Πολιτικη & Οικονομια

Είναι ο Τσίπρας περίπτωση Σώτη Βολάνη;

Έγινε ξαφνικά ντεμοντέ;

Βαγγέλης Περρής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Βαγγέλης Περρής συγκρίνει τις πορείες του τραγουδιστή Σώτη Βολάνη και του πολιτικού Αλέξη Τσίπρα και βρίσκει τα κοινά σημεία.

Στις αρχές του 21ου αιώνα οι γλεντζέδες της Ελλάδας αναζητούσαν ένα νέο σουξέ που θα το άκουγαν και θα έβαζαν φωτιά στα πεντακοσάευρα, τα οποία μόλις είχαν κυκλοφορήσει. Οι παλιές καραβάνες της νύχτας έδειχναν κουρασμένες, ο Λεμπέσης κάτι προσπαθούσε με τη «Μέριλιν Μονρόε», η Μαρία Λουίζα Βασιλόπουλου με το «To be together» ήταν για το πρώτο πρόγραμμα, αυτό που απλώς κρεμάς τα παλτό στην γκαρνταρόμπα. 

Το κενό κάλυψε ένας νεαρός πρωτοεμφανιζόμενος που ονομαζόταν Σώτης Βολάνης. Τραγούδησε το «Πόσο μου λείπεις», που αναφερόταν στο διαχρονικό πόνο του συγκεκριμένου τύπου Έλληνα ο οποίος βασανίζεται καθώς θυμάται τα παλιά πίνοντας πικρούς καφέδες και καπνίζοντας άφιλτρα τσιγάρα. Σπαραγμός που αμέσως αποθεώθηκε. Νά τα εξώφυλλα, νά οι τηλεοράσεις και τα ράδια, το κασέ του νεαρού εκτινάχτηκε, απέκτησε πελατεία μεταξύ των εφοπλιστών και των βιομηχάνων, έγινε ο βασιλιάς της νύχτας και οδηγούσε τα σχήματα των οποίων ηγείτο από θριάμβου σε θρίαμβο. Ο Σώτης Βολάνης έγινε Sotis και μόδα, κανείς δεν τολμούσε να αμφισβητήσει την καλλιτεχνική επάρκεια του τραγουδιού του, δυό τρεις που πήγαν κάτι να ψελλίσουν αντιμετώπισαν απο τους βολανοφάν απειλές και χλεύη.

Πάνω στις δόξες και τα ωσαννά ο καλλιτέχνης έκανε το κλασικό λάθος της κατηγορίας του και θεώρησε ότι έχει βρει το μυστικό της διαχρονικής επιτυχίας, χωρίς να διαθέτει την νηφαλιότητα να αντιληφθεί ότι το τρένο έτσι ξαφνικά όπως ήρθε, το ίδιο απρόσμενα ξεμακραίνει. Όταν το πήρε χαμπάρι έκανε προσπάθειες επανάκαμψης με τη γνωστή συνταγή, αλλά πλέον κανείς δεν ενδιαφερόταν για μία από τα ίδια.

Αυτό τον οδήγησε σε κάποιες υπερβολές, ίσως και ακρότητες. Έδωσε συνεντεύξεις (μερικές φορές σε σπαστά αγγλικά) όπου διαβεβαίωνε ότι το μήνυμα του τραγουδιού του είναι τόσο πανανθρώπινο που «θεωρείται εθνικός ύμνος σε όλο τον πλανήτη», ότι οι πωλήσεις έχουν ξεπεράσει τους 100 εκατομμύρια δίσκους μόνο στην Αίγυπτο και γενικά αυτός παίζει το νταούλι και οι ανά τον κόσμο χορευταράδες το ρίχνουν στον καρσιλαμά.

Τζάμπα κόπος. Οι οπαδοί που παλιά βαρούσαν παλαμάκια σε κάθε του κουβέντα τώρα έμεναν παγερά αδιάφοροι και έτσι ο Βολάνης πέρασε στην αναπόφευκτη φάση του ριγμένου από τα συμφέροντα. Έβγαινε για να παραπονεθεί ότι οι εταιρείες του χρωστάνε πάνω από 50 εκατομμύρια, ότι η Πάολα του φέρθηκε σκάρτα, ότι τα ραδιόφωνα τον σαμποτάρουν. Τζίφος ξανά. Το ποτάμι δε γυρνούσε πίσω, ακόμη και όταν προσπάθησε αλλάξει τη ροή με φιέστες που πλασάριζαν το διαφημισμένο νέο σουξέ με τίτλο «Τα κάνω όλα πουτ@να».   
Δεν τα έκανε και ο λόγος ήταν απλός. Το στυλ του ανήκε σε μια άλλη εποχή, για μια σειρά από καλλιτεχνικούς, εμπορικούς και κοινωνικούς λόγους το κοινό του είχε πλέον περιοριστεί δραματικά, το αποτελούσαν 2-3 παρέες νοσταλγών που έγραφαν στο facebook ότι κανείς δεν είναι τόσο λεβέντης όσο ο Sotis (που είχε ξαναγίνει Σώτης).

Ο Αλέξης Τσίπρας έχει αρκετά κοινά με τον Βολάνη, για παράδειγμα ανήκουν στην ίδια περίπου ηλικία. Επίσης, όπως και ο περίπου συνομήλικος του, νιώθει από τις αντιδράσεις των πελατών ότι το παλιό σουξέ ξέφτισε, αλλά συνεχίζει να το τραγουδάει γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Αυτό είναι το ρεπερτόριό του.

Έλα όμως που για να διατηρήσεις την πρωταγωνιστική σου θέση χρειάζεται προσαρμογή στις νέες συνθήκες, οι οποίες αλλάζουν με εντελώς άτακτους ρυθμούς. Για να κάνεις διαρκή επιτυχία απαιτείται δουλειά και αυτοκριτική. Αν συστηματικά αποφεύγεις και τα δύο, τότε καταφεύγεις στο ρόλο του γραφικού που του φταίνε τα ραδιόφωνα, οι εφημερίδες και οι επιτυχημένες τραγουδίστριες. Δεν καταλαβαίνεις ότι δεν σε παίζουν γιατί απλούστατα είσαι βαρετός και εκτός μόδας.

ΥΓ: Μεταξύ των δύο ανδρών υπάρχουν και πολλές διάφορες. Για παράδειγμα, ο Βολάνης περιστοιχίζεται από επαγγελματίες που ξέρουν τη δουλειά τους.