Πολιτικη & Οικονομια

Η υγειονομική «θωράκιση» των νησιών θα κριθεί στην πράξη

«Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν τελειώσαμε ακόμα με την πανδημία».

A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 748
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Ανδρέας Ξανθός, βουλευτής Ρεθύμνου του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργός Υγείας γράφει για τα αναγκαία μέτρα ουσιαστικής υγειονομικής «θωράκισης» των νησιών.

Είναι γεγονός ότι η πορεία της πανδημίας του SARS-Cov-2 ήταν πολύ ήπια στην Ελλάδα και ότι, εξαιτίας του συνδυαστικού αποτελέσματος πολλών παραγόντων, αποφύγαμε μια υγειονομική τραγωδία στη χώρα μας και έκλεισε το πρώτο επιδημικό κύμα με τις λιγότερες δυνατές απώλειες. Η έγκαιρη λήψη των περιοριστικών μέτρων από την κυβέρνηση αλλά και η συμβολή της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο αναγκαίο κλίμα κοινωνικής συναίνεσης και συμμόρφωσης των πολιτών στις οδηγίες των ειδικών, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο.

Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όμως ότι δεν τελειώσαμε ακόμα με την πανδημία, ότι ο ιός κυκλοφορεί ανάμεσά μας προκαλώντας «εστιακές αναζωπυρώσεις» της νόσου Covid-19 σε διάφορες περιοχές και ότι απαιτείται αυξημένη επιδημιολογική και κοινωνική εγρήγορση ειδικά την καλοκαιρινή περίοδο. Τα δύσκολα λοιπόν είναι μπροστά μας, δεν δικαιολογείται καμιά θριαμβολογία και αυτό που χρειάζεται δεν είναι μόνο η ατομική ευθύνη των πολιτών αλλά και η κρατική ευθύνη.

Η επανεκκίνηση της τουριστικής δραστηριότητας στη χώρα με υγειονομικά ασφαλή και οικονομικά βιώσιμο τρόπο είναι μια δύσκολη εξίσωση που οφείλει να λύσει η κυβέρνηση, ειδικά σε μια χρονική συγκυρία που, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η διασπορά του ιού σε πολλές χώρες είναι ακόμα ανεξέλεγκτη. Η επιλογή του «ανοίγματος» της τουριστικής αγοράς σε επισκέπτες από άλλες χώρες, ειδικά μετά την 1η Ιουλίου που «απελευθερώνονται» όλα τα περιφερειακά αεροδρόμια, πρέπει να συνοδευτεί με ένα ολοκληρωμένο και εφαρμόσιμο σχέδιο υγειονομικής διαχείρισης στη διάρκεια του καλοκαιριού, το οποίο θα περιλαμβάνει την πρόληψη, την έγκαιρη διάγνωση, την αποτελεσματική φροντίδα και την αποτροπή διασποράς κρουσμάτων Covid-19. Το στοίχημα είναι μεγάλο, αφορά πρωτίστως τη Δημόσια Υγεία αλλά και την επιβίωση εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων και εργαζομένων και, ακριβώς γι’ αυτό, πρέπει να κερδηθεί. Το «Σχέδιο Υπηρεσιών Υγείας για τη Νησιωτική Χώρα» που παρουσίασε η κυβέρνηση θα κριθεί στην πράξη, στους όρους και τις προϋποθέσεις αποτελεσματικής υλοποίησής του σε κάθε τουριστικό προορισμό. Θα κριθεί στα αντανακλαστικά του συστήματος (ΕΣΥ, ΕΚΑΒ, ΕΟΔΥ, Πολιτική Προστασία, Αυτοδιοίκηση) σε κάθε ύποπτο ή επιβεβαιωμένο κρούσμα Covid-19, στην επάρκεια προσωπικού και μέσων στις δημόσιες δομές των νησιών, στην καλή προετοιμασία και εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού του ΕΣΥ, των ιδιωτών γιατρών αλλά και των εργαζομένων στα ξενοδοχεία και στις τουριστικές επιχειρήσεις, θα κριθεί στο συντονισμό των ενεργειών που πρέπει να γίνουν για τη διαχείριση τοπικών «υγειονομικών κρίσεων».

