- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ξημερώματα προσγειώνεται το ελικοφόρο στο αεροδρόμιο της Καβάλας. Η υγρασία από τα χωράφια διαπερνάει τα ανοιξιάτικα πανωφόρια μας. Λίγο μετά περνάμε πάνω από το Νέστο, ένα από τα ομορφότερα οικοσυστήματα της χώρας, καθ’ οδόν για Ξάνθη. Ένας καφές στο πόδι, τα φυλλάδιά μας στο χέρι και κατευθείαν στο παζάρι της πόλης.
Ίσως σας φανεί περίεργο, αλλά έχω φοβερό τρακ, ντρέπομαι, να πω την αλήθεια, δεν το έχω ξανακάνει και αργώ να προσαρμοστώ. Σχεδόν κρύβομαι πίσω, ο κόσμος μου χαμογελάει, η Μαρία Δημητρίου, η Ρομά υποψήφιά μας είναι στο στοιχείο της. Βλέπετε πολλοί οι τσιγγάνοι μικροπωλητές και η Μαρία τους μιλάει στη γλώσσα τους. Μας γελάνε, μας σφίγγουν το χέρι, -δώσε κι εσύ κανένα φυλλάδιο, μπες μπροστά, μου λένε τα παιδιά, -από δω κι ο κύριος Ορφανός, τον ξέρετε; λέει ο Σταύρος, -καλέ, σας βλέπουμε στην τηλεόραση, κι εσείς με το Ποτάμι;
-Που είσαι ρε φίλε; μου λέει ένας Ρομά, βγαίνουμε φωτογραφίες, χαμογελαστά πρόσωπα, οι μουσουλμάνες με τις μαντίλες μας προσπερνούν βιαστικά, πάνω κάτω στο παζάρι, τεράστιο, με χιλιάδες πράγματα και ζαρζαβατικά, γιουσουρούμ και λαϊκή μαζί, κοντοστέκομαι σε ένα μαγαζί που πουλάει το κοράνι, -τι κοιτάς; Με ρωτάει ο Μπερκ, ο Πομάκος φίλος μας, -το έχει στα ελληνικά; -μη σε νοιάζει, θα σου δώσω εγώ ένα με αραβικά και ελληνική απόδοση, σαλαμαλέκουμ.
Κάποιος μου βάζει ένα κομμάτι ζεστή λαγάνα στο χέρι, έχεις φάει καλύτερη; με ρωτά, νομίζω όχι του λέω. Ξανά στα αμάξια, γραμμή για το Δροσερό. Ο Σταύρος με τη Μαρία συναντιούνται με τη Σαμπιχά Σουλεϊμάν. Κατόπιν φεύγουμε για τα Πομακοχώρια. Μύκη, Κένταυρος, Σμίνθη.
-Μπερκ, αληθεύει ότι οι Πομάκοι κατάγονται από την αρχαία Μακεδονική φυλή των Αγριάνων;
-Που τα ξέρεις εσύ αυτά;, με ρωτάει ο Σταύρος,
-Έχω διαβάσει την τετράτομη ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Ντρόιζεν, του απαντώ, ξέρεις τι ωραίο και ανάλαφρο ανάγνωσμα είναι; σαν παραμύθι.
–Ναι, το πήρες και στην παραλία, αστειεύεται.
–Σχεδόν, του απαντώ.
-Μας το έχουν πει κι αυτό, δεν ξέρω σίγουρα, μου λέει ο Μπερκ, αλλά κανονικά είμαστε σλάβικης καταγωγής.
Στη Μύκη κατεβαίνουμε. Γυναίκες με πολύχρωμες μαντίλες, οι Πομάκες φορούν πολύχρωμες μαντίλες και φορεσιές, ένας γάτος ράθυμος κάτω από ένα παγκάκι, ένα παπάκι με ένα νεαρό ζευγάρι μας προσπερνά, η γυναίκα κάθεται πίσω σαν σε μοτοσακό παλιό, παιδιά ξανθά με πράσινα μάτια μας κοιτούν με περιέργεια, στο καφενείο μπαίνουμε για ένα τσάι. Η αποκλειστικά αντρική παρέα μας υποδέχεται με ευγένεια, ο ιμάμης μας χαμογελά, οι άντρες παραπονιούνται, -τι ψηφίσατε στις προηγούμενες εκλογές; -Τσίπρα, απαντούν πολλοί.
Κοιτάζω τους τοίχους, μια αναπαραγωγή της Μέκκας από τοίχο σε τοίχο. Οι γέροντες φορούν ισλαμικά σκουφάκια, ποιος είσαι μου λέει; -δε βλέπεις τηλεόραση; του λένε, δεν τονξέρεις; –Όχι, απαντά, δεν πιάνουμε καλά εδώ, δε βλέπουμε ελληνικά κανάλια, αλλά την πληρωμή την κάνουμε, γιατί, εμείς θέλουμε να βλέπουμε ελληνικά κανάλια, μόνο τούρκικα βλέπουμε.
