Πολιτικη & Οικονομια

Μπουλούκια από παραμυθιασμένα ποντίκια

Σακελλάρης Σκουμπουρδής
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τρία θέματα συγκαθόρισαν την τρέχουσα επικαιρότητα, ενώ ήταν και συγγενή μεταξύ τους. Ήταν οι φασιστικές βαρβαρότητες εις βάρος του Πάσχου Μανδραβέλη από άτομα που τον θεωρούν φασίστα. Ήταν η «αντικομμουνιστική» δήλωση Μπαλτάκου. Ήταν και η δήλωση του Προέδρου της δημοκρατίας περί αγωνιστικού σπασίματος του κλοιού των δανειστών.

Είναι πιθανό ότι ο Νίκος Δήμου ήθελε με το τελευταίο του κείμενο («Πότε θα διδαχθούν τα παιδιά την αλήθεια για το ’21;») να συνθέσει το πνεύμα αυτών των τριών ενημερωτικών μεζέδων. Αν όχι, ας το επιχειρήσουμε εμείς, ξανατονίζοντας ότι εδώ και δεκαετίες κάτι τέτοιες χρονιάρες μέρες, είναι πάντα η ώρα των τρελών. Βγαίνουνε κάτι μειονοτικοί περιθωριακοί τύποι και λένε τις στακάτες μικρές πικρές μεγάλες αλήθειες του τόπου. Τότε ανακατώνουν τα στομάχια μας προσκαίρως, αλλά πάλι ξεχνιούνται, ανακτούμε την εθνική μας αυτοπεποίθηση και πάμε παρακάτω.

Να την πάμε, όμως, ακόμα λίγο πιο πέρα τη βαλίτσα; Η «Ιστορία» μας, που δεν είναι Ιστορία, αλλά Μυθολογία, έχει πειράξει όλες τις άσχημες εθνικές στιγμές και μας τις έχει ξαναδώσει πίσω φενακισμένες και ελκυστικές. Άμα τολμήσουμε αυτό να το δούμε γενικευμένα, τότε θα έχουμε και ελπίδα ανασυγκρότησης. Αφού θα έχουμε εντοπίσει την αιτία της κατρακύλας μας, ως γνήσιων γόνων ξεπεσμένης κραταιάς οικογενείας. Ίσως έτσι βρούμε και το δρόμο για την ανάκαμψη, λοιπόν.

Βρήκαμε εδώ πολλές ευκαιρίες παλιότερα, για να γελοιοποιήσουμε τη βεβαιότητα πως «το μαζικό λαϊκό κίνημα στο Πολυτεχνείο γκρέμισε τη Χούντα». Και να θυμίσουμε ότι οι ελάχιστες εκατοντάδες αντιστασιακών, μόλις κατέρρευσε η Χούντα από την καταστροφική της ανικανότητα, ξαφνικά αβγάτισαν. Και βγήκαν στους δρόμους εκατομμύρια «αγωνιστές». Αυτοί, που δεν ήταν άλλοι από πρώην χουντικούς, έτοιμοι να εξαργυρώσουν (μιμούμενοι τους αγωνιστές του ’21) με εξουσιαστικά ανταλλάγματα τις ανύπαρκτες περγαμηνές τους. Αυτοί που ανανεώνονται πάντα ως πλειονοτικοί άνθρωποι του συστήματος, που βρίζουν και απειλούν το σύστημα, βεβαίως, βεβαίως. Μην ξεχνάμε την αλληλουχία, χουντίστας, αυριανίστας, μακεδονίστας, χριστοδουλίστας, αγανακτίστας, χρεωκοπίστας, αμνημονίστας και τα ρέστα, πάντα οι επιπλέοντες ιδιοτελείς φελλοί του συστήματος.

Προέκταση εκείνων των αγωνιστών είναι όλοι οι δημοκρατικοί πολίτες, δηλαδή, εκείνοι που όταν βλέπουν κάποιον διαφορετικό, θέλουν να τον σπάσουν στο ξύλο, να μην υπάρχει, ούτε σε φωτογραφία. Αφού γι αυτούς δημοκρατικό είναι ό, τι τους γουστάρει. Και ό, τι δεν τους γουστάρει, όχι μόνο είναι φασιστικό, άντε νεοφιλελέυθερο, αλλά πρέπει ευλόγως και να εκλείψει από προσώπου γης. Κάπως έτσι είναι και ο Μανδραβέλης, ένας φασίστας που πρέπει να μην υπάρχει ανάμεσά μας, γιατί λέει πράματα που δεν είναι σωστά. Και πώς να είναι σωστά, άλλωστε, αφού είναι φασίστας; Και αφού εμείς είμαστε οι Αντίφα, ο Πάσχος να κρύβεται, να φοβάται, να μας τρέμει, να μένει κλειδωμένος σπίτι του.

Για την Ιστορία, να γνωστοποιήσουμε ότι στη Μεταπολίτευση, αρχικά οι νεοδημοκράτες φοιτητές δεν είχαν δικαίωμα λόγου στα αμφιθέατρα, διότι εάν τολμούσαν να μιλήσουν, αμέσως έπεφτε το σύνθημα «φασίστες, χαφιέδες, σε όλους χειροπέδες!»… Και σύντομα, κάτι πρωτοπόρα άτομα του ευρύτερου χώρου της Ανανεωτικής Αριστεράς (με την οποία καμία σχέση δεν έχουν οι σημερινοί νεοκομμουνισμένοι), άσκησαν βέτο. Και επέβαλαν με ισχυρά και συναισθηματικώς νοήμονα επιχειρήματα την αυτονόητη μαγκιά, να μιλάνε όλοι. ΚΑΙ οι νεοδημοκράτες.

Αυτό έκτοτε είχε διαμορφωθεί ως ακλόνητος σταθερός πολιτικός πολιτισμός της σύγχρονης δημοκρατίας μας. Μπορεί αυτή εσχάτως να έπαθε σοβαρή βλάβη, λόγω ξελιγωμάρας των πολιτικών εκφραστών της, όμως εκείνοι μόνο θα έπρεπε τώρα να χτυπηθούν, όχι και οι θεσμοί που καταπάτησαν. Όχι να στερούμε το πάντα αυτονόητο Δικαίωμα Λόγου των Άλλων, όταν εμείς έχουμε το πάνω χέρι, είτε λόγω πλειοψηφίας είτε (ακόμα χειρότερα) λόγω ισχυρής μειοψηφίας. Και στο κάτω κάτω, στους φαιδρούς που λένε φασίστα τον σοσιαλδημοκράτη μεταρρυθμιστή Μανδραβέλη, κάποιος πρέπει να μιλήσει για το Ρεξόνα.

Τι δεν καταλαβαίνεις; Ότι είσαι φασίστας, όταν με τη βία σου περιορίζεις την ελευθερία έκφρασης του Άλλου; Και φυσικά, ως καλός ποικιλώνυμος φασίστας, θεωρείς φασίστα όποιον επιδιώκει λόγω και έργω να περιορίσει την ελευθερία σου να του ασκήσεις την τυφλή καλή σου βία; Όποιος και να είναι αυτός ο Άλλος, δεν έχει σημασία, εσύ παραμένεις φασίστας. Ακόμα και άμα ο Άλλος είναι κανονικός φασίστας, αν πας μονομερώς να επιβάλεις το Δικό σου Κράτος Δικαίου και να τον φιμώσεις, χωρίς να ζητήσεις τη συνδρομή του Κράτους Δικαίου, γίνεσαι κι εσύ κανονικός φασίστας.

Και φυσικά, όσο είσαι ταϊσμένος με σανό από την εθνική μυθολογία, ξέρεις ότι πάντα το μείζον είναι να εξοντώνουμε τους Πάσχους, γιατί πρέπει να επιτρέπουμε μόνο αυτό που μας αρέσει να ακούγεται και να γίνεται. Και βία είναι τα μνημόνια. Πάντα ένας ωραίος διχασμός, όπου εμείς οι καλοί με το γουρλωμένο μάτι θα διαλύουμε εκείνους τους κακούς, είναι η σωτηρία της κοινωνίας και της πατρίδας. Το λένε και τα χαρτιά μας, τα αγιογραφικά. Και δεν είμαστε η Τεχεράνη της Ευρώπης for nothing.

Μετά βγήκε ο καλός ο κυριούλης Μπαλτάκος και έκανε τη δηλωσάρα: «Ασφαλώς και είμαι αντικομμουνιστής, έτσι γεννήθηκα και έτσι θα πεθάνω». Και όλοι έπεσαν απάνω του, εστιάζοντας (και μάλιστα εκτός θέματος) στο τετριμμένο πρώτο της σκέλος, χάνοντας το ζουμί που κρύβεται στο δεύτερο σκέλος. Ελάτε να αποδομήσουμε πάλι λίγο τη μιζέρια μας.

Τι εννοεί ο ποιητής με το «γεννήθηκα»; Όλοι το ξέρουμε πολύ καλά. Εννοεί την εθνική μας ενοχή. Αυτό, που πανεθνικώς το έχουμε πάθει ανεπιστρόφως. Ότι άπαξ και ο Πάντρε Παντρόνε της φαμίλιας μας για άσχετους ή σχετικούς λόγους επέλεξε να προσδεθεί σε κάποιο άρμα, τότε όλο το κατιόν σόι θα πρέπει να συρθεί πίσω του. Και αυτό, όχι υπό πίεση, όχι υπό τον πέλεκυ της απειλής «μην πας με τους άλλους, γιατί θα σε αποκληρώσω». Ίσα ίσα που γίνεται με υπερηφάνεια. «Εγώ από πάππου προς πάππο είμαι βενιζελικός!», ή «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, εμένα ο παππούς μου ήταν στο βουνό μαζί με τον Άρη!». Ποτέ δεν μας περνάει από το νου ότι τέτοιες δηλώσεις δείχνουν βαθύ ισλάμ.

