Πολιτικη & Οικονομια

Υπόθεση Ζακ Κωστόπουλου: η Δίκη

Μπορεί η κοινωνική πλειοψηφία να ξέρει ότι τον Ζακ τον σκότωσαν στο ξύλο, όμως αυτή η πραγματικότητα δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα αναγνωριστεί στο δικαστήριο

Αγγελική Σπανού
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Άννα, ακτιβίστρια στο χώρο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καταγράφει τις συνθήκες για το αποτρόπαιο λιντσάρισμα του Ζακ και την πιθανότητα μη απονομής δικαιοσύνης

Το πολύ δέκα χρόνια και αυτά με αναστολή. Τόσο ο κοσμηματοπώλης όσο και ο μεσίτης δεν κινδυνεύουν να περάσουν την υπόλοιπη ζωή τους στη φυλακή. Από τη στιγμή που κανείς τους δεν κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος τη σκαπούλαραν. Εντάξει, είναι μια ταλαιπωρία η δίκη και όλη αυτή η αρνητική δημοσιότητα πάνω τους αλλά, όπως και να ’χει, φτηνά θα τη βγάλουν.

Αν δεν υπήρχαν τα βίντεο δεν θα είχαν μπλέξει και καθόλου. Θα γίνονταν διάσημοι για λίγα λεπτά καταγγέλλοντας στις κάμερες την ανομία στο κέντρο της Αθήνας με τρεμάμενη από τη φόρτιση φωνή. Και θα είχαν μια ιστορία για να λένε σε φίλους και γνωστούς απολαμβάνοντας συμπαράσταση και συμπόνοια. Η δίκη μπορεί να αργήσει. Το πιθανότερο είναι ότι θα συνενωθούν οι διάφορες δικογραφίες και αυτό θέλει χρόνο, πόσο μάλλον που κανείς δεν βιάζεται αφού δεν υπάρχουν προφυλακίσεις.

Αναρωτιέμαι πώς κοιμούνται το βράδυ. Μάλλον ήσυχα, αν κρίνει κανείς από τη συμπεριφορά τους μετά τον θάνατο του Ζακ. Καμία ενοχή, καμία αυτοκριτική, κανένας δισταγμός. Εμφανίστηκαν σαν θύματα και όχι σαν θύτες. Αν δεν υπήρχε η εικόνα του λιντσαρίσματος μπορεί και οι ίδιοι να είχαν ξεχάσει τι έκαναν.

Για όποιον έχει δει προσεκτικά το βίντεο εντύπωση προκαλεί η ετοιμότητά τους. Ρίχνουν τις κλωτσιές με δύναμη, με αποφασιστικότητα, συγχρονισμένα, χωρίς ταραχή, χωρίς σύγχυση, χωρίς αναστολή. Δεν προσπαθούν να αποτρέψουν μια επίθεση, χτυπούν για να τιμωρήσουν, για να εκδικηθούν, για να εκτονωθούν, για να εκφορτίσουν θυμό, κακία, μπορεί και μίσος, όχι μόνο για τον άνθρωπο που σέρνεται μπροστά τους αλλά και για όλους σαν αυτόν που δεν ταιριάζουν στο μικροαστικό τους όνειρο για τακτοποιημένη ζωή.

Η κοινωνική κινητοποίηση για τη δικαίωση του Ζακ είναι τεράστια, πήρε και παγκόσμιες διαστάσεις μέσω της Διεθνούς Αμνηστίας και της πρωτοβουλίας Justice for Zack, αλλά αυτά δεν θα μετρήσουν στο δικαστήριο. Εκεί δεν παίρνονται οι αποφάσεις με βάση το συναίσθημα ούτε καν με την κοινή λογική, καθοριστικό ρόλο παίζουν τα στοιχεία και στην υπόθεση αυτή τα στοιχεία είναι ελλιπή.

Τι προσπαθώ να πω. Ότι μπορεί η κοινωνική πλειοψηφία να έχει πειστεί ότι τον Ζακ τον σκότωσαν στο ξύλο, όμως αυτή η πραγματικότητα δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα αναγνωριστεί στο δικαστήριο και ότι θα καταλογιστούν τέτοιες ευθύνες που να υπερβαίνουν τα όρια της θανατηφόρου σωματικής βλάβης. Το πιθανότερο είναι ότι η αυλαία θα πέσει χωρίς τιμωρία ανάλογη με το βάρος των πράξεων που οδήγησαν στον θάνατο του Ζακ.

