Πολιτικη & Οικονομια

Η πολύ πικρή ιστορία των Κοτζαμπάσηδων της ΕΡΤ

Η δημόσια τηλεόραση εκπέμπει επαρχιωτισμό, φοβικά ανακλαστικά, πνευματική φτώχεια και λαϊκιστική νοοτροπία

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 716
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

ΕΡΤ: Μπορούμε να έχουμε μια αυτονομημένη, ανεξάρτητη και δημοσιογραφικά άρτια Δημόσια Τηλεόραση;

Μία φορά και ένα καιρό, κατά την προϊστορική περίοδο 1974- 1975 επί κυβερνήσεως Καραμανλή, αμέσως μετά τη Χούντα, ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας αποτόλμησε το ανήκουστο. Να εναποθέσει στις αποδεδειγμένες ικανότητες μίας εμβληματικής τρόικας τη δημιουργία αξιόπιστης, δημοσιογραφικά άρτιας και αισθητικά πρωτοποριακής Δημόσιας Τηλεόρασης.

Για να ξεκαθαρίσουμε από την αρχή. Ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπήρξε ποτέ κομμουνιστής ούτε η τρόικα που επέλεξε ήταν αριστερών προσανατολισμών.
Ο Δημήτρης Χορν, ο Οδυσσέας Ελύτης και ο Παύλος Μπακογιάννης ανέλαβαν να ηγηθούν του εγχειρήματος. Δυστυχώς η πρωτοβουλία  άντεξε ελάχιστα. Ούτε η αισθητική του Χορν, ούτε η διεισδυτικότητα του ποιητή, ούτε και η δημοσιογραφική πείρα και η κοινωνική ευαισθησία του Παύλου Μπακογιάννη ήταν τελικά αρκετά εφόδια για να κερδίσουν μία μάχη που ήταν εκ προοιμίου χαμένη. Το σύστημα του άθλιου κοτζαμπασισμού, ο βαλκανικός φιλοτομαρισμός του πολιτικού συστήματος, ο υφέρπων λαϊκιστικός - φασιστικός λόγος, η αμορφωσιά κέρδισαν κατά κράτος. Η τρόικα αποπέμφθηκε. Κέρδισαν οι κομματάρχες και τα πρωτοσέλιδα των Τσελιγκάδων του Τύπου στις φυλλάδες τους που κατακεραύνωναν την απόπειρα αυτονόμησης της Δημόσιας Τηλεόρασης.

Ο Ελύτης τιμήθηκε από τη διεθνή κοινότητα. Ο Δημήτρης Χoρν αναγνωρίστηκε νωρίς από το ελληνικό κοινό. Ο Παύλος Μπακογιάννης δολοφονήθηκε. Δεκαετίες μετά κάποιοι σκέφτηκαν να τον κάνουν «Στάση Μετρό». Τόσο καταλαβαίνουν οι κοτζαμπάσηδες.

Η Δημόσια Τηλεόραση εξελίχθηκε στο γνωστό εμετικό μοντέλο όπου δολοφονείται η ενημέρωση. Πρόκειται για μία παγκόσμια πρώτη. Να πληρώνει ο φορολογούμενος ένα δημόσιο προϊόν το οποίο η ίδια η κοινωνία έχει απαξιώσει με τη στάση της. Το σύστημα λειτουργεί με στεγανά που επιτρέπουν στους εκάστοτε εκλεκτούς κοτζαμπάσηδες της κάθε κυβέρνησης να διανέμουν ρόλους, μισθούς, κονδύλια, αξιώματα. Όλα αυτά συμβαίνουν με την κάλυψη της εκάστοτε πλειοψηφίας της Βουλής. Ανήκουστο. Ο βιασμός της Δημοκρατίας επιχειρείται με την πολιτική και νομική κάλυψη της νομοθετικής εξουσίας η οποία νομιμοποιεί την κάθε αυθαίρετη επιλογή της εκτελεστικής εξουσίας. Αυτό το ανοσιούργημα το χρηματοδοτεί ο έλληνας πολίτης, χωρίς να ερωτηθεί, με ένα τέλος επί του λογαριασμού του σε υπηρεσία κοινής ωφελείας. Της ΔΕΗ. Ποτέ ο βαλκανικός καπιταλισμός δεν έφθασε τόσο κοντά στην τελειότητα.

Η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη ημέρα εξουσίας της κατέδειξε πως το σύστημα Κουμουνδούρου καμία σχέση δεν είχε με μία αυτονομημένη, ανεξάρτητη και δημοσιογραφικά άρτια Δημόσια Τηλεόραση. Εκ των υστέρων επιχειρείται να δαιμονοποιηθεί αποκλειστικά το Μαξίμου για την ενημερωτική κατάντια της ΕΡΤ. Πρόκειται για τέχνασμα. Η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ απεχθάνεται την αυτόνομη και ανεξάρτητη ενημέρωση, όπως και κάθε άλλη εξουσία. Είναι τόσο απλό. Είναι τόσο απελπιστικά απλό.

Η δεξιά του Μητσοτάκη ανέλαβε με τη σειρά της να διοικήσει το τέρας της Μεσογείων. Οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν ήταν παρόμοιες με εκείνες που προηγήθηκαν. Ένας διαγωνισμός για το θεαθήναι όπου ο «εκλεκτός» ανακοινώνεται πριν αλέκτορα φωνήσαι. Από το γραφείο του πρωθυπουργού στο Ραδιομέγαρο. Έτσι, για να μην υπάρχουν τυχόν παρερμηνείες.

