Πολιτικη & Οικονομια

Θυμάμαι την 23η Ιουλίου 1974

Έτσι τουλάχιστον νομίζω εγώ…

Νίκος Αμανίτης
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μια προσωπική ιστορία μιας μέρας, της 23ης Ιουλίου 1974 για μια συγκρατημένη χαρά για την Μεταπολίτευση.

Από τους τέσσερίς μας είχαμε μείνει στην Αθήνα ο Πέτρος (Τζαννετάκης) κι εγώ. Ο Παύλος (Τσίμας) φύλαγε σκοπιά σε κάποιο στρατόπεδο της αεροπορίας – είχαν διακόψει την αναβολή του το ’73. Ο Γιώργος (Σεφερτζής) ήταν στην παρανομία από τις αρχές του ’74. Στην αρχή-αρχή, βγήκαμε οι δυο μας αναγνωριστική βόλτα. Πατησίων, Κάνιγγος, Ακαδημίας, Βουλή, Σύνταγμα. Ακόμη δεν έχει γίνει η επίσημη ανακοίνωση. Κι άλλοι «άσκοποι» περιπατητές, αρκετοί για την εποχή και την ώρα – είναι καταμεσήμερο. Μια συγκρατημένη χαρά και μια συνηθισμένη συνvμoτικότητα – βλέμματα διασταυρώνονται, μισά χαμόγελα μεταξύ αγνώστων, ξέρουμε γιατί είστε εδώ, αυτή τη φορά κάτι γίνεται, κάτι θα γίνει. Άλλοι πάλι περνάνε δίπλα μας αδιάφοροι, μιλάνε για ποδόσφαιρο, πάνε στη δουλειά ή γυρνάνε σπίτι τους, δεν τους ενδιαφέρει. Από κάποια καταστήματα και κάποια παράθυρα σπιτιών όμως, τηλεοράσεις και ραδιόφωνα παίζουν δυνατά, κάτι περιμένουν.

Αμέσως μετά την πρώτη ανακοίνωση από την ΥΕΝΕΔ, ο κόσμος γίνεται περισσότερος. Οι τηλεοράσεις στα καταστήματα ηλεκτρικών ειδών ανάβουν όλες όπως όταν έπαιζε ο Παναθηναϊκός στην Ευρώπη, ο κόσμος μαζεύεται απ’ έξω, αρχίζει επιτέλους να μιλάει ο ένας στον άλλον. Και αίφνης, στο γυαλί, κάποια πρόσωπα που έχουμε 7 χρόνια να δούμε: Γεώργιος Μαύρος, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Ευάγγελος Αβέρωφ. Σύνταγμα πάλι. Ξαφνικά η Πλατεία έχει γεμίσει. Μέσα στο πλήθος, γνωστοί, συμφοιτητές, φάτσες που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε σε κάθε διαδήλωση. Βραδιάζει. Σταδίου, Κλαυθμώνος, Ομόνοια, Μουσείο, Αγγελοπούλου, Πλατεία Αμερικής, τα μέρη μας.

Τρώμε στο σπίτι του Πέτρου, 3ης Σεπτεμβρίου. Στο τραπέζι ο πατέρας του Παναγιώτης (αδελφός του Τζαννή, δημοσιογράφος, ιδρυτής του Οικονομικού Ταχυδρόμου), ο τελευταίος Πρόεδρος της Βουλής, Δημήτριος Παπασπύρου και ο Αντώνης Μπριλάκης, βουλευτής της ΕΔΑ. Ο Καραμανλής έχει απογειωθεί, οι μεγάλοι μιλάνε για τους φίλους τους που είναι στο αεροπλάνο, συγκρατώ το όνομα Λαμπρίας. Τον Παπασπύρου τον παίρνει κατά διαστήματα ο ύπνος στην καρέκλα, ξαναφεύγουμε.

Ηρώδου του Αττικού, Στάδιο, Καλλιρρόης, Βουλιαγμένης, Ελληνικό. Με τα πόδια. Αυτοκίνητα κατεβαίνουν προς το αεροδρόμιο, κορναρίσματα, χαμός. Δύο, τρεις το πρωί βλέπουμε από μακριά το κατάφωτο αεροδρόμιο. Αδύνατο να πλησιάσεις άλλο. Μας αρκεί.

Δεν ήταν για τον Καραμανλή –4 μήνες αργότερα θα φωνάζαμε: λαέ, ντροπή σου για την εκλογή σου (!)– ήταν για την απελευθέρωση. Αλλά και επειδή θέλαμε να είμαστε παρόντες στη στροφή της Ιστορίας.

Γυρνάμε πίσω με τα πόδια. Έξι το πρωί χτυπάω το κουδούνι στο σπίτι του θείου Σωτήρη, Αγαθουπόλεως, Πλατεία Αμερικής. Κανείς δεν κοιμάται, τα ξαδέρφια μου μόλις έχουν κι αυτά γυρίσει.

Αργότερα θα αγοράσω όλες τις εφημερίδες και θα πάρω το λεωφορείο για του Ζωγράφου. Πίσω μου δυο κυρίες μιλάνε συνέχεια, δυνατά, για το χθεσινοβραδινό ελληνικό σήριαλ της τηλεόρασης. Γυρνώ και βλέπω τη δασκάλα μου του Δημοτικού. Κατεβαίνω τρεις στάσεις πριν τη δική μου.

Υπάρχει μία φωτογραφία μου από εκείνη τη μέρα. Όποτε τη βλέπω, ξεχνώ τα πρωτοσέλιδα, τα συνθήματα και τους πανηγυρισμούς και θυμάμαι μόνο τον Πέτρο. Που είχε αποφασίσει, κάποια στιγμή, να μας αφήσει τρεις.

© ΑΠΕ-ΜΠΕ

Στην φωτογραφία ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κ. Καραμανλής, κατά την ορκωμοσία του το 1974.