- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η ΛΑΡΚΟ των δακρύων
Οι ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων επιχειρήσεων αποτέλεσαν ανέκαθεν σημείο τριβής μεταξύ των παραδοσιακών δυνάμεων της αριστεράς και του φιλελεύθερου χώρου.
Σύντομη αναδρομή στην ιστορία της μεταλλουργικής εταιρείας ΛΑΡΚΟ
«Τα χρέη της ΛΑΡΚΟ ανέρχονται σε σχεδόν 500 εκατ. ευρώ» ανακοίνωσε ο υπουργός Κωστής Χατζηδάκης, ενώ λόγω καταδίκης από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο η εταιρεία πρέπει να καταβάλει 135 εκατ. ευρώ για παράνομες κρατικές ενισχύσεις. Μάλιστα πρόσθεσε ότι μόλις μπει ο ειδικός διαχειριστής, οι μισθοί –που κατά μέσο ορό ανέρχονταν πέρυσι στις 40 χιλιάδες ετησίως μεικτά– θα μειωθούν μεσοσταθμικά κατά 25%.
Και εδώ αρχίζει το θέατρο του παραλόγου. Οι εργαζόμενοι που διανύουν τον 6ο μήνα κινητοποιήσεων διοργάνωσαν συλλαλητήριο όπου μας διαβεβαίωσαν ότι η ΛΑΡΚΟ είναι βιώσιμη και έχει όλες τις δυνατότητες για να διασφαλίσει την εργασία σε 1.200 εργαζόμενους.
Από κοντά και ο κ. Βαρουφάκης, που συνοδευόταν από τη βουλευτή Σοφία Σακοράφα, συμπλήρωσε ότι «είμαστε εδώ στο δρόμο, είμαστε στη Βουλή, είμαστε στους χώρους εργασίας της ΛΑΡΚΟ γιατί αυτός ο ορυκτός πλούτος πρέπει να μείνει στη διάθεση του ελληνικού λαού και πρέπει η ΛΑΡΚΟ να ενταχθεί σε ένα πράσινο σχέδιο ανάπτυξης (sic)». Πρόσθεσε μάλιστα ότι «εκείνοι που φόρτωσαν στους ώμους του ελληνικού λαού τα μνημόνια και άρχισαν το ξεπούλημα των πάντων, τώρα έχουν στραφεί εναντίον της ΛΑΡΚΟ την οποία απαξιώνουν με fake news για να την ξεπουλήσουν για ένα κομμάτι ψωμί στους ημετέρους τους. Η κυβέρνηση αλλά και το μνημονιακό τόξο γενικότερα, είπε ο κ. Βαρουφάκης, είναι αποφασισμένοι να τη ρευστοποιήσουν, να την ξεπουλήσουν, να τη δώσουν στην παρασιτική ολιγαρχία την οποία ξέρουν να υμνούν και να εξυπηρετούν τόσο αποτελεσματικά. Δεν θα τους περάσει. Δεν τους χαρίζουμε τη ΛΑΡΚΟ». Το αγωνιστικό του «παρών» στη διαδήλωση έδωσε και ο κ. Κουτσούμπας, ενώ στο ίδιο πνεύμα –με τηλεδιάσκεψη– κινήθηκε και η κ. Αχτσιόγλου. Το ΚΙΝΑΛ (πώς είναι δυνατόν!) εκπροσωπήθηκε από τον κ. Μαλκιώτη (δεν τον ξέρω, αλλά δεν πειράζει) ενώ το πρόγραμμα έκλεισε με την κα Νατάσα Μποφίλιου σε αντάρτικα τραγούδια.
