Πολιτικη & Οικονομια

Εκλογές ξανά και ξανά

Αγγελική Σπανού
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κατά κάποιον τρόπο είμαστε σε διαρκή προεκλογική περίοδο. Ο ελληνικός κανόνας είναι ότι ο πρωθυπουργός αποφασίζει εκλογές όποτε αυτό συμφέρει το κόμμα του και η αξιωματική αντιπολίτευση ζητά εκλογές ακόμη και αμέσως μετά τις εκλογές, στην πρώτη δυσκολία που θα συναντήσει ο πολιτικός αντίπαλος και στην πρώτη ευκαιρία (π.χ εκλογή ΠτΔ).

Δεν έχει καμία σημασία ότι το Σύνταγμα ορίζει τετραετή κυβερνητική θητεία ούτε ότι πρόωρη προσφυγή στις κάλπες προβλέπεται για σπουδαίο εθνικό λόγο. Αλλωστε, δεν είναι αυτό το μόνο θέμα για το οποίο κουρελιάζεται το Σύνταγμα. Ούτε είναι η πρώτη φορά που οι πολιτικοί αρχηγοί αγνοούν το γράμμα και το πνεύμα του. Ως προς αυτό, είναι μια ευχάριστη έκπληξη που το Ποτάμι ζητά την εξάντληση της κυβερνητικής θητείας, δηλαδή σεβασμό στο Σύνταγμα και στην κοινή λογική. Είναι, όμως, η εξαίρεση που επιβεβαιώνει μια θλιβερή παράδοση. Ας θυμηθούμε ότι έχουν προκηρυχθεί εκλογές για το κυπριακό (!) που ακόμη δεν έχει λυθεί και προσχήματα βρίσκονται εύκολα εφόσον υπάρχει βούληση να βρεθούν. Η ουσία είναι ότι η εκλογολογία στη χώρα μας δεν είναι απλώς σύμπτωμα εκφυλισμού του πολιτικού διαλόγου, είναι μία από τις βασικές αιτίες του.

Αν το δει κανείς ορθολογικά, το να γίνουν πρόωρες εκλογές μετά τις ευρωεκλογές και εξαιτίας του αποτέλεσματος των ευρωεκλογών είναι αδύνατο. Γιατί στις 25 Μαίου δεν γίνεται δημοψήφισμα “ναι ή όχι στην κυβέρνηση” αλλά ψηφίζουμε ευρωβουλευτές και από την επιλογή μας θα επηρεαστεί η διαμόρφωση συσχετισμών στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Και δεν πρόκειται για μια κενή νοήματος διαδικασία, γιατί η ποιότητα της ελληνικής εκπροσώπησης στο Στρασβούργο καθορίζει την εικόνα της χώρας έναντι των εταίρων και πιστωτών, έναντι ευρωπαϊκών λαών και κυβερνήσεων, αλλά επίσης την απήχηση της επιχειρηματολογίας της.

Ανεξάρτητα από τα όρια των δυνατοτήτων του ευρωκοινοβουλίου να επηρεάσει τις μεγάλες αποφάσεις που έχουν -αναμφισβήτητα- τη γερμανική σφραγίδα, οι ομάδες και τα πρόσωπα έχουν σημασία - αρκεί κανείς να αναλογιστεί το έργο που αφήνει πίσω της η ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και αντιπρόεδρος του ευρωκοινοβουλίου Αννυ Ποδηματά, έχοντας πρωταγωνιστήσει (ένα μόνο παράδειγμα) στη μάχη για το φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.

Προφανώς, το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών θα σηματοδοτήσει πολιτικό γεγονός, προφανώς θα εξαχθούν συμπεράσματα για το βαθμό αποδοχής των κομμάτων από την κοινωνία, για το μέγεθος της αποστασιοποίησης που θα αποτυπωθεί στη συμμετοχή/αποχή, και προφανώς θα επηρεαστεί η δυναμική των πολιτικών εξελίξεων από το μήνυμα που θα στείλουμε με την ψήφο μας. Αλλά το να ισχυρίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ ότι “ψηφίζουμε και φεύγουν”, δηλαδή ότι αν αποδοκιμαστούν ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, ή και μόνο ΠΑΣΟΚ, θα πρέπει να παραιτηθεί η κυβέρνηση, αυτό είναι κάτι εντελώς ξένο προς την ευρωπαϊκή λογική. Τι θα πρέπει να κάνει δηλαδή ο Ολάντ στη Γαλλία που κινδυνεύει να βγει τρίτος;

Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δίκιο που συνδέει την επιβίωση της κυβέρνησης με τις ευρωεκλογές, αφού το ίδιο κάνει και ο Ευ. Βενιζέλος, λέγοντας ότι η κυβερνητική σταθερότητα εξαρτάται από τις επιδόσεις της Ελιάς, είναι ακόμη πιο ενδεικτικό του βάθους της ελληνικής παθολογίας. Γίνεται κοινά αποδεκτό ότι δεν πρόκειται για ευρωεκλογές αλλά για πρόβα εθνικών εκλογών, με την έννοια ότι ανάλογα με το τι θα βγάλει η κάλπη θα εξαρτηθεί το αν η κυβέρνηση θα συνεχίσει ως έχει. Αυτά ενώ εκκρεμεί η μεγάλη απόφαση για την απομείωση του χρέους που έχει μεταφερθεί για το τέλος του χρόνου, ενώ είναι αυτονόητες οι επιπτώσεις της παράτασης της προεκλογικής περιόδου για την οικονομία και ενώ ούτε η πλειοψηφία των πολιτών θέλουν εκλογές, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις και όπως μπορεί ο καθένας να κρίνει με βάση την εμπειρία του και την επικοινωνία του με τους άλλους γύρω του.

Στις 25 Μαίου θα κριθεί, πράγματι, το πότε θα γίνουν εθνικές εκλογές, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ που πρώτος άνοιξε αυτή τη συζήτηση δεν είναι καθόλου έτοιμος να κυβερνήσει - όταν γίνεται εσωκομματικός χαμός για να διαλέξουν υποψήφιους ευρωβουλευτές και δημάρχους, τι θα συμβεί αν κληθούν να στελεχώσουν κυβέρνηση και ηγετικές θέσεις της διοίκησης; Αλλά επίσης, όταν, με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν, η αξιωματική αντιπολίτευση δεν εμφανίζεται ως αναμφισβήτητα κυρίαρχη πολιτική δύναμη, δεν έχει φουσκώσει κανένα κύμα που να σηκώνει τον ΣΥΡΙΖΑ πιέζοντας για πολιτική αλλαγή εδώ και τώρα.

Επομένως, λογικά, εκλογές μετά τις ευρωεκλογές «δεν βγαίνουν». Και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι υπάρχει έστω και ένα κόμμα ή ένας βουλευτής που να τις θέλει πραγματικά. Ομως, παρόλα αυτά, μπορεί να γίνουν. Και είναι κάτι που επιβεβαιώνει τον θεσμικό, πολιτικό, κοινωνικό, εθνικό τελικά, εγκλωβισμό στη σφαίρα του ανορθολογισμού, της παραδοξότητας, των αντιφάσεων και των ακραίων εκδοχών. Μπορεί να κουτρουβαλήσουμε προς τις πρόωρες εκλογές, χωρίς να ξέρουμε αν μετά θα σηκωθούμε και με πόσα/τι είδους τραύματα.

Συμβαίνουν τρελά πράγματα μόνο και μόνο επειδή 1+1 μπορεί να κάνει 3 ή 0, ανάλογα με το πολιτικό κόστος και το μικροκομματικό συμφέρον.