- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Avanti, κορίτσια, για το πανεπιστήμιο της αγοράς
«Θέλουμε χρήσιμη εκπαίδευση και τη θέλουμε τώρα»
Η κοινωνία και ειδικά μετά την κρίση είναι όσο ποτέ άλλοτε υπέρ τεκτονικών αλλαγών σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Σήμερα θα σας μεταφέρω για λίγο στο μακρινό 2011. Τότε που «όλη η Ελλάδα» βρισκόταν στους δρόμους κατά των γενναίων εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων που ετοίμαζε η τότε υπουργός Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου. Έρευνες της κοινής γνώμης που είχαν γίνει στην αρχή εκείνου του έτους έδειχναν ότι η κοινωνία στήριζε με μεγάλα ποσοστά τα βασικά στοιχεία των κυοφορούμενων αλλαγών. Και τότε ποια Ελλάδα ήταν στους δρόμους;
Το 97% των φοιτητών θεωρούσε ότι έπρεπε να γίνουν βαθιές αλλαγές, ενώ υπέρ των συγκεκριμένων που πρότεινε το υπουργείο ήταν το 77% αυτών και το 80% των γονέων τους. Διότι τις έβλεπαν ωφέλιμες γι' αυτούς. Ακόμα, το 61,5% των φοιτητών ήθελε χρηματοδότηση των ιδρυμάτων μέσω αξιολόγησης, το 84% υποστήριζε τη θεσμοθέτηση κινήτρων για σύνδεση των προγραμμάτων σπουδών με την αγορά εργασίας, το 70% συμφωνούσε με την ένταξη σε προγράμματα σπουδών μετά το 1ο έτος, ενώ το 73% πίστευε ότι οι αλλαγές έδιναν κύρος και αντίκρισμα στο πτυχίο τους. Το 65% της κοινής γνώμης ήθελε λιγότερες και ποιοτικότερες σχολές, ενώ το 62% δεν είχε πάει να ψηφίσει στις φοιτητικές εκλογές. Όλα αυτά και πολλά άλλα, εν έτει 2020, ακόμα τα ψάχνουμε.
Το σημαντικότερο; Μόνο ένα 4% των φοιτητών πίστευε ότι αυτές οι αλλαγές, που η πλειοψηφία υποστήριζε ως ωφέλιμες, θα μπορούσαν να εφαρμοστούν στο σύνολό τους. Το 73% πίστευε ότι θα εφαρμοστούν μερικώς. Τελικά η ίδια η ζωή δικαίωσε το 21% που έλεγε ότι δεν θα μπορέσουν να εφαρμοστούν καθόλου. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης Γιώργου Α. Παπανδρέου, παρ' όλη τη στήριξή της από 255 βουλευτές, απαξιώθηκε και φαλκιδεύτηκε με «διορθωτικές κινήσεις» επόμενων κυβερνήσεων, μέχρι που αποκαθηλώθηκε και τυπικά το 2016 από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και η βούληση των πολιτών είχαν ηττηθεί. Η αριστερά και το βαθύ πανεπιστήμιο είχαν θριαμβεύσει. Μαζί τους είχαν νικήσει και πολλοί παράγοντες του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που δεν έβλεπαν με καθόλου καλό μάτι τις καινοτομίες της τολμηρής οραματίστριας Άννας. Διότι ήθελε τόλμη για να φέρεις την ελληνική εκπαίδευση κοντά στα παγκόσμια πρότυπα. Ο ελληνικός εξαιρετισμός ως ιμάντας μικροσυμφερόντων καλά κρατούσε.
