Πολιτικη & Οικονομια

Αύγουστος στο ΕΦΚΑ

Μια ιστορία υπομονής

35183-103893.jpg
Γιώργος Παναγιωτάκης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
the_trial_1962_720p_brrip_sujaidr_pimprg10989921-57-01.png
The Trial, 1962 © Rialto Pictures / Studiocanal

Ο Γιώργος Παναγιωτάκης μοιράζεται μια αυγουστιάτικη ιστορία από ένα υποκατάστημα του ΕΦΚΑ.

Ο Αύγουστος στο υποκατάστημα του ΕΦΚΑ κυλά με τελείως διαφορετικούς ρυθμούς σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα. Τα μεγάλα εξωτερικά γεγονότα (η πρόσφατη θεομηνία, οι βόλτες του Oruc Reis στην Ανατολική Μεσόγειο, κλπ) φτάνουν εδώ τελείως ξεθυμασμένα, σαν ένας μακρινός απόηχος που μπαίνει στο κτίριο μέσω του air-condition. Θα ασχοληθείς με αυτά όταν με το καλό ξεμπερδέψεις. Μονάχα ο κορωνοϊός είναι παρών και αυτό χάρη κυρίως στις μάσκες και στο γεγονός ότι ο περισσότερος κόσμος ξεροσταλιάζει υποχρεωτικά στο πεζοδρόμιο -προς μεγάλη ικανοποίηση του απέναντι φούρναρη που δεν προλαβαίνει να δίνει τυρόπιτες και καφέδες.

Ο τελευταίος ανοίγει το κατάστημά του από τις έξι το πρωί, όταν καταφτάνουν οι πρώτοι αγουροξυπνημένοι πολίτες για να γράψουν το όνομά τους σ’ ένα χαρτί, ώστε να καβατζάρουν τα πρώτα νούμερα μόλις εμφανιστούν υπάλληλοι. Αν είσαι καλομαθημένος σαν εμένα και πας κατά τις οχτώ, το πιο πιθανό είναι να έχουν τελειώσει τα νούμερα και έτσι να μην προλάβεις να εξυπηρετηθείς. Ήδη την έχω πατήσει δύο φορές, οπότε σήμερα έχω βάλει σκοπό να ξυπνήσω πολύ νωρίς.

Φυσικά δεν τα καταφέρνω. Όταν φτάνω, η ώρα είναι κιόλας εφτά και μισή. Προλαβαίνω όμως το τεσσαρακοστό έκτο από τα πενήντα συνολικά νούμερα που εκδίδονται για το τμήμα του Μητρώου. Αυτό σημαίνει πως, πρώτα ο Θεός, θα εξυπηρετηθώ μέχρι τις δύο το μεσημέρι. Τώρα αρχίζει η μακρά περίοδος της αναμονής στο πεζοδρόμιο, ανάμεσα σε δεκάδες ανθρώπους (βασικά αλλοδαπούς εργάτες και οικιακές βοηθούς) που κάθονται σε σκαλοπατάκια και ζαρντινιέρες έχοντας τις μάσκες τους στο προγούλι.

Κατά τις εννιά, ενώ η σκιά φεύγει και ο ήλιος φωτίζει λαμπρός τα αποχαυνωμένα κεφάλια μας, ένας κύριος βγαίνει έξω και αναγγέλλει θριαμβευτικά πως στο Μητρώο ήδη εξυπηρετήθηκε το νούμερο δύο. Αυτό ήταν. Βάζω τη μάσκα μου στο σακουλάκι, ανεβαίνω στο μηχανάκι και επιστρέφω σπίτι. Έχω αποφασίσει να συνεχίσω τη ζωή μου και, αν βρω το κουράγιο, κατά τις δώδεκα να ξαναπάω στο ΕΦΚΑ.

Ενώ όμως προσπαθώ να δουλέψω, κάτι μέσα μου με τρώει. Και αν τελικά τα νούμερα αρχίσουν να φεύγουν γρήγορα; Συμβαίνουν κάτι τέτοια στις δημόσιες υπηρεσίες. Μήπως κάνω ένα τραγικό λάθος για το οποίο θα μετανιώνω μια ζωή; Ανεβαίνω ξανά στο μηχανάκι και στις έντεκα βρίσκομαι πάλι στο γνωστό πεζοδρόμιο. Βλέπω όμως γύρω μου άγνωστα μασκοφορεμένα πρόσωπα και με ζώνουν τα φίδια. Η ανησυχία μου μεγαλώνει όταν ξεσπάει ένας καυγάς. Μια κυρία που περίμενε στο πεζοδρόμιο έχασε τη σειρά της καθώς κανείς δεν βγήκε να την ειδοποιήσει πως το νούμερό της είχε φτάσει. Με μια αποφασιστική κίνηση, ξεγλιστράω πίσω από την πλάτη του μεσήλικα αστυνομικού και τρυπώνω παρανόμως στο κτίριο.