Προσοχή, εδώ είναι κρυμμένη η εθνική κακομοιριά μας. Σε αυτήν ακριβώς τη βάση κρύβεται η γενεσιουργία των μπουλουκιών, όπου εντασσόμαστε και που μας περιέχουν. Γι αυτό δεν είμαστε και δεν έχουμε καν στοιχεία κοινωνίας πολιτών, παρά μόνο είμαστε ένα ασυνάρτητο παραμάζωμα από μπουλούκια εκ πελατών. Δεν σκεφτόμαστε ενσυνείδητα (ολίγο δυτικά, να μας επιτραπεί ο όρος) για να επιλέξουμε τι θα μας εκφράζει στην συμπεριφορά μας ως πολιτών. Έχει σκεφτεί για μας κάποιος άλλος πριν από μας και φέρει την ευθύνη για μας, που εφεξής ακολουθούμε αυτό που θα πει αυτός. Δεν έχει σημασία αν είναι αριστερός ή δεξιός. Σημασία έχει ότι εμείς είμαστε φυτευτοί, όσο κι αν αυτοθεωρούμεθα σωστοί.

Και η μεγαλύτερη ντροπή είναι για τους αριστερούς, που υποτίθεται ότι είναι και κοινωνικά πιο ψαγμένοι, να σου λεν με υπερηφάνεια πως όλοι οι συγγενείς τους ήταν, είναι και θα είναι (όπως λέει και ο Μπαλτάκος) γεννημένοι κομμουνιστές. Δεν γίνεται να κατανοήσουν ότι αυτό τους καθιστά όχι ενσυνείδητους πολίτες, αλλά εντεταλμένους πελάτες, φυτευτούς μπαλτάκους. Δεν πέρασε κανείς τους τη βάσανο να ψάξει όλες τις πολιτικές προτάσεις και να βρει τη δική του. Όλη η φαμίλια ένα ομογενές μπουλούκι. Η άλλη φαμίλια ένα άλλο ομογενές μπουλούκι. Και φυσικά, κάθε φαμίλια, κάθε μπουλούκι, ξέρει τι πρέπει να κάνει την ώρα των εκλογών. Όπως νωρίτερα και κάθε συντεχνία ξέρει τι να κάνει την ώρα των τσαμπουκαλο-τραμπουκο-απεργιών. Έτσι φτάσαμε εδώ, μπουλούκια πελατών, αντί κοινωνία πολιτών. Τι δεν καταλαβαίνεις;

Αυτό θα πει λοιπόν «γεννήθηκα», μπορεί να το ανιχνεύσει κανείς και στον προγεννητικό έλεγχο των εμβρύων, είτε δια υπερήχων είτε δια αμνιοπαρακέντησης. Αφού είναι φοβερό πράμα η κληρονομικότης και το DNA. Και δεν το λέει μόνο ο «αντικομμουνιστής» Μπαλτάκος. Το λέει και ο κάθε υπερήφανος που γεννήθηκε μπαλκάν κομμουνίστ και από γεννησιμιού του είναι εντεταλμένος να φέρει σφυροδρέπανο στο πέτο. Στο καθ’ ημάς ισλάμ οι πολίτες γεννιούνται δεν γίνονται. Γι αυτό και δεν είναι ενσυνείδητοι πολίτες, είναι εντεταλμένοι πελάτες. Γιατί γεννιέσαι μόνο εάν είσαι πελάτης, ενώ αν είσαι πολίτης (ο υπέρτατος βαθμός κοινωνικής ιεραρχίας) μόνο γίνεσαι, ποτέ δεν γεννιέσαι.