Ακούμε, κοιτάμε, παρατηρούμε, τι να πεις σε αυτούς τους ανθρώπους; Τι έτοιμες λύσεις να τους δώσεις;
Κατάκοποι φτάνουμε στην Κομοτηνή αργά το βράδυ για διανυκτέρευση, με μια μυρωδιά βροχής από την οροσειρά της Ροδόπης.
Κυριακή πρωί στην Κομοτηνή. Μια πόλη νεανική. Κόσμος μετά την εκκλησία κάθεται για καφέ. –Γεια σας, για παράσταση είστε εδώ;, μου λέει μια κυρία. –Όχι για το Ποτάμι. Περπατάμε στον πεζόδρομο, σταματάω σε ένα γνώριμό μου καφέ, μας κερνάνε έναν εσπρέσο, οι καμέραμεν της Ντόιτσε Βέλε μας τραβάνε καθώς περπατάμε, ο Σταύρος καβαλάει ένα ποδήλατο και κάνει μια γύρα, φτάνουμε στη Λέσχη Κομοτηνέων, ο κόσμος παραξενεύεται που ένας αρχηγός κόμματος κάνει μαζί τους κουβέντα και μάλιστα, μερικές απαντήσεις τις πασάρει στους υποψήφιους βουλευτές του να τις δώσουν. –Τι έχετε να πείτε για το Λαζόπουλο κι αυτά που σας λέει; ρωτούν το Σταύρο, γυρνάει και με κοιτά, χαμογελάμε, τίποτα, τους απαντά. Μια κυρία μας λέει, «μα τι είναι αυτά που γράφουνε για τη Θράκη, μας κάνουν και φοβόμαστε». Τόσες συζητήσεις στα αθηναϊκά πάνελ και ούτε ένας Θρακιώτης δε μίλησε, η τοπική κοινωνία έχει λύσει θέματα συμβίωσης χρόνια τώρα. Ερωτήσεις βροχή, τι να πρωτοαπαντήσεις. Φεύγουμε εξουθενωμένοι. Αγοράζω τον αγαπημένο μου ντόπιο ελληνικό καφέ πριν μπω στο αυτοκίνητο.
Μια στάση στο μουσείο καλαθοπλεκτικής των Ρομά. Ο αξιοθαύμαστος διευθυντής μας χαρίζει μικροσκοπικά σκουπάκια για καλή τύχη. Μυρίζω τα πλεχτά καλάμια, και βάζω στην τσέπη μου ένα μικρό κλαράκι κόκκινης ιτιάς.
Στην Αλεξανδρούπολη της θητείας μου. Παραλία, ο φάρος, η 12η μεραρχία, στρατονόμοι στην πύλη, όπως και τότε, που να είναι εκείνος ο αντισυνταγματάρχης που μου παράγγελνε βιβλία από την Αθήνα, τι να κάνουν οι σειρούλες μου, στον πεζόδρομο κόσμος μας περιμένει στο καφέ. Όσο μιλάμε, έρχονται κι άλλοι, κοντοστέκονται, μας κοιτούν απ’ τα μπαλκόνια, -κουράστηκα, τώρα θα σας απαντήσουν ο Νίκος και η Μαρία, λέει ο Σταύρος, ο κόσμος ρωτά, ρωτά, μας κοιτάνε με μάτια δύσπιστα, δεν πείθονται εύκολα πια από κανένα, στο τέλος μας σφίγγουν το χέρι, πουλάμε κουπονάκια για οικονομική ενίσχυση.
Μια ροκ πολιτική περιοδεία, ο Γιώργος ο καμεραμάν μας, μπαίνει στο αεροσκάφος κουβαλώντας το λάπτοπ στα χέρια καθώς στέλνει τα βίντεο στην Αθήνα, η Κωνσταντίνα περνάει τις αμέτρητες φωτογραφίες στη μνήμη, ο Σταύρος κουβαλάει μια κατσούνα, μια μαγκούρα που πήρε από έναν Ρομά, στον έλεγχο κολλάει στη μια άκρη ένα αυτοκόλλητο σαν αυτά που βάζουν στις αποσκευές, το αεροσκάφος τίγκα, άραγε η παραμεθόριος είναι μόνο για θητεία και προεκλογική εκστρατεία; Θυμάμαι εκείνο το καλοκαιρινό βράδυ στη Μαρώνεια, τους Θρακιώτες με κρητική καταγωγή, τις βρύσες στα Πομακοχώρια, ξέρετε όλοι πόσο καλά προϊόντα βγάζει η Θράκη, άραγε το ξέρουν και στην Αμερική;
Εικόνες, ήχοι, μυρωδιές, βλέμματα, μαντίλες, χρώματα, χαμόσπιτα, μοτοσακό ρημάδια, συννεφιά, βρύσες με τρεχούμενα νερά, ο μιναρές που υψώνεται στον ουρανό, οι Ρομά της Θράκης, οι Πομάκοι, οι μουσουλμάνοι, οι χριστιανοί, στρατιωτικά τζιπ μας προσπερνάνε, η πολυχρωμία ενός κόσμου που παλεύει να συνυπάρξει, ένα διήμερο στη Θράκη γεμάτο σκέψεις, τα μάτια των ανθρώπων, τα χέρια τους που σφίγγουν το δικό σου, τα μάτια, τα μάτια...