Οι δράστες δεν έχουν μετανοήσει. Ο κοσμηματοπώλης ψέλισε μια συγνώμη, προφανώς καθ’ υπόδειξιν του δικηγόρου του, ο μεσίτης είπε κάποια στιγμή συλληπητήρια στην οικογένεια του νεκρού, αλλά τίποτα δεν δείχνει ότι έχουν πραγματικά συντριβεί, ότι έχουν συναίσθηση της πράξης τους, ότι δεν θα το ξαναέκαναν αν ήταν σίγουροι ότι δεν θα διωχθούν. Ο τρόπος που κινήθηκαν εναντίον του, με ταχύτητα και αποφασιστικότητα, έδειξε ότι ήταν έτοιμοι γι’ αυτό, είχε ωριμάσει μέσα τους, μπορεί και να το έψαχναν.

Ο Ζακ είναι νεκρός και ζωντανός. Έφυγε από τη ζωή εκείνο το φοβερό μεσημέρι αλλά από τη στιγμή του θανάτου του ξεκίνησε μια δεύτερη ζωή στις σκέψεις των άλλων. Κάποιοι τον γνώρισαν τότε για πρώτη φορά και τον αγάπησαν αμέσως, εκείνοι που τον ήξεραν βρήκαν στο πρόσωπό του έναν μάρτυρα, έγινε ήρωας για όσους αγωνίζονται για την υπεράσπιση της διαφορετικότητας, πολλοί συνταράχθηκαν από τη βία που του ασκήθηκε, λίγοι, μακάρι να ναι ελάχιστοι, είπαν «καλά να πάθει» και «ένας λιγότερος». Όλοι, πάντως, ξέρουν και δεν θα ξεχάσουν τι συνέβη την 21η Σεπτεμβρίου 2018 στη Γλάδστωνος. Μπορεί και να θυμούνται τι έκαναν όταν το έμαθαν, ποια ήταν τα πρώτα λόγια που αντάλλαξαν γι’ αυτό, τι αισθάνθηκαν και τι δεν είπαν.

Δεν ξέρουμε τι έφερε τον Ζακ εκεί ούτε πώς και γιατί μπήκε στο κοσμηματοπωλείο. Υπάρχει κενό στην αρχή της ιστορίας. 

Δεν ξέρουμε τι έφερε τον Ζακ εκεί ούτε πώς και γιατί μπήκε στο κοσμηματοπωλείο. Υπάρχει κενό στην αρχή της ιστορίας. Δεν έχουν καταθέσει πρόσωπα που ίσως γνώριζαν τι έκανε πριν και άλλα που είδαν πώς βρέθηκε εκγλωβισμένος. Το πιθανότερο είναι ότι είχε τρομάξει για κάποιον λόγο που δεν έχει διευκρινιστεί και μπήκε μέσα στο κοσμηματοπωλείο για να προστατευθεί από κάτι που δεν ξέρουμε τι ήταν. Και αυτοί που ξέρουν δεν μίλησαν.

Αναμενόμενο ήταν να αναπτυχθεί συνωμοσιολογία μετά από μια μαρτυρία που λέει ότι τον έκλεισε ο κοσμηματοπώλης μέσα στο μαγαζί του. Ότι, δηλαδή, μπήκε ο Ζακ τρομαγμένος και ο καταστηματάρχης βγήκε και τον εγκλώβισε κλείνοντας την πόρτα. Όμως ο καταστηματάρχης φαίνεται στο βίντεο να κρατάει εφημερίδα, κάτι που επιβεβαιώνει αυτό που είπε στην απολογία του, ότι είχε πάει στο περίπτερο για να αγοράσει εφημερίδα.

Επίσης δεν υπάρχει άλλη μαρτυρία που να αναφέρεται στην είσοδο του Ζακ στο κοσμηματοπωλείο ή να υποστηρίζει ότι ο κοσμηματοπώλης δεν είχε φύγει νωρίτερα. Νομίζω ότι κυκλοφόρησαν διάφορα ακραία σενάρια ακριβώς επειδή ήταν εντυπωσιακή η αγριότητα του γεγονότος. Κάποιοι πιστεύουν ότι έγινε ένα κοινωνικό πείραμα. Δεν μπορούν να το αποδείξουν αλλά το σκέφτονται και το πιστεύουν γιατί διαφορετικά δεν μπορούν να ερμηνεύσουν την τόση φρίκη. Ούτε να την ερμηνεύσουν ούτε να την αντέξουν.