Και ανάθεμα στη χώρα, όπου όλοι οι πολίτες είναι γεννημένοι αποτέτοιο ή αποτάλλο. Και όχι γενόμενοι με βάση κάτι που διάβασαν ή άκουσαν, ή που τους συνέβη και τους άλλαξε ή, ακόμα, τους ξανάλλαξε. Γιατί τότε αυτή η χώρα δεν θα έχει τύχει να καταλάβει κάτι πολύ βασικό για την πρόοδό της. Ότι είναι καλύτερο να έχω απέναντί μου ένα γενόμενο ενσυνείδητο πολίτη αντίπαλο, όσο πιο συγκροτημένο τόσο το καλύτερο για μένα, αφού θα με αναγκάζει να γίνομαι καλύτερος. Και ότι είναι πολύ χειρότερο να έχω μαζί στο πλευρό μου ένα γεννημένο εντεταλμένο πελάτη, ένα βαρύ παλτό κατασταλτικό της στρατηγικής μου διεισδυτικότητας, που θα με εμποδίζει να γίνω καλύτερος. Οπότε, φυσικά δεν υπάρχει αντικειμενικά σωστή ιδεολογία. Υπάρχει ίσως αντικειμενικά σωστός τρόπος για να ασπασθείς μία ιδεολογία: Να γίνεσαι, όχι να γεννιέσαι.

Δεν ξέρουμε, λοιπόν, ότι πελάτης γεννιέσαι και πολίτης γίνεσαι. Και όταν έρχεται η συνήθης ώρα των μικρών ή μεγάλων διχασμών που διαλύουν την κοινωνία, σφυράει κλέφτικα ο κάθε γενάρχης στα ζαγάρια του και τα καλεί σε συμπαράταξη απέναντι στον εχθρό. Και μαζεύονται οι πελάτες κατά μπουλούκια και ετοιμάζονται για την αναμέτρηση: «Απεργία»; Παίρνω το ροπαλάκι μου και πάω στην πόρτα που μου είπανε, για να δείρω «απεργοσπάστες»… Εκλογές; Παίρνω το σταυρωμένο μου ψηφοδέλτιο, που μου δώσανε χωρίς να δω τι λέει μέσα και πάω και το καταθέτω στην τρούπα. Εμφύλιος; Παίρνω το αρκεβούζιο και πάω στην πολεμίστρα μου να χτυπήσω τον εχθρό. Ο καθένας εντεταλμένος στο πόστο του, για να εκτελέσει το ρόλο που του έγραψε το αφεντικό, γεννημένος για τέτοια σπουδαία μεγαλεία. Η απόλυτη καρικατούρα του (αξεπέραστου, έχουμε ξαναπεί) δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, στα ισλαμικά καλύτερά της.

Δεν ανήκομεν εις την Δύσιν (Εθνάρχα μου), μάλλον σε μπουλούκια εθνικοφρόνων ανήκομεν, από γεννησιμιού μας, λοιπόν, είπεν ο κυρ Μπαλτάκος. Και μπράβο του. Εν τάξει, ως προς το «είμαι αντικομμουνιστής», λόγω περιορισμένου χώρου, δεν θα επεκταθούμε και σε αυτό το τόσο ελκυστικό πεδίο. Ελπίζουμε σύντομα να επανέλθουμε. Γιατί έχει τόσο ψωμί και πολύ χάζι και τόσο ευρύ πεδίο πολύτιμης για την δημοκρατία μας αποδόμησης. Ιδιαίτερα, τώρα που τα παλιά κόμματα θορυβούνται από την εμφάνιση των καινούργιων. Κάθε αποδόμηση που αναδεικνύει το καινούργιο -και (προσοχή, προσοχή) απολύτως συγκεκριμένο βεβαίως, βεβαίως- είναι παντού χρήσιμη.

«Ο λαός μας δίνει μια μάχη και έναν αγώνα για να σπάσει τον κλοιό των δανειστών. Η Ιστορία του εγγυάται ότι και αυτός ο αγώνας θα είναι νικηφόρος»… Ποιος αγώνας και ποιος κλοιός δανειστών, γιατρέ μου, όταν εσύ παρακαλάς τους δανειστές να σου δώσουν, για να μην κάνεις αυτό που έπρεπε να είχες κάνεις από μόνος σου χωρίς πλέον να δανειστείς... Σαν κι εκείνο το καλό το τσίρκο που διαφήμιζαν: «Ελάτε να ιδείτε τον Τζανγκουέρο! Τον άνθρωπον που παλεύει με τον εαυτόν του!»… Εμ, βέβαια, με τέτοια εμπνευσμένη ηγεσία, όπως αυτάρεσκα δήλωσε και ο Πρόεδρος της Βουλής, και πώς θα χάσουμε εμείς οι κιμπάρηδες, μάλιστα με τέτοια μυθολογημένη «Ιστορία» που μας εγγυάται τα καλύτερα…

Ποτέ για τα ποντίκια στον κήπο μας δεν υπάρχει έκπληξη. Πάντα οδηγούμεθα από νικηφόρου αγώνος εις νικηφόρον αγώνα. Μπουλούκια εντεταλμένων πελατών – Κοινωνία ενσυνείδητων πολιτών, πάλι σημειώσατε Ένα. Καιρός να σιμώσει ο νέος ο Λόγος, που θα κάνει τους βάτραχους πρίγκηπες και τα ποντίκια πολίτες.