Πολιτικη & Οικονομια

Το δημόσιο και το ιδιωτικό συμφέρον

Σπύρος Πέγκας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στα χρόνια της κρίσης καλλιεργήθηκε συστηματικά και για μεγάλο χρονικό διάστημα ένας κοινωνικός αυτοματισμός που έφερε σε αντιπαράθεση τον ιδιωτικό με το δημόσιο τομέα. Είναι αλήθεια ότι ο ιδιωτικός τομέας αντιμετώπισε πρώτος τις συνέπειες της οικονομικής ύφεσης και μάλιστα απολύτως βίαια με κύριο χαρακτηριστικό το 1,5 εκατομμύριο των ανέργων και το κλείσιμο χιλιάδων μικροεπιχειρήσεων. Πολύ γρήγορα όμως στο στόχαστρο βρέθηκε και ο δημόσιος τομέας, ακόμα και υγιή κομμάτια του, με πρόχειρες διαδικασίες, άκριτα και χωρίς να προηγείται η δημιουργία δομών αξιολόγησης.

Η κυβέρνηση υπεκφεύγει και δεν προχωράει στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο με αποτέλεσμα την τελευταία στιγμή να καταφεύγει πάντα στην εύκολη λύση, αυτή των οριζόντιων περικοπών προσωπικού και των μειώσεων σε μισθούς και συντάξεις. Συνέπεια αυτής της πρακτικής είναι, τελικά, να μειωθεί επιπλέον η αγοραστική δύναμη των πολιτών και αυτό να έχει επιπλέον δραματικές επιπτώσεις στον ήδη δοκιμαζόμενο ιδιωτικό τομέα.

Ωστόσο δημόσιος και ιδιωτικός τομέας δεν θα πρέπει να παρουσιάζονται ως οι δύο άκρες μιας διελκυστίνδας αλλά ως σχήμα συνεργασίας για την ενίσχυση και την ανάπτυξη της οικονομίας. Ένα παράδειγμα ενός διαφορετικού σκεπτικού αποτελεί η πρωτοβουλία της Task Force για την διοικητική μεταρρύθμιση στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η πρωτοβουλία αφορά πέντε δήμους που επιλέχθηκαν πιλοτικά και συγκεκριμένα τη Θεσσαλονίκη ως αστικό δήμο, τη Σπάρτη ως ημιαστικό, τη Σκόπελο ως νησιωτικό, τις Πρέσπες ως πολύ μικρό και το Καρπενήσι ως ορεινό. Με μεθοδολογία ιδιωτικοοικονομικού φορέα, μέτρηση απόδοσης και αποτελεσμάτων, συνεντεύξεις και έρευνες πεδίου, συλλέγονται στοιχεία, τα οποία στη συνέχεια επεξεργάζονται έλληνες επιστήμονες σε συνεργασία με αντίστοιχους φορείς μελέτης συστημάτων διοίκησης στη Γερμανία, προκειμένου να προβούν στην κατάρτιση προτάσεων που θα συμβάλλουν στη βελτίωση της λειτουργίας του οργανογράμματος και των διαδικασιών του συνόλου των ελληνικών δήμων. Η πρωτοβουλία αυτή μπορεί να κινείται στη σωστή κατεύθυνση ωστόσο οι ρυθμοί παραμένουν αργοί ενώ διαπιστώνεται και έλλειψη συντονισμού με τις πολιτικές που εφαρμόζονται από την κεντρική διοίκηση του κράτους.

Καθώς οι Έλληνες δημόσιοι λειτουργοί βρίσκονται στο μικροσκόπιο των ξένων εποπτικών οργάνων (Τρόικα, Task Force) το στενό ελληνικό δημόσιο προσπαθεία άγαρμπα να προστατευτεί και εχθρεύεται κάθε άλλο φορέα ακόμα και του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Οι δημόσιοι λειτουργοί που στελεχώνουν τα ελεγκτικά όργανα του ελληνικού κράτους έχουν περάσει από τους ελέγχους νομιμότητας διοικητικών πράξεων και αποφάσεων σε ελέγχους σκοπιμότητας των αποφάσεων, μπλοκάροντας σε πολλές περιπτώσεις καινοτόμες πολιτικές πράξεις και πρωτοπόρες ιδέες. Το σκεπτικό αυτό των ελεγκτών υπερβαίνει το θεσμικό τους ρόλο και έτσι από την απόλυτη ασυδοσία των προηγουμένων χρόνων περάσαμε στην απόλυτη απραξία. Κάθε αυθαίρετη, κακόβουλη καταγγελία και κάθε υποψία δόλου αρκεί για να μπλοκάρουν σημαντικές αποφάσεις και έργα της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Αυτή η πρακτική σε συνδυασμό με τη σκληρή στάση μέρους του δικαστικού σώματος που προχωρά σε υπέρμετρα αυστηρές ποινές δημιουργεί ένα φοβικό και τελικά ανασταλτικό κλίμα απέναντι σε τολμηρές πολιτικές ενέργειες, που ξεπερνούν τη διαχειριστική λογική μιας οποιασδήποτε διοίκησης. Τελικά, η τακτική ορισμένων δημόσιων ελεγκτών να λένε «όχι», δεν συνιστά γενναιότητα, αλλά αντίθετα εκφράζει φόβο. Το «ναι» απαιτεί τόλμη στη σημερινή εποχή. Το «ναι» που αξιολογείται, τεκμηριώνεται και βλέπει τη νέα εποχή κατάματα.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι αποφάσεις για το κλείσιμο νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή μη κερδοσκοπικών εταιρειών που εφάπτονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, με μοναδική αιτιολόγηση ότι στο παρελθόν πολλές εξ αυτών αποτελούσαν εστίες εύνοιας και διαφθοράς. Ωστόσο, στην παρούσα συγκυρία αυτές οι δομές θα μπορούσαν να αποτελούν εργαλεία πιο αποδοτικά από τον δυσκίνητο και αγκυλωμένο δημόσιο τομέα, σε σύμπραξη βέβαια πάντα με τον λεγόμενο τρίτο τομέα, δηλαδή τις εθελοντικές ομάδες, την κοινωνία των πολιτών και τις μη εξαρτημένες μη-κυβερνητικές οργανώσεις.

Οι δημόσιες πολιτικές πρέπει να κινούνται προς την κατεύθυνση της χειραφέτησης των μεικτών διαχειριστικών εργαλείων και του τριτογενούς τομέα, σε συνδυασμό με συστήματα ανοιχτής ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, ώστε να γίνουν πιο αποδοτικά.

Όσοι θα διαβάζουν εγκαίρως σωστά τον τρόπο διαφυγής προς τα εμπρός και θα αποφασίσουν να επιτρέψουν την ενεργοποίηση συνεργατικών μεθόδων λειτουργίας μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικής πρωτοβουλίας θα είναι οι πρωτοπόροι που θα απελευθερώσουν τεράστιες δυναμικές πολιτικές για την Ελλάδα προς όφελος τόσο των δημοσίων υπαλλήλων όσο και των εκφραστών του ιδιωτικού μοντέλου ανάπτυξης. Η συμπράξη αυτη θα ωφελήσει και την κοινωνική συνοχή που μοιάζει να εχει τραυματιστεί βαριά από την τεχνηέντως επιβληθείσα αντιπαράθεση δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος.