Πολιτικη & Οικονομια

Η δεύτερη εκδίκηση του Keynes

H απειλή της πανδημίας οδηγεί στην αύξηση των κρατικών δαπανών

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 741
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Keynes ξαναπαίρνει την εκδίκησή του για να σώσει για δεύτερη φορά τον καπιταλισμό από τον εαυτό του

Ακούγεται λίγο ρετρό να επανέρχεται η οικονομική σκέψη σε μοντέλα που κυριάρχησαν στον Μεσοπόλεμο, αλλά αν παραδεχτούμε πως ο Keynes ήταν ο «μάγος» που έσωσε τον καπιταλισμό από τον εαυτό του, τότε ενδεχομένως η θεωρία του, που έπεισε τον Ρούσβελτ αλλά και τη Virginia Wolf, να εξακολουθεί να είναι επίκαιρα χρήσιμη. Τώρα πώς μία αγγλίδα λογοτέχνιδα, η Adeline Virginia Stephen, εμπλέκεται στην οικονομική θεωρία και το New Deal είναι από τις ιστορίες που χαρακτηρίζουν τα απρόοπτα της ζωής. Ο John Maynard Keynes ήταν καλός φίλος της μυθιστοριογράφου. Συμπέρασμα, λοιπόν. Ο οικονομολόγος πέραν του επιστημονικού ταλέντου του ανήκε σε μία ευρύτερη  πνευματική ελίτ. Όλα παίζουν ρόλο.

Τώρα γιατί εν έτει 2020 ο συντηρητικός «Economist» και η άκρως φιλελεύθερη και πρoμετωπίδα των Δημοκρατικών «Huffington Post» ασχολούνται με τον Keynes και μάλιστα με εμφατικό τρόπο, μόνο οι πραγματικοί γνώστες των αδύτων της παγκόσμιας οικονομίας μπορούν να απαντήσουν. Η ουσία ωστόσο, ή τουλάχιστον το έναυσμα που προκάλεσε αυτή τη συλλογική ρετροσπεκτίβα, είναι ξεκάθαρα η αλλόκοτη κρίση που υπέβοσκε από το 2008, θέριεψε λίγο πριν τον Covid-19 για να γιγαντωθεί με την παγκόσμια καραντίνα.

Θα ήταν λοιπόν λάθος να εξαρτηθεί η κρίση αποκλειστικά από την πανδημία. Θα ήταν επίσης εσφαλμένο να αποδοθεί η κρίση σε απλές ή και σύνθετες χρηματοπιστωτικές αναταράξεις. Πολύ καιρό πριν «παγώσει» η παγκόσμια κοινότητα από τον αποκλεισμό της Γιουχάν και τον εγκλεισμό 11 εκατομμυρίων κατοίκων, οι ειδικοί αναλυτές αναγνώριζαν τα σημάδια που έδειχναν την επερχόμενη οικονομική κρίση. Για τους θεωρητικούς της ήπιας αριστερής σκέψης, όπως είναι ο Thomas Piketty, η κρίση θα έπρεπε να οδηγήσει στην ανοικοδόμηση του κοινωνικού κράτους στο σύνολο του οικονομικού Βορρά και στην έναρξη οικοδόμησης κοινωνικού κράτους ως άμεση επιλογή στον υπό ανάπτυξη οικονομικό Νότο, και δεν παραπέμπει βεβαίως στην Ευρώπη αλλά σε όλο τον πλανήτη.

Η συντηρητική σκέψη που εκφράζεται διαχρονικά από τον βρετανικό «Economist», η επιστροφή έστω και διά της πλαγίας στον Keynes, προδίδει την απόγνωση στην οποία έχουν περιέλθει οι επίγονοι της Σχολής του Σικάγο και οι δεξιοτέχνες της χρηματοπιστωτικής διαχείρισης της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας. Χρειαζόμαστε άραγε ένα ολόφρεσκο New Deal; Η απάντηση προφανώς είναι θετική. Η επέλαση του Covid-19 θεμελίωσε τη νίκη του ξεχασμένου από τη δεκαετία του 1980 - 1990 Εθνικού Συστήματος Υγείας, ή για την ακρίβεια των πολλών εκδοχών ΕΣΥ που τότε κυριάρχησαν ως μοντέλο στις χώρες του δυτικού κόσμου και στις τότε εκκολαπτόμενες και πολλά υποσχόμενες αναπτυξιακά κοινωνίες στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ισπανία και αλλού. Τα μοντέλα αυτά άρχισαν να κατεδαφίζονται από τους διαχειριστές των  νεοφιλελεύθερων, όπως αποκαλούνται, πρακτικών, δηλαδή των οπαδών της βάναυσης Σχολής του Σικάγο της οποίας κάποιες εφαρμογές λειτούργησαν απολύτως ισοπεδωτικά για τις κοινωνικές δομές, κυρίως σε υπό ανάπτυξη χώρες αλλά και σε κοινωνίες του ευρωπαϊκού Νότου.

