Πολιτικη & Οικονομια

Περιβάλλον και Πολιτική: Η αδιαφορία συνεχίζεται

Το «εθνικό σχέδιο» για το περιβάλλον είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για όλους

Αγγελική Κοσμοπούλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Λίγες μόνον μέρες πριν τις εκλογές, το περιβάλλον παραμένει ένας μεγάλος απών από τη δημόσια συζήτηση.

Ήταν νωρίς το πρωί κι ήμουν προσκεκλημένη σε ένα τηλεοπτικό πάνελ για να παρουσιάσω στοιχεία για ένα περιβαλλοντικό πρόγραμμα που βρίσκεται σε εξέλιξη στις Κυκλάδες. Κάθησα στη θέση μου και σχεδόν για ένα μισάωρο παρακολουθούσα, χωρίς να βγάλω μιλιά, τη συζήτηση που εξελισσόταν μπροστά μου για τα κόμματα, τους υποψηφίους και το πολιτικό ρεπορτάζ. Πριν αποφασίσω για τα καλά πως η ομορφιά μου δεν αρκούσε για να δικαιολογήσει την παρουσία μου στο πάνελ, στο παρά πέντε, ήρθε η ερώτηση: «Πείτε μας για αυτά τα ενδιαφέροντα που κάνετε στα νησιά..». Σαν να ρωτούσαν για κάτι αξιοπερίεργο, να προσδοκούσαν την «καλή είδηση της μέρας» ή να αναζητούσαν το τηλεοπτικό «γέμισμα» που ξεκινά με το συχνό «για να ελαφρύνουμε λίγο το κλίμα».

Κάπως έτσι είναι οι συζητήσεις για το περιβάλλον στα ΜΜΕ – σύντομες, αποσπασματικές, παρακινημένες συχνά από κάτι αξιοπερίεργο, από μια «παγκόσμια μέρα» ή την ανάγκη να κλείσει «διαφορετικά» ένα κενό. Αντίστοιχες είναι οι τοποθετήσεις για το περιβάλλον στα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων. Αποσπασματικές φράσεις που μοιάζουν με ευχολόγιο, αντί για προτάσεις εφαρμοσμένης πολιτικής με σαφή στόχευση και μετρήσιμο αντίκτυπο.

Λίγες μόνον μέρες πριν τις εκλογές, το περιβάλλον παραμένει ένας μεγάλος απών από τη δημόσια συζήτηση. Λείπει τραγικά από τις προγραμματικές στοχεύσεις και αποσιωπάται από κάθε συζήτηση, σαν κάτι που δεν αφορά τους πολλούς. Ταυτόχρονα, η ίδια θεματική έχει κατακτήσει κεντρική θέση στην ατζέντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία αναγνωρίζει ότι η προστασία του αποτελεί καίριο στόχο των επόμενων ετών, καθώς συναρτάται με τη ζωή στον πλανήτη – τη ζωή όλων μας, δηλαδή.

Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που η συζήτηση για το περιβάλλον ήταν ένα «ελαφρύ» συμπλήρωμα πολιτικών τοποθετήσεων, το κάπως «ψαγμένο» (συγχωρέστε μου τον άθλιο νεολογισμό) άλας βαρύτερων παρεμβάσεων με οικονομικό, αναπτυξιακό και κοινωνικό περιεχόμενο. Λίγη «πράσινη ανάπτυξη» και λίγη γενικόλογη «αειφορία» αρκούσαν για να ενισχυθεί το πολιτικό μίγμα, σε εποχές που πιστευόταν πως το περιβάλλον αφορούσε λιγοστούς «οικολόγους», με ευαισθησίες που έφταναν στα όρια της γραφικότητας, σε πείσμα της «προόδου».

Από τότε, πέρασαν αρκετά χρόνια. Στην Ευρώπη του 21ου αιώνα, η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι περιφερειακή στόχευση, αλλά κομβικός τομέας πολιτικής που δεν ανταγωνίζεται την οικονομία και την ανάπτυξη, αλλά τους δίνει βάθος και επικαιροποιημένο περιεχόμενο. Και οι ευρωπαϊκές προτεραιότητες γίνονται εθνικές υποχρεώσεις, για συμπόρευση με την κοινή πολιτική.

Η αντιμετώπιση της θαλάσσιας ρύπανσης που ξέφυγε τόσο ώστε να αποκαλείται «κρίση των ωκεανών», η μείωση του πλαστικού που χρησιμοποιείται στην καθημερινότητα, η σταδιακή κατάργηση των πλαστικών μίας χρήσης, η ενίσχυση της ανακύκλωσης και η επανάχρηση ανακυκλωμένων υλικών είναι μερικές μόνον από τις ευρωπαϊκές προτεραιότητες για τις οποίες η Ελλάδα έχει ήδη δεσμευτεί. 

