Πολιτικη & Οικονομια

Τα ντιμπέιτ βλάπτουν τη δημοκρατία

Γι’ αυτό και τα κερδίζει ο καλύτερος για την τηλεόραση και όχι ο καλύτερος για την πρωθυπουργία

Μάνος Βουλαρίνος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πόση σχέση έχουν τα ντιμπέιτ με τη δημοκρατία; Ο Μάνος Βουλαρίνος εξηγεί.

Να ξεκινήσω διευκρινίζοντας πως όταν μιλάω για «ντιμπέιτ» δεν εννοώ τις παράλληλες ατομικές συνεντεύξεις των πολιτικών αρχηγών με τους αυστηρούς κανόνες και το βαρετό αποτέλεσμα. Από αυτά τα «ντιμπέιτ» το μόνο κινδυνεύει είναι η αϋπνία και η υπομονή των ανθρώπων που δεν έχουν συνδρομή σε δορυφορική ή ιντερνετική υπηρεσία, είναι παγιδευμένοι στην «ελεύθερη» τηλεόραση και το βράδυ της1ης Ιουλίου θα είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθήσουν το βαρετό αυτό θέαμα επειδή (για άγνωστο λόγο) θα μεταδίδεται σε εθνικό δίκτυο.

Όταν μιλάω για ντιμπέιτ εννοώ την τηλεοπτική εκπομπή στην οποία δύο πολιτικοί αρχηγοί, συντονιζόμενοι από κάποιους δημοσιογράφους, παλεύουν (δυστυχώς μόνο λεκτικά) με έπαθλο την συμπάθεια των τηλεθεατών – ψηφοφόρων. Εννοώ το τηλεοπτικό πρόγραμμα το οποίο εσχάτως έχει γίνει πολύ αγαπητό στον ΣΥΡΙΖΑ και στο οποίο ο σύντροφος πρωθυπουργός καλεί συνεχώς τον αρχηγό της αξιωματικής της αντιπολίτευσης. Ευτυχώς ματαίως.

Ευτυχώς, γιατί αυτού του είδους τα ντιμπέιτ (τα μόνα πραγματικά ντιμπέιτ δηλαδή) μπορεί να είναι ένα ενδιαφέρον τηλεοπτικό προϊόν, αλλά έχουν τόση σχέση με τη δημοκρατία όση σχέση έχει το λίπος με τις αρτηρίες.

Βλέπετε, στα πραγματικά ντιμπέιτ, αυτά που ο ένας πολιτικός αρχηγός στέκεται απέναντι στον άλλο, τον διακόπτει, κάνουν διάλογο κλπ αυτό που κρίνεται είναι το πόσο καλά γράφει ο κάθε αρχηγός στην κάμερα, το πόσο ετοιμόλογος είναι, το πόσο άνετα κι ευχάριστα μιλάει, το πόσο κακά στέκεται, το πόσο ευχάριστος είναι στην όψη και γενικά όλες οι αρετές που πρέπει να έχει ένας καλός παρουσιαστής τηλεοπτικής εκπομπής. Μόνο που στις εκλογές δεν διαλέγουμε παρουσιαστή.

Ίσως δεν είναι σε όλους σαφές (το «ίσως» το έβαλα από υποκριτική ευγένεια, είναι φανερό πως δεν είναι για όλους σαφές) αλλά στις εκλογές διαλέγουμε πρωθυπουργό. Διαλέγουμε τον άνθρωπο ο οποίος θα κρατήσει το τιμόνι του οχήματος που ονομάζουμε «χώρα» και του οποίου επιβάτες είμαστε όλοι. Διαλέγουμε έναν «διευθυντή» από την «διεύθυνση» του οποίου θα καθοριστεί όχι μόνο το παρόν, αλλά και το μέλλον μας. Δεν διαλέγουμε κονφερασιέ, δεν διαλέγουμε φίλο, δεν διαλέγουμε παρέα, δεν διαλέγουμε γκόμενο, δεν διαλέγουμε τραγουδιστή, δεν διαλέγουμε χιουμορίστα, δεν διαλέγουμε αφηγητή, δεν διαλέγουμε μοντέλο.

