Πολιτικη & Οικονομια

Γιατί η νίκη του Κυριάκου είναι ιστορική

Εικόνες που αφήσαμε πίσω μας, αλλά δεν πρέπει να ξεχάσουμε

Κατερίνα Παναγοπούλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης νίκησε τον λαϊκισμό και τον διχασμό

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν νίκησε τον Αλέξη Τσίπρα. Νίκησε τον λαϊκισμό. Τη ματαίωση της νέας γενιάς που της έγινε πλύση εγκεφάλου ότι η καριέρα είναι χολέρα και η αριστεία ρετσινιά. Νίκησε τον διχασμό. «Θα είμαι πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων» αντέτεινε στο μότο για τους λίγους και τους πολλούς του Αλέξη Τσίπρα. «Ενωμένοι μπορούμε» ήταν το σύνθημα απέναντι στο δίπολο με τον λαό και τις ελίτ. Δεν νικήθηκαν οι απέναντι. Νικήθηκε το κλίμα εμφυλίου. Αλλά και η παροχολογία και οι υποσχέσεις.

Δεν έχει υπάρξει στη μεταπολίτευση αρχηγός αξιωματικής αντιπολίτευσης που εξελέγη τάζοντας λιγότερα από τον νυν πρωθυπουργό. «Οι μετακλητοί θα μειωθούν, οι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου θα χρησιμοποιούνται ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες του δημοσίου, το κόστος μισθοδοσίας του δημοσίου τα τελευταία 4 χρόνια αυξήθηκε 2 δισ, αυτό πρέπει να σταματήσει» τόνιζε σε συνέντευξή του ο Μητσοτάκης μόλις 5 μέρες πριν τις εκλογές, λόγια απαγορευμένα κατά τη διάρκεια προεκλογικής περιόδου.

«Θεσπίσαμε μόνιμο δώρο Πάσχα για τους συνταξιούχους» έλεγε ο Αλέξης Τσίπρας, «θα δίνουμε ένα σταθερό βοήθημα σε ετήσια βάση, το οποίο θα δοθεί στο τέλος του επόμενου έτους, εφόσον οι δημοσιονομικές συνθήκες μας το επιτρέπουν» απαντούσε σε συνέντευξή του την ίδια μέρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Παρόλα αυτά τα αποτελέσματα των εκλογών έδειξαν ότι οι συνταξιούχοι έδωσαν σαρωτική νίκη στη ΝΔ, ψηφίζοντάς την σε ποσοστό 46,4%, έναντι 25,5% που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ. «Οι πολίτες γύρισαν την πλάτη στην παροχολογία» συμπέραιναν τα πάνελ τη βραδιά των εκλογών. Ίσως γιατί γνωρίζουν πως την πλήρωσαν ακριβά. Και έπαψαν να ψηφίζουν όποιον πλειοδοτεί στο παιχνίδι δημαγωγίας και λαϊκισμού. Είχε ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι σταθερά σε όλες τις δημοσκοπήσεις του τελευταίου διαστήματος ως καταλληλότερος για πρωθυπουργός προηγείτο ο Κ. Μητσοτάκης –αυτός που «δεν τραβούσε»–, όταν παραδοσιακά στη θέση του καταλληλότερου προηγείται ο εκάστοτε νυν πρωθυπουργός.

Στις εκλογές δεν αναμετρήθηκε όμως μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ, αλλά και η λογική της αριστείας απέναντι σε εκείνη που λέει ότι είναι ρετσινιά. «Τη σημαία θα τη σηκώνουν και πάλι οι άριστοι» επαναλάμβανε εμφατικά στις ομιλίες του ο Μητσοτάκης σε μία κοινωνία που άκουγε τα προηγούμενα χρόνια από τον υπουργό Παιδείας Κ. Γαβρόγλου ότι «η αριστεία  καλλιεργεί τον εγωισμό». Αξίζει να θυμηθεί κανείς την αναφορά της «Αυγής» για την τότε υφυπουργό Μακεδονίας Θράκης Ε. Χατζηγεωργίου: «Δεν πήρε μεταπτυχιακά στην Αμερική, ούτε θα τη δείτε στα κοσμικά περιοδικά. Είναι πάντα γελαστή, ανθρώπινη και σοβαρή». Σαν να αποτελεί μειονέκτημα και ένδειξη απανθρωπιάς ή μη σοβαρότητας το να έχει κάνει κανείς μεταπτυχιακά στην Αμερική. Αν παρατηρούσε κανείς πώς εκτυλισσόταν ο δημόσιος διάλογος, θα έβλεπε ότι καταλογιζόταν σχεδόν ως μομφή στον Μητσοτάκη το ότι έχει πτυχίο από το Χάρβαρντ και μεταπτυχιακά από το Χάρβαρντ και το Στάνφορντ.

Και βέβαια στις εκλογές ηττήθηκε η σοκαριστική εικόνα του δακρυσμένου Παναγιώτη Πικραμένου. Ενός έντιμου, αξιοπρεπούς ανθρώπου που σπιλώθηκε ξαφνικά στα 73 του χρόνια, χωρίς καν να του δοθεί η δυνατότητα –μέσω ενός νομικά έωλου τρόπου με τον οποίο τέθηκαν υπό καθεστώς προστασίας οι μάρτυρες– να μάθει ποιος είναι αυτός που τον κατηγορεί. Αναγκάστηκε να πείσει για την τιμιότητά του, μετά από δεκαετίες που την είχε αποδείξει με το έργο και τη δημόσια παρουσία του. Η τοποθέτησή του στη θέση του επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας και η ψήφος εμπιστοσύνης των πολιτών συμβόλισαν πολλά.

Στις 7 Ιουλίου όμως υπήρξε και άλλη μία ήττα κομβική. Της Χρυσής Αυγής. Η οποία στα χρόνια της κρίσης γιγαντώθηκε, αφού συναντήθηκε με πάσης φύσεως λαϊκιστές. Τότε που αγκαλιασμένες πάνω και κάτω Πλατεία έκαναν θλιβερές αναλύσεις περί δικαιολογημένης βίας και μούντζωναν παρέα τη Βουλή. Εικόνες που αφήσαμε πίσω μας, αλλά δεν πρέπει να ξεχάσουμε.

Και εν κατακλείδι, παρακολουθώντας κανείς την ορκωμοσία του νέου υπουργικού συμβουλίου βλέπει ότι υπήρξε και μια ήττα συμβολική. Νίκησε η γραβάτα.