Αφού οι φοιτητές και το ευρύ κοινό, δηλαδή η κοινωνία ήταν υπέρ, πώς τα κατάφεραν οι λιγότεροι που ήταν κατά να πετύχουν τον σκοπό τους; Η συνταγή είναι απλή, δοκιμασμένη και επιτυχημένη. Δυναμικές μειοψηφίες αριστερών παρατάξεων έκλειναν ή και έσπαγαν τα πανεπιστήμια, ικανή μερίδα του εκπαιδευτικού και διοικητικού προσωπικού τους σιγοντάριζε ρητά ή υπόρρητα, πανεπιστημιακές αρχές δήλωναν ότι δεν θα εφαρμόσουν τον νόμο, το «άσυλο» εμπόδιζε την επέμβαση της πολιτείας, τα κόμματα της αριστεράς παρείχαν την πολιτική κάλυψη και ο τύπος, αχ αυτός ο τύπος, μας ενημέρωνε ότι «οι φοιτητές και ο λαός λένε ΟΧΙ στο νομοσχέδιο». Διότι δεν θέλουν το πανεπιστήμιο των μονοπωλίων και της αγοράς και άλλα τέτοια μπαγιάτικα που τότε καταναλώνονταν σαν ζεστά ψωμάκια. Προσέξτε, αυτά τα έλεγαν δήθεν οι φοιτητές, όχι τα μέλη συγκεκριμένων παρατάξεων. Αυτό δηλαδή που γράφεται ακόμα σε κάθε απεργία.
Απέναντι σε αυτό το κατασκευασμένο πολιτικό κλίμα, που ναρκοθετούσε ακόμα βαθύτερα η τηλεόραση, κανένα πολιτικό κόμμα δεν μπορούσε να αντέξει εκείνα τα χρόνια. Καλοθελητές της συμπολίτευσης, που και αυτοί δεν ήθελαν τις αλλαγές, μιας και έθιγαν συμφέροντα πολλών χρόνων, βαρούσαν δήθεν συναγερμό και υπέσκαπταν εκ των έσω τις μεταρρυθμίσεις. Το πολιτικό σύστημα έσκυβε το κεφάλι, πέταγε λευκή πετσέτα και η καθυστέρηση σήκωνε το κύπελλο. Η ιδιωτικοποίηση της δημόσιας εκπαίδευσης την οποία πολλοί κατήγγειλαν ήταν γεγονός. Το πανεπιστήμιο ανήκε στις μειοψηφίες του. Αν σήμερα πρέπει να δοθεί μια μάχη είναι αυτή: Να επιστρέψει στην κοινωνία, στους πολίτες που πληρώνουν τα έξοδά του.
Η εκπαίδευση και μάλιστα ο νόμος 4009/11 είναι απλώς ένα ενδεικτικό παράδειγμα. Ένα παράδειγμα που τεχνηέντως κάποιοι χρησιμοποιούν για να δείξουν ότι η κοινωνία αρνείται τις ριζικές αλλαγές. Η κατάργηση όμως του ασύλου της ανομίας, αυτού του τοτέμ των οπαδών της αβελτηρίας, βρίσκει σύμφωνο το 60% των πολιτών, ενώ το ίδιο ποσοστό θέλει και κάρτα εισόδου για τα πανεπιστήμια. Η κυβέρνηση τόλμησε «το άσυλο» και δικαιώθηκε. Θα τολμήσει και την κάρτα εισόδου ώστε να γλιτώσει τους πανεπιστημιακούς χώρους από τους βανδαλισμούς; Ή τη θεσμοθέτηση της βάσης του 10 για την εισαγωγή, που σταδιακά θα κλείσει μια ομάδα «σχολών» λόγω έλλειψης φοιτητών με βαθμό πρόσβασης κάτω από τη βάση; Ή την κατάργηση των αιώνιων φοιτητών; Από το μακρινό 2006, το 65,3% των πολιτών συμφωνούσε με την καθιέρωση ανώτατου ορίου για τη διάρκεια των σπουδών.
Προφανώς οι πολίτες δεν ανέχονται να βλέπουν τα παιδιά τους να καμώνονται ότι σπουδάζουν και να αφήνουν τα γόνιμα χρόνια να περνούν. Δεν είναι ούτε κορόιδα, ούτε ηλίθιοι. Θέλουν όμως οι σκληροί των κομμάτων της εναλλακτικής αριστεράς, που τρελαίνονται όταν βλέπουν παιδιά να αριστεύουν και να προοδεύουν. Αρκεί να μην είναι τα δικά τους.
