Πολιτικη & Οικονομια

Προσωπική μαρτυρία για το Κτηματολόγιο

Δημήτρης Καλουδιώτης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μου έλαχε ο αναπάντεχος κλήρος να υπηρετήσω ένα σχεδόν ναυαγισμένο εθνικό έργο, αυτό της δημιουργίας Εθνικού Κτηματολογίου. Η αναπάντεχη λοιπόν πρόταση ήλθε από την ΔΗΜΑΡ και δυσκολεύτηκα να την αποδεχθώ φοβούμενος την κακή φήμη διαχείρισης του έργου αλλά και το γεγονός ότι συνδεόταν με το γνωστό πλαίσιο τοποθέτησης στελεχών 4-2-1.

Όσοι παροικούν την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν τη λυσσαλέα αντίδραση να με αποδεχθούν διάφοροι κύκλοι που στο παρασκήνιο επικαλούνταν το όνομα του Β. Βενιζέλου, μια αντίδραση που κράτησε πάνω από έξι μήνες. Το είχα ξεχάσει όταν τελικά με κάλεσαν να αναλάβω την ευθύνη του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου. Αλλά και πάλι παρέμεινα ωσεί πρόεδρος με δωδεκάωρη απασχόληση χωρίς καμιά αμοιβή για επιπλέον σαράντα μέρες, ώσπου το «σύστημα» υποχώρησε.

Από ότι πληροφορήθηκα από τον πρόεδρο της ΔΗΜΑΡ το θέμα έφτασε στην τριμερή των αρχηγών των κομμάτων της τότε συγκυβέρνησης. Είναι λογικό να θέλω να ευχαριστήσω το φίλο πρόεδρο Φ. Κουβέλη για την επιμονή του να αναλάβω το κτηματολόγιο. Ο ίδιος γνωρίζει ότι στη συνέχεια ήμουν αντίθετος στην αποχώρηση από την κυβέρνηση -επίσης δεν υπήρξα ποτέ μέλος της ΔΗΜΑΡ- όπως και έθεσα τότε την παραίτησή μου υπόψη του και το συζήτησα με κυβερνητικούς αξιωματούχους, αλλά κανείς δεν είχε αντίρρηση να παραμείνω, το αντίθετο. Βέβαια στη συνέχεια έτσι κι αλλιώς, όταν έχεις να υπηρετήσεις ένα εθνικό έργο, αφήνεις έξω τις όποιες ταυτότητες.

Μετά πέσαμε με τα μούτρα στη δουλειά, δέθηκα με το έργο στη βάση της δημιουργίας κλίματος εμπιστοσύνης και χρηστής διοίκησης. Όλοι οι παράγοντες του έργου: πρώτα οι εργαζόμενοι (οι οποίοι είναι τα θύματα από τις αναιτιολόγητες αλλαγές), ακόμα και οι πιο σκληροί από τους συνδικαλιστές -στους οποίους επέμενα να αμφισβητώ δήθεν προφανείς βεβαιότητες της μεταπολίτευσης, όπως τη συμμετοχή τους στο Δ.Σ. της εταιρείας- ύστερα τα μέλη του Δ.Σ. τα οποία υποδείχθηκαν από τα άλλα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης, αποδέχθηκαν το μοντέλο διοίκησης το οποίο εισηγούμουν. Το πιο απίστευτο είναι ότι διατυπώθηκε συναίνεση και από φορείς των διάφορων αναδόχων, εκείνων που πρωταγωνίστησαν στο να μην αναλάβω την εταιρεία. Ομολογούν τώρα ότι έχει ανοιχθεί μια σημαντική δίοδος, και αυτοί να δουλέψουν και το έργο να υλοποιηθεί. Διαπιστώνουν δηλαδή ότι η χρηστή και έννομη διαχείριση είναι πιο αποτελεσματική από την τρέχουσα διαπλοκή.

