Πολιτικη & Οικονομια

Η Γκρέτα και οι άλλοι

Η αντιπαράθεση είναι σκληρή και παθιασμένη. Η Γκρέτα μας δείχνει το προφανές, σαν το παιδί του παραμυθιού που φώναξε: «ο Βασιλιάς είναι γυμνός»

Σάββας Σαββόπουλος
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Γκρέτα Τούνμπεργκ γίνεται το πρόσωπο της μετα-νεωτερικής ηθικής στον δυτικό πολιτισμό.

Στο συμπόσιο της Διεθνούς Ψυχοσωματικής Ένωσης, τον Μάιο του 2019, παρουσίασα τους τρόπους με τους οποίους δρα η ενόρμηση θανάτου, με τη μορφή της ενόρμησης της καταστροφικότητας, στον πολιτισμό μας στην εποχή της μετα-νεωτερικότητας.

Η καταστροφικότητα εκδηλώνεται στις πολεμικές συγκρούσεις, στην τρομοκρατία, στη βία εναντίον των γυναικών, των παιδιών και συμπολιτών μας που είναι «διαφορετικοί», σε ρατσιστικές δράσεις, χωρίς καμιά έγνοια για τον άλλο που υποφέρει ή πεθαίνει. Καταστροφή προκαλούν επίσης εταιρείες και πρόσωπα, που, με κίνητρο το κέρδος και τη συσσώρευση πλούτου, καταστρέφουν αδίστακτα τη φύση. Η τεχνολογία επίσης σε συνδυασμό με το οικονομικό κέρδος μπορεί να συμβάλει στην απο-ανθρωποποίηση των διαπροσωπικών σχέσεων.

Ο ναρκισσιστικός χαρακτήρας του πολιτισμού που μεταπολεμικά εγκαταστάθηκε βήμα βήμα, οδήγησε σε μια μετα-νεωτερική περίοδο η οποία διακρίνεται από ρευστότητα· τίποτα δεν μένει πια σταθερό. Ο Bauman, στο βιβλίο του «Μετα-νεωτερικότητα πηγή δυστυχίας», υποστηρίζει ότι στην εποχή μας η ανάλυση του Freud για τον πολιτισμό, που στον καιρό του διακρινόταν από την ενοχή, δεν ισχύει. Η ατομική ελευθερία πια αποτελεί μια πρωταρχική αξία και επηρεάζει όλους τους κοινωνικούς κανόνες. Η μετα-νεωτερικότητα διέπεται από τη «βούληση της ευτυχίας», γεγονός που περιορίζει τη συλλογική ασφάλεια. Ο κόσμος βιώνεται ως αβέβαιος και τρομακτικός. Η κοινωνική και οικονομική κατάσταση τρομάζει τους ανθρώπους λόγω της έλλειψης συνοχής και κατεύθυνσης. Η αναζήτηση ατομικής ευτυχίας διαφθείρει και υπονομεύει την αυθεντία της εξουσίας και τα συστήματα πίστης, που αποσκοπούν στο να σταθεροποιήσουν την κοινωνική ζωή.

Στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα έλαβε χώρα μια μετάλλαξη. Η κοινωνία των παραγωγών μετατρέπεται σε κοινωνία των καταναλωτών, αναστρέφοντας τον συμβιβασμό που υποστήριξε ο Freud στο «Πολιτισμός πηγή δυστυχίας». Δηλαδή είχε υποστηρίξει τότε την παραχώρηση της ατομικής ελευθερίας με αντάλλαγμα την ασφάλεια, ώστε να εξασφαλίζεται η κοινωνική σταθερότητα.

Για τον Freud η κουλτούρα διαμορφώθηκε για να ελέγξει τις επιθετικές και σεξουαλικές ενορμήσεις του ανθρώπου, οι οποίες τον καθιστούν θηρευτή των άλλων και όλου του έμβιου κόσμου. Ο πολιτισμός επιβάλλει στα άτομα -με τίμημα την οδύνη της καθημερινότητας- μια καταναγκαστική δράση, οριοθετεί δηλαδή τις ενορμητικές αξιώσεις τους, προκειμένου να παράσχει την απαραίτητη ασφάλεια σε κάθε πρόσωπο ξεχωριστά, αλλά και σε ολόκληρη την κοινότητα. Το συλλογικό Υπερεγώ, το οποίο διαθέτει την ποιότητα ενός πατρικού Υπερεγώ, θα θεσπίσει έναν συλλογικό νόμο, που όλοι οι άνθρωποι πρέπει να σεβόμαστε. Όπως στο ατομικό, έτσι και στο συλλογικό επίπεδο, η αντιπαλότητα μεταξύ του Αυτό (από όπου εκπορεύονται οι ενορμήσεις και απαιτούν να ικανοποιηθούν άμεσα) και του Εγώ (που λειτουργεί με βάση την αρχή της πραγματικότητας) προκαλεί συναισθήματα ενοχής και δημιουργεί την ηθική συνείδηση, προϊόντα της δράσης του Υπερεγώ.

Το αίσθημα της ενοχής εκφράζει την ένταση που αναπτύσσεται ανάμεσα στο Εγώ (τις προσδοκίες του) και το Υπερεγώ, που επιτάσσει να ικανοποιηθούν οι ηθικές αξιώσεις του. Στην ανάπτυξη του ατόμου ο κύριος στόχος είναι η ευχαρίστηση, ενώ η ένταξη σε μια κοινότητα αποτελεί ένα μόνο μέσο για να κερδίσει αυτό που επιδιώκει. Από την άλλη βασικός στόχος του πολιτισμού είναι να σχηματιστεί μια σταθερή και ευημερούσα κοινότητα, ενώ η ευτυχία του καθενός έχει περιορισμένο ενδιαφέρον. Έτσι η ηθική θα λειτουργήσει υπέρ της κοινότητας, αγνοώντας τα συμφέροντα του ατόμου και χαλιναγωγώντας τις εγωιστικές ενορμήσεις του. Το απόφθεγμα «αγάπα τον πλησίον ως εαυτόν» δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί, χωρίς να υπάρχει το ηθικό πλεονέκτημα για τον «ηθικό», δηλαδή χωρίς να υπάρχει η ναρκισσιστική ικανοποίηση ότι είναι καλύτερος από τον πλησίον του.

Όμως στη μεταμοντέρνα κοινωνία, κατά πολλούς κοινωνιολόγους, η ασφάλεια εγκαταλείφθηκε με αντάλλαγμα την περισσότερη ελευθερία, ελευθερία της αγοράς και της κατανάλωσης, γεγονός που προκαλεί μια προϊούσα αίσθηση διαρκούς αβεβαιότητας, ενώ δημιουργείται μια νέα κατηγορία «ξένων» που αποκλείονται από την κοινωνία. Αυτή η αβεβαιότητα είναι εμφανής πια σε όλο τον πλανήτη, ο οποίος λόγω της δράσης του ανθρώπου καθημερινά «πληγώνεται» όλο και περισσότερο.

Ωστόσο η απληστία, η δίψα για οικονομική και κοινωνική επιτυχία, ο ευδαιμονισμός ή το βόλεμα ωθούν τους ανθρώπους στο να διαψεύδουν την καταστροφή της φύσης και του πολιτισμού, παρά τις τρομακτικές προειδοποιήσεις των επιστημόνων.

Ορισμένοι αρχηγοί κρατών αρνούνται ότι υπάρχει κλιματική αλλαγή, εξυπηρετώντας το πιο επιθετικό τμήμα του καταναλωτικού καπιταλισμού, που αποβλέπει σε μια συνεχή και αλόγιστη ανάπτυξη και συσσώρευση πλούτου αδιαφορώντας για τις περιβαλλοντικές συνέπειες

Το 2018 ο νατουραλιστής D. Attenborough προειδοποίησε τους εκπροσώπους 200 χωρών που συγκεντρώθηκαν στο Κατοβίτσε για την κλιματική αλλαγή: «... αντιμετωπίζουμε μια καταστροφή παγκόσμιας εμβέλειας, η οποία προκαλείται από τον άνθρωπο· [πρόκειται] για τη μεγαλύτερη απειλή που αντιμετωπίζουμε εδώ και χιλιάδες χρόνια: την κλιματική αλλαγή. [...] Αν δεν δράσουμε, η κατάρρευση των πολιτισμών μας και η εξαφάνιση ενός μεγάλου μέρους του φυσικού περιβάλλοντος είναι εμφανής. [...] Ο χρόνος επείγει. [Οι πολίτες] επιθυμούν εσείς που αποφασίζετε να δράσετε τώρα. [...] πρέπει να δείξετε τον δρόμο. Η επιβίωση των πολιτισμών και του φυσικού περιβάλλοντος, από το οποίο εξαρτώμεθα, είναι στα χέρια σας». Από την πλευρά του ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Α. Γκουτέρρες, δήλωσε για την κλιματική αλλαγή: «Για πολλούς ανθρώπους, περιοχές, ακόμη και χώρες, πρόκειται ήδη για ένα ζήτημα ζωής και θανάτου». Και κάλεσε τις κυβερνήσεις και τους επενδυτές να επικεντρωθούν στην πράσινη οικονομία και όχι στην γκρίζα οικονομία. Όμως τα λόγια και οι δράσεις του Attenborough, άλλων διάσημων επιστημόνων και του ΟΗΕ είχαν και έχουν περιορισμένη επιρροή στην κοινή γνώμη και τις κυβερνήσεις.

Είναι εμφανές ότι ο έλεγχος της καταστροφικής ανθρώπινης δραστηριότητας πάνω στην φύση, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, προϋποθέτει αφενός να πάψουμε να διαψεύδουμε τους κινδύνους που απειλούν τον πλανήτη και τον πολιτισμό, αφετέρου να επεξεργαστούμε ψυχικά τις επιθετικές ενορμήσεις.

Όμως ορισμένοι αρχηγοί κρατών αρνούνται ότι υπάρχει κλιματική αλλαγή, εξυπηρετώντας το πιο επιθετικό τμήμα του καταναλωτικού καπιταλισμού, που αποβλέπει σε μια συνεχή και αλόγιστη ανάπτυξη και συσσώρευση πλούτου αδιαφορώντας για τις περιβαλλοντικές συνέπειες. Πολλοί βέβαια δεν αρνούνται ότι ο πλανήτης κινδυνεύει, αλλά αρνούνται να νιώσουν ενοχή γι’ αυτό ή να αλλάξουν τον ρυπογόνο τρόπο ζωής τους.

Το οικολογικό κίνημα καταγγέλλει τις παραπάνω πολιτικές που αδιαφορούν για τη ρύπανση από τις εκπομπές των υδρογονανθράκων και άλλα απόβλητα, για την πυρηνική ενέργεια, για την αποδάσωση, για την εξόντωση ζώων. Πάντα οι αντιπαραθέσεις των οικολογικών κινημάτων με τα συμφέροντα που επιτίθενται στο φυσικό περιβάλλον και τον πολιτισμό ήταν έντονες, παθιασμένες, αλλά ο απόηχος της σύγκρουσης ήταν μάλλον παροδικός και κατά το μάλλον ή ήττον τοπικά περιορισμένος.