All right! Ας πάμε λίγο από την αρχή. Από το 1966 η μεταλλουργική εταιρεία Λάρκο ρίχνει τα απόβλητά της στον Βόρειο Ευβοϊκό. Για κάποιους αυτό δεν είναι παράπτωμα, αφού η θάλασσα δεν ανήκει σε κανέναν. Δεν έχουν όμως την ίδια γνώμη τα ψάρια. Βέβαια τα ψάρια δεν έχουν φωνή. Αν όμως είχαν θα μπορούσαν κάλλιστα να καταθέσουν μήνυση κατά παντός υπευθύνου για κατ’ εξακολούθηση ρύπανση. Οι επιστημονικές αναλύσεις που έγιναν σε θαλασσινούς οργανισμούς κατά καιρούς από δημόσιους φορείς (Δημόκριτος, Παν/μιο Αθηνών) έδειξαν σοβαρή επιβάρυνση από ουσίες που αναμφισβήτητα χαρακτηρίζονται τοξικές, όπως είναι το χρώμιο, το νικέλιο, το κάδμιο, ο χαλκός κ.ά. Έγιναν επίσης εκθέσεις και ανακοινώσεις σε συνέδρια. Οι διαπιστώσεις ήταν λίγο-πολύ κοινές. Ο κόλπος της Λάρυμνας και η περιοχή απόρριψης της «σκουριάς» υποβαθμίζονται συστηματικά, ενώ η βιοσυσσώρευση των «βαρέων μετάλλων» απειλεί ολόκληρη την τροφική αλυσίδα.
Την περίοδο εκείνη, το ΕΚΘΕ (Εθνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών) έλεγε ρητώς: «Η αποτιθέμενη σκουριά στον βυθό του Β. Ευβοϊκού τροφοδοτεί τα νερά με βαρέα μέταλλα… πράγμα που πιστοποιήθηκε τόσο στο νερό των πόρων της σκουριάς του βυθού, όσο και στο θαλασσινό νερό των υπερκειμένων στρωμάτων. …Η μελέτη προσδιορισμού βαρέων μετάλλων (σιδήρου, χρωμίου, χαλκού, μαγγανίου, νικελίου και ψευδαργύρου) έδειξε ότι οι μέσες τιμές των μετάλλων στη σάρκα των αλιευμάτων ήταν πάντα υψηλότερες στους (θαλάσσιους) οργανισμούς που βρίσκονται στην περιοχή της απόρριψης της σκουριάς… Επίσης, υψηλά επίπεδα βιοσυσσώρευσης βαρέων μετάλλων μετρήθηκαν σε βενθικούς οργανισμούς της παραλιακής και υποπαραλιακής ζώνης… Τέλος, η σκουριά που κατακάθεται στο βυθό (1,5 εκ. τόνοι τον χρόνο) προκαλεί τη μηχανική ταφή των οργανισμών και γενικότερα των βενθικών βιοκοινωνιών».
Εμείς να υπογραμμίσουμε ότι τα βαριά μέταλλα, που περιέχονται στο αρχικό μετάλλευμα, είτε είναι από μόνα τους τοξικά, είτε καταλήγουν να γίνουν μέσω της παραγωγικής διαδικασίας. Για παράδειγμα, το χρώμιο στη φυσική του κατάσταση βρίσκεται στην τρισθενή του μορφή. Στην κατάσταση αυτή είναι μέτριας τοξικότητας και η πιο δυσμενής από τις επιπτώσεις είναι η δυνατότητά του να προκαλέσει δερματοπάθειες. Όταν το μετάλλευμα υποστεί θερμική επεξεργασία (όπως συμβαίνει στη ΛΑΡΚΟ) τότε μέρος του τρισθενούς χρωμίου μετατρέπεται σε εξασθενές. Στη μορφή αυτή το χρώμιο, όχι μόνο είναι τοξικό, αλλά και καρκινογόνο.
Το 2000 η Greenpeace «αποκάλυψε» το διαρκές αδίκημα, τα μέσα προέβαλαν τη δράση και το θέμα, οι αρμόδιοι θορυβήθηκαν και οι καλοθελητές ανέλαβαν να μετριάσουν τις εντυπώσεις.
Στην πρωτοπορία η ΓΣΕΕ. Που υπενθύμιζε τότε, στα παλιά δηλαδή χρόνια της σοσιαλιστικής μας ακράτειας, πως «τα συνδικάτα και οι εργαζόμενοι έχουν επανειλημμένα δείξει τις ευαισθησίες τους για το περιβάλλον και την προστασία του. Στην προκειμένη όμως περίπτωση οι (επιστημονικές) απόψεις είναι αλληλοσυγκρουόμενες κτλ. και πως θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν η κρισιμότητα της στιγμής για την επιχείρηση και τους εργαζομένους...»