Ο κ. Μανιάτης τι σχέση έχει με όλα αυτά; Επέμενε να αναλάβει τη ευθύνη του Κτηματολογίου από τον κ. Καλαφάτη και μαζί του «κουβάλησε» και τον προηγούμενο πρόεδρο της στασιμότητας, κατά επιεική χαρακτηρισμό, τον κουμπάρο του κ. Αρβανίτη.

Το εκπληκτικό είναι πως στις ελάχιστες συνεργασίες που είχε μαζί μου έφερνε, εκτός από τον κ Αρβανίτη ως σύμβουλο, και τους «κοινωνικούς εταίρους», δηλαδή τους αναδόχους, προτρέποντάς με να καθόμαστε στο ίδιο τραπέζι και «να παίρνουμε κοινές αποφάσεις». Η δική μου έμπρακτη απάντηση ήταν ναι στη συνεννόηση, αλλά τις αποφάσεις τις λαμβάνουν εκείνοι που έχουν την ευθύνη υπογραφής απέναντι στη χώρα. Και αυτό έγινε κανόνας στην εταιρεία.

Οι άλλες συναντήσεις αφορούσαν εμπνεύσεις του κ. Μανιάτη για «πιλοτικές εφαρμογές» που θα του επέτρεπαν «να καλέσει τον πρωθυπουργό και τον αντιπρόεδρο» να τις παρουσιάσουν προεκλογικά. Δεν υπήρξε ποτέ και καμία πρότασή του για την στρατηγική του κτηματολογίου εκτός από μεγαλοστομίες. Αυτά εις επήκοον πολλών κάθε φορά προσκεκλημένων. Ουσιαστικά νομίζω ότι υπήρξε μία υπηρεσιακή (συμμετείχαν ο αντιπρόεδρος κ. Ζυγούρης και υπηρεσιακά στελέχη καθώς και σύμβουλοι του υπουργού), κατόπιν επιμονής μου, συνάντηση με τον κ.Μανιάτη όλη αυτή την περίπου επτάμηνη συνεργασία. Στη συνάντηση αυτή του εισηγηθήκαμε την ακύρωση ενός διαγωνισμού που λιμνάζει για χρόνια και την ένταξη του αντικειμένου του στο νέο μεγάλο διαγωνισμό με όφελος για την εθνική οικονομία της τάξης των 50 εκ. ευρώ και για την ΕΚΧΑ (πρώην Κτηματολόγιο) σημαντική οικονομία σε προσωπικό και διαχειριστικό κόστος. Συμφώνησε με την πρόταση, τη βρήκε εξαιρετική και ύστερα από δέκα ημέρες, παρουσία πάλι πολλών συνεργατών, την πήρε πίσω (όπως με είχαν προειδοποιήσει μερικοί που ήξεραν.)

Το πιο εξοργιστικό είναι ότι ο πρώην πρόεδρος κ. Αρβανίτης μου ζήτησε προφορικά να του χρηματοδοτώ τις καθόδους στην Αθήνα για να με «επιβλέπει» ως σύμβουλος του Μανιάτη. Και αν υπάρχει απορία γιατί δεν χρηματοδοτούσε ο κ. Μανιάτης αυτή την κάθοδο λύνεται αν σκεφτεί κανείς ότι ο κ. Μανιάτης δεν ήθελε να φαίνεται ότι συνεργάζεται με ένα πρώην πρόεδρο φίλο του. Αλλά το σημαντικότερο: μια δική μου αποδοχή του αθώου αιτήματος θα με έκανε αιχμάλωτο του όλου συστήματος Μανιάτη και θα ακύρωνε την όποια πρακτική χρηστής διαχείρισης, μέσα κι έξω από την εταιρεία, που προσπαθούσα να δημιουργήσω πάση θυσία. Το πιο αστείο είναι ότι ο κ Αρβανίτης μετά την προφορική άρνησή μου βρήκε τρόπο να με πιέσει. Μου γύρεψε με γραπτή επιστολή του να τον κάνω μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου (ένα «θεσμό» δικό του για να τίθενται στελέχη στο ψυγείο στα οποία προσπαθήσαμε και δώσαμε πρακτικά καθήκοντα) κι έτσι να του χρηματοδοτώ και τα πήγαινε-έλα στην Αθήνα. Έχω στα e-mail μου σχετική επιστολή η οποία αναφέρεται στη σημασία της συμμετοχής του στο επιστημονικό συμβούλιο για να καταλήξει στην πρόταση χρηματοδότησης των εξόδων του για να πηγαινοέρχεται στην Αθήνα.

