Πολιτικη & Οικονομια

Η σχεδία της ελληνικής κρίσης

Δημήτρης Σκάλκος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Σχεδία της Μέδουσας αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα πλέον εντυπωσιακά εκθέματα του μουσείου του Λούβρου. Ο ευμεγέθης πίνακας του γάλλου ζωγράφου Ζαν-Λουί-Τεοντόρ Ζερικώ «ζωντανεύει» με μοναδικό τρόπο το τραγικό ναυάγιο της γαλλικής φρεγάτας «Μέδουσα» στις αφρικανικές ακτές το 1816, και σφραγίζει όχι μόνο τον γαλλικό καλλιτεχνικό ρομαντισμό, αλλά και τις πολιτικές ισορροπίες της εποχής.

Ως αποτέλεσμα λανθασμένων χειρισμών, το σκάφος προσάραξε και εγκαταλείφθηκε. Οι περίπου τετρακόσιοι επιβάτες μετεπιβιβάστηκαν στις λιγοστές σωστικές λέμβους και σε μία σχεδία που κατασκευάστηκε για όσους δεν χωρούσαν σε αυτές. Ωστόσο όμως, σύντομα τα σχοινιά που την ρυμουλκούσαν κόπηκαν αιφνίδια και η σχεδία βρέθηκε να πλέει ακυβέρνητη και δίχως προμήθειες στο έλεος της πλήρους εγκατάλειψης. Έπειτα από δεκατρείς μαρτυρικές μέρες ακραίων καιρικών συνθηκών, εξεγέρσεων και κανιβαλισμού για τους περίπου εκατόν πενήντα δύστυχους επιβαίνοντες της σχεδίας, οι επιζήσαντες περισυλλέγησαν τυχαία από ένα διερχόμενο πλοίο. Ήταν μόλις δέκα άνθρωποι.

Η διάδοση των αποτροπιαστικών γεγονότων συντάραξε την γαλλική κοινωνία της εποχής και αποτέλεσε την αιχμή της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης απέναντι στον Λουδοβίκο 18ο.. Η κατάρρευση κάθε κοινωνικής σύμβασης σε οριακές καταστάσεις επιβίωσης, συνέπεια της αναίτιας δοκιμασίας αθώων ανθρώπων στην οποία τους υπέβαλε η ευνοιοκρατία με τον διορισμό ενός ανίδεου αυλικού στη θέση του πλοιάρχου, κατέδειξε τις τραγικές συνέπειες της πολιτικής ανικανότητας στο κοινωνικό σώμα.

Οι συμβολισμοί για την Ελλάδα της κρίσης είναι προφανείς. Οι «ξεχασμένες ομάδες», καθώς δεν διαθέτουν αρκετά ισχυρή φωνή που να διαπερνά το τείχος των οργανωμένων συμφερόντων, στέκονται ανήμπορες στο περιθώριο του πολιτικού συστήματος. Στη δίνη της σημερινής καταστροφικής συγκυρίας, είναι αυτές ακριβώς οι ομάδες που υποφέρουν περισσότερο, σηκώνοντας δυσανάλογα τα βάρη της δημοσιονομικής προσαρμογής. Αντίθετα, η πλειονότητα του πολιτικού προσωπικού εμφανίζεται πάντοτε πρόθυμη να υπονομεύσει κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια που θίγει τα συμφέροντα των οργανωμένων ομάδων που αποτελούν στήριγμα της πολιτικής επιρροής τους.

Η πολύχρονη και βαθιά ύφεση της οικονομίας προκάλεσε μία πρωτοφανή κοινωνική καταστροφή. Εκτίναξε την ανεργία σε δυσθεώρητα ύψη, με τη ραγδαία αύξηση των νοικοκυριών χωρίς ούτε έναν εργαζόμενο να αποτελούν το «νέο κοινωνικό ζήτημα», πυροδότησε φαινόμενα ακραίας φτώχειας, και διεύρυνε τις κοινωνικές ανισότητες καθώς το κοινωνικό ασανσέρ βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση.

Ταυτόχρονα, το αναποτελεσματικό σύστημα κοινωνικής προστασίας αδυνατεί να απλώσει ένα «δίχτυ ασφαλείας» στις ομάδες που το έχουν περισσότερο ανάγκη. Αρκεί να αναφέρουμε ότι μόλις ένας στους έξι ανέργους λαμβάνει σήμερα επίδομα ανεργίας. Δεν υπάρχει δυστυχώς ισχυρότερη απόδειξη της στρεβλής διάρθρωσης του κοινωνικού κράτους προς δυσανάλογη εξυπηρέτηση των «εντός του συστήματος» κοινωνικών ομάδων, από την παταγώδη αποτυχία του να παράσχει στοιχειώδη κοινωνική προστασία τη στιγμή που αυτή χρειάζεται περισσότερο.

Η απούσα κοινωνία των πολιτών ολοκληρώνει τη ζοφερή εικόνα της κοινωνικής εγκατάλειψης στην Ελλάδα της κρίσης. Σύμφωνα με τον, πρόσφατα δημοσιευμένο, Παγκόσμιο Κατάλογο Φιλανθρωπίας για το 2013 (World Giving Index 2013), η Ελλάδα καταλαμβάνει μόλις την 135η θέση ανάμεσα σε 160 κράτη στη σχετική παγκόσμια κατάταξη, η οποία περιλαμβάνει τις επιδόσεις τους στους μετρήσιμους δείκτες της συμμετοχής των πολιτών σε εθελοντικούς οργανισμούς, την παροχή οικονομικής ενίσχυσης σε φιλανθρωπίες καθώς και την παροχή βοήθειας σε αγνώστους.

Αυτές οι ξεχασμένες ομάδες αποτελούν ακριβώς εκείνες τις κοινωνικές δυνάμεις με τις οποίες πρέπει να συνομιλήσει ο, υπό διαμόρφωση, μεταρρυθμιστικός χώρος που αναζητά σήμερα την πολιτική του έκφραση. Και προς τούτο απαιτείται ο παραμερισμός του πλήθους των ειδικών συμφερόντων και των προσοδοθηρικών ομάδων που στέκονται εμπόδιο στην εκκίνηση ενός ενάρετου οικονομικού κύκλου. Μόνον έτσι θα απεγκλωβιστούμε από τον καταστροφικό συνδυασμό της οικονομικής ύφεσης, του ελλιπούς κοινωνικού κράτους και της απούσας κοινωνίας των πολιτών.

Η ελληνική οικονομία, έπειτα από τρειάμιση χρόνια επώδυνης δημοσιονομικής προσαρμογής και δύσκολων μεταρρυθμίσεων, φαίνεται να έχει τις δυνατότητες να ανακάμψει. Η πολιτική πρέπει να διασφαλίσει ότι τούτο θα συμβεί με την κοινωνία όρθια και περήφανη, όχι εξαχρειωμένη και ταπεινωμένη. Η προάσπιση της κοινωνικής συνοχής αποτελεί όχι μόνο την αναγκαία συνθήκη της ανάταξης της οικονομίας (καθώς οι πλέον επιτυχημένες μεταρρυθμίσεις προϋποθέτουν ευρεία κοινωνική και πολιτική συναίνεση), αλλά και το μέτρο της κοινωνικής ευθύνης και του ανθρωπισμού μας. Στην Ελλάδα της επόμενης μέρας μετά την κρίση, οι σχεδίες των ξεχασμένων πρέπει να φτάσουν άθικτες σε απάνεμο λιμάνι αντί να βουλιάξουν στα σκοτεινά νερά της κοινωνικής αδιαφορίας και της πολιτικής αναποτελεσματικότητας. Αυτός πρέπει να είναι ο πυρήνας ενός λειτουργικού και προοδευτικού εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης, το οποίο θα συμφιλιώνει την ανάπτυξη με την αλληλεγγύη για την έξοδο από την κρίση.