Ξαφνικά στη Σουηδία, μία από τις πιο «καθαρές» χώρες του πλανήτη, ακούστηκε πολύ δυνατή η οικολογική φωνή από το στόμα της 16χρονης Γκρέτα Τούνμπεργκ. Ο λόγος της ακούγεται απόλυτος -σαν να βρίσκεται στην υπηρεσία μιας «υπερβατικής ηθικής δύναμης»- και διακηρύσσει με πάθος την αίσθησή της ότι ο κόσμος βρίσκεται ένα βήμα πριν από την απόλυτη καταστροφή. Φέρει σαν άλλος Μωυσής τις πλάκες με τις εντολές για την διάσωση του κόσμου: «Να μη χρησιμοποιείς και, πολύ περισσότερο, να μη κατέχεις μεταφορικά μέσα που ρυπαίνουν, έστω και κατ’ ελάχιστο. Να βγάλεις από τη ζωή σου το κάπνισμα, την κρεατοφαγία, τα πλαστικά, τα κλιματιστικά και κάθε άλλο μέσο που απειλεί τη Μητέρα-Γη. Να γίνεις βέγκαν, όπως έγιναν οι γονείς της. Επιπλέον απαιτεί η ευγένεια και ο σεβασμός να διέπει τις σχέσεις των ανθρώπων, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου «πολιτικά ορθού» τρόπου ζωής, που θα προστατεύει όλους.

Η Γκρέτα εγκατέλειψε το σχολείο της, την εφηβική προσωπική της διαδρομή, για να μπει στην υπηρεσία ενός ανώτερου σκοπού, που  μοιάζει να την καλεί να γίνει μια σύγχρονη προφήτις

Η Γκρέτα εγκατέλειψε το σχολείο της, την εφηβική προσωπική της διαδρομή, για να μπει στην υπηρεσία ενός ανώτερου σκοπού, που ξεπερνάει τα προσωπικά ή τα συλλογικά συμφέροντα και μοιάζει να την καλεί να γίνει μια σύγχρονη προφήτις, που σαν άλλος Ιερεμίας προβλέπει καταστροφές, αν ο κόσμος δεν συμμορφωθεί. Αν και της καταλογίζουν ότι εμφανίζει ψυχολογικές δυσκολίες, εκείνη μοιάζει να είναι αφοσιωμένη αποκλειστικά στην αποστολή της, να μιλάει στο όνομα της ματωμένης Θεάς-Μητέρας-Γης. Το βλέμμα της, ο λόγος της, όλο το σώμα της έχουν μια σκληρή αυστηρότητα, τόσο έντονη, όσο βαθιές είναι οι πληγές στο σώμα της Γης με την οποία ταυτίστηκε. Μοιάζει να παραμέρισε τα υπαρξιακά ζητήματα που απασχολούν συνήθως τους εφήβους σχετικά με τις ερωτικές και τις ναρκισσιστικές τους αναζητήσεις, για να παραδοθεί απόλυτα σε ένα ιδεώδες. 

Η Γκρέτα φορώντας το μαύρο σακάκι της απευθύνεται αυστηρά στους πολίτες, ειδικά στους ενήλικες, για να τονίσει με όρους αποκάλυψης τα δεινά του πλανήτη. Όμως εφαρμόζει πρώτα στον εαυτό της, μετά στους γονείς της, τον σκληρό «νόμο» που κηρύσσει. Με τη στάση της η Γκρέτα μπαίνει στη γονεϊκή θέση και καταγγέλλει κατάφατσα τους «πατέρες» εθνικών και διεθνικών θεσμών για αδράνεια και εφησυχασμό, δηλαδή τους βάζει σε παιδική θέση, κάτι που είναι εξαιρετικά παράδοξο και ανοίκειο.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Γκρέτα Τούνμπεργκ γίνεται το πρόσωπο της μετα-νεωτερικής ηθικής στον δυτικό πολιτισμό, που ζητάει περισσότερη ασφάλεια στον σημερινό κόσμο, μεγαλύτερη προστασία του φυσικού περιβάλλοντος εις βάρος της προσωπικής ελευθερίας. Ίσως το ότι τράβηξε το αυτί των ενηλίκων για την ανευθυνότητα και την μακαριότητά τους, βασικά για τη διάψευση της πραγματικότητας απέναντι στον επερχόμενο παγκόσμιο κίνδυνο, να είναι δύσκολο να το καταπιούν κάποιοι που θεωρούν τον εαυτό τους εκπρόσωπο του Υπερεγώ.