Από το 2011 ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία για τη Θαλάσσια Στρατηγική, η οποία αποσκοπεί στη βελτίωση της κατάστασης του θαλάσσιου  περιβάλλοντος ως το 2020. Το 2017, με υπουργική απόφαση εγκρίθηκαν μέτρα για τον περιορισμό των θαλάσσιων απορριμμάτων, όπως δράσεις για την αλλαγή συμπεριφοράς των πολιτών, προγράμματα ενημέρωσης, δράσεις συμμετοχής του κοινού σε καθαρισμούς ακτών σε συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, εκπαιδευτικά προγράμματα στα σχολεία, αλλά και εφαρμογή του «fishing for litter» για τον καθαρισμό του βυθού της θάλασσας από απορρίμματα που συλλέγονται από αλιευτικά σκάφη κατά την αλιευτική δραστηριότητα. Σήμερα, αυτά που έχουν εκπληρωθεί είναι ελάχιστα.

Αντίστοιχα, τo 2018 ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό, ο οποίος θα πρέπει να ολοκληρωθεί το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου 2021. Μέχρι σήμερα, καμία ενέργεια δεν έχει γίνει ούτε προς αυτήν την κατεύθυνση.

Το πλαίσιο λοιπόν υπάρχει. Όμως, παρά τις σαφείς κατευθύνσεις της Ε.Ε., η πορεία των σχετικών μέτρων στην Ελλάδα παραμένει πλημμελής. Η ανακύκλωση βρίσκεται στο 17 %, αντί του στόχου του 50% μέχρι το 2020, ενώ το 82% των παραγόμενων απορριμμάτων πηγαίνει στην ταφή, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι σχεδόν 20%. Η στόχευση για επαναχρησιμοποίηση υλικών στην παραγωγή παρουσιάζει τεράστια απόκλιση από την πραγματικότητα. Ακόμα και η εφαρμογή πολυδιαφημισμένων μέτρων, όπως η μείωση της λεπτής πλαστικής σακούλας με την επιβολή περιβαλλοντικού τέλους από τον Ιανουάριο 2018, στην πράξη δεν είναι χωρίς προβλήματα. Δεκαοκτώ μήνες μετά, η λεπτή σακούλα έχει αντικατασταθεί σε πολλά καταστήματα από μια βαρύτερη (άνω των 50 μm), η οποία χαρακτηρίζεται ως επαναχρησιμοποιούμενη και δεν εμπίπτει στην υποχρέωση καταβολής τέλους. Πρόκειται για άλλη μια εύστροφη υπέρβαση της νομοθεσίας που πιθανότατα (καθώς τα επίσημα στοιχεία παραμένουν λιγοστά) οδηγεί στο να κυκλοφορεί ακόμα περισσότερο πλαστικό, δίχως ανταποδοτικότητα για το κράτος και με έσοδο για κάποιους εμπόρους που καρπώνονται το ισόποσο του περιβαλλοντικού τέλους χωρίς να το αποδίδουν. Αν αναλογιστεί κανείς πως αυτό είναι το πρώτο από δέκα μέτρα για τη μείωση των πλαστικών μίας χρήσης, θα αντιληφθεί πόσο μακριά βρισκόμαστε για άλλη μια φορά από τον στόχο. 

Χειρότερη από όλα αυτά είναι η έλλειψη ενδιαφέροντος, όπως προκύπτει από τη μέχρι σήμερα εφαρμογή των μέτρων, αλλά και από τη εκκωφαντική σιωπή των προεκλογικών εξαγγελιών. Αν λείπει η ευαισθησία, η συμμόρφωση με τις ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές και, εν τέλει, η ολοκλήρωση σημαντικών βημάτων για την υγεία των θαλασσών αλλά και ημών των ιδίων μοιάζει ακατόρθωτη. Η μέχρι σήμερα αδιαφορία δεν γεννά αισιοδοξία για τη συστηματική ενίσχυση της ανακύκλωσης σε όλη τη χώρα, την ορθή αποκομιδή απορριμμάτων ή την εμπέδωση της κυκλικής οικονομίας στην πράξη.

Υπάρχουν μη κυβερνητικές οργανώσεις που δίνουν σταθερά τέτοιες μάχες, κοινωφελή ιδρύματα που στηρίζουν με κάθε διαθέσιμο μέσο την αλλαγή, επιχειρήσεις που επενδύουν στην καινοτομία και δίνουν υπόσταση στην αειφορία, καταναλωτές που αλλάζουν συμπεριφορά. Υπάρχουν μεμονωμένες φωνές από πολλούς χώρους. Αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση. Ένα «εθνικό σχέδιο» για το περιβάλλον που θα δώσει πραγματικό νόημα στις αποσπασματικές «υποχρεώσεις», θα καλύψει τα κενά και θα δει την προστασία του περιβάλλοντος όπως είναι πραγματικά: ένα ζήτημα ζωής και θανάτου για όλους, αντί μια «παραξενιά» κάποιων γραφικών.