Πολιτικη & Οικονομια

Παναγιώτης Καρκατσούλης: «Το ρουσφέτι ξέφυγε, η στασιμοχρεοκοπία καραδοκεί»

Το Κίνημα Αλλαγής καταλαμβάνει την τρίτη θέση και αυτό σηματοδοτεί μια εγγύηση πολιτικής σταθερότητας απέναντι σε δύο πολωτικές δυνάμεις που απειλούν να σύρουν τη χώρα σε νέες περιπέτειες

Λένα Χουρμούζη
ΤΕΥΧΟΣ 709
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης στην ATHENS VOICE για την υποψηφιότητά του με το ΚΙΝΑΛ στην Α' Αθηνών.

Το 2012 ο καθηγητής της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, Παναγιώτης Καρκατσούλης, συστήνεται στο κοινό ως ο «καλύτερος Δημόσιος Υπάλληλος» στον κόσμο. Μετά από μια πορεία 20 ετών στο δημόσιο και σε διεθνείς οργανισμούς, η βράβευση γίνεται το 2015 διαβατήριο για να βρεθεί επικεφαλής στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του Ποταμιού και να εξασφαλίσει μια θέση στα έδρανα του ελληνικού Κοινοβουλίου. Στην κάλπη της 7ης Ιουλίου διεκδικεί την ανανέωση της παρουσίας του στη Βουλή ως υποψήφιος του Κινήματος Αλλαγής στην Α΄ Αθήνας.

Πώς αποτιμάτε και τι κρατάτε από την πρώτη σας εμπειρία στα έδρανα του ελληνικού κοινοβουλίου;
Το πιο σημαντικό από τα θετικά είναι ότι το καλοκαίρι του 2015 το πανταχόθεν βαλλόμενο ελληνικό πολιτικό σύστημα έδειξε μια αξιοπρόσεκτη ωριμότητα. Οι φιλοευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, Ποτάμι, παρά την αντίθεσή τους στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στρατεύθηκαν στον αγώνα για τη σωτηρία της χώρας. Ήμουν ένας από τους βουλευτές που μετείχε σ’ αυτό το εγχείρημα που έσωσε τη χώρα από τον γκρεμό, αλλά και την τιμή του πολιτικού κόσμου. Στα αρνητικά συγκαταλέγεται, προεχόντως, η αδιαφορία της συντριπτικής πλειοψηφίας των βουλευτών για την ποιότητα του νομοθετικού έργου. Αυτό που πρέπει να κάνουν (και) οι Έλληνες βουλευτές, δηλαδή, να νομοθετούν, το κάνουν με τον χειρότερο δυνατό τρόπο. Η προχειρότητα και η ενσωματωμένη στη βουλευτική κουλτούρα αδιαφορία για την παρακολούθηση των αλλαγών σε συνδυασμό με τις αφόρητες πελατειακές πιέσεις οδηγούν σ’ ένα απογοητευτικό ρυθμιστικό αποτέλεσμα. 
Η απόφασή μου να συνεχίσω να προσπαθώ για τη βελτίωση του παραγόμενου έργου από τους θεσμούς της ελληνικής πολιτείας ήταν μια δύσκολη, για μένα, απόφαση. Την έλαβα, μετά από μακρά περίσκεψη και τις επανειλημμένες θετικές κρίσεις για το έργο και την προσφορά μου πολλών πολιτών από διαφορετικούς πολιτικούς, επαγγελματικούς και επιστημονικούς χώρους. Εάν επανεκλεγώ, θα συνεχίσω να προσπαθώ για τη βελτίωση των θεσμών και του κράτους δικαίου. Χωρίς την ισχυροποίησή τους δεν πρόκειται να υπάρξει μια διατηρήσιμη ανάπτυξη της χώρας.  