Ευτυχώς, στον ηλεκτρονικό πίνακα του Μητρώου διακρίνεται ολοκάθαρα ο αριθμός 40. Στην αίθουσα κάθονται αραιά αραιά καμιά δεκαριά άτομα και κοιτούν με σεβασμό τη μοναδική υπάλληλο, μια κυρία με γκρίζα μαλλιά και γαλάζια μάσκα. Είναι πράγματι αξιοθαύμαστη.  Κάνει τη δουλειά της με ηρεμία και προσήλωση, ελισσόμενη ανάμεσα στις γραφειοκρατικές αντιφάσεις, βρίσκοντας ως δια μαγείας λύσεις εκεί όπου όλα μοιάζουν χαμένα. Σαν κυβερνήτης διαστημοπλοίου που αποφεύγει τη βροχή των αστεροειδών και τις επιθέσεις των εξωγήινων ενώ παράλληλα μπαλώνει τις συνεχείς ανοησίες των μελών του πληρώματος.  

Η δεύτερη ηγετική παρουσία στην αίθουσα είναι μια κυρία από το Κάμπο Βέρντε, η οποία ρωτάει τους πάντες τι νούμερο έχουν, τους λέει πότε πρέπει να σηκωθούν και γενικά προσπαθεί να επισπεύσει κατά μερικά δευτερόλεπτα τη διαδικασία. Όταν όμως φτάνει η δική της σειρά, η αυτοπεποίθησή της εξανεμίζεται. Τρέμει σαν το ψάρι, ιδρώνει, της φεύγουν τα χαρτιά από τα χέρια… Όπως αποδεικνύεται, κάποιοι άγνωστοι υπάλληλοι του ελληνικού δημοσίου έχουν καταχωρίσει όλα τα στοιχεία της ελαφρώς παραλλαγμένα. Πρέπει λοιπόν να επισκεφτεί μια σειρά από υπηρεσίες και να τα διορθώσει, αφού πρώτα προσκομίσει ληξιαρχική πράξη γέννησης από το Πράσινο Ακρωτήριο, μεταφρασμένη επίσημα από το ελληνικό υπουργείο εξωτερικών. Τότε μόνο θα πάρει το απαραίτητο χαρτί ώστε να μπορέσει να ανανεώσει την άδεια παραμονής της, η οποία λήγει σε λίγες μέρες.

«Μα έχω ληξιαρχική πράξη γέννησης!» διαμαρτύρεται με τρεμάμενη φωνή. «Να τη!»

«Δυστυχώς θέλουν καινούρια, φετινή ή άντε περσινή» της λέει συμπονετικά η υπάλληλος.

«Μα γιατί; Αφού μία φορά γεννιόμαστε! Μία! Αυτό δεν αλλάζει!»

Τελικά, παρότι η υπάλληλος δοκιμάζει διάφορες πατέντες, δε βρίσκει οριστική λύση. Η γυναίκα φεύγει άπρακτη, έχοντας απλά γλιτώσει μερικά από τα στάδια της  ταλαιπωρίας. Όταν φτάνει η δική μου σειρά, συνειδητοποιώ ότι έχω και εγώ ένα ελαφρύ τρέμουλο. Και τα δικά μου στοιχεία έχουν κάποια προβληματάκια (για παράδειγμα κανείς δεν είχε ειδοποιήσει το ΕΦΚΑ πως έχω αλλάξει αστυνομική ταυτότητα από τότε που ήμουν δεκαέξι χρονών), όμως η υπάλληλος κάνει τα μαγικά της και μου δίνει το πολυπόθητο χαρτί. Τη χιλιοευχαριστώ και φεύγω ανάλαφρος σαν πουλάκι. 

Η ώρα έχει πια πάει μία και μισή και στο πεζοδρόμιο ο κόσμος έχει αραιώσει. Η κυρία από το Κάμπο Βέρντε είναι ακόμη εκεί και λέει τον πόνο της στον αστυνομικό. Την ακούω να επαναλαμβάνει το βασικό της επιχείρημα. «Μία φορά γεννιόμαστε. Μία! Έτσι δεν είναι;»

Εκείνος κουνά αινιγματικά το κεφάλι, σα να μη θέλει να της φανερώσει απότομα ότι ορισμένοι βασικοί κανόνες της ζωής δεν ισχύουν αυτομάτως στην επικράτεια του ελληνικού δημοσίου. Πρέπει πρώτα να προσκομίσεις το απαραίτητο χαρτί.   

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Μανούσος Μανουσάκης
Η Λίνα Μενδώνη για τον θάνατο του Μανούσου Μανουσάκη: Υπήρξε ακάματος εργάτης της μικρής και της μεγάλης οθόνης

«Ο Μανούσος Μανουσάκης έκανε ποιοτική τηλεόραση για το ευρύ κοινό, χωρίς εκπτώσεις στις απαιτήσεις του, αλλά και χωρίς να εγκαταλείψει το σινεμά»

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.