Πολιτικη & Οικονομια

Άκης Σκέρτσος: Το «φαινόμενο Airbnb» - Ναι, αλλά με κανόνες

Τι σημάδια για το μέλλον μάς δείχνει η δεκαετία που μόλις τελείωσε;

A.V. Team
ΤΕΥΧΟΣ 728
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αφιέρωμα στη δεκαετία 2010 - 2020. Ο Άκης Σκέρτσος γράφει για το φαινόμενο Airbnb στα χρόνια των 10s.

Η οικονομία του διαμοιρασμού αναδύθηκε ως μια καινούργια πρακτική συναλλαγής και πηγή πρόσθετου εισοδήματος σε εποχές οικονομικής ανέχειας, καθώς η παγκόσμια οικονομία πάλευε να βγει από το κραχ του 2008. Δέκα χρόνια μετά, η «οικονομία διαμοιρασμού» από περιθωριακός όρος που τον ήξεραν μόνον ελάχιστοι μυημένοι στη νέα εμπειρία, κυρίως από τη γενιά των millennials, πλέον έχει περάσει όχι απλώς στα πρωτοσέλιδα των μεγάλων εφημερίδων του κόσμου ή στη θεματολογία σοβαρών διεθνών συνεδρίων αλλά και στο στόμα μικρο-ιδιοκτητών ακινήτων. 

Οι τελευταίοι μπορεί να μην καταλαβαίνουν πώς λειτουργεί η sharing economy, ξέρουν όμως ότι με το Airbnb γεμίζουν οι τραπεζικοί λογαριασμοί τους γρηγορότερα και περισσότερο από το αν νοίκιαζαν την περιουσία τους ως κλασική αστική μίσθωση. Με ενθουσιασμό που θυμίζει κάτι από τον πυρετό του χρυσού τον 19ο αιώνα στην Αμερική, η νέα τάση εξαπλώνεται σε δημοφιλείς ταξιδιωτικούς προορισμούς, σε μεγάλες και μικρές πόλεις ή σε νησιωτικούς οικισμούς. Δρα σαν καταλύτης που μετασχηματίζει πολλούς τομείς της καθημερινότητας των περιοχών αυτών. 

Το φαινόμενο της βραχυχρόνιας μίσθωσης μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας έχει, πλέον, κατακτήσει τουλάχιστον 190 χώρες, ο τζίρος της αποτιμάται σε δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια και από χρονιά σε χρονιά μεγαλώνει, επιβεβαιώνοντας τη ρήση «το νέο δεν είναι μόδα, είναι αξία». Απο 15 δισεκατομμύρια το 2014, εκτιμάται ότι το 2025 θα φτάσει τα 335 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. 

Μόνο στην Ελλάδα, σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, το 12μηνο Ιούλιος 2018 - Μάιος 2019 τα έσοδα από τις μισθώσεις καταλυμάτων μέσω διαδικτύου στην Ελλάδα ανήλθαν σε 1,15 δισ. ευρώ. Ενώ έρευνα της Grant Thornton ανεβάζει τον τζίρο σε 1,9 δις ευρώ, το 10% της τουριστικής δαπάνης. 

Οι αλλαγές που επιφέρει το Airbnb είναι όχι απαραιτήτως όλες θετικές, όπως υποστηρίζουν οι ένθερμοι θιασώτες του. Ούτε όλες αρνητικές, όπως διατείνονται οι σφοδροί πολέμιοί του. 
Ποικίλο το πλήθος των υπέρμαχων του μοντέλου της βραχυχρόνιας μίσθωσης: πρωτίστως οι άμεσα ωφελούμενοι – «οικοδεσπότες» και «φιλοξενούμενοι». Οι μεν πρώτοι απολαμβάνουν καλές αποδόσεις και ένα πρόσθετο εισόδημα από τα υποαξιοποιημένα αλλά υπερ-φορολογημένα ακίνητά τους. Οι δε «χρήστες» της φθηνής στέγης απομειώνουν το κόστος ενός ταξιδιού στον επιθυμητό προορισμό. 

