Πολιτικη & Οικονομια

Ελληνοτουρκικός διάλογος επειγόντως

Είναι σημαντικό να εδραιωθεί η πεποίθηση ότι είναι δυνατόν να εξευρεθούν λύσεις που μπορεί να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα και των δύο χωρών

Θόδωρος Τσίκας
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο πολιτικός επιστήμονας - διεθνολόγος Θόδωρος Τσίκας σχολιάζει την απειλή θερμού επεισοδίου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας

1) Όπως η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία έχουν τις δικές τους θέσεις, έχει και η άλλη πλευρά τις απόψεις της, τις οποίες δεν μπορεί να αγνοούμε.

Η Τουρκία θεωρεί ότι η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία κάνουν «μονομερείς» κινήσεις. Ότι μέσω των συνεργασιών με Αίγυπτο και Ισραήλ προσπαθούν να την αποκλείσουν από την αξιοποίηση των ενεργειακών πόρων στην Ανατολική Μεσόγειο.

Θεωρεί επίσης ότι οι Ελληνοκύπριοι, ξεκινώντας μόνοι τους υποθαλάσσιες έρευνες, αποκλείουν τους Τουρκοκυπρίους. Λέει ότι, παράλληλα, η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν συναινεί σε λύση του Κυπριακού που θα έδινε στην τουρκοκυπριακή κοινότητα συμμετοχή στην κυβέρνηση μιας ομοσπονδιακής Κύπρου.

Η τουρκική απάντηση ήταν οι γεωτρήσεις στα ανοιχτά της Κύπρου και το παράνομο μνημόνιο με τη Λιβύη, το οποίο πλήττει μόνο την Ελλάδα.

2) Στην Ελλάδα η κοινή γνώμη νομίζει ότι στις ελληνοτουρκικές διαφορές η ελληνική πλευρά έχει 100% δίκιο. Η διεθνής κοινότητα, ενώ θεωρεί ότι η ελληνική θέση είναι πιο κοντά στο Διεθνές Δίκαιο, δεν ασπάζεται πλήρως την ελληνική ερμηνεία του Διεθνούς Δικαίου.

Το Δίκαιο της Θάλασσας δεν δίνει τη δυνατότητα να θεωρηθεί το Αιγαίο «ελληνική λίμνη», ως εάν η Ελλάδα να κατείχε και τις δύο πλευρές του Αιγαίου. Έτσι, οι δύο χώρες διαφωνούν για το πώς μπορεί αυτό να εφαρμοστεί.

Το Αιγαίο είναι ελληνικό κατά 35%. Είναι κυρίως διεθνές (κατά 56%) και τριτευόντως τουρκικό (κατά 9%). Η Τουρκία ως παράκτια χώρα έχει και αυτή, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, νόμιμα συμφέροντα στον διεθνή εναέριο χώρο και στα διεθνή ύδατα.

Με βάση αυτή την παραδοχή, θα ήταν «κοντόφθαλμη» και εχθρική προς τη γειτονική χώρα μια «συμμαχία» για να την αποκλείσουμε από τις ενεργειακές πηγές της Ανατολικής Μεσογείου, «εργαλειοποιώντας» το Καστελόριζο, χωρίς να έχουμε κανένα άμεσο συμφέρον.

Οι ΑΟΖ δεν είναι ζώνες εθνικής κυριαρχίας. Είναι διεθνή ύδατα, στα οποία τα παράκτια κράτη έχουν δικαιώματα οικονομικής εκμετάλλευσης. Σήμερα δεν υπάρχουν ΑΟΖ στο Αιγαίο και στο πλησίον τμήμα της Ανατολικής Μεσογείου. Ούτε μπορούν να οριστούν μονομερώς από κάποιο κράτος.

Απαιτείται συμφωνία μεταξύ των παράκτιων χωρών, εν προκειμένω μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Αν δεν υπάρξει, μονόδρομος είναι η από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Εκεί θα χρειαστεί να παραπεμφθούν και ορισμένα από τα άλλα θέματα του Αιγαίου, των οποίων η λύση είναι προϋπόθεση για την επίλυση των υπολοίπων.