Η «λεηλασία» των δομών του κοινωνικού κράτους ήταν ισοπεδωτική με πρόσχημα την εξοικονόμηση λειτουργικών πόρων και με άλλοθι την όντως απαράδεκτη και ανορθολογική διαχείριση των Εθνικών Συστημάτων Υγείας από διεφθαρμένες κυβερνήσεις, αρμοδίους  και διαπλεκόμενους παράγοντες και διεθνείς δομές του απανταχού θεσμικού υποκόσμου.

Η πανδημία έφερε στην επιφάνεια όλα τα προβλήματα που συσσωρεύτηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Τα ισχυρά ΕΣΥ της Γαλλίας, της Βρετανίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας γονάτισαν. Ο Covid-19 συνετέλεσε στον «θρίαμβο του ΕΣΥ». Μόνο που η ανοικοδόμησή του είναι κοστοβόρα. Από εκεί προέκυψε και η άμεση ανάγκη κατάργησης των ιδεοληπτικών ορίων στα ελλείμματα των προϋπολογισμών αλλά και των ίδιων των κοινωνικών δομών. Το θανατικό και ο φόβος έκαμψαν τις αντιστάσεις των «Καλβινιστών» της παγκόσμιας οικονομίας. Ήταν πια φανερό πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ήταν πια υποχρεωμένη να τυπώσει χρήμα. Με ευρωομόλογα ή όχι, με μνημόνια ή απλά δάνεια, το Βερολίνο, η Χάγη, η Κοπεγχάγη και το Ελσίνκι καθώς και τα παραμάγαζά τους στην πρώην Ανατολική Ευρώπη, υποχρεώθηκαν να υποκλιθούν στις ανάγκες των κοινωνιών. Τότε εμφανίστηκε το φάντασμα του Keynes. Κάθε αλλαγή χρειάζεται τον (τη) Γερμανό της. Με μία διατύπωση που δεν αφήνει και πολλά περιθώρια ερμηνείας, η Άγγελα Μέρκελ και ο Εμανουέλ Μακρόν συμφώνησαν πως οι βασικές παραγωγικές δομές που αφορούν την Υγεία, την Κοινωνία και την Άμυνα θα πρέπει να βρίσκονται επί ευρωπαϊκού εδάφους. Πρώτο «λάκτισμα» κατά της ισοπεδωτικά αυτορυθμιζόμενης παγκοσμιοποίησης. Προκειμένου να υποστυλωθεί η οικονομία και να αντέξει την κρίση παραγωγής κέρδους από τη μία και τα διευρυνόμενα ελλείμματα από την άλλη, Βερολίνο και Παρίσι κατέληξαν στο πακέτο στήριξης του μισού τρισεκατομμυρίου. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει απλά και (επιτέλους) διεύρυνση του μετώπου των δημοσίων Δαπανών. Ο Keynes ξαναπαίρνει την εκδίκησή του για να σώσει για δεύτερη φορά τον καπιταλισμό από τον εαυτό του. Για τον λόγο αυτό ο «Economist» ξαναθυμήθηκε την περίοδο του Μεσοπολέμου και η «Huffington Post» το πόνημα του Zachary Carter για τον μεγάλο οκονομολόγο, «The Price of Peace». Διότι στο κάτω-κάτω ο Keynes είχε καταλήξει στην εξής αλήθεια: «Ο πραγματικός αγώνας διεξάγεται μεταξύ φιλελευθερισμού και εθνικισμού». Διότι «ο φιλελευθερισμός επιδιώκει την ειρήνη και το ελεύθερο εμπόριο», ενώ «ο εθνικισμός επιδιώκει την εθνική επιβολή, και από πολιτισμική και από φυλετική άποψη».

Το τίμημα θα είναι μεγάλο και το κόστος τεράστιο αλλά τουλάχιστον έτσι θα σωθεί ο καπιταλισμός και ας υποστούν απώλειες τα κακομαθημένα παιδιά του Σικάγο και τα ακόμη πιο κακομαθημένα παλιόπαιδα της Wall Street. Άλλωστε πάντα ο καπιταλισμός διασωζόταν από τις «σοσιαλιστικές» ενέσεις επιβίωσης από τις συστημικές σοσιαλδημοκρατίες, ή όπως αλλιώς αποκαλούνται, αφού δεν έχει απολύτως καμία σημασία η όποια ετικέτα. Φαίνεται πως αυτός ο νέος κύκλος ανοίγει υπό την επήρεια του «Corona Fear» με τις καθοριστικές πολιτικές επιπτώσεις στα πολιτικά συστήματα εξουσίας του ανεπτυγμένου δυτικού κόσμου. Το παραξήλωσαν οι μοναχοφαγάδες  των πολυεθνικών πριγκιπάτων. Οι ανισότητες που προκάλεσαν τους εκδικούνται και οι μάσκες δεν είναι πια αρκετές για να κρύψουν την απόγνωση και την απελπισία. Έπρεπε οι διαχειριστές της εξουσίας να μετρήσουν τα στρατιωτικά φορτηγά με τα φέρετρα σε εκείνη τη μακάβρια παρέλαση στους δρόμους του Bergamo για να διαισθανθούν τον κίνδυνο και να αποδεχθούν, έστω προς το παρόν, την ήττα τους.