κι είχα κανονίσει να βγω κιόλας, θα περνούσα σίγουρα από το σπίτι πρώτα να τους δω. Γούσταρα.

Μίλτος: Εγώ είχα ήδη φύγει. Η ζωή του Λεωνίδα με ενδιέφερε ως ένα σημείο. Εσένα είναι και θέμα χαρακτήρα.

Λευτέρης: Και εγώ θα έβγαινα αμέσως. Και μάλιστα με κάποιους από τους φίλους του Μιχάλη είχα πρόβλημα, δεν τους άντεχα.

Μυρσίνη: Πολύ περίεργο. Εμένα σχεδόν δεν μου επιτρεπόταν να μην ασχολούμαι. Όταν έβγαινε μία είδηση, όταν γινόταν κάτι, όταν παρουσιαζόταν ένα πρόβλημα, ο Νικήτας πάντα απευθύνονταν σε μένα. Δεν είχα περιθώρια να είμαι αλλού. Βέβαια την έβρισκα κιόλας, δε λέω.

Λευτέρης: Εγώ άργησα πολύ, μετά τις σπουδές μου και αφού πήγα μαζί του να δουλέψω, τότε ξεκίνησε να με ρωτάει για κάποια θέματα. Από μόνος του πριν να μου ανοίξει κουβέντα ή να μου ζητήσει συμβουλή, όχι ποτέ. Το αντίθετο: όταν είχαμε συζήτηση για μπάλα, που ο Μιχάλης δεν είχε ιδέα, εγώ τον τσιγκλούσα και τον κορόιδευα.

Μίλτος: Θυμάμαι το ’74, όταν με είχε στρατολογήσει στο Ρήγα μία φίλη, ο Λεωνίδας ήταν αντίθετος. Μου ’λεγε «διάβασε, μελέτησε και δες τι πραγματικά σου ταιριάζει». Θυμάμαι ότι όταν ήταν να βγάλει το βιβλίο για το Μακεδονικό είχε αρχίσει να σκέφτεται μήπως δεν πρέπει και τι θα πει το κόμμα κ.λπ. Ήταν μία από τις λίγες φορές που παρενέβηκα, πρακτικά μιλώντας πάντα, ότι αν δεν το πεις εσύ που το έχεις διαμορφωμένο, τότε ποιος; Κάποιες τέτοιες κρίσιμες στιγμές ο ίδιος ο Λεωνίδας έψαχνε να βρει ένα συνομιλητή που δεν ήταν στο κόμμα του αλλά που τον εμπιστεύονταν και με ρωτούσε τη γνώμη μου. Ένα συνομιλητή, όχι το παιδί του, τον Μίλτο.

Η αριστερά

Μυρσίνη: Θεωρείτε τους εαυτούς σας αριστερούς;

Μίλτος: Δεν χρησιμοποιώ τη λέξη παρά μόνο μέσα μου. Θα έλεγα ότι η λέξη «μεταρρύθμιση» με εκφράζει πολύ περισσότερο. Η τόσο στρεβλή και κραυγαλέα χρήση της λέξης «αριστερά» για να δικαιολογήσει πολιτικές που είναι καθαρά αντιδραστικές, με κάνει να μην μπορώ πια να τη χρησιμοποιήσω.

Λευτέρης: Εγώ λέω τον εαυτό μου αριστερό με μία έννοια προοδευτική. Η αριστερά δεν μπορεί να είναι αυτό που ήτανε. Η ΔΗΜΑΡ που είπε προεκλογικά «Ψηφίστε με και θα μπω στην κυβέρνηση», αυτή η αριστερά της ευθύνης είναι αυτή που με εκφράζει. Και το αριστερά για μένα έχει σαφή έννοια. Ότι το κράτος πρέπει να προσέχει τους αδύνατους, ότι οι νόμοι είναι για τους αδύνατους…

Μυρσίνη: Και τα ίδια τα μνημόνια προέβλεπαν πολλές τέτοιες ρυθμίσεις.

Λευτέρης: Έτσι είναι. Δεν λέω ότι είμαι υπέρ του μνημονίου –αν θες να το δούμε έτσι–, αλλά πολλά πράγματα που έπρεπε να τα είχαμε κάνει μόνοι μας, ήρθαν και μας τα έκαναν άλλοι και δεν μας αρέσουν. Δεν είναι αριστερό να λέμε ότι δεν θέλουμε κανένας να μας δείξει τι να κάνουμε.

Μίλτος: Ζούμε σε μία Ευρώπη που έχει λύσει προβλήματα που εμείς δεν έχουμε καν αρχίσει να τα αντιμετωπίζουμε και αρνούμαστε να κοιτάξουμε οποιαδήποτε λύση έχει εφαρμοστεί και έχει πετύχει, διότι εμείς ξέρουμε καλύτερα. Τι ξέρουμε; Να μην κάνουμε τίποτα. Και όσα μέτρα κάναμε με το μνημόνιο, τα κάναμε μόνο υπό την πίεση και με το στρεβλό ελληνικό τρόπο. Και φυσικά τα κάναμε έτσι ώστε οι αδύναμοι να πληρώσουν το κόστος.