Αυτό το ζήτημα εξηγεί ίσως την παθιασμένη αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στους οπαδούς και τους πολέμιους της Γκρέτα Τούνμπεργκ, την οποία οι τελευταίοι θεωρούν εκπρόσωπο ενός αυστηρού «καλβινιστικού», ευνουχιστικού Υπερεγώ, που επιτάσσει τι είναι σωστό και τι όχι, παραγνωρίζοντας τις ενορμητικές ανάγκες του ατόμου.

Η Γκρέτα έχει εμπλακεί σε μια δυναμική που την υπερβαίνει και φαίνεται να νοιάζεται περισσότερο για τη Μητέρα-Γη και την «Ανθρωπότητα», παρά για τους απλούς σύγχρονους ανθρώπους, που αλλοτριωμένοι ζουν στην -και από την- «γκρίζα» οικονομία και μοχθούν να επιβιώσουν. Εκείνη περισσότερο ενδιαφέρεται για τη ρυπογόνο καθημερινότητά τους και τις κακές συνήθειές τους, που συμβάλλουν στην προϊούσα υποβάθμιση του πλανήτη.

Όσοι τη μισούν, βλέπουν με καχυποψία το υπερεγωτικό της πρόσωπο, ενώ ο λόγος της μοιάζει «υστερικός», απόκοσμος και «αυτιστικός». Όσοι την υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό υποστηρίζουν ότι, αν εφαρμόζονταν όσα λέει, θα περιορίζονταν δραματικά οι καταστροφικές δράσεις του ανθρώπου στον πλανήτη. Η αντιπαράθεση είναι σκληρή και παθιασμένη. Η Γκρέτα βγήκε να μας δείξει το προφανές, σαν το παιδί του παραμυθιού που φώναξε: «ο Βασιλιάς είναι γυμνός».

Αρκετοί καταγγέλλουν ότι η έφηβη από τη Στοκχόλμη είναι ένα κατασκεύασμα οικονομικών και μιντιακών συμφερόντων, ίσως και των πονηρών γονιών της, που θα επωφεληθούν από την «επιχείρηση Γκρέτα». Τόσοι άνθρωποι προσπαθούν να τη ρεζιλέψουν, να την υπονομεύσουν, ουσιαστικά να την εκφοβίσουν. Της προσάπτουν ότι ταξιδεύει από την Ευρώπη στην Αμερική, για να μεταφέρει το μήνυμά της, με ένα ακριβό σκάφος που λειτουργεί με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αντί να πάρει ένα φτηνό αεροπορικό εισιτήριο, όπως όλος ο κόσμος.

Της καταλογίζουν επίσης ότι γίνεται ενεργούμενο του «πολιτικώς ορθού» κινήματος, που με τον ορθολογισμό του καταστρέφει το «αυθεντικό», το χιούμορ, τη ζωντάνια, φυλακίζει τον άνθρωπο στον καθωσπρεπισμό. Το Διονυσιακό στοιχείο εξοβελίζεται και ο άνθρωπος μένει ενορμητικά κατεσταλμένος, σαν «ζωντανός νεκρός» από τα πρέπει.

Ωστόσο της επιτίθενται και σε προσωπικό επίπεδο αναφέροντας ότι πάσχει από ιδεο-ψυχαναγκαστική διαταραχή, ότι είχε εκδηλώσει παιδική κατάθλιψη, ότι παρουσιάζει σύνδρομο Asperger, μια διαταραχή στο ευρύ φάσμα των διαταραχών του αυτισμού, ότι στερείται της ικανότητας να έχει ένα μέτρο για την ζωή. Ακόμα της επιτίθενται και για την σωματική της εμφάνιση, ότι είναι παχιά ή δύσμορφη. Όμως ακριβώς τα προβλήματα της Γκρέτα που της προσάπτουν αποτελούν και το αδιαμφισβήτητο ηθικό πλεονέκτημά της για όσους εμπνέονται από την αντίληψη του «πολιτικώς ορθού».