Από το 1974 έως σήμερα έχουν περάσει 45 χρόνια, κοντά μισός αιώνας. Η τρόικα που ανέλαβε τότε να διασφαλίσει τις συνθήκες που θα επέτρεπαν τη λειτουργία μία δημοκρατικά αποδεκτής, δημοσιογραφικά έγκυρης και ενημερωτικά άρτιας Δημόσιας Τηλεόρασης απέτυχε. Κυρίως απέτυχε η τότε πολιτική ηγεσία του ιδρυτή της νέας συντηρητικής παράταξης να επιβάλει ένα εκσυγχρονιστικό μοντέλο δημόσιας ενημέρωσης. Η εξουσία της πασοκικής Κεντροαριστεράς που ακολούθησε, επιβεβαίωσε την υποψία πως ο ελληνικός κοτζαμπασισμός είναι διαχρονικός και διακομματικός. Το μοντέλο εκχυδαϊσμού της Δημόσιας Τηλεόρασης άγγιξε ταβάνι.

Υπήρξε μία παρένθεση επί κυβέρνησης Σημίτη. Το πείραμα και τότε δεν άντεξε στον χρόνο. Επανήλθε η Δεξιά του Κυρίου μετά Βατοπεδίου.

Αργότερα φθάσαμε και στο «Black». Ακόμη και η ίδια η συντηρητική παράταξη, ακόμη και η κεντροαριστερά του ΠΑΣΟΚ (του Βενιζέλου) δεν άντεχαν πια το τερατώδες δημιούργημά τους. Στη συνέχεια το εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαίωσε την ιστορικά πια τεκμηριωμένη υποψία. Στην Ελλάδα ευδοκιμούν οι φυλές του θεσμικού υποκόσμου. Δεν ευδοκιμούν οι δημοκρατικοί θεσμοί, οι δημοκρατικές διαδικασίες, οι σύγχρονες ιδέες, οι οραματικές αναζητήσεις. Για να επικρατήσεις πρέπει να ανταποκρίνεσαι στις προδιαγραφές του «Fake». Τότε σε βραβεύει ακόμη και η υπουργός Παιδείας.

Τα κατάφεραν εκεί στην Εσπερία, ωστόσο. Έστησαν δομές, πάλεψαν γερά με τις αντιστάσεις των πολιτικών συστημάτων, δούλεψαν τα θεσμικά πλαίσια. Είχαν πισωγυρίσματα. Τους κόστισε ακριβά το εγχείρημα. Αλλά στο τέλος έφτιαξαν δημόσια τηλεόραση. Με εγγυήσεις και μηχανισμούς αυτοάμυνας. Με στελέχη που ξέρουν να ελίσσονται αλλά χωρίς να γίνονται ρεζίλι.

Δεν υπάρχουν μυστικά σε αυτή τη δουλειά. Άλλωστε τίποτε δεν μπορεί να παραμείνει κρυφό σε ρυθμούς Internet. Η Δημόσια Τηλεόραση είτε ακολουθεί τις εξελίξεις είτε πεθαίνει. Στην Ελλάδα απλά διατηρείται στη ζωή ως μηχανισμός καταστολής της ανεξάρτητης ενημέρωσης από την εκάστοτε κυβέρνηση. Χωρίς κύρος ώστε τουλάχιστον να είναι αποτελεσματική, χωρίς περιεχόμενο, χωρίς βάθος, χωρίς αισθητικό προσανατολισμό. Εκπέμπει επαρχιωτισμό, φοβικά ανακλαστικά, πνευματική φτώχεια και λαϊκιστική νοοτροπία με φθηνή έως αντιαισθητική δήθεν τάχα μου ελληνικότητα.

Λένε πως κάθε νέα κυβέρνηση δικαιούται κάποιο χρονικό τράτο. Στην εποχή ωστόσο που ζούμε με τις ασύλληπτες ταχύτητες διακίνησης των πληροφοριών καμία νέα κυβέρνηση δεν δικαιούται να μη γνωρίζει. Άρα δεν υπάρχει πίστωση χρόνου. Την αυτονομία και την ανεξαρτησία των Δημόσιων ΜΜΕ είτε την κατοχυρώνεις στο πολιτικό πρόγραμμά σου είτε όχι. Μέση οδός δεν υπάρχει.

Μια φορά και έναν καιρό τρεις προσωπικότητες, ένας θεατράνθρωπος, ένας δημοσιογράφος και ένας ποιητής πείστηκαν να συμμετέχουν στη δημιουργία μιας σύγχρονης Δημόσιας Τηλεόραση. Ο ένας δοξάστηκε στο σανίδι και το σινεμά. Ο άλλος βραβεύτηκε με το βραβείο Νόμπελ. Ο τρίτος δολοφονήθηκε διότι επιχείρησε να συμφιλιώσει μία διχασμένη κοινωνία από τον Εμφύλιο. Και οι τρεις ήταν σημαντικοί αλλά απέτυχαν. Τους ξέβρασε το κύμα του πολιτικού συστήματος.