Σώζεται αυτό το ελληνικό Δημόσιο (και μετά την τετραετία ΣΥΡΙΖΑ); Νοικοκυρεύεται η πολυνομία και γιατρεύεται η ασθένεια της γραφειοκρατίας;
Εκ πρώτης, φαντάζει αδύνατο. Μάλιστα, η τελευταία μετάλλαξη του πελατειακού κράτους σε αριστερόστροφο ήταν από τις πιο επιθετικές. Οι μεταρρυθμίσεις οι οποίες, ούτως ή άλλως, από την έναρξη των μνημονίων και εντεύθεν, χώλαιναν, σταμάτησαν εντελώς. Πολλές δημόσιες οργανώσεις παρουσιάζουν, σήμερα, εικόνα διάλυσης. Οργανωτικά παραλυμένες, με γερασμένο και παραιτημένο προσωπικό, με μια κουλτούρα χαφιεδισμού, ελάσσονος προσπάθειας και καταφυγής στις κομματικές εύνοιες ανταποκρίνονται, μετά δυσκολίας, στα τρέχοντα. Το ρυθμιστικό πλαίσιο λειτουργίας του κράτους παρουσιάζει εκείνη τη μορφή εκφυλισμού που είχε αποδοθεί σ’ αυτό μετά το τέλος του εμφυλίου στην Ελλάδα ως «νομοθετική αποκολοκύνθωσις». Χιλιάδες τροπολογίες, ατάκτως ερριμένες παντού, έχουν ακυρώσει την έννοια της ασφάλειας δικαίου και καθιστούν την απονομή της δικαιοσύνης και την ανταπόκριση της διοικήσεως στα αιτήματα των διοικουμένων απολύτως επισφαλή. Η διοικητική εικόνα της Ελλάδας προσομοιάζει προς εκείνη που απαντάται σε χώρες που μόλις έχουν βγει από εμφύλιο πόλεμο ή μεγάλη φυσική καταστροφή.
Η προσπάθεια ανάταξης του διαλυμένου αυτού κρατικού μηχανισμού θα είναι τιτάνια. Απαιτεί όχι μόνο ένα πολύ καλό στρατηγικό σχέδιο ενεργειών και παρεμβάσεων αλλά και τη μέγιστη δυνατή συναίνεση. Άμεσης απόδοσης μέτρα πρέπει να ληφθούν, το ταχύτερο, προκειμένου να αποκατασταθεί η εύρυθμη λειτουργία του κράτους και η εμπιστοσύνη των πολιτών προς τις υπηρεσίες.      

Πριν από επτά χρόνια είχαμε μιλήσει για το πιο σύντομο ανέκδοτο: «Κράτος στην Ελλάδα». Μήπως είναι τελικά το πιο διαχρονικό;
Δυστυχώς, οι εξελίξεις που μεσολάβησαν από τότε, οδήγησαν σε μια επιδείνωση των θεωρούμενων ως πάγιων νομοθετικών παθολογιών. Το ρουσφέτι ξέφυγε, με την ανοχή των δανειστών, από την πεπατημένη, η μετριοκρατία που ήταν κανόνας υποκαταστάθηκε από τους κομματικούς γκαουλάιτερ και η προσπάθεια ανάταξης της παραγωγικότητας του κρατικού μηχανισμού εγκαταλείφθηκε. Πολύ φοβούμαι, όμως, ότι η μεταρρύθμιση του ελληνικού δημοσίου θα παραπεμφθεί στις καλένδες υπέρ μιας «ιδιωτικής» διοικήσεως στην οποία θα έχουν διαβαθμισμένη πρόσβαση οι πολίτες αναλόγως του οικονομικού τους βαλαντίου. Αντίστιξη στη ζοφερή αυτή εικόνα και προοπτική αποτελούν αρκετοί δημόσιοι λειτουργοί ο οποίοι εξακολουθούν να ομνύουν στο όραμα του «υπηρέτη» του πολίτη. Είναι οι αστυνομικοί που περιπολούν στην «άγρια» Αθήνα έναντι 950 ευρώ, οι γιατροί των δημοσίων νοσοκομείων που δέχονται στην εφημερία τους πάνω από 1.000 περιστατικά και οι δάσκαλοι στην ακριτική Ελλάδα που βγάζουν μαθητές που πρωτεύουν στις πανελλήνιες εξετάσεις. 
Με αυτούς τους «διοικητικούς πρωταθλητές» μπορεί να είμαστε αισιόδοξοι και να παίρνουμε κουράγιο για τον δύσκολο αγώνα για την ανάταξη του δημόσιου τομέα.