Η καλύτερη λύση θα ήταν να πρωταγωνιστήσουμε σε μια διάσκεψη των ενδιαφερομένων χωρών της Ανατολικής Μεσογείου για την από κοινού χάραξη των ΑΟΖ, σε συνδυασμό με την επίλυση του Κυπριακού, και να αποφεύγουμε να συμβάλλουμε σε αχρείαστες εντάσεις.

3) Σε μια διαπραγμάτευση πάντα υπάρχει συμβιβασμός. Δεν μπορείς να καταλήξεις σε μια συζήτηση με βάση τις αρχικές μαξιμαλιστικές θέσεις σου, διότι υπάρχουν και τα δικαιώματα των άλλων.

Στη συμφωνία με την Ιταλία, η Ελλάδα ορθώς αποδέχτηκε ότι οι Οθωνοί και οι Στροφάδες στο Ιόνιο, επειδή είναι πολύ μικρά νησιά, δεν έχουν πλήρη «επήρεια» στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Δεν μπορεί παρά να εφαρμόσει τα ίδια κριτήρια και στις συζητήσεις με Αίγυπτο, Αλβανία, Λιβύη και Τουρκία. Αν δεν το κάνει, θα γίνει καταγέλαστη διεθνώς.

Ενώ το Καστελόριζο έχει αναμφισβήτητα υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, δεν θα έχει 100% επήρεια. Δεν μπορεί να έχει ΑΟΖ 4.000 φορές μεγαλύτερη από την έκταση του και να «εμποδίσει» την έξοδο της Τουρκίας στα διεθνή ύδατα, όσον αφορά ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα.

Μια μελλοντική ελληνική ΑΟΖ δεν θα «συνορεύει» με την κυπριακή ΑΟΖ. Ανάμεσά τους θα παρεμβάλλεται ένα τμήμα της τουρκικής ΑΟΖ. Όχι τόσο σε μέγεθος, όσο «δίνει» η συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης, αλλά θα υπάρχει.

Σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, το μήκος των ακτών παίζει μεγάλο ρόλο στη χάραξη της γραμμής. Ειδικά αν τα νησάκια είναι πολύ κοντά σε μεγάλες ηπειρωτικές ακτές, όπως της Τουρκίας ή της Αφρικής (Αίγυπτος, Λιβύη), δεν μπορούν να ακυρώσουν τα δικαιώματά της απέναντι μεγάλης ακτής.

Έχουμε διεθνείς δικαστικές αποφάσεις και συμφωνίες μεταξύ κρατών, που περιορίζουν την «επήρεια» των πολύ μικρών νησιών σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Έχουμε και ορισμένες που δεν δίνουν καθόλου «επήρεια» σε πολύ μικρά νησιά.

4) Οι δύο χώρες πρέπει να ξεφύγουν από τη λογική του «μηδενικού αθροίσματος», σύμφωνα με την οποία ό,τι κερδίζει ο ένας το χάνει ο άλλος. Είναι σημαντικό να εδραιωθεί η πεποίθηση ότι είναι δυνατόν να εξευρεθούν λύσεις που μπορεί να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα και των δύο χωρών.

Στην κατεύθυνση αυτή θα διευκόλυνε ένα δεύτερο «Ελσίνκι». Όχι, δηλαδή, αποκλεισμός της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, αλλά το αντίθετο. Μια διαδικασία επανασύστασης των σχέσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης - Τουρκίας σε νέα βάση. Θα μπορούσε να είναι μια προνομιακή ενισχυμένη «ειδική σχέση» που δεν θα απέκλειε στο μέλλον μια προοπτική πλήρους ένταξης.

Η Ελλάδα και η Τουρκία θα είναι γείτονες στους αιώνες των αιώνων. Ούτε αυτοί, ούτε εμείς μπορούμε να μετακομίσουμε σε άλλα σημεία της Γης. Ο κίνδυνος ενός θερμού επεισοδίου για τα διεθνή ύδατα (!) καλό είναι να αμβλύνει τα πάθη που τροφοδοτούν εθνικισμούς και μισαλλοδοξίες, δυσκολεύοντας τις διαπραγματεύσεις για την επίλυση των διαφορών μεταξύ των δύο χωρών.