- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το Dogville του Άρη Σπηλιωτόπουλου
Γράφει ο Κωστής Κοντογιάννης, υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με το συνδυασμό «Δικαίωμα στην Πόλη»
Το 2003 εμφανίστηκε στους κινηματογράφους το Dogville. Μία συγκλονιστική ταινία του Lars von Trier η οποία αποτελούσε το πρώτο μέρος της τριλογίας USA - Land of Opportunities. Με πέντε λέξεις θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ταινία πραγματευόταν «τον φασισμό της διπλανής πόρτας». Η υπόθεση ξετυλίγεται στoDogville, μία κωμόπολη στα Βραχώδη Όρη, η οποία κατοικείται από φιλήσυχους,καλόκαρδους ανθρώπους, καλούς οικογενειάρχες (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό) με τις μικρές αδυναμίες που έχουμε όλοι μας. Οι νοικοκυραίοι της διπλανής πόρτας. Κάποια στιγμή φτάνει στο χωριό κυνηγημένη από μία ομάδα γκάγκστερς μία πανέμορφη κοπέλα, η Grace και οι κάτοικοι αποφασίζουν να της παράσχουν άσυλο. Μέσα από διάφορες καταστάσεις αυτοί οι φιλήσυχοι νοικοκυραίοι μετατρέπονται σε τέρατα, χωρίς ποτέ όμως να παραβιάσουν τη «δημοκρατική λειτουργία» της κοινότητάς τους. Μετατρέπουν την κοπέλα σε σκλάβα για όλο το χωριό, οι άντρες τη βιάζουν καθημερινά, της συμπεριφέρονται με τον χειρότερο τρόπο, την αλυσοδένουν και τελικά την παραδίδουν στους διώκτες της. Όλα αυτά μετά από δημοκρατικές συνελεύσεις στις οποίες τα μέλη της κοινότητας συμμετέχουν, συζητάνε ευγενικά και ....ψηφίζουν. Σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις δικαίωμα λόγου είχε και η ίδια η Grace, η οποία περιγράφει τη ζωή της με την κοινότητα. Τελικά αρχηγός των γκάγκστερς που την κυνηγούσαν αποδεικνύεται ότι είναι ο πατέρας της Grace, με τον οποίο η ίδια είχε τσακωθεί για τον αυταρχικό τρόπο που ασκούσε την εξουσία του. Η κάθαρση έρχεται όταν αντιμετωπίζοντας την αλύπητη βία που έκρυβε αυτή η κοινωνία των καλών και αγαθών νοικοκυραίων που δεν δίστασαν να ισοπεδώσουν την «ξένη», ο αρχιγκάγκστερ με την συναίνεση της Grace έδωσε την εντολή και η συμμορία ισοπέδωσε το χωριό.
Ως δήμαρχος του Dogville λοιπόν ο κ. Σπηλιωτόπουλος μας καλεί να ψηφίσουμε για το αν οι μουσουλμάνοι συγκάτοικοι στην πόλη θα μπορούν να λατρεύουν τον Θεό τους εδώ ή θα πρέπει να ταξιδεύουν αλλού. Τη συγκεκριμένη πρόταση μάλιστα τη θεωρεί επιτομή της ΔΗΜΟΚΤΡΑΤΙΑΣ.
Το ερώτημα που τίθεται είναι πόση «Δημοκρατία» αυτού του τύπου αντέχουμε. Πώς θα νιώθαμε αν ψηφίζοντας «δημοκρατικά» οι νοικοκυραίοι αποφάσιζαν ότι οι ομοφυλόφιλοι θα κυκλοφορούν μετά τις 10 το βράδυ για να μην είναι κακό παράδειγμα για τα παιδιά τους (ή καλύτερα να μην κυκλοφορούν καθόλου), ότι οι ανύπαντρες μητέρες θα παραδίδουν τα παιδιά του σε ιδρύματα διότι δεν αποτελούν καλό παράδειγμα για αυτά (εξαιρετική σχετική ταινία η Φιλουμένα του Φρίαρς, η οποία παίζεται τώρα στους κινηματογράφους), ότι οι γυναίκες θα απαγορεύεται να κάνουν μπάνιο στην παραλία χωρίς στηθόδεσμο για να μην σκανδαλίζουν τους άντρες, ότι η φούστα θα πρέπει να φτάνει κάτω από το γόνατο; Τα παραδείγματα δεν είναι καθόλου τυχαία. Όλα αυτά αποτελούσαν θέσφατα της Ελληνικής (και όχι μόνο) κοινωνίας μέχρι πρότινος, οπότε μήπως να εγκαινιάσουμε τη στρατηγική των «τοπικών δημοψηφισμάτων ως εφαρμογή συμμετοχικής δημοκρατίας» προκειμένου διερευνήσουμε την άποψη των πολιτών;
Είναι προφανές ότι ο κ Σπηλιωτόπουλος συγχέει τον μαζοριτισμό με τη δημοκρατία. Στη Δημοκρατία αυτά τα θέματα ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ να τεθούν σε ψηφοφορία. Η δημοκρατία τελικά δεν είναι η επιβολή της άποψης της πλειοψηφίας αλλά η διασφάλιση των νομίμων δικαιωμάτων και της πλέον ισχνής μειοψηφίας. Αντιθέτως το δόγμα που λέει ότι η πλειοψηφία μπορεί να επιβάλει την άποψή της στα πάντα (μαζοριτισμός) επιτρέπει οι 51 να φιμώσουν τους 49, να τους επιβάλουν το πώς θα ζήσουν, να τους αμφισβητήσουν βασικά δικαιώματα. Η πλειοψηφία θα μπορούσε να επιβάλει τον τρόπο που θα ντύνονται οι άνθρωποι, να απαγορεύσει τις προγαμιαίες σχέσεις, να απαγορεύσει το ξενύχτι (λίγο ακόμα και θα το πετύχαινε ο αλησμόνητος Παπαθεμελής) κλπ.