Σύμμαχοί τους πλείστοι όσοι του νέου οικοσυστήματος: μικροεπαγγελματίες της σίτισης, των μεταφορών, της διασκέδασης, τεχνίτες, και άλλες υπηρεσίες που άνθισαν από το ανέλπιστο El Dorado. Στους υπερασπιστές του Airbnb και όσοι πιστεύουν ότι η εμπειρία του «local», να ζήσει δηλαδή ο ταξιδιώτης κοντά στους ντόπιους του μέρους που επισκέπτεται, λειτουργεί και κατά της ξενοφοβίας, καθώς «όλο και περισσότεροι άνθρωποι αρχίζουν να καταλαβαίνουν την κουλτούρα των άλλων και να εμπιστεύονται έναν ξένο». Σε αφιέρωμα των Τάιμς της Νέας Υόρκης, μάλιστα, καθηγητής κοινωνιολογίας ανακήρυξε το Airbnb «νέα Κοινωνία των Εθνών»!

Από την άλλη πλευρά, δεν είναι λίγες και οι παρενέργειες που πρέπει η οργανωμένη πολιτεία να διαχειριστεί. Δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός προς τις οργανωμένες τουριστικές επιχειρήσεις, αδήλωτη εργασία αλλά και απώλεια εσόδων για το δημόσιο, καθώς εκτιμάται ότι ένα 60% των μισθώσεων είτε δεν δηλώνεται καθόλου είτε δηλώνεται μερικώς στη φορολογική διοίκηση. 

Επιπλέον, αλλάζουν όψη ολόκληρες γειτονιές, καθώς πολυκατοικίες που δεν έχουν χτιστεί για αυτή τη χρήση μεταμορφώνονται σε «τουριστικά καταλύματα», και βεβαίως γεννάται θέμα ηχορύπανσης ακόμη και ασφάλειας. Επιβαρύνεται έτσι δυσανάλογα το αστικό περιβάλλον από τον υπερτουρισμό σε συγκεκριμένες περιοχές. 
Τέλος, η έλλειψη σπιτιών προς ενοικίαση οδηγεί σε γεωμετρική αύξηση τις τιμές ενοικίασης για τις οικονομικά ασθενέστερες πληθυσμιακές ομάδες, ενώ ταυτόχρονα παραμονεύει και ο κίνδυνος μιας νέας «φούσκας» στην αγορά ακινήτων. 

Όλα τα επιχειρήματα υπέρ και κατά της βραχυχρόνιας μίσθωσης μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας (ό,τι αποκαλούμε Airbnb που ωστόσο είναι το όνομα της πιο γνωστής πλατφόρμας) περιέχουν κομμάτια αλήθειας σχετικά με το νέο φαινόμενο που εμφανίζει τα ίδια χαρακτηριστικά –θετικά και αρνητικά– παντού όπου εξαπλώθηκε, στη Νέα Υόρκη, το Παρίσι, τη Βιέννη, το Μόναχο ή τη Βαρκελώνη. 

Αρκετούς ευνόησε και για άλλους εξελίχθηκε σε πρόβλημα. Έφερε κέρδη αλλά και φοροδιαφυγή, δημιούργησε οικιστικές πιέσεις και «αλλοίωση» του αστικού περιβάλλοντος αλλά και «ζωντάνεψε» περιοχές. Τα συμβαίνοντα στην Ελλάδα δεν είναι εξαίρεση. Η διαφορά είναι, όπως είθισται να συμβαίνει, ότι άλλες χώρες ή πόλεις φρόντισαν ήδη να ρυθμίσουν τη νέα κατάσταση ώστε να επέλθει ισορροπία προς όφελος όλων. 
Κοινή συνισταμένη των παρεμβάσεων που έχουν γίνει στο εξωτερικό, και οδηγός και για την εσωτερική διαχείριση του θέματος, είναι η διαφύλαξη των μικτών χρήσεων ως συστατικού στοιχείου της δημοκρατικής συμβίωσης στις πόλεις. Τι εννοώ; Μια άνευ όρων και κανόνων επέλαση των βραχυχρόνιων μισθώσεων αποτελεί δυνάμει κίνδυνο διάβρωσης της κοινωνικής συνοχής των πόλεων. Και κατ’ επέκταση της ίδιας της κοινωνικής κινητικότητας. Μια δημοκρατική πόλη πρέπει να αντιστέκεται στη «μονοκαλλιέργεια» αποκλειστικών δραστηριοτήτων και να ενθαρρύνει τη συνύπαρξη τόσο διαφορετικών κοινωνικών ομάδων όσο και οικονομικών παικτών.