Τα τελευταία χρόνια έχουν συμβεί αρκετά εγκλήματα με δράστες καθημερινούς ανθρώπους που από τη μια στιγμή στην άλλη μετατρέπονται σε κτήνη. 

Κι όμως. Τα τελευταία χρόνια έχουν συμβεί αρκετά εγκλήματα με δράστες καθημερινούς ανθρώπους που από τη μια στιγμή στην άλλη μετατρέπονται σε κτήνη. Θυμηθείτε τη δολοφονία του Αλβανού στην Κέρκυρα επειδή μίλησε στο καφενείο υπέρ της συμφωνίας των Πρεσπών. Έγινε λίγο μετά το θανάσιμο λιντσάρισμα του Ζακ. Και κανείς δεν ασχολήθηκε. Όπως δεν θα ασχολούταν ούτε με τον Ζακ αν δεν ήταν ακτιβιστής της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, αν δεν είχε δώσει μάχες για τα δικαιώματα των οροθετικών, αν δεν είχε δημόσιο λόγο και δεν ήταν καλλιτέχνης. Αν το θύμα ήταν ένα άγνωστο πρεζάκι το θέμα θα είχε κλείσει ως μια είδηση ρουτίνας του αστυνομικού δελτίου. Εκεί το πήγαινε η αστυνομία, αυτό ήθελαν τα ΜΜΕ, αυτό βόλευε όλους.

Προσωπικά πιστεύω ότι δεν χρειάζεται να αναζητά κανείς τα κομμάτια που λείπουν για να συμπληρωθεί το παζλ. Υπάρχουν πολλά που δεν ξέρουμε αλλά τα βασικά τα ξέρουμε. Αυτό που είδαμε στα βίντεο είναι αυτό που συνέβη. Τόσο απλό και τόσο συγκλονιστικό. Ο Ζακ μπήκε φοβισμένος στο κοσμηματοπωλείο και δέχθηκε μια πρωτοφανή επίθεση με κλωτσιές στο κεφάλι από τον κοσμηματοπώλη και τον μεσίτη επειδή τον είδαν σαν σκουπίδι, σαν περιθωριακό και παρεκκλίνοντα, σαν εκπρόσωπο της ανομίας στο κέντρο της Αθήνας, σαν υποκείμενο χωρίς δικαιώματα, σαν ένα άτομο ανάξιο να υπάρχει. Δεν είχαν τίποτα να φοβηθούν από αυτόν, κανένας κίνδυνος δεν υπήρχε και καμία απειλή, μπορούσαν να περιμένουν να τον συλλάβει η αστυνομία και παρόλα αυτά τον απελευθέρωσαν σπάζοντας τη βιτρίνα. Απεγκλώβισαν, δηλαδή, αυτόν που, θεωρητικά, φοβούνταν.

Δεν ξέρουμε τι προηγήθηκε. Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε. Ξέρουμε όμως ότι δεν μπήκε για να κλέψει παρόλο που το κατηγορητήριο θεωρεί δεδομένο ότι έγινε απόπειρα ληστείας. Υπάρχει εμμονή σε αυτό το αφήγημα από τις αρχές και από τους δράστες παρόλο που από πουθενά δεν προκύπτει τέτοιο ενδεχόμενο. Ούτε μια βέρα δεν βρέθηκε πάνω του. Και δεν υπάρχει εικόνα που να δείχνει ψάξιμο στην ταμειακή μηχανή. Στο μαχαίρι δεν έχει βρεθεί DNA κανενός και αυτό σημαίνει ότι κάποιος το σκούπισε. Επομένως δεν ξέρουμε πώς βρέθηκε εκεί, μπορεί και κάποιος να το πέταξε μέσα στο μαγαζί.

Ο Ζακ δούλευε, δεν ήταν φτωχός, δεν ήταν μαστουρωμένος, δεν βγάζει κανένα νόημα η θεωρία ότι ξεκίνησε ένα πρωί κρατώντας ένα κουζινομάχαιρο για να κλέψει.