Έχει η χώρα ανάγκη από κοινωνική πολιτική; Πώς την προσεγγίζει το ΚΙΝΑΛ χωρίς τον κίνδυνο της δημοσιονομικής «τρύπας»;
Η χώρα έχει όχι απλώς ανάγκη, αλλά δραματική ανάγκη από κοινωνική πολιτική. Η δραματική συρρίκνωση των εισοδημάτων που επήλθε με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ φτωχοποίησε μεγάλα τμήματα της μεσαίας τάξης και εγκλώβισε, ιδίως τους νέους μας, στην ανυπαρξία προοπτικής. Η φυγή τους στο εξωτερικό συνιστά την έκδηλη απόδειξη του ισχυρισμού μας. Ίσως, όμως, καμία άλλη πολιτική να μην έχει υποστεί τέτοια νοηματική και ουσιαστική παραμόρφωση από την κοινωνική πολιτική. Επί σειρά δεκαετιών, ως κοινωνική πολιτική εννοούνταν τα επιδόματα ανεργίας. Ως πολιτική αντιμετώπισης της ανεργίας εννοούνται, σήμερα, οι ελαστικές μορφές εργασίας, οι οποίες στην Ελλάδα των ανύπαρκτων ελέγχων και της εργοδοτικής ασυδοσίας, μετατράπηκαν σε σχέσεις δουλοπαροικίας. Το Κίνημα Αλλαγής προσεγγίζει την κοινωνική πολιτική ως ένα σύνολο παρεμβάσεων και μέτρων με τα οποία θα διορθωθούν κοινωνικές και διαγενεακές ανισότητες. Πιστεύουμε στη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και του ασφαλιστικού συστήματος σε μια πολυμερή βάση, ώστε να αποφευχθεί η όποια επαπειλούμενη δημοσιονομική τρύπα. Εάν, όμως, δεν επιχειρηθούν αμέσως αλλαγές και μεταρρυθμίσεις κι επιχειρηθεί, αντιθέτως, από την επόμενη κυβέρνηση, η κοινωνική πολιτική να ασκείται στην ίδια βάση, τότε η δημιουργία δημοσιονομικών ανισορροπιών και ο εγκλωβισμός μας στην πεπατημένη της λιτότητας –της «στασιμοχρεοκοπίας»– για να χρησιμοποιήσω τον όρο που εισήγαγε στη συζήτηση ο Ε. Βενιζέλος – θα είναι θέμα ολίγου χρόνου. 

Το Κίνημα Αλλαγής καταλαμβάνει την τρίτη θέση και αυτό σηματοδοτεί μια εγγύηση πολιτικής σταθερότητας απέναντι σε δύο πολωτικές δυνάμεις που απειλούν να σύρουν τη χώρα σε νέες περιπέτειες.

Πόσο κρίσιμες είναι οι επικείμενες εκλογές για την Κεντροαριστερά; Μπορεί το ΚΙΝΑΛ να μπει ανάμεσα στο δίπολο ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ;
Η αριθμητική των εκλογών αποτυπώνει το status quo των δυνάμεων που αναφέρονται στην λεγόμενη «κεντροαριστερά». Η προσπάθεια του κ. Τσίπρα να εισπηδήσει στον χώρο αυτόν με τους πρόθυμους γεφυροποιούς του δεν έχει στεφθεί από επιτυχία. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί, όμως, να δείχνει ότι συγκρατεί ένα ικανοποιητικό ποσοστό ψηφοφόρων στο οποίο, ωστόσο, είναι λίγοι εκείνοι που έχουν αναφορές σε μια σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία κι ακόμη λιγότεροι εκείνοι που τοποθετούνται στον χώρο του προοδευτικού κέντρου. 
Το Κίνημα Αλλαγής καταλαμβάνει με όρους ποσοστών την τρίτη θέση και αυτό το γεγονός, από μόνο του, σηματοδοτεί μια εγγύηση πολιτικής σταθερότητας απέναντι σε δύο πολωτικές δυνάμεις που απειλούν να σύρουν τη χώρα σε νέες περιπέτειες. Εμείς καλούμε τους προοδευτικούς πολίτες να μας επιλέξουν ώστε την επομένη των εκλογών να έχουμε την κοινοβουλευτική δύναμη και την κοινωνική νομιμοποίηση να προχωρήσουμε στην ανασύνταξη του μεσαίου χώρου.