Στο ερώτημα λοιπόν «ναι ή όχι στο RBnB;» η απάντηση είναι «ναι, αλλά με κανόνες».

Στην Ελλάδα, παρότι η προηγούμενη κυβέρνηση θέσπισε ένα πλαίσιο ρύθμισης από το 2016, ουδέποτε το ενεργοποίησε στην πράξη με την έκδοση των αναγκαίων εφαρμοστικών αποφάσεων. Ίσως διότι φοβήθηκε να διαχειριστεί τις πολλές και δύσκολες εντάσεις που δημιουργούν οι βραχυχρόνιες μισθώσεις μεταξύ ετερόκλητων κοινωνικών ομάδων.
Σε μια ισορροπημένη ρύθμιση κατατείνει το νομοθετικό πλαίσιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση, με σαφείς κανόνες λειτουργίας αλλά και μηχανισμούς παρακολούθησης της εφαρμογής τους. Τα υπό μίσθωση ακίνητα υποχρεωτικά θα πρέπει να διαθέτουν πλήρη φάκελο με την «ταυτότητά» τους (πολεοδομικές άδειες, προδιαγραφές ασφαλείας για σεισμό, πυρκαγιά κ.λπ.) και να εγγράφονται υποχρεωτικώς στο Μητρώο Ακινήτων. 

Στο μέτωπο του περιορισμού της φοροδιαφυγής, με διάταξη του νέου φορολογικού νόμου, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων μπορεί να ζητάει από τις διαδικτυακές πλατφόρμες βραχυχρόνιας εκμίσθωσης ακινήτων να της παραδώσουν τα στοιχεία (ΑΦΜ) των ιδιοκτητών που εξυπηρετούν καθώς και τα ποσά που τους έχουν καταβάλει. Έτσι θα μπορεί να κάνει διασταυρώσεις στοιχείων ώστε να εντοπιστούν όσοι φοροδιαφεύγουν. Εφόσον δεν παραδοθούν τα στοιχεία από τις πλατφόρμες τότε η ΑΑΔΕ έχει πλέον το δικαίωμα να δώσει εντολή στους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου στην Ελλάδα να μπλοκάρουν τους σχετικούς δικτυακούς τόπους. 

Ταυτοχρόνως θα πρέπει να γίνει ορθολογικός σχεδιασμός για τη διαχείριση της νέας τάσης, να μελετηθούν οι ροές των τουριστών, να καταγραφούν οι κορεσμένες περιοχές και να αναζητηθούν άλλες. Να παρέμβουν οι δημοτικές αρχές σε συνεργασία με την κεντρική κυβέρνηση για να δημιουργηθούν στοχευμένες πολιτικές στέγασης σε περιπτώσεις μικρών οικισμών όπου ιδιοκτήτες ακινήτων «αρνούνται» να νοικιάσουν τα σπίτια τους σε φοιτητές, εκπαιδευτικούς ή γιατρούς ή τους ζητούν υπέρογκα μισθώματα.  

Και βεβαίως να ενταθούν οι έλεγχοι για όλες εκείνες τις παράνομες επιχειρηματικές χρήσεις που μπήκαν «από το παράθυρο» υπό τον μανδύα της βραχυχρόνιας μίσθωσης ενώ στην πραγματικότητα λειτουργούν σκιωδώς και χωρίς κανέναν έλεγχο ως τουριστικές επιχειρήσεις, προκαλώντας αθέμιτο ανταγωνισμό στον τουριστικό κλάδο.  

Εν κατακλείδι, καθώς ο διεθνής τουρισμός αυξάνεται κάθε χρόνο κατά 5-6% και χωρίς να συνυπολογίσουμε το ποσοστό αύξησης του εσωτερικού τουρισμού, είναι προφανές ότι η νέα μορφή ενοικίασης καταλυμάτων ήρθε για να μείνει. Το καινούργιο δεν το πολεμάς, δεν γίνεσαι λουδίτης αλλά φροντίζεις να πολλαπλασιάσεις τα θετικά στοιχεία του και να περιορίσεις –αν όχι να εξαλείψεις– τις αρνητικές επιπτώσεις. Και σε αυτή την προσπάθεια μπορούμε να συμβάλλουν όλες οι πλευρές. 

*Ο Α. Σκ. είναι υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργό, αρμόδιος για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου