Πολιτικη & Οικονομια

Το «ψιλικατζίδικο»

Στο κοινωνικό μίξερ όπου παρασκευάζεται ο κριτικός χυλός αναμειγνύονται τα καθάρματα με τα θύματα

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 472
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στους μεταμοντέρνους καιρούς η λέξη «απαξίωση» είναι το κλειδί που λύνει κάθε εξίσωση, ακόμη και την πλέον σύνθετη. Πρόκειται για τον πολιτικό όρο που χρησιμοποιείται περισσότερο από κάθε άλλον και θεωρείται μάλιστα ως λέξη «must» στις συζητήσεις σε καφενεία, ταβέρνες ή σουβλατζίδικα, όταν οι παρέες χαλαρώνουν και αποφασίζουν να ασχοληθούν με την Πολιτική. Απαξιωμένοι οι πολιτικοί, απαξιωμένοι οι ακαδημαϊκοί, απαξιωμένοι οι αυτοδιοικητικοί, απαξιωμένοι οι καλλιτέχνες, απαξιωμένοι οι επιστήμονες. Στην κατηφόρα τη μεγάλη με σπασμένα τα φρένα οι πολίτες με μία απίστευτη ευκολία σε συνδυασμό με εκείνον τον εξυπνακισμό, ίδιον της φυλής και αναπόσπαστο τμήμα της πολιτικής κουλτούρας του τόπου αυτού, εξαπολύουν το δριμύ κατηγορώ τους κατά πάντων μπερδεύοντας τον εξυπνακισμό με το χιούμορ αλλά και με την εξυπνάδα.

Έτσι στο κοινωνικό μίξερ όπου παρασκευάζεται ο κριτικός χυλός όλα αναμειγνύονται, τα λαμόγια με τους σωστούς, τα καθάρματα με τα θύματα, οι θύτες με τους πάσχοντες. Ο όρος «απαξίωση» χρησιμοποιείται δίκην καθαρτηρίου. Όλα τα ψεκάζει, όλα τα σκοτώνει.

Όταν η κατηφόρα συνεχίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα και τα «τακάκια» έχουν πια φθαρεί τόσο πολύ ώστε να τσιρίζουν πάνω στα δισκόφρενα, το λεξιλόγιο των πολιτών εμπλουτίζεται και διανθίζεται με πληθώρα κατά τεκμήριο αθώων λέξεων και εκφράσεων που δήθεν τάχα μου εξηγούν, αναπληρώνουν, τα ελλείμματα. Ελλείμματα πολιτικά, συνειδησιακά, ψυχολογικά, ατομικά ή συλλογικά, δεν έχει σημασία καμία. Εκφράσεις όπως «σύγχρονο», «καινούργιο», «απόρριψη», «νέο-νέα», «δικαιοσύνη», «συμμετοχικότητα» συμπληρώνουν την πολιτική αργκό που έρχεται να δικαιολογήσει ή να εξηγήσει τα υπαρκτά αδιέξοδα που ορθώθηκαν, χρόνια τώρα, μπροστά από την κοινωνία. Διλημματικές προτάσεις όπως «ευρώ ή δραχμή», ή σχήματα όπως «κίνηση των 58», «Το Ποτάμι» που τάχα μου δεν γυρίζει πίσω, «Δημοκρατική Αριστερά» που τάχα μου κινείται αριστερότερα της Σοσιαλδημοκρατίας, «Σημιτικό μπλοκ», «Επιστροφή στη Δραχμή», «Φέρτε πίσω τα κλεμμένα», «Όλοι στη φυλακή», «Κάτω τα χέρια από το Πανεπιστήμιο», όλες αυτές οι εκφράσεις-συνθήματα αποτελούν το σημερινό πλαίσιο της ομάδας των κλισέ που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν όχι τις προοπτικές υπέρβασης του πολιτικού αδιεξόδου αλλά αντίθετα για να δικαιολογήσουν την απουσία προοπτικής υπέρβασης της πολιτικής κρίσης.

Δύο πολύ πρόσφατα γεγονότα καθαρά επικοινωνιακού χαρακτήρα με έντονο το στοιχείο της αλλοτρίωσης που επιχειρείται μέσω των ΜΜΕ, ο καυγάς μεταξύ των «58» και του ΠΑΣΟΚ σε συνδυασμό με την ομφαλοσκόπηση της ΔΗΜΑΡ από τη μία και η ίδρυση κόμματος από το δημοσιογράφο Σταύρο Θεοδωράκη από την άλλη, εισήγαγαν στον υπό κατάρρευση χώρο της βαλκανικού τύπου ελληνικής Κεντροαριστεράς το από τα χρόνια του μακαρίτη του Ανδρέα ξεχασμένο στοιχείο της πολιτικής ζωής, της ψευδούς συνείδησης. Χωρίς να προτείνεται ένας νέος πολιτικά αρθρωμένος λόγος παρά μόνο μία ευχολογικής διάστασης απόρριψη του «παλαιού» και τους «στείρου», χωρίς πρόταση οικονομική και κοινωνική με λύσεις πρακτικές και εφαρμόσιμες ώστε να αλλάξει το πολιτικό και το οικονομικό τοπίο, με λέξεις-κλειδιά που παραπέμπουν σε Καθαρτήριο αλλά ποτέ σε πολιτικό και οικονομικό πρόγραμμα, με γενικολογίες που προκαλούν θυμηδία αλλά και μορφασμούς απόγνωσης, οι προτάσεις για τη συγκρότηση της Κεντροαριστεράς παραπέμπουν περισσότερο σε προσομοιώσεις τηλεοπτικών εκπομπών με χαλαρή σκαλέτα.