Ο Ζακ δούλευε, δεν ήταν φτωχός, δεν ήταν μαστουρωμένος, δεν βγάζει κανένα νόημα η θεωρία ότι ξεκίνησε ένα πρωί κρατώντας ένα κουζινομάχαιρο για να κλέψει ένα κοσμηματοπωλείο στην Ομόνοια. Μόνο τελειωμένος τοξικομανής θα μπορούσε να συμπεριφερθεί τόσο παράλογα και παρακινδυνευμένα.

Ακόμη και οι δεύτερες τοξικολογικές-ιστολογικές εξετάσεις, που τις ζήτησε η υπεράσπιση του κοσμηματοπώλη, έδειξαν ότι ο Ζακ ήταν καθαρός. Δεν βρισκόταν υπό την επήρεια ουσιών και το τρέκλισμά του που φαίνεται στο βίντεο προφανώς οφείλεται στην ταραχή του ή και στον πανικό του, που θα καταλάμβανε οποιονδήποτε διαπίστωνε ότι έχει εγκλωβιστεί σε έναν κλειστό χώρο με αγριεμένους ανθρώπους έτοιμους να του επιτεθούν πίσω από το τζάμι.

Υπάρχουν πολλά κενά στην ιστορία και οφείλονται κυρίως στο γεγονός ότι πολλοί δεν θέλησαν να καταθέσουν και η αστυνομία δεν έκανε προσπάθεια να ταυτοποιήσει όσους θα είχαν σημαντικά πράγματα να πουν.

Στη Γλάδστωνος βρισκόταν και ένας κάμεραμάν, κατά σύμπτωση προφανώς, τράβηξε πλάνα, πήρε δηλώσεις, αλλά δεν πήγε να καταθέσει. Ούτε η κυρία που πούλησε το βίντεο που τράβηξε από το κινητό της δεν έχει καταθέσει, ούτε έδωσε όλο το υλικό στις αρχές. Έχουμε ακούσει ότι είναι γυναίκα και αλλοδαπή, αλλά ποιος ξέρει, μικρή σημασία έχει άλλωστε.

Αυτό που έχει σημασία είναι ότι το καλό απουσιάζει σε όλη αυτή τη συγκλονιστική ιστορία. Η αποκάλυψη του λιντσαρίσματος δεν έγινε για λόγους συνείδησης αλλά για λεφτά. Απ’ όσους ήταν εκεί κοντά μόνο ένας νοιάστηκε για τον Ζακ την ώρα που τον έδερναν και ελάχιστοι μετά. Ακόμη και αν δεν έρθει άλλο στοιχείο στην ανάκριση, το παζλ έχει συμπληρωθεί. Εδώ εξιχνιάζονται εγκλήματα χωρίς να υπάρχει οπτικοακουστικό υλικό.

Στην περίπτωση του Ζακ είναι όλο το περιστατικό κινηματογραφημένο, χωρίς σκηνοθεσία και μοντάζ, αυθεντικό και πραγματικό, ακριβώς όπως συνέβη. Αρκεί αυτό για να βγάλει κανείς ασφαλή συμπεράσματα, πόσο μάλλον αν συνδυαστεί με τις καταθέσεις των μαρτύρων. Εντάξει, οι μάρτυρες είναι λίγοι. Ούτε καν 20, ενώ πρέπει να παρακολούθησαν το γεγονός πάνω από 100. Αρκετοί πήγαν να καταθέσουν για να υπερασπιστούν τον καταστηματάρχη και τον μεσίτη. Υπάρχουν, όμως, και άλλοι που πήγαν με μοναδική πρόθεση να δώσουν πληροφορίες για να βοηθήσουν στην έρευνα και στον καταλογισμό ευθυνών. Λίγοι, αλλά υπάρχουν.

Το αίτημα για μετατροπή της κατηγορίας από θανατηφόρο σωματική βλάβη σε ανθρωποκτονία με πρόθεση, όπως το έθεσαν οι συνήγοροι της οικογένειας του Ζακ, δεν έγινε δεκτό.

