Πολιτικη & Οικονομια

Ο έξυπνος-ηλίθιος αλγόριθμος των δημοσκόπων

Η στατιστική είναι μία άτιμη δουλειά. Θέλει δεδομένα, πολλά δεδομένα για να σταθεί αξιοπρεπώς μπροστά στον αμείλικτο αλγόριθμο

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 703
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο αλγόριθμος υπολογίζει με βάση αυτά που του δίνεις. Δεν έμαθε ποτέ να επιλέγει ίδιος. Είναι ένα έξυπνος ηλίθιος.

Η έμπειρη αναλύτρια των δημοσκοπικών δειγμάτων που ήταν νια και γέρασε τόσα χρόνια στο κουρμπέτι των προεκλογικών μετρήσεων, είχε σηκώσει τα χέρια ψηλά το απόγευμα της Δευτέρας που πέρασε. «Για τι “δείγμα” μιλάμε» είπε. «Έλα εδώ να καταλάβεις. Όλο σκοντάφτουμε σε αρνήσεις. Μας σιχτιρίζουνε και κλείνουν το τηλέφωνο. Βγάλε εσύ άκρη». Επεξεργαζόταν τα δεδομένα μιας δημοσκόπησης που το ίδιο βράδυ θα μεταδιδόταν από κάποιο κανάλι. Το έφερνε από εδώ, το πήγαινε από εκεί. Η διαφορά μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ δεν έλεγε να αλλάξει. Δεξιά η αγαπητή φίλη, συντηρητικός και ο ιδιοκτήτης της εταιρείας, αλλά η στατιστική είναι μία άτιμη δουλειά. Θέλει δεδομένα, πολλά δεδομένα για να σταθεί αξιοπρεπώς μπροστά στον αμείλικτο αλγόριθμο. Γιατί αυτός ο έρμος (ο αλγόριθμος) υπολογίζει με βάση αυτά που του δίνεις. Δεν έμαθε ποτέ να επιλέγει ίδιος. Είναι ένα έξυπνος ηλίθιος. 

Οι νέοι ψηφοφόροι των 17 ετών που θα προσέλθουν για πρώτη φορά στις κάλπες μετά την καφετέρια, αργά το απόγευμα της Κυριακής, ανέρχονται σε 500.000 άτομα. Κανένα δείγμα δεν είναι σε θέση να προσεγγίσει με κάποια αξιοπιστία αυτό το τμήμα του πληθυσμού. Θα ψηφίσει αντισυμβατικά ή αντισυστημικά; Θα ψηφίσει τη Χρυσή Αυγή ή τον Βαρουφάκη; Θα τρέξει προς τον ΣΥΡΙΖΑ εκεί κάτω στο Χαϊδάρι ή θα προτιμήσει τους «Βελόπουλους»; 

«Κοίτα το άθροισμα των μικρών κομμάτων. Στο σύνολό τους μπορεί και να ξεπεράσουν το 20%» λέει έντρομη η αναλύτρια και τραβά τα «στατιστικά» μαλλιά της. «Πρόσθεσε και την αποχή, βάλε τα λευκά, τα άκυρα και τα “Δεν ξέρω/δεν απαντώ” και ψάξε να βγάλεις συμπέρασμα». Όλα αυτά σε ένα τελικό δείγμα των 1.000 συμμετεχόντων σταθμισμένο με βάση τις εκλογές του 2015 αναγκαστικά. Να τι δεν πάει καλά με τις δημοσκοπήσεις. Να γιατί τίποτε δεν πρόκειται να πάει καλά με τις δημοσκοπήσεις διεθνώς. Πρέπει να αλλάξει η μέθοδος προσέγγισης των διαθέσεων του πολίτη. Πρέπει τα συμπεράσματα να βγαίνουν από ερωτήσεις πλάγιες που θα οικοδομούν το προφίλ του ερωτώμενου έτσι ώστε να μην μπορεί να ξεφύγει με ένα ναι ή ένα όχι ή με μία απλή τοποθέτηση. Διότι μόνο με αυτό τον τρόπο υπάρχει πιθανότητα να προσεγγιστεί η λεγόμενη «αντισυστημική ψήφος». Για να περιοριστεί η «χαβαλεδιάρικη διάθεση» των ερωτηθέντων που κάνουν πλάκα με τους δημοσκόπους. Χρειάζονται περισσότερα ερωτήματα, σύνθετες ερωτήσεις, περισσότεροι εργαζόμενοι, μεγαλύτερο δείγμα, καλύτερη προετοιμασία ερωτηματολογίου. Δηλαδή, μεγαλύτερο κόστος και περισσότερες δαπάνες. Ποιος θα τα πληρώσει όλα αυτά; Οι εκδότες μήπως;

Τρία εικοσιτετράωρα πριν από την κάλπη της Κυριακής και στην Κουμουνδούρου το έχουν δέσει κόμπο πως η διαφορά θα είναι τόσο μικρή ώστε το βράδυ των εκλογών ο Αλέξης Τσίπρας θα είναι σε θέση να διασφαλίσει το κεκτημένο της αυξημένης συσπείρωσης του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να προκηρύξει εκλογές.