Προφανές επίσης είναι ότι ο μαζοριτισμός δεν έχει καμία σχέση με τη συμμετοχική δημοκρατία όπως ισχυρίζεται ο κ Σπηλιωτόπουλος. Συμμετοχή δε σημαίνει να ψηφίσω επί πραγματικών ή ανύπαρκτων ερωτημάτων. Αντιθέτως σημαίνει να εμπλέκομαι, να συζητάω, να ανταλλάσσω απόψεις, να συναντώ συμπολίτες στον δημόσιο χώρο, να δρω στη γειτονιά και στην πόλη μου, να προσφέρω. Και όλα αυτά μπορούν να γίνουν μόνο σε μία ανοικτή κοινότητα, χωρίς αποκλεισμούς και μισαλλοδοξία.
Ακόμα χειρότερα γίνονται τα πράγματα όταν ο κ Σπηλιωτόπουλος προσπαθεί να δικαιολογηθεί και να εξηγήσει γιατί έκανε την απαράδεκτη πρόταση περί δημοψηφίσματος. Δεν διαφωνεί, λέει, στο να γίνει το τζαμί, αλλά όχι στον Δήμο Αθηναίων. Μοιάζει πραγματικά σαν να πιστεύει ότι είναι υποψήφιος δήμαρχος σε κάποια κωμόπολη και όχι στην πρωτεύουσα της χώρας.
Με ποια λογική το τζαμί για τους εκατοντάδες χιλιάδες μουσουλμάνους κατοίκους αλλά και επισκέπτες της Αθήνας, δεν θα γίνει στον πρώτο Δήμο της χώρας; Θα πρέπει μήπως να βρούμε κάποιο χωριό, κάποιο προάστιο, κάποια κοντινή κωμόπολη, στην οποία οι κάτοικοι δεν θα έχουν αντίρρηση ώστε να κατασκευαστεί εκεί; (Και αν έχουν και εκεί αντίρρηση υποθέτω ότι θα προτείνει να τους δώσουμε αντισταθμιστικά οφέλη όπως κάνουμε με τις χωματερές).
Δεν αντιλαμβάνεται ο κ. Σπηλιωτόπουλος ότι η Αθήνα ως ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ της χώρας και το μεγαλύτερο παράθυρό της προς τον υπόλοιπο κόσμο, η οποία μάλιστα υποδέχεται εκατομμύρια επισκέπτες κάθε χρόνο, οφείλει να έχει εκκλησίες, συναγωγές και τζαμιά;
Εν προκειμένω πιστεύω ότι λειτουργεί σαν το δήμαρχο του Dogville και κλείνει το μάτι στους νοικοκυραίους που είτε «δεν γουστάρουν τους ξένους γιατί δεν είναι σαν και εμάς», είτε «δεν τους ενοχλούν οι ξένοι αρκεί να μένουν σπίτι τους». Το ευτύχημα βεβαίως είναι ότι η Αθήνα δεν είναι Dogville και όποιος δεν το έχει καταλάβει θα το διαπιστώσει μόλις δει τα αποτελέσματα των επερχόμενων εκλογών. Τελικά πράγματι η «Αθήνα Μπορεί». Μπορεί και θα τα καταφέρει, χωρίς τον κ. Σπηλιωτόπουλο και τα ξενοφοβικά σύνδρομα που προσπαθεί να διεγείρει.