Η κοινωνία, και ειδικά μετά την κρίση που πέρασε, είναι όσο ποτέ άλλοτε υπέρ τεκτονικών αλλαγών σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Με κατεύθυνση την εντατικοποίηση των σπουδών και την άμεση σύνδεσή τους με την αγορά εργασίας. Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών έχει καταλάβει πια ότι τα δήθεν δημοκρατικά φληναφήματα, οι επικλήσεις στον «αντιαυταρχισμό» και στα ντεμέκ εναλλακτικά προγράμματα που συνοδεύονται από απίστευτη χαλαρότητα και βαθιά χασμουρητά είναι εκ του πονηρού. Όπως και οι μάχες οπισθοφυλακών κατά της αξιολόγησης και της αγοράς. Απλά βολεύουν τις δυνάμεις της οκνηρίας, της ασχετοσύνης και του ωχαδερφισμού. Βολεύουν και μια μειοψηφία ιδεοληπτικών, με ικανή πολιτική δύναμη στον χώρο της εκπαίδευσης, που φαντάζονται τα σχολεία ως καμίνια μιας μελλοντικής σοσιαλιστικής επανάστασης. Ως πότε;
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου δεν έχει κανένα λόγο να ανοίγει μακρύ δημόσιο διάλογο με φορείς που εδώ και 40 χρόνια επαναλαμβάνουν μονότονα τις ρετσέτες της πιο οπισθοδρομικής αριστεράς και του πιο αδιάφορου σχολείου. Δηλαδή περιμένει από την ηγεσία της ΟΛΜΕ να συμφωνήσει στην «τράπεζα θεμάτων» ως εργαλείο αξιολόγησης των μαθητών, που θα υποχρεώνει τους καθηγητές να τελειώνουν την ύλη; Να συμφωνήσει με την αύξηση των εξεταστέων μαθημάτων στο γυμνάσιο, που θα δώσει περισσότερη δουλειά στους δασκάλους; Να συμφωνήσει σε νέα σύγχρονα προγράμματα σπουδών, που θα βάλουν τον εκπαιδευτικό κόσμο να διαβάσει και πάλι; Να συναινέσει στη συμμετοχή των επιχειρήσεων στην πρακτική και τα προγράμματα των ΕΠΑΛ; Ή να πετάξει τη σκούφια της για την αξιολόγηση των υπαλλήλων; Τι την πέρασε την ΟΛΜΕ; Νεοφιλελεύθερο σωματείο;
Ή μήπως περιμένει να συμφωνήσουν τα πανεπιστήμια με τη χρηματοδότηση μέσω αξιολόγησης έστω και κατά το πενιχρό 20%; Από το διεθνές επιστημονικό τους αποτύπωμα, από την απορρόφηση των αποφοίτων τους στην αγορά εργασίας, από τον σεβασμό στην ισότητα των φύλων, την παροχή προσβασιμότητας σε άτομα με ειδικές ανάγκες. Τα ύστερα του κόσμου της σοσιαλιστικής Ελλάδας. Αυτός που δουλεύει και διακρίνεται παγκοσμίως προφανώς και πανηγυρίζει μιας και ωφελείται. Πόσοι όμως διακρίνονται; Και οι υπόλοιποι τι θα κάνουν; Θα το αποδεχτούν στωικά; Για να μην αναφερθούμε σε εκείνους που αρνήθηκαν τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά στο όνομα της δωρεάν παιδείας και του πολέμου κατά του καπιταλισμού. Βλέπετε, αν βάλεις δίδακτρα, ο πελάτης θα έχει απαιτήσεις και ίσως να μην μπορείς να ανταποκριθείς. Στο «τσάμπα» ποιος θα πει κουβέντα; Αντιθέτως ζητάς αύξηση των δαπανών για τη δημόσια παιδεία και είσαι και πολιτικά ορθός. Αμ πώς αλλιώς;
Και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον επαναστατικό και αντισυστημικό. Με πάντοτε μπροστά πέντε παιδιά που περνούν ένα λουκέτο στην πόρτα του σχολείου ή του πανεπιστήμιου και βγάζουν ένα πανό με τη λέξη ΚΑΤΑΛΗΨΗ. Αυτά νομίζουν ότι κάνουν επανάσταση, ενώ το βαθύ σχολείο χουχουλιάζει και πληρώνεται. Και ελπίζει ότι το πολιτικό κόστος δεν θα επιτρέψει στην ηγεσία να προχωρήσει σε αλλαγές που θίγουν τα συμφέροντά του ή ακυρώνουν τις ιδεοληψίες του. Την ίδια στιγμή οι σωστοί μαθητές είναι στα σπίτια τους και διαβάζουν ή κάνουν εντατικό φροντιστήριο. Είναι ακριβώς αυτοί που αύριο θα μεγαλουργήσουν και θα σώσουν την παρτίδα. Μπορεί και την πατρίδα.
