Πολιτικη & Οικονομια

Η ομορφιά του κόσμου

Αντώνης Νικολής
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αναλογιζόμουν τελευταία το διαρκές έλλειμμα του πολιτικού φιλελευθερισμού στη σκέψη και στο λόγο μας, νομίζω μεγαλύτερο κι από το οικονομικό που μας κατατρύχει, ότι αν φέρ’ ειπείν ήταν λίγο πιο σοβαροφανείς, κάπως πιο συγκροτημένοι οι Έλληνες τρομοκράτες, δε θα είχαμε αντεπιχειρήματα στα εγκλήματα ή στα… διαγγέλματά τους. Από το ίδιο έλλειμμα που δεν μπορούμε να διακρίνουμε τη δημοκρατία από το νεποτισμό ή το φατριασμό, τη φιλολαϊκή πολιτική από την πελατειοκρατία ή την ευνοιοκρατία, το ότι δεν ντρεπόμαστε –δεν υπάρχει άλλο ρήμα– για τις μικροπολιτικές συναλλαγές της πολιτικής τάξης με το ορθόδοξο ιερατείο, και τόσα και τόσα άλλα. Είναι, βέβαια, και που πλέουμε πλησίστιοι σε πελάγη… ανεκλάλητου λαϊκισμού, αρμένισμα από χρόνια, που αυτό κι αν οφείλεται στο εν λόγω έλλειμμα.

Μοιάζει σχεδόν με πασπαρτού, αν οι Έλληνες ήμαστε πολιτικά φιλελεύθεροι, θα ήμαστε και εμείς μία σύγχρονη ευνομούμενη κοινωνία. Ευθύνεται το χαμηλό μέσο μορφωτικό επίπεδο; Όσοι έχουν εμπειρία και άλλων ευρωπαϊκών κοινωνιών δε συμφωνούν πάντα. Η γεωγραφική θέση, η αστάθεια στα Βαλκάνια, που δεν επέτρεψαν έναν ομαλό ιστορικό βίο; Το πολιτικό προσωπικό, κοτζαμπάσηδες και πολιτικάντηδες, εξαρχής μία παρωδία ιθύνουσας τάξης, που δεν μπορούσε παρά να διαιωνίζει την υπανάπτυξη με μερεμέτια μόνο ορθολογικής διοίκησης, – εξευρωπαϊσμού κατά τον επικρατούντα ιστορικό όρο; Ή μήπως έτσι κι αλλιώς πολύ δύσκολα θα μας αναλογούσε περισσότερη μοίρα στο σύγχρονο κόσμο;

Όποια κι αν είναι η απάντηση, όλα δείχνουν ότι βρισκόμαστε και πάλι σ’ εκείνο το σημείο καμπής που κατακερματισμένοι και με ηγεσία ανεπαρκή και κοντόθωρη, αδυνατώντας οι ίδιοι να αναλάβουμε τις ευθύνες των μεταρρυθμίσεων στους θεσμούς, τις αλλαγές στη ζωή μας, θα αφεθούμε ξανά έρμαια στη διεθνή συγκυρία. Η οποία εφόσον παραμένει σταθερή θα επιβάλλει σαν σε δυσδιοίκητο προτεκτοράτο χρόνια κηδεμονία του τύπου των απανωτών μνημονίων, (άραγε μέχρι πότε;), ή αν περιέλθει σε αστάθεια και ύφεση θα μας αφήσει στην τύχη μας, το πιθανότερο σε μία ακόμα εθνική καταστροφή.

Μ’ άλλα λόγια, είτε αργά και βασανιστικά είτε απότομα και βίαια, ένα είναι σίγουρο, η ζωή μας θα ξαναγίνει πραγματική. Τα χρόνια που ζούσαμε με την επιτήδευση του ύφους της καλής ζωής, το περιβόητο life style, ακόμα και όσοι αντιλαμβανόμασταν ότι δεν ήταν όντως καλή ζωή, τινάζαμε τους ώμους, ομολογούσαμε ότι, ναι, δε βαριέσαι, ίσως καλύτερα έτσι. Η πραγματική ζωή είναι σκληρή· δεν είναι εύκολα ευχάριστη, και όπως μαθαίνουμε επώδυνα τώρα είναι και αναπόδραστη. Σπανιότατα επίσης ανάλαφρη. Μπορεί όμως να γίνει αληθινή. Μόνο η πραγματική ζωή μπορεί να γίνει αληθινή.

Αληθινά γίνονται τα πράγματα μέσα μας. Αρκεί προηγουμένως να τα βιώσουμε στο χώρο και στο χρόνο το δικό τους, τον πραγματικό, όχι μόνο σαν μια φευγαλέα εντύπωση. Τότε μπορούμε και να τα νοτίσουμε με συγκίνηση. Να ζήσουμε την ποίησή τους. Δεν υπάρχει τίποτα σ’ αυτόν τον κόσμο δίχως ποίηση. Και το παραμικρό και το πιο ταπεινό έχει τη δική του ποίηση. Να θυμηθούμε τους παλιούς, όταν ύστερα από κάτι μικρές παύσεις συχνές ιδίως στο απογευματινό καφέδισμα, σαν που χάνονταν στην ομορφιά του κόσμου, επέστρεφαν μ’ έναν άηχο αναστεναγμό, μια βαθιά ανάσα, κι είτε το ψέλλιζαν είτε όχι μ’ ένα ευγνώμον «Δόξα σοι ο Θεός».

Να διαστείλουμε το χρόνο που μας περιέχει, να νιώσουμε πόσος πολύς καιρός μπορεί να είναι ένα και μόνο απόγευμα. Να κλείσουμε τα κύμβαλα του λαϊκισμού, τις τηλεοράσεις. Για πάντα. Να ρεμβάσουμε την ομορφιά του κόσμου σ’ όσα μάς περιβάλλουν. Να περπατήσουμε, ν’ ακούσουμε ωραίες μουσικές, να διαβάσουμε καλή λογοτεχνία. Να χαϊδέψουμε με τη μύτη το σβέρκο, τ’ αυτιά, τα ριζά του λαιμού, το στέρνο, τα χέρια, τις παλάμες του ή της συντρόφου μας. Κι αν δεν έχουμε σύντροφο, μα κι αν έχουμε, να μοιράσουμε ζεστά λόγια και μαλακά βλέμματα και τρυφερές χειραψίες στους οικείους και στους φίλους μας.

Να βάλουμε στο δισάκι μας συγκίνηση. Ο δρόμος θα είναι μακρύς.


Υ.Γ. Δείτε και στο ιστολόγιό μου την ανάρτηση: .