Πολιτικη & Οικονομια

Οι Έλληνες, οι Γερμανοί και η Ευρώπη

Στη σύγχρονη Γερμανία το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας γερμανικής Ευρώπης τρομάζει πολλούς

Τάκης Αναστόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 477
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο αδαής, ο αμαθής και ο ημιμαθής: απο τους τρεις ποιος είναι ο χειρότερος; Και οι τρεις, όταν επιμένουν να ομιλούν περί παντός του επιστητού! O αδαής είναι ο ανίδεος, αυτός που δεν γνωρίζει το αντικείμενο. Ο αμαθής είναι ο αμόρφωτος, που δεν έχει γνώσεις. Και ο ημιμαθής είναι αυτός που οι γνώσεις του είναι ανεπαρκείς και συγκεχυμένες, κυρίως στον τομέα που διατείνεται ότι κατέχει. Παρόλα αυτά συχνά συμβαίνει ο αδαής, ο αμαθής και πολύ περισσότερο ο ημιμαθής να μην προσπαθούν καν να ακούσουν αυτούς που κατά τεκμήριο έχουν αναγνωρισμένη γνώση και πιστοποιημένη εμπειρία. Και όταν εκφράζονται με το φωνακλάδικο και απειλητικό τρόπο των δυναμικών μειοψηφιών είναι επιπλέον και επικίνδυνοι.

Aς πάρουμε ένα παράδειγμα από την επικαιρότητα. Με κραυγές έγινε δεκτή η καγκελάριος Μέρκελ, όταν επισκέφτηκε τη χώρα μας πριν ενάμιση χρόνο, το ίδιο προαναγγέλεται και τώρα. Πολλοί την κατηγορούν ότι με την πολιτική της η Γερμανία επωφελήθηκε στο έπακρο από την κρίση εις βάρος ειδικά των οικονομικά και ως εκ τούτου πολιτικά ασθενέστερων. Θεωρούν, σήμερα που ηγείται του μεγάλου συνασπισμού με τους σοσιαλδημοκράτες όπως και πριν που ήταν επικεφαλής αυτοδύναμης κυβέρνησης, ότι με τρόπο μονομανή υποστήριξε τη χωρίς παρεκκλίσεις εφαρμογή της σκληρής λιτότητας. Προφανώς δεν το έκανε για ανύπαρκτους εκδικητικούς λόγους! Το μέλημα των Γερμανών είναι πώς θα σωθεί η Ευρώπη και το ευρώ. Θα έπρεπε αυτό να είναι και η δική μας «έγνοια». Αντ’ αυτού επιδοθήκαμε σε πληθωρισμό αρνητικών σχολίων για τη Γερμανία συναγωνιζόμενοι τη χαμηλού ήθους και αισθητικής κριτική που μας ασκήθηκε. Με τη μεγαλύτερη ευκολία ξεπέσαμε και εμείς στο επίπεδο της καρικατούρας και των στερεοτύπων. Αν κάποιος έχει διαφορετική γνώμη αντιμετωπίζεται υβριστικά και απαξιωτικά και απορρίπτεται ως βδέλυγμα, αφού λουσθεί με όλα τα κοσμητικά επίθετα που έχει να παρουσιάσει η γλωσσική μας εφευρετικότητα.

Είναι τουλάχιστον άδικο να κατηγορούμε συλλήβδην τους Γερμανούς με τη δικαιολογία του ναζιστικού παρελθόντος. Οι ίδιοι οι Γερμανοί είναι αρκούντως ενοχοποιημένοι για αυτό. Δείχνει μία βολική διαστρέβλωση και μία ασύγγνωστη επιθετικότητα που δεν οφείλεται πάντα στην αδαημοσύνη ή την ημιμάθεια, αλλά στην αποσιώπηση της αλήθειας και τη διόγκωση των προκαταλήψεων. Αντί λοιπόν για το υβρεολόγιο, αξίζει να συγκρατήσουμε δύο ειδήσεις που ήρθαν πρόσφατα από τη Γερμανία και που, ως συνήθως, αγνοήθηκαν.

Το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης ζήτησε στις 7 Φεβρουαρίου από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο της ΕΕ στο Λουξεμβούργο να εκδώσει μία προδικαστική απόφαση για να κρίνει ποιος είναι αρμόδιος για την προστασία του ευρώ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή η Τράπεζα της Γερμανίας. Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου μπορεί να πάρει δεκαοκτώ μήνες για να εκδοθεί, αλλά το σημαντικό που πρέπει να συγκρατήσουμε από αυτή την εξέλιξη είναι ότι η Γερμανία κάνει ένα ακόμα βήμα αναγνωρίζοντας την πρωτοκαθεδρία των ευρωπαϊκών θεσμών έναντι των εθνικών.

Κανονικά δεν θα έπρεπε να μας εκπλήξει κάτι τέτοιο. Ένας Γερμανός ενδιαφέρεται για την Ευρώπη, και την «πονάει» όσο και τη χώρα του. Σχεδόν σε κάθε άρθρο του γερμανικού Συντάγματος, του Grundgesetz, γίνεται αναφορά στην Ευρώπη. Ο Γερμανός πολίτης νιώθει, εξίσου, Ευρωπαίος. Όταν υπερασπίζεται την Ευρώπη είναι σαν να το κάνει για τη χώρα του. Ωστόσο, στη σύγχρονη Γερμανία το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας γερμανικής Ευρώπης τρομάζει πολλούς. Περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα πολλοί διανοητές, από τον Τόμας Μαν το 1945 έως και πρόσφατα τον Γιούργκεν Χάμπερμας και τον Ούλριχ Μπεκ, απορρίπτουν τη γερμανοποίηση της Ευρώπης και συνεχίζουν να «διαλογίζονται» για την Ευρώπη, να σκέφτονται την Ευρώπη και τους πολίτες της. H προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υποδηλώνει την προσήλωση της Γερμανίας στις αρχές του κράτους δικαίου και το σεβασμό της στο ρόλο της ευρωπαϊκής δικαιοσύνης.

Η δεύτερη πρωτοβουλία έρχεται επίσης από τη Γερμανία. Πρόκειται για τη θέση μίας ομάδας επιφανών Γερμανών φιλοσόφων, νομικών, πολιτειολόγων και οικονομολόγων (Glienicker Gruppe), που πρόσκεινται στα δύο μεγάλα κόμματα, το CDU και το SPD. Η πρόταση με τίτλο «Προς μία Ένωση του Ευρώ» (Towards a Euro Union, Οκτώβριος 2013) θεωρεί ότι για την προστασία του ευρώ απαιτείται μία νέα Συνθήκη και ένα συνεκτικό σχέδιο για να αντικαταστήσει τα αποσπασματικά μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι τώρα. Και ότι είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από δημοκρατική νομιμοποίηση μέσω κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης της ευρωζώνης. Είναι ενδιαφέρον ότι ήδη στη Γαλλία η πρόταση αυτή φιλοξενήθηκε στην ιστοσελίδα του Ιδρύματος Notre Europe του Ζακ Ντελόρ και βρήκε θετική ανταπόκριση απο εξίσου διαπρεπείς Γάλλους που ενδιαφέρονται για το μέλλον της Ευρώπης (βλ. εφημερίδα Le Monde, Pour une union politique de l’euro, 18/2/2014). Το παράδειγμα ακολούθησαν πριν μερικές μέρες και διαπρεπείς Έλληνες πανεπιστημιακοί.

Θα ήταν ευχής έργο εν όψει των ευρωεκλογών να κληθούν οι πολίτες να σκεφτούν και να συζητήσουν τέτοιες πρωτοβουλίες. Περισσότερη Ευρώπη σημαίνει μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών στις αποφάσεις, περισσότερη δημοκρατία και πλήρη δημοκρατική νομιμοποίηση των αποφάσεων. Η κοινωνική διάσταση υστερεί έναντι της οικονομικής. Για να επέλθει η ισορροπία μεταξύ οικονομίας και κοινωνικής προόδου θα πρέπει να ρυθμισθεί αποτελεσματικά ο χρηματιστικός καπιταλισμός της εποχής της παγκοσμιοποίησης. Αυτό μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορεί να γίνει, γιατί, όπως αποδείχθηκε, κανένα κράτος δεν είναι σε θέση να τα βγάλει πέρα από μόνο του.

Εκ κατασκευής η Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) έδωσε μεγαλύτερη σημασία στο «Ν» και λιγότερη στο «Ο». Τα μέτρα που έχουν παρθεί για να θωρακιστεί η ευρωζώνη είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά δεν αποτελούν μέρος μίας συνολικής θεώρησης. Χρειάζεται να επανεξετασθεί ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προκειμένου να μπορεί να παρεμβαίνει έγκαιρα και προληπτικά και όχι εκ των υστέρων και πυροσβεστικά. Τα 18 κράτη μέλη που ανήκουν στην ΟΝΕ μοιράζονται ένα κοινό νόμισμα, στο οποίο δεν μπορούν να παρέμβουν π.χ. προβαίνοντας σε υποτίμηση, αλλά δεν έχουν παράλληλα μία κοινή οικονομική πολιτική. Έχουν 18 διαφορετικά δημόσια χρέη και 18 διαφορετικά φορολογικά συστήματα, αντί να διαθέτουν τα κοινά οικονομικά, κοινωνικά, φορολογικά και δημοσιονομικά μέσα που είναι απαραίτητα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση νέων κρίσεων.

Οι ευρωεκλογές μάς δίνουν την ευκαιρία να συζητήσουμε με σύνεση, αναζητώντας τη συναίνεση για τις νέες προοπτικές που ανοίγονται τόσο για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα όσο και για την ίδια την Ευρώπη. Ας μη μεταβάλουμε για άλλη μία φορά τη συζήτηση στα τηλεοπτικά πάνελ σε κερκίδα ποδοσφαιρικού γηπέδου και την Ευρώπη σε κλωτσοσκούφι. Γιατί από τον αδαή, τον αμαθή ή τον ημιμαθή, ακόμα χειρότερος είναι αυτός που δεν θέλει να μάθει.