Από την άλλη, η πολιτεία σέβεται την «επανάσταση» και πάει διακριτικά το πάσο της. Μέχρι χτες με την κάλυψη του ασύλου, μπουλντόζα να έφερνες να κατεδαφίσεις το πανεπιστήμιο, κανείς δεν θα σου έλεγε κουβέντα, που λέει ο λόγος. Σήμερα ίσως σε σταματήσουν, αλλά γρήγορα θα πλακώσει το μισό σχεδόν κοινοβούλιο να υπερασπιστεί το δημοκρατικό σου δικαίωμα να κλείνεις το δημόσιο σχολείο, αρκεί να δηλώνεις ότι το κάνεις για πολιτικούς λόγους. Να δηλώνεις προοδευτικός. Ο κόσμος τα σιχάθηκε όλα αυτά. Επιτέλους ένας διαφορετικός λόγος ακούγεται στα φοιτητικά πηγαδάκια.
Η Ελλάδα είναι στην τελευταία θέση των 28 χωρών της ΕΕ στην κατάταξη του ευρωπαϊκού δείκτη δεξιοτήτων. Παίρνει μηδέν στον δείκτη αντιστοίχησης προσόντων, αφού η δευτεροβάθμια τεχνική της εκπαίδευση είναι εικονική, μια δομή φύλαξης εφήβων της οποίας ακόμα και οι μαθητές δηλώνουν ότι δεν μαθαίνουν απολύτως τίποτα. Παίρνει μηδέν στον δείκτη απασχόλησης εργατικού δυναμικού ηλικίας από 20-34 ετών που έχουν πτυχίο δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Κι εμείς καθόμαστε και συζητάμε τι είπε ο ένας και ο άλλος συνδικαλιστής ή πολιτευτής.
Αν κάτι έχει να κάνει η άξια ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, οι κυρίες Νίκη Κεραμέως και Σοφία Ζαχαράκη, είναι να προχωρήσει στα σχέδιά της χωρίς πολλές κουβέντες με τους μηχανισμούς της αβελτηρίας. Τον καιρό της χάνει συζητώντας με αυτούς. Ο λαός, οι πολίτες, η κοινωνία, τα παιδιά και οι γονείς τους είναι με το μέρος τους. Και είναι αυτοί που θα την κρίνουν εκ του αποτελέσματος. Θέλουν σχολεία με στόχους και αξιολόγηση. Θέλουν πτυχία με αντίκρισμα. Θέλουν εκπαίδευση άμεσα συνδεδεμένη με την αγορά. Θέλουν γνώσεις και δεξιότητες που έχουν ζήτηση. Όχι αέρα κοπανιστό, όχι προγράμματα της δεκαετίας του '80, πασπαλισμένα με πολιτική βία και αντιαυταρχική μπουρδολογία για να καλύπτουν τους πονηρούς, τους ημιμαθείς και τους ημέτερους.
Αν ανοίξουν το παράθυρό τους και στήσουν αυτί, θα ακούσουν έναν ήχο. Δεν είναι ο θόρυβος της Αττικής οδού, αλλά η φωνή της κοινωνίας των πολιτών που φωνάζει. «Θέλουμε χρήσιμη εκπαίδευση και τη θέλουμε τώρα». Avanti, κορίτσια. Για το πανεπιστήμιο της αγοράς.