Το «σύστημα» της κεντροαριστερής προοπτικής με κεντροδεξιά απόχρωση που κατέρρευσε και τυπικά με τις «Μη Κυβερνητικές» ανομίες, στο όνομα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατικής διακυβέρνησης, ανακαλύπτει τώρα το δρόμο εξιλέωσής του αναθέτοντας ρόλο «κοινωνικού λειτουργού» σε πρόσωπα και… ιδέες. Στόχος του εγχειρήματος η άσκηση γοητείας προς νέους ψηφοφόρους και αποπροσανατολισμένους ανέργους ή μη, αλλά και προς μεγαλύτερους πικραμένους μεσοαστούς ψηφοφόρους του νεοπτωχικού ρεύματος. Όλα αυτά στη συσκευασία του μεταμοντέρνου δικτύου επικοινωνίας, του Instagram, του Facebook, του Τwitter, τη θεία τριλογία της σύγχρονης επικοινωνίας ή της σύγχρονης εκδοχής κοινωνικής αλλοτρίωσης. Ο καλός μύλος της τεχνολογίας όλα τα αλέθει. Ιδίως όταν κινείται με βασική μορφή ενέργειας την ισοπεδωτική λογική της απαξίωσης των πάντων, έτσι ώστε η ανυπαρξία πολιτικής πρότασης να φαντάζει ως κάτι σύγχρονο και ανατρεπτικό.

Η Ιστορία μάς πληροφορεί πως τίποτε μα τίποτε δεν γίνεται σε αυτό τον κόσμο σε καθεστώς θερμοκηπίου-παρθενογένεσης. Αντιθέτως όλα γίνονται σε πλαίσιο αλληλεξάρτησης. Εκείνοι που αντιπροτείνονται στη βάση μιας «σωτηριολογικής» εκδοχής της πολιτικής δραστηριότητας με έντονη την εμπλοκή του συναισθήματος και της «εθελοντικής προσφοράς» είναι ενδεχομένως πιο επικίνδυνοι από εκείνους που ξεκάθαρα δηλώνουν τις προθέσεις τους. Η Πολιτική είναι διαχείριση της πραγματικότητας στη βάση δεδομένων αξιών και ιδεών οι οποίες αξίες και ιδέες παραπέμπουν σε συλλογικές διαδικασίες ατομικών συνειδήσεων. Με αυτές τις διαδικασίες οι αξίες και οι ιδέες απορρίπτονται ή γίνονται αποδεκτές, κυριαρχούν ή σβήνουν. Αν οι παροικούντες έποικοι στο χώρο της Κεντροαριστεράς προτείνουν την άσκηση πολιτικής εν είδει κοινωνικού λειτουργού για την επαναφορά του «ποιμνίου» στον ίσιο δρόμο, τότε και η Κεντροαριστερά δεν έχει λόγο ύπαρξης και οι «παπάδες» της πολιτικής θα ψάχνουν για καταφύγιο στις «ιερές Μονές» του συστήματος. Η Κεντροαριστερά υπήρξε ως στίβος όπου αναμετρήθηκαν, έχασαν ή κέρδισαν όλες εκείνες οι αξίες και οι ιδέες που διαμόρφωσαν το κυρίαρχο πολιτικό δυναμικό των ευρωπαϊκών δημοκρατιών. Ο αγώνας ήταν ανελέητος και διαρκής. Όσο ανελέητη είναι η οικονομική πραγματικότητα, η κυβερνητική διαχείριση και οι ανάγκες για τη συγκρότηση ενός αειθαλούς πλαισίου κοινωνικού κράτους και αποτελεσματικής όσο και δημιουργικής Παιδείας.

Τα παραπάνω δεν διασφαλίζονται με συναισθηματικές εξάρσεις, εύκολες διαπιστώσεις, σαρωτικές αρνήσεις, δραματικά ευχολόγια και αναλύσεις επιπέδου «καλό-κακό» «ηθικό-ανήθικο», «σωστό-λάθος», που παραπέμπουν είτε σε καθεστώς νηπιαγωγείου είτε σε εκκλησιαστικό δόγμα.