Το αίτημα για μετατροπή της κατηγορίας από θανατηφόρο σωματική βλάβη σε ανθρωποκτονία με πρόθεση, όπως το έθεσαν οι συνήγοροι της οικογένειας του Ζακ, δεν έγινε δεκτό. Το κλειδί βρίσκεται στην έννοια του ενδεχόμενου δόλου, που σημαίνει ότι ο δράστης δεν επιδιώκει το συγκεκριμένο αποτέλεσμα αλλά αποδέχεται ότι μπορεί να συμβεί και είναι σε θέση να το προβλέψει. Ο κοσμηματοπώλης και ο μεσίτης δεν είχαν το ακαταλόγιστο, δεν ήταν ανοϊκοί ή υπερήλικες, μπορούσαν προφανώς να συνειδητοποιήσουν ότι κλωτσώντας έναν άνθρωπο στο κεφάλι μέσα στα γυαλιά θέτουν τη ζωή του σε κίνδυνο. Έσπασαν μόνοι τους τη βιτρίνα του καταστήματος και του πετούσαν αντικείμενα μέχρι που άρχισαν να τον χτυπούν συστηματικά και συντονισμένα με κλωτσιές στο σώμα και στο κεφάλι, πιο πολύ στο κεφάλι.

Η συμπεριφορά τους μετά το λιντσάρισμα δείχνει πόσο ψυχροί και αμετανόητοι ήταν. Ο κοσμηματοπώλης, δίπλα στον αιμόφυρτο Ζακ, τσακώνεται με έναν πολίτη που προσπάθησε να τον σταματήσει, αυτόν με την κοτσίδα, και μετά κάνει δηλώσεις στην κάμερα περιγράφοντας απόπειρα ληστείας και αυτοτραυματισμό του ληστή, χωρίς να λέει λέξη για το λιντσάρισμα. Ο μεσίτης τις επόμενες μέρες τουίταρε για να διασπείρει fake news υποστηρίζοντας το σενάριο της απόπειρας ληστείας και περιγράφοντας τον Ζακ ως κακοποιό.

Ευτυχώς υπάρχει εικόνα. Τα έχουμε δει σχεδόν όλα. Από το λιντσάρισμα στο κοσμηματοπωλείο μέχρι τη σύλληψή του από τους αστυνομικούς.

Η αστυνομία έδειξε, το λιγότερο, αδιαφορία για τη διαλεύκανση της υπόθεσης. Συμπεριφέρθηκε με αμέλεια ως προς τη συλλογή του υλικού των αποδεικτικών στοιχείων. Είναι ενδεικτικό ότι δεν υπάρχει υλικό από καμία κάμερα της περιοχής, προφανώς πήγαν πολύ αργά να το ζητήσουν και στο μεταξύ ειχε διαγραφεί. Απέναντι στο κοσμηματοπωλείο υπάρχει μια δημόσια υπηρεσία σε όροφο, δεν πήγαν να ρωτήσουν τους υπαλλήλους που σίγουρα βρίσκονταν εκεί τι είδαν και τι άκουσαν. Δεν προστάτευσαν καν τον χώρο του εγκλήματος για να μη χαθούν στοιχεία.

Οι θεσμοί δεν λειτούργησαν σωστά στην περίπτωση του Ζακ. Ο διασώστης του ΕΚΑΒ θα έπρεπε να έχει ζητήσει την απομάκρυνση του κόσμου γύρω από το θύμα για να μπορέσει να τον βοηθήσει. Θα έπρεπε να έχει εμποδίσει την αστυνομία να τον χειροπεδήσει με τον τρόπο που το έκανε. Ήταν αδύναμος, σωριασμένος, αιμόφυρτος. Τον αντιμετώπισαν σαν θύτη και όχι σαν θύμα. Το ιατροδικαστικό πόρισμα δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολίας. Πέθανε από τα χτυπήματα, τον σκότωσαν στο ξύλο.

Ευτυχώς υπάρχει εικόνα. Τα έχουμε δει σχεδόν όλα. Από το λιντσάρισμα στο κοσμηματοπωλείο μέχρι τη σύλληψή του από τους αστυνομικούς. Μπορεί να έχουμε χάσει λίγα πλάνα μεταξύ των δύο φάσεων και σ’ αυτό το μεσοδιάστημα κάποιοι από τους παρατηρητές να έριξαν μερικές φάπες και κλωτσιές, δεν αποκλείεται. Και δεν ξέρω αν ήταν πιο βίαιο αυτό ή η σιωπή τους.