Επιπλέον θεωρείται ύποπτο το γεγονός ότι η έφηβη ακτιβίστρια είναι θυγατέρα γνωστών Σουηδών καλλιτεχνών, ότι ζει σε ένα προνομιακό περιβάλλον μιας εύπορης χώρας, με καλή κοινωνική ασφάλιση και εκπαιδευτικό σύστημα. Εκείνη αντί να χαρεί όλα αυτά -που για τις περισσότερες χώρες του πλανήτη αποτελούν ζητούμενο- παρατάει το σχολείο της και υιοθετεί μια στάση λες και έρχεται το τέλος του κόσμου.

Μάλιστα η επιθετικότητα ορισμένων προκαλεί έκπληξη. Ποια απειλή μπορεί να ένιωσε ένας Βρετανός βουλευτής, ώστε να ευχηθεί στην Γκρέτα να της τύχει «ατύχημα» στη διάρκεια του ταξιδιού της στον Ατλαντικό;

Αλλά και πολλούς αρθρογράφους και πολίτες φαίνεται να ενοχλεί το γεγονός ότι η Γκρέτα είχε τεράστια απήχηση σε μαζικές εκδηλώσεις σε πόλεις και σε διεθνή φόρα, ότι έγινε το φρέσκο «καθαρό πρόσωπο» της οικολογικής επαγρύπνησης, το πρότυπο για εκατομμύρια νέες και νέους, εκείνη που κέρδισε τη συμπάθεια και την υποστήριξη εκατομμυρίων ενηλίκων ανθρώπων στον πλανήτη, εκείνη που πρότειναν για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.

Κάποιοι ένιωσαν τη στάση, την ψυχική λειτουργία και τον λόγο της Γκρέτα τόσο απωθητικά, ώστε να γράψουν ιδιαίτερα αρνητικά σχόλια, όπως ο Τ. Θεοδωρόπουλος στο άρθρο του στην Καθημερινή «Η κόρη που δεν θα ήθελα να έχω». Από την άλλη ο οικολόγος Ν. Χρυσόγελος, στο πλαίσιο μιας παθιασμένης αντιπαράθεσης, του απάντησε: «... μήπως θα έπρεπε να του πει κάποιος (στον Τ. Θεοδωρόπουλο) “ο πατέρας που δεν θα ήθελα να έχω”;».

Για να αναδειχθεί κάποιος σε παγκόσμιο σύμβολο και να εμπνεύσει και να επηρεάσει πλατιές μάζες, θα πρέπει για τον μέσο άνθρωπο να είναι εμμονικός, αφιερωμένος, «βαρεμένος»

Ίσως ξεχνάμε ότι για να αναδειχθεί κάποιος σε παγκόσμιο σύμβολο και να εμπνεύσει και να επηρεάσει πλατιές μάζες, θα πρέπει για τον μέσο άνθρωπο να είναι εμμονικός, αφιερωμένος, «βαρεμένος». Αυτός ο μέσος άνθρωπος δηλαδή δεν μπορεί να διανοηθεί ότι ο ερχόμενος “προφήτης” μπορεί να είναι και άνετος τύπος και σέξι και όμορφος, δηλαδή να είναι «ο γιος ή η κόρη που θα θέλαμε να έχουμε», να μας ενθουσιάσει και να τον/την ακολουθήσουμε.

Ίσως αυτό που φοβίζει όσους επιτίθενται στην Γκρέτα να είναι ότι προτείνει πράγματα που δύσκολα μπορούν να εφαρμοστούν σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Ότι δεν λαμβάνει υπόψη τη δυσκολία του ψυχισμού να προσαρμοστεί σε έναν άγνωστο και δυσάρεστο για τους περισσότερους τρόπο ζωής, όπου η λίμπιντο δεν λαμβάνεται υπόψη. Βέβαια σημαντικό ζήτημα είναι ότι εμείς οι μεγαλύτεροι τα έχουμε κάνει χάλια. Ότι ο Γη, το σπίτι μας, που θα γίνει και ο τάφος μας, είναι σε πολύ χειρότερη κατάσταση από αυτήν που γνωρίσαμε, όταν μας πρωτοδέχτηκε.