Στη Νέα Δημοκρατία πάντα κυριαρχούσε η γκρίνια. Ακόμη και στις καλύτερες στιγμές σε αυτό το κόμμα ακούς γκρίνια. Ακούς επίσης για σενάρια, για επαφές στελεχών σε σπίτια δυσαρεστημένων, για φράξιες, για ομάδες. Η γκρίνια αυτή τη φορά εστιάζεται στην «απομόνωση του Κυριάκου», ο οποίος συνομιλεί με ελάχιστους και ακούει ακόμη λιγότερους. Περίεργα πράγματα παραμονές εκλογών. Όμως η Νέα Δημοκρατία ήταν πάντα κάπως έτσι. Από τότε που τους τα βρόντηξε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και έγινε πρόεδρος.

Στα ενδότερα των έσω στο Μαξίμου από το πρωί της Τρίτης, προχθές δηλαδή, αναπαραγόταν ένα κλίμα αισιοδοξίας. Πόθεν προκύπτει; Από τη συνεχή άνοδο της συσπείρωσης των Συριζαίων, ήταν η απάντηση. Το ζητούμενο είναι την ημέρα των εκλογών αυτό το πολυπόθητο ποσοστό να αγγίξει τουλάχιστον ένα 65% των ψηφοφόρων που ψήφιζαν το 2015 «δαγκωτό ΣΥΡΙΖΑ». Μα και πάλι αρκούν, ρωτάει ψελλίζοντας ο δημοσιογράφος, για να εισπράξει την απάντηση: «Ένα 65% και πάνω στις Ευρωεκλογές σημαίνει 75% και πάνω στις βουλευτικές». Αλχημείες, λέει από μέσα του ο δημοσιογράφος και δεν αντιδρά. Γιατί άλλωστε να αντιδράσει. Οι διευθυντές του δεν του ζητούν να καταθέσει κάποιο ρεπορτάζ. Οι «ειδήσεις» βγαίνουν από τους τίτλους που είναι στημένοι από επικοινωνιακά επιτελεία και όχι από τη δημοσιογραφική δουλειά. Πρώτα διαβάζει ή ακούει κανείς το σχόλιο και μετά την είδηση. Περίεργα πράγματα. Τελικά οι πολίτες πληροφορούνται τα πεπραγμένα από τα social media, με τις διαστρεβλώσεις, τα fake news, τις προσωπικές παρεμβάσεις, το κουτσομπολιό και πάνω απ’ όλα τη φωτογραφία ή το video. Λειτουργούν με εικόνες. Ζουν με εικόνες. Τους έμαθαν να ψηφίζουν με εικόνες. Κάποια στιγμή θα χορταίνουν με εικόνες το στομάχι τους.

Στη Γερμανία ξεπέρασαν ακόμη και τον εαυτό τους. Για δύο ολόκληρα χρόνια κρατούσαν στο συρτάρι το video με τα ενοχοποιητικά στοιχεία που θα έστελναν τον ακροδεξιό πολιτικό και συγκυβερνήτη στην Αυστρία στον πολιτικό Καιάδα μια και καλή. Θα μπορούσαν να είχαν παρέμβει (τα ΜΜΕ) στις προηγούμενες εθνικές εκλογές που ανέδειξαν δεύτερη δύναμη τους νεοφασίστες. Το «φύλαξαν» για τις Ευρωεκλογές. Θα έχει τους λόγους του το Der Spiegel που κρατούσε το video στο ψυγείο.  Άβυσσος η ψυχή του πανγερμανικού κατεστημένου. Στη Βρετανία, λένε, προηγείται ο Φάραντζ, αυτό το υποφαινόμενο της πολιτικής σκηνής. Δεν φταίει ο Φάραντζ. Αυτοί που θα τον ψηφίσουν θα φταίνε εξ ολοκλήρου. Στη Γαλλία προηγείται η Λεπέν, λένε οι δημοσκοπήσεις. Οι Γάλλοι αμφισβητούν την Ευρώπη. Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι πανευτυχής. Το διέλυσε το ευρωπαϊκό μαγαζί. Ο Πούτιν επίσης. Άντε και καλό βόλι, αρκεί να μη χαθείτε μεταξύ πρώτου και δεύτερου εκλογικού τμήματος και μεταξύ των 40 ψηφοδελτίων στις Ευρωεκλογές. Τι τσίρκο κι αυτό.