Η πολιτική σήμερα

Μυρσίνη: Ανήκουμε σε τρία διαφορετικά κόμματα. Σε περίπτωση εθνικών εκλογών θα ήμασταν αυτό που λένε «αντίπαλοι». Αν βάλουμε κάτω όμως εμείς οι τρεις 1.000 θέματα να συζητήσουμε, στα περισσότερα –για να μην πω σε όλα– θα συμφωνήσουμε. Μήπως αυτό είναι σημάδι μιας νέας φάσης στην πολιτική;

Μίλτος: Στην Ευρώπη εκλέγουμε αντιπροσώπους από κόμματα. Τα οποία κόμματα έχουν, υποτίθεται, απίστευτες διαφορές μεταξύ τους και το καθένα θεωρεί ότι αυτό ξέρει την αλήθεια. Μόλις οι ευρωβουλευτές βρεθούν στην ευρωβουλή γίνονται άνθρωποι με πλατιούς ορίζοντες, συνεργάζονται με όλους, κάθε πρωί το πρώτο που κοιτάνε είναι να βρουν τι συμμαχίες θα κάνουν για να περάσουν τα θέματα. Με του που γυρνάνε στην Ελλάδα νιώθουν ότι είναι στο Ουζμπεκιστάν γιατί δεν ταιριάζει πια αυτό. Άρα προφανώς συμφωνούμε μεταξύ μας και θα συμφωνούσαμε και με άλλους φίλους από τον ΣΥΡΙΖΑ ή την Ελιά ή αλλού. Άρα ποιο είναι το κριτήριο; Μπορείς να χρησιμοποιήσεις τη μέθοδο που λέει: «Έχω ένα πρόβλημα και θέλω να το λύσω. Μπορούμε να το προσεγγίσουμε με a, b, c;».

Μυρσίνη: Υπάρχει μία νέα λογική που έπαιξε και πολύ από τους 58 ότι «πάμε με αυτά που μας ενώνουν και όχι με αυτά που μας χωρίζουν».

Λευτέρης: Αυτό το σκάσιμο της κρίσης έκανε κάποιους που δεν μπορούν να βγουν από το παλιό πλαίσιο που έχουν φτιάξει, να χρησιμοποιούν σήμερα τις παλιές εκφράσεις τελείως αντιδραστικά τύπου, «α, δε γίνεται να το κάνω αυτό, είμαι αριστερός». Θυμάστε, παιδιά, όταν τσακωνόμασταν που κάναμε καθρεφτάκι;

Μίλτος: Η αντιπολίτευση δεν θέλει τη λύση, θέλει απλά να λέει το ανάποδο. Αν η αριστερά κληθεί να κυβερνήσει θα αναγκαστεί να βγάλει στο περιθώριο αυτούς που τώρα ιδεολογικά φαίνεται να έχουν το πάνω χέρι. Ουσιαστικά όμως κανένα κόμμα δεν θα κληθεί μόνο του να κυβερνήσει. Άρα θα χρειαστεί να συνεργαστεί και να συμβιβαστεί.

Μυρσίνη: Με την έννοια του συμβιβασμού που περιέγραφε ο Λεωνίδας.

Μίλτος: Με την πραγματική έννοια. Αυτήν που καταλαβαίνουν όλοι οι πολιτικοί όταν πάνε στο ευρωκοινοβούλιο.

Λευτέρης: Μέσω του Μιχάλη έχω δει συνεργασίες ανθρώπων που δεν θα τις πίστευα πριν. Στην ευρωβουλή πολλές φορές ήταν ευκολότερη η συνεργασία με δεξιούς παρά με αριστερούς.

Μίλτος: Γιατί συμβαίνει όμως όλο αυτό στην Ευρώπη και όχι εδώ; Γιατί εκεί δεν υπάρχει δεδομένη πλειοψηφία. Οι μηχανισμοί είναι αυτοί που επιβάλλουν τη συμπεριφορά. Χωρίς πλειοψηφία δεν μπορείς να βγεις και να πεις «εγώ έχω 151 έδρες και κάνω ό,τι γουστάρω». Σήμερα, ας πούμε, πιστεύω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σταματάει το κόμμα του από το να οδηγήσει τη νέα κυβέρνηση. Κάθε φορά που πάει να ανέβει, πυροβολεί το πόδι του, αρνείται να δώσει μια πρακτική λύση στο ερώτημα «με ποιους θα κυβερνήσετε». Μένει στη στείρα θεωρία των δύο κόσμων που δεν οδηγεί πουθενά.