Σ’ αυτή τη φάση δεν βοηθά η κινδυνολογία. Είναι σίγουρο όμως ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο αποτυχίας, γιατί το υγειονομικό, οικονομικό και κοινωνικό πλήγμα θα είναι βαρύτατο. Εμείς, όπως κάναμε και στο αρχικό κύμα της πανδημίας, δεν πρόκειται να επενδύσουμε στην υγειονομική αποτυχία και στην καταστροφή. Θα συνεχίσουμε όμως να επισημαίνουμε ανεπάρκειες, αστοχίες ή ολιγωρίες της κυβέρνησης και να προτείνουμε τα αναγκαία μέτρα ουσιαστικής υγειονομικής «θωράκισης» των νησιών, όπως:

  • Αποκέντρωση των διαγνωστικών εξετάσεων και διαθεσιμότητα γρήγορων μοριακών τεστ σε όλες τις δημόσιες δομές των νησιών (Νοσοκομεία - Κέντρα Υγείας) - Διευρυμένοι διαγνωστικοί έλεγχοι προληπτικού χαρακτήρα σε ομάδες υψηλού κινδύνου στη διάρκεια της τουριστικής περιόδου
  • Διασφάλιση των προϋποθέσεων σε κάθε νοσοκομείο της νησιωτικής χώρας για διασωλήνωση, νοσηλεία σε θάλαμο αρνητικής πίεσης και διακομιδή με ασφάλεια των περιστατικών covid-19 (με κίνητρα εθελοντικής μετακίνησης ειδικευμένων γιατρών ή εξειδικευόμενων στην εντατικολογία, από νοσοκομεία του κέντρου στα νησιά κατά την καλοκαιρινή περίοδο, για συνδυασμό εργασίας και διακοπών) 
  • Σχέδιο μόνιμων προσλήψεων ειδικευμένων γιατρών και άλλων επαγγελματιών υγείας στις μονάδες του ΕΣΥ των νησιών, με ειδική μοριοδότηση των συμβασιούχων που ήδη υπηρετούν στα νοσοκομεία και ΚΥ αυτών των περιοχών, για να υπάρξει σταθερή κάλυψη των αναγκών τους με ποιοτικές υπηρεσίες πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας περίθαλψης. 
  • Νέα δέσμη κινήτρων (οικονομικών, επιστημονικών, εκπαιδευτικών, υπηρεσιακών και άλλων) με τη συνδρομή Κράτους και Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όχι μόνο για την προσέλκυση αλλά και για την παραμονή στα νησιά ειδικευμένων γιατρών. Μόνο έτσι μπορεί να διασφαλιστεί η επαρκής και μόνιμη στελέχωση των δομών του ΕΣΥ στις άγονες και νησιωτικές περιοχές και να αντιμετωπιστούν οι υπαρκτές υγειονομικές ανισότητες ανάμεσα στις περιφέρειες της χώρας. 
  • Μέριμνα για την αναβαθμισμένη υγειονομική φροντίδα πληθυσμών ειδικής ευαλωτότητας που ζουν σε κλειστές δομές στις τουριστικές περιοχές (πρόσφυγες, Ρομά, φιλοξενούμενοι σε γηροκομεία ή προνοιακά ιδρύματα κ.λπ.) και οι οποίοι μπορούν να αποτελέσουν εστίες «υπερμετάδοσης» του SARS-CoV-2. Ειδικά για τους προσφυγικούς καταυλισμούς απαιτείται η αποσυμφόρηση και η «πληθυσμιακή αραίωσή» τους με άμεση μετεγκατάσταση των πιο ευπαθών ομάδων στην ενδοχώρα.

Η πανδημία και οι νέες ανάγκες που ήρθαν στο προσκήνιο αποτελούν μοναδική ευκαιρία για μια γενναία επένδυση στο ΕΣΥ και για την αναδιοργάνωση των Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας της χώρας. Σήμερα υπάρχουν οι δημοσιονομικές προϋποθέσεις και οι δυνατότητες σύγκλισης με την Ευρώπη στις δημόσιες δαπάνες υγείας (7% του ΑΕΠ), στην ΠΦΥ και στον οικογενειακό γιατρό, στον αριθμό νοσηλευτών/100.000 κατοίκους, στις κλίνες ΜΕΘ/100.000 κατοίκους κ.λπ. Η επένδυση στη Δημόσια Υγεία δεν έχει μόνο υγειονομική αξία, έχει ταυτόχρονα και αναπτυξιακό χαρακτήρα, ενισχύει την κοινωνική συνοχή και την ισότητα στη φροντίδα υγείας και είναι κρίσιμος όρος βιώσιμης ανάπτυξης και ευημερίας.