Είναι δύσκολο να παραδεχτούμε ότι τα εκατομμύρια καταναλωτικά προϊόντα που παράγουμε στην πλειονότητά τους εξυπηρετούν την ενόρμηση της καταστροφικότητας. Μπορεί κάποιοι να χειριστούν την Γκρέτα, να την εκμεταλλευτούν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει πρόβλημα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η διάψευση της πραγματικότητας. Η τύφλωση για να μη δούμε τον γκρεμό. Ο Σοφοκλής έγραφε (Αντιγόνη στιχ. 620-623): «... το κακό φαίνεται για καλό σε αυτόν του oποίου τον νου ο θεός οδηγεί προς την άτη» - δηλαδή: « μωραίνει Κύριος ον βούλεται απωλέσαι.

Κάποιος θα πει: «Και τώρα τι να σκεφτούμε για αυτή την αντιπαράθεση»; Θεωρώ ότι ο κίνδυνος βρίσκεται στην υπερβολή τόσο από την πλευρά της φούριας της νεότητας, που εκπροσωπεί η Γκρέτα, όσο και από την πλευρά των σοφών ενηλίκων, που εκπροσωπούν πολιτικοί και πολίτες που της εναντιώνονται. Και οι δυο πλευρές εκπροσωπούν αντιτιθέμενα τμήματα της ψυχικής και της εξωτερικής πραγματικότητας. Τα αυστηρά υπερεγωτικά τμήματα του ψυχισμού βρίσκονται αντιμέτωπα με τις καθημερινές προσδοκίες και ικανοποιήσεις. Ο κίνδυνος είναι μήπως οι δυο πλευρές γλιστρήσουν, μέσα από το υπέρμετρο του πάθους ή της λογικής, στην ηλιθιότητα.

Στον σύγχρονο κόσμο τα μεγάλα προβλήματα δεν μπορούν να επιλυθούν παρά μόνο ύστερα από ουσιαστικές διαπραγματεύσεις και ευρείες συναινέσεις. Ιδιαίτερα στη χώρα μας, όπου η συναίνεση σπανίως ενδημεί, ας σκεφτούμε πώς μπορούμε να κατανοήσουμε τον άλλον, παρά εύκολα να τον απορρίψουμε.

Έγραφε ο Φ. Πεσόα: «Την βλέπω γύρω μου αυτή την ηλιθιότητα. Στην κλειδωμένη ματιά του νέου ανθρώπου που στα είκοσι νομίζει πως βρήκε όλες τις απαντήσεις και δεν καταδέχεται να θέσει ερωτήματα. Στην αλαζονεία του «επιτυχημένου» μεσήλικα που, αυτάρεσκα κλειδωμένος στο κουτί της γνώσης του, απορρίπτει μετά βδελυγμίας -καλά οχυρωμένης πίσω από ένα προσωπείο συναίνεσης και μετριοπάθειας- οτιδήποτε δεν χωράει στα κουτάκια της μικρονοϊκής σκέψης του. Μονάχα τα παιδιά στέκουν αλώβητα από αυτήν. Η ευφυΐα τους είναι στ’ αλήθεια μαγική, γιατί οι αλυσίδες της σκέψης δεν έχουν προλάβει ακόμη να την μολέψουν. Σαν ένα παιδί, προτού το μάθουν να είναι μεγάλος, υπήρξα αληθινός και πιστός σε ό,τι είδα και άκουσα».

Αυτή η υπερβολή θα πρέπει να αποφευχθεί από όλους μας, ώστε να αποφύγουμε τον εγκλωβισμό μας στην ηλιθιότητα.