Για να είμαι ειλικρινής, την κρίση αυτή τη θυμάμαι από τα φοιτητικά μου χρόνια, τότε που μια άλλη έκθεση έλεγε πως η επιχείρηση ήταν προβληματική και επομένως –συνεπέρανα εγώ– η μη ενσωμάτωση του περιβαλλοντικού κόστους στο κόστος λειτουργίας της επιχείρησης ήταν δικαιολογημένη. Τότε ήμουν κι εγώ αριστερός σαν τον κ. Αλαβάνο, τον κ. Βαρουφάκη και τον κ. Παναγόπουλο. Η προβληματικότητα αυτή συνέχιζε μέχρι το 1995, όπου ξαφνικά ανέβηκαν οι τιμές του νικελίου στη διεθνή αγορά. Μέχρι τότε δηλαδή η επιχείρηση –κι αυτή άραγε στρατηγικής σημασίας;– κατέτρωγε τα βουνά της Βοιωτίας, ρύπαινε με τα απόβλητά της τον Ευβοϊκό και συντηρούνταν χάρις στη μεγαλοψυχία του κοινωνικού συνόλου, δηλαδή των Ελλήνων φορολογουμένων. Οι οποίοι, όπως ξέρουμε είναι μεν ευαίσθητοι στα θέματα εργασίας, αδιαφορούν όμως για την προστασία του περιβάλλοντος. Έτσι πρέπει να ερμήνευαν τα πράγματα η διοίκηση του εργοστασίου, οι πολιτικοί της προϊστάμενοι και οι εργατοπατέρες.
Από το 1995 όμως και μετά άλλαξαν τα πράγματα. Η επιχείρηση έγινε κερδοφόρα. Θα μπορούσε λοιπόν τότε να επιστρέψει μερικά χρήματα σ’ αυτούς που τόσα χρόνια την ενίσχυαν και να επενδύσει άλλα τόσα για την προστασία του περιβάλλοντος. Να μην πετά τις αθώες σκουριές της στη θάλασσα, όπως δεν πετάμε τα σκουπίδια μας στην αυλή του γείτονα. Να τα ανακυκλώνει και να κρατά τα οικονομικώς πολύτιμα μέταλλα, τα οποία όμως είναι άκρως επικίνδυνα όταν φτάνουν στο πιάτο μας. Τα υπόλοιπα αδρανή υλικά να τα ξαναπηγαίνει στη Βοιωτία και να γεμίζει τους σεληνιακούς κρατήρες που άνοιξε η τριακονταετής εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Αυτό λέει η κοινή λογική και αυτό επιβάλλει το συμφέρον του λαού και του τόπου.
H Γ.Μ.Μ.Α.Ε. ΛΑΡΚΟ είναι o μεγαλύτερος παραγωγός σιδηρονικελίου στην Ευρώπη και ένας από τους πέντε μεγαλύτερους παραγωγούς παγκοσμίως. Η εταιρεία ερευνά, εξορύσσει, παράγει και εμπορεύεται το προϊόν της σε όλο τον κόσμο. Η θέση της στη διεθνή αγορά ήταν σημαντική. Για πολλά χρόνια είχε αντιμετωπισθεί με εμπιστοσύνη από τους πελάτες της εξαιτίας της ποιότητας του προϊόντος της (σιδηρονικελίου).
Είναι η πρώτη, σε όλο τον κόσμο, εταιρεία που εισήγαγε στη διεθνή αγορά το κοκκοποιημένο σιδηρονικέλιο το 1976. Όλοι οι παραγωγοί ανοξείδωτου χάλυβα, όπως οι: Thyssen-Krupp, Outokumpu, OY & AB, Acerinox, Glencore, Avesrapolarit χρησιμοποιούν στα εργοστάσιά τους κοκκοποιημένο σιδηρονικέλιο της ΛΑΡΚΟ. Η ΛΑΡΚΟ, όμως, του ομίλου Μποδοσάκη περιήλθε στο Δημόσιο στα τέλη του ’80, με το νόμο περί προβληματικών εταιρειών. Στη συνέχεια ακολούθησαν τα γνωστά λάθη των κρατικοποιημένων επιχειρήσεων, με κατασπατάληση των κεφαλαίων, άστοχες κινήσεις με τα αποθέματα και απώλεια της ευκαιρίας εκμετάλλευσης του νικελίου την περίοδο που έκανε ρεκόρ διεθνούς τιμής με 30.000 δολάρια τον τόνο. Αποτέλεσμα ήταν μεγάλες ζημιές και έλλειψη ρευστότητας. Σήμερα τα χρέη της ΛΑΡΚΟ –μόνο στη ΔΕΗ– ανέρχονται σε 340 εκατ. ευρώ.
