Πολιτικη & Οικονομια

Το φεστιβάλ λείπει ταξίδι για δουλειές

Σπύρος Βούγιας
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Με αφορμή τις πρόσφατες εξελίξεις και την επιλογή του Γιάννη Σμαραγδή στη θέση του προέδρου του Δ.Σ. του φεστιβάλ κινηματογράφου, θεωρώ χρήσιμο να επιμείνω σε ένα θέμα που επαναφέρουμε μονότονα επί πολλά χρόνια όσοι αγαπούμε πολύ την πόλη αλλά και το σινεμά: την αδιάλειπτη και μοιραία σχέση της Θεσσαλονίκης με το φεστιβάλ. Και, αν με ρωτήσετε πως προκύπτει το έμμονο προσωπικό ενδιαφέρον, θα σας πω μόνο την αρχή της ιστορίας: έφηβος ακόμη, πήδηξα στην ταράτσα της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών από διπλανή οικοδομή και, περνώντας ένα λαβύρινθο από σκάλες και πόρτες, βρέθηκα τελικά ακριβώς πίσω απ τη μεγάλη οθόνη. Υστερα, βγήκα από το πλάι στο πάλκο, κατέβηκα ψύχραιμα μπροστά στους έκπληκτους επισήμους (επί δικτατορίας) και χάθηκα στην πλατεία την ώρα που χαμήλωναν τα φώτα για την προβολή. Ήταν το «Προξενιό της Αννας», του Παντελή Βούλγαρη.

Παράλληλα, πιστεύω ότι η Θεσσαλονίκη ήταν και παραμένει και σήμερα, παρά την κρίση, μια πόλη κινηματογραφική. Όχι τόσο με την έννοια του γραφικού σκηνικού πίσω από τη δράση, όσο με την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που υπάρχει και κάνει τα πράγματα και τους ανθρώπους να μοιάζουν κομπάρσοι μιας ταινίας που, όμως, δεν γυρίζεται ποτέ. Με εξαίρεση τον μεγάλο Θόδωρο Αγγελόπουλο, που την επέλεξε για το ομιχλώδες φως και για τους αργόσυρτους ρυθμούς της, λίγοι αντιλήφθηκαν πως η καθημερινότητα αυτής της πόλης βιώνεται από τους κατοίκους ως μια ψευδαίσθηση, σαν κινηματογραφικό μετείκασμα, για να αντέξουν, ίσως, ευκολότερα τα μεγάλα προβλήματα, που είναι απολύτως πραγματικά.

Στην εικόνα και την αίσθηση αυτή σημαντικό ρόλο παίζει, για περισσότερο από μισό αιώνα και το φεστιβαλ κινηματογράφου, παλαιότερα αποκλειστικά ελληνικό και τα τελευταία χρόνια κυρίως διεθνές. Αντανακλώντας όλες τις φάσεις της σύγχρονης ιστορίας του τόπου (ανένδοτος, δικτατορία, μεταπολίτευση, αλλαγή, εκσυγχρονισμός, κρίση και διάψευση), το φεστιβάλ αποτύπωσε την αντίστοιχη πορεία του ελληνικού κινηματογράφου, αναζητώντας διαρκώς τη δική του ταυτότητα μέσα σε μιά πόλη που έψαχνε ταυτόχρονα τη δική της. Έτσι, ζευγάρωσαν σε μια μακρόχρονη, βασανιστική, άλλοτε γλυκιά κι άλλοτε στυφή σχέση, όπου η πόλη θέτει διαρκώς απαιτήσεις, όρους και αναπάντητα ερωτήματα, σα μια γυναίκα που υποδέχεται μια φορά το χρόνο τον άντρα της που λείπει σε ταξίδι για δουλειές.

Από τα παραπάνω προκύπτουν και οι απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις της πολιτείας, ώστε να αποκατασταθεί η ισορροπία σ' αυτή την διαταραγμένη σχέση, πριν γίνει ολέθρια. Διατηρώντας την πολύτιμη διεθνικότητα και των κοσμοπολιτισμό του φεστιβάλ, μαζί με τον πρωτοποριακό και εναλλακτικό του χαρακτήρα, πρέπει οπωσδήποτε να ενισχυθεί με κάθε τρόπο η παρουσία στο πρόγραμμα, του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου. Αλλά και η Θεσσαλονίκη, μεταφέροντας στην έδρα της τα γραφεία του θεσμού, θα μπορέσει να αποκαταστήσει μια ισότιμη σχέση με τις δομές και τα πρόσωπα που το διοικούν αλλά και να φιλοξενεί όλο το χρόνο αφιερώματα, εκδηλώσεις και κινηματογραφικά γεγονότα. Και, τότε, οι κάτοικοί της μπορεί κάποια στιγμή να γίνουν από κομπάρσοι, πρωταγωνιστές στην ταινία της καθημερινής τους ζωής.