Δεν έχει σημασία αν ένας πρωθυπουργός «τα λέει». Αυτή είναι μια αρετή για ηθοποιούς και παρουσιαστές. Δεν έχει σημασία αν ένας πρωθυπουργός «είναι κομψός και στέκεται καλά». Θα είχε, αν ήταν μοντέλο. Δεν έχει σημασία αν «το κοστούμι του πάει με τη γραβάτα του». Δεν έχει σημασία πόσο άνετος φαίνεται. Δεν έχει σημασία αν μπορεί να σκεφτεί μια εξυπνάδα στο δευτερόλεπτο. Αντιθέτως, έχει σημασία οι γνώσεις του να βρίσκονται σε επίπεδο αρκετά πάνω από τον μέσο όρο, να αντιλαμβάνεται πώς λειτουργεί η οικονομία και ο κόσμος γύρω του, να είναι σοβαρός και μετρημένος, να σκέφτεται πριν μιλήσει κι όταν το κάνει, αυτό που λέει να είναι περισσότερο σημαντικό παρά ευχάριστο. Με λίγα λόγια ένας πρωθυπουργός πρέπει να έχει αρετές και ικανότητες που κανένα ρόλο δεν παίζουν σε ένα ντιμπέιτ.

Γι’ αυτό και τα ντιμπέιτ τα κερδίζει ο καλύτερος για την τηλεόραση και όχι ο καλύτερος για την πρωθυπουργία. Και κακά τα ψέματα, ο σύντροφος Τσίπρας μάλλον θα ήταν καλύτερος παρουσιαστής από τον Μητσοτάκη (φυσικά μιλάμε για πρόγραμμα ελαφρολαϊκό, με κουτσομπολιά και σελέμπριτιζ και ινφλουένσερζ). Και γι’ αυτό επιμένει σε ντιμπέιτ. Γιατί ξέρει ότι εκεί που μετράει η άνεση (που συνήθως γίνεται θράσος), δεν μπορεί εύκολα κάποιος να τον αντιμετωπίσει. Δεν μπορεί εύκολα κάποιος να αντιμετωπίσει σε τετ-α-τετ κουβέντα κάποιον που είναι έτοιμος να πει με σιγουριά τα μεγαλύτερα ψέματα και να επαναλάβει τις πιο χυδαίες συκοφαντίες. Δεν μπορεί εύκολα κανείς να αντιμετωπίσει έναν αδίστακτο λαϊκιστή που όχι μόνο θα ισχυριστεί ότι ο γάιδαρος πετάει, αλλά θα περιγράψει και με γλαφυρό τρόπο το πόσο τον μάγεψε η εικόνα των φτερών του καθώς ανοιγόκλειναν στο ηλιοβασίλεμα. Κι ακόμα κι αν καταφέρει να τον αντιμετωπίσει θα έχει χάσει κάποιους πόντους σοβαρότητας γιατί θα έχει παίξει στο γεμάτο λάσπες γήπεδο του τηλεοπτικού εντυπωσιασμού. Στο γήπεδο που σημασία έχει η εικόνα και η ουσία είναι εντελώς αδιάφορη. Στο ντιμπέιτ που είναι τόσο χρήσιμο για έναν ψηφοφόρο όσο χρήσιμο είναι για έναν επιβάτη ταξί το χρώμα των μαλλιών του οδηγού.

Τα κόμματα και τις υποσχέσεις τους τις ξέρουμε. Τους πολιτικούς αρχηγούς τους έχουμε ακούσει να μιλάνε δεκάδες φορές. Ο Αλέκσης είναι πρωθυπουργός 4,5 χρόνια. Ο Μητσοτάκης ήταν υπουργός και αρχηγός από το 2016. Το να τους βάλουμε αντιμέτωπους σε  μια αρένα που το ισχυρότερο όπλο θα είναι η άνεση στον φακό ωφελεί μόνο τους τηλεοπτικούς σταθμούς που θα προβάλουν ένα ενδιαφέρον τηλεοπτικό προϊόν και τους δημοσιογράφους που θα διαφημιστούν μέσω της συμμετοχής τους σ’ αυτό. Για εμάς τους υπόλοιπους είναι απλώς ο χειρότερος τρόπος να διαλέξουμε τον άνθρωπο που θα ηγείται της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Εκτός αν αντιμετωπίζουμε τη χώρα ως μια τηλεοπτική εκπομπή. Και μπράβο μας.  

Υ.Γ. Αντιθέτως με τα ντιμπέιτ, θα ήταν πολύ ενδιαφέρουσα μια εκπομπή στην οποία οι πολιτικοί αρχηγοί θα έπρεπε να απαντήσουν σε ερωτήσεις εγκυκλοπαιδικών γνώσεων και μετά σε ερωτήσεις που θα έδειχναν αν αντιλαμβάνονται το πώς λειτουργεί η οικονομία, οι διεθνείς σχέσεις και η καθημερινότητα. Αλλά αυτή η εκπομπή θα είναι στα αλήθεια χρήσιμη οπότε μάλλον δεν θα την δούμε ποτέ.