Η ΛΑΡΚΟ είναι ιδιαίτερα ενεργοβόρος βιομηχανία, με το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος να αντιστοιχεί σε 40% του συνολικού κόστους παραγωγής. Το Υπουργείο Οικονομίας επί Ι. Παπαθανασίου θέλησε να πουλήσει τη ΛΑΡΚΟ σε ιδιώτες και τον Ιούλιο του 2009 προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό για την επιλογή στρατηγικού επενδυτή. Εννέα συμμετέχοντες εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους, ωστόσο από τότε η διαδικασία έχει ουσιαστικά παγώσει αφού μεσολάβησαν οι εκλογές και η αλλαγή της πολιτικής ηγεσίας.
Κάπως έτσι λοιπόν γράφεται η ιστορία. Η πολιτική κακοφωνία όμως συνέχισε απτόητη. Τον Αύγουστο του 2006, ο Αλέκος Αλαβάνος πραγματοποίησε επίσκεψη στο εργοστάσιο της ΛΑΡΚΟ. Στο ανακοινωθέν έπεσε το σύνθημα «Κάτω τα χέρια από τη ΛΑΡΚΟ». Επίσης, ο πρόεδρος του ΣΥΝ υπογράμμιζε, τότε, ότι θα πρέπει να υπάρξει διαφάνεια σε σχέση με τα παλαιά χρέη της επιχείρησης και ότι ταυτόχρονα θα πρέπει η βιομηχανία να εκσυγχρονιστεί.
Ένα χρόνο μετά (26/7/2007) 40 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ (!) κατέθεσαν ερώτηση στη Βουλή με θέμα τη «λεηλασία της ΛΑΡΚΟ». Στην ερώτησή τους αναφέρουν: «Η κυβέρνηση επικαλούμενη το χρέος των 115 εκατ. ευρώ προχωράει σε ισόποση αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου μειώνοντας την τιμή της μετοχής από 30 σε 9 ευρώ και εκδίδοντας 13 εκατ. νέες μετοχές που θα περιέλθουν σε ιδιώτες, δεδομένου ότι η Εθνική Τράπεζα και η ΔΕΗ έχουν δηλώσει ότι δεν θα συμμετάσχουν στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου…» Σύμπτωση: Μία μέρα νωρίτερα, η Ένωση εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ, με επιστολή της, είχε αναφέρει ότι το τελευταίο διάστημα έχει διαμορφωθεί μια τάση σύμφωνα με την οποία η ΛΑΡΚΟ είναι υπεύθυνη για όλα τα περιβαλλοντικά προβλήματα του νομού και επιδιώκεται το κλείσιμό της. Σε αυτό συμβάλλουν και οι οικολόγοι, που παίζουν, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, με τα μεροκάματα των εργαζομένων ενώ οι ίδιοι είναι «χορτάτοι».
Οι ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων επιχειρήσεων αποτέλεσαν ανέκαθεν σημείο τριβής μεταξύ των παραδοσιακών δυνάμεων της αριστεράς και του λεγόμενου φιλελεύθερου χώρου. Οι μεν υποστήριζαν (και υποστηρίζουν) τη διατήρηση των οργανισμών κοινής ωφέλειας στην κυριότητα του κράτους, οι δε ήθελαν (και θέλουν) να τις εκθέσουν στη δοκιμασία της αγοράς. Η δεδομένη σε πολλές περιπτώσεις αδυναμία του κράτους να διαχειριστεί με αποτελεσματικό τρόπο το παραγόμενο από τις επιχειρήσεις του προϊόν, υποβαθμίζεται από την αριστερά είτε εν ονόματι μιας ασαφούς αντίληψης για το δημόσιο συμφέρον είτε με την επιστράτευση του αμφιλεγόμενου όρου «τομείς στρατηγικής σημασίας». Γιατί όμως ο ηλεκτρισμός είναι αγαθό στρατηγικής σημασίας; Κάποτε ο Λένιν έλεγε πως μαζί με τα Σοβιέτ είναι τα δύο εργαλεία για τη μετάβαση στον σοσιαλισμό. Σήμερα που ελάχιστοι πια συνδέουν την επανάσταση με τα φουγάρα, το μόνο που ξέρουμε είναι ότι οι λεγόμενες ενεργειακές ανάγκες έχουν δεκάδες διαφορετικούς τρόπους για να καλυφθούν και ότι πολλοί συμπολίτες μας θα προτιμούσαν να αποκτήσουν ενεργειακή αυτονομία και να αποσυνδεθούν από τα κρατικά καλώδια – εάν βέβαια το θέλουν.
Από την άλλη μεριά, ο ιδιωτικός καπιταλισμός (με υποκείμενο την κομπραδόρικη μεταπολεμική αστική τάξη σύμφωνα με μια ορισμένη ορολογία της Αριστεράς) φρόντισε να χάσει από νωρίς την αξιοπιστία του. Το ίδιο κι όταν ανελάμβανε, συνήθως κάτω από συνθήκες κρίσης ή με χαριστικές διατάξεις, να «βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά». Τις περισσότερες φορές έφευγε νύχτα, αφήνοντας πίσω του ερείπια. Να θυμηθούμε την πρόσφατη (αλλά πολύ λίγο γνωστή) περίπτωση των Μεταλλείων Αμιάντου Βορείου Ελλάδος που από το κράτος πουλήθηκαν σε ιδιώτες Ελβετούς για να ξαναγυρίσουν στην ΕΤΒΑ, που με τη σειρά της τα «πούλησε» χρεωκοπημένα στην Τράπεζα Πειραιώς μαζί με εκατοντάδες ανέργους, τεράστια χρέη στο ΙΚΑ και ανυπολόγιστη ζημιά για το περιβάλλον. Ζημιά την οποία θα πληρώνουν οι παρούσες και οι επόμενες γενιές σε πείσμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που θέλει τον ρυπαίνοντα να πληρώνει. Το ερώτημα είναι: ποιος ιδιώτης - σωτήρας θα φέρει τις μαγικές λύσεις σε μια χώρα όπου η παραβίαση των κανόνων του ανταγωνισμού, οι συμφωνίες κάτω από το τραπέζι και η ληστρική εκμετάλλευση των πόρων είναι στάσεις και πρακτικές που επέβαλε πρώτο το κράτος (της εξάρτησης ή της λαϊκής κυριαρχίας) με τη σιωπηρή συγκατάθεση συνδικαλιστών και εργατοπατέρων που υπερασπίζονται τα κεκτημένα, δηλαδή το δικό τους καθεστώς σε ένα σύστημα δομημένο σε πελατειακές κατά κανόνα σχέσεις;
Το συμπέρασμα είναι προφανώς ότι τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.
Ένα κράτος σε συνθήκες υπανάπτυξης ή ένας διεφθαρμένος ιδιωτικός τομέας παρέχουν την ίδια ποιότητα υπηρεσιών, δημιουργούν τα ίδια ελλείμματα, περιφρονούν με τον ίδιο τρόπο το περιβάλλον. Υπάρχει άραγε τρίτος δρόμος;
Εκτός από μερικά διαλείμματα (π.χ. αυτοδιαχείριση την εποχή της CFDT και του Ροζανβαλόν ή Επανάσταση των Γαρυφάλλων στην Πορτογαλία) η ιστορία επαναλαμβάνει τον εαυτό της. Ματαίως η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία επέμενε: Οι ιδιώτες στην οικονομία και το κράτος στην κοινωνική πρόνοια. Η δική μας κεντροαριστερά που θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά, δυστυχώς, χωρίς πολιτική θεωρία και χωρίς την τόλμη για ρήξεις με ένα όντως αμφίβολης ψυχολογίας εκλογικό σώμα, παραπαίει. Όταν είναι στην εξουσία ρέπει προς τον φιλελευθερισμό, και όταν είναι στην αντιπολίτευση ενεργοποιεί τα άκομψα αντικαπιταλιστικά της αντανακλαστικά προς τέρψιν όμως των αντιπάλων της. Οι οποίοι, είτε με δεξιό, είτε με αριστερό δογματισμό, εισπράττουν τα κέρδη της καθαρότητας.