Βέβαια υπάρχουν στη διάρκεια αυτής της θητείας σοβαρές παρεμβάσεις που μια χρηστή διοίκηση οφείλει να αποκρούει, αλλά δεν έχει τα στοιχεία να τις παρουσιάσει. Τα στοιχεία θα υπήρχαν αν υπέκυπτε σ΄ αυτές.

Να σημειωθεί ότι ο κ. Μανιάτης ποτέ δεν τόλμησε να διαφωνήσει ευθέως μαζί μου ή και να θέσει άλλο πλαίσιο πολιτικής για την εταιρεία. Η εκτίμησή μου είναι ότι δεν έχει, πέραν διαφόρων παρωχημένων επικοινωνιακών ιδεοληψιών.

Το δικό του πρόβλημα είναι ο έλεγχος της εταιρείας με δικούς του ανθρώπους το οποίο, το γνωρίζει καλά, ότι δεν μπορούσε να γίνει με εμένα.

Η δική μου τώρα αλήθεια είναι ότι δέθηκα με τον εθνικό στόχο της δημιουργίας κτηματολογίου στη χώρα. Συντονίζω μια προσπάθεια όλων όσων θέλουν να γίνει αυτό το έργο και αισθάνομαι υπεύθυνος απέναντι σ΄αυτό. Η πρώτη μου σκέψη ήταν να παραιτηθώ, όπως μου ζήτησε τηλεφωνικά ο κ. Μανιάτης. Την άλλη μέρα σκέφτηκα ότι έτσι θα οδηγούσα ένα τόσο ταλαιπωρημένο εθνικό στόχο στη στασιμότητα και στην ουσιαστική ακύρωση. Σκέφτηκα επίσης τους εργαζόμενους στην εταιρεία πολλοί, πάρα πολλοί, από τους οποίους μου δήλωσαν ότι θα ήταν πολύ άσχημο να (τους) εγκαταλείψω αμαχητί. Κι όσο κι αν δεν μπορείς πάντοτε να ανιχνεύσεις τις σκοπιμότητες που κρύβονται πίσω από τέτοιες συμπαραστάσεις, τους πιστεύω.

Σκέφτηκα και το μέγεθος της θεσμικής ύβρεως του κ. Μανιάτη (και το δυστύχημα είναι ότι έχει την πολιτική δυνατότητα να την διαπράξει) ο οποίος αναιτιολόγητα, χωρίς ποτέ να μου εκφράσει την όποια διαφωνία, κι ενώ γνωρίζει ότι το συνολικό έργο προχωράει σκέφτηκε προεκλογικά να φέρει τους «δικούς» του να διαχειριστεί ένα τόσο μεγάλο έργο, της τάξης του 1 ΔΙΣ Ευρώ, όχι με θεσμική ουδετερότητα, όπως οφείλει. Γι΄ αυτό αποφάσισα να αντισταθώ. Γνωρίζω τον κίνδυνο να χαρακτηριστώ γραφικός και είναι το μόνο που με κάνει διστακτικό, όμως η ευθύνη της υπηρέτησης ενός τόσο σημαντικού εθνικού στόχου υπερτερεί. Η διακοπή που τώρα θα συμβεί μπορεί να αποβεί μοιραία. Πρέπει να βρεθεί τρόπος να συνεχίσει να προχωρά και με τον Μανιάτη δεν θα έχει καμιά τύχη.