- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Σπύρος Βούγιας: Μια «ΠΟΛΗχρωμη Θεσσαλονίκη» είναι εφικτή
Διεκδικεί τη δημαρχία για τρίτη φορά με την επίσημη υποστήριξη ΚΙΝΑΛ & Ποταμιού. Ο συγκοινωνιολόγος με το κοσμοπολίτικο προφίλ περιγράφει τους στόχους του στην ATHENS VOICE
Tι κάνει τον Σπύρο Βούγια τόσο αθεράπευτα Θεσσαλονικέα; Παραφράζοντας έναν στίχο του αγαπημένου του ποιητή Τάκη Σινόπουλου, ο Σπύρος Βούγιας «έρχεται συνέχεια από τη Θεσσαλονίκη» και έχει ένα εξαιρετικό πλάνο για μια «ΠΟΛΗχρωμη» συμπρωτεύουσα. Ο καθηγητής του ΑΠΘ και ενεργός πολίτης από το 1994, που από τον άγριο ρομαντισμό του ’98 και την ανεκπλήρωτη ελπίδα του 2002 βρέθηκε στα έδρανα της Βουλής και τα υπουργικά χαρτοφυλάκια προτού αποστασιοποιηθεί διακριτικά από την κεντρική πολιτική σκηνή, διεκδικεί για τρίτη φορά τη δημαρχία της πόλης.
Με ακλόνητη αισιοδοξία και μεγαλύτερη ωριμότητα, με ολοκληρωμένο πρόγραμμα 100 πρώτων εβδομάδων, το οποίο έχει ήδη εκτεθεί στους δημότες της Θεσσαλονίκης, με την επίσημη υποστήριξη ΚΙΝΑΛ και Ποταμιού, ο συγκοινωνιολόγος με το κοσμοπολίτικο προφίλ φαντάζει σαν ο φυσικός διάδοχος της εξωστρεφούς αντίληψης για τη δημοτική διοίκηση, όπως αυτή ξεδιπλώθηκε κατά την περίοδο της δημαρχίας του Γιάννη Μπουτάρη.
Με ποιον τρόπο θα κατορθώσει να κερδίσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων της Θεσσαλονίκης αυτός ο γνήσιος εκπρόσωπός της; Και ποια εμπόδια θα χρειαστεί να αντιπαρέλθει έως τον Μάιο; Ο Σπύρος Βούγιας τολμά να ονειρεύεται και δηλώνει στην ATHENS VOICE πως μια «ΠΟΛΗχρωμη Θεσσαλονίκη» είναι εφικτή.
Δηλώνετε ότι επιθυμείτε να διοικήσετε την πόλη για να την πάτε «πιο πέρα από εκεί που την άφησε ο Γιάννης Μπουτάρης, χωρίς να κλείσουμε τους ανοιχτούς ορίζοντες». Πώς αξιολογείτε το έργο της απελθούσας διοίκησης; Και τι στοχεύετε να πράξετε διαφορετικά;
Θυμάμαι ακόμη εκείνο το ιστορικό βράδυ του Οκτωβρίου του 2010, όταν η «Πρωτοβουλία» του Γιάννη Μπουτάρη κέρδισε τον Δήμο Θεσσαλονίκης, ύστερα από «24 χρόνια μοναξιάς». Στην πραγματικότητα ήταν η συνέχεια και η ολοκλήρωση της προσπάθειας που είχαμε ξεκινήσει το ’98 και με δική μου ευθύνη δεν ολοκληρώθηκε, κάτω από το βάρος τόσων πολλών και ετερόκλητων προσδοκιών. Προφανώς, δεν ήμουν έτοιμος τότε.
Το 2010, όμως, η πόλη γύρισε σελίδα και ένας φρέσκος άνεμος ελπίδας και αισιοδοξίας φύσηξε ξαφνικά και ξύπνησε τους ράθυμους και απογοητευμένους Θεσσαλονικείς. Εξωστρέφεια, ήπιες αναπλάσεις, άνοδος των τουριστικών επισκέψεων, ευφάνταστες πολιτιστικές παρεμβάσεις, ανεκτικότητα στα δικαιώματα και στην ελεύθερη έκφραση, καλύτερη αισθητική, ήταν η μία όψη του νομίσματος.
Από την άλλη πλευρά, όμως, το κουρασμένο σώμα της πόλης συνέχιζε να υποφέρει: κλειστά μαγαζιά, μουτζουρωμένοι τοίχοι, ξέχειλοι κάδοι, σπασμένα πλακάκια, γλίτσα και μηχανάκια στα πεζοδρόμια, εκτεταμένη παραβατικότητα και αστική βία παντού. Η εικόνα αυτή κυριάρχησε απόλυτα κατά τη δεύτερη θητεία της διοίκησης, όταν ο δημόσιος χώρος καταπατήθηκε πλήρως και χάθηκε οριστικά ο στόχος της προάσπισης και της ανάκτησής του.
Το συνολικό ισοζύγιο είναι, κατά τη γνώμη μου, θετικό. Ο Γιάννης Μπουτάρης άνοιξε τους ορίζοντες της πόλης και ενίσχυσε τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της, έχασε όμως τελικά το δύσκολο στοίχημα με τα προβλήματα της καθημερινότητας. Εδώ θα δώσουμε εμείς έμφαση, για να συμπληρώσουμε τα κενά και να βελτιώσουμε αισθητά την εικόνα της πόλης και την ποιότητα της ζωής των πολιτών.
Οι πρώτες δημοσκοπήσεις προσφέρουν υλικό για προβληματισμό αλλά και αρκετές ελπίδες για πλασάρισμα στον δεύτερο γύρο, όπου όλα είναι εφικτά. Είναι ρεαλιστική η πιθανότητα για το 20% στο οποίο προσβλέπετε;
Είναι παράξενες αυτές οι εκλογές και διεξάγονται σε μια ανοχύρωτη πόλη. Νέο, διαλυτικό εκλογικό σύστημα, μεγάλος αριθμός υποψηφίων, επιβολή του τεχνητού διπολισμού Σύριζα - ΝΔ, προκλητική σπατάλη χρημάτων, άνιση προβολή υποψηφίων χωρίς κανόνες δεοντολογίας από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μέσα σ’ αυτό τον ορυμαγδό, οι δημοσκοπήσεις είναι αμήχανες αλλά και ευάλωτες σε επηρεασμό. Παρ’ ότι επιχειρείται, πάντως, η μεθοδευμένη ενίσχυση των δύο κομματικών υποψηφιοτήτων, η δική μας προσπάθεια παραμένει διακριτή και ισχυρή, πολύ κοντά στη διεκδίκηση της 2ης θέσης σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Και, εάν συμβεί αυτό, υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες νίκης, αφού το πολυσυλλεκτικό ψηφοδέλτιό μας ευρίσκεται στο μέσον του πολιτικού φάσματος και θα αποτελέσει ισχυρό πόλο συσπείρωσης στον δεύτερο γύρο.
Διεκδικείτε τον Δήμο με τη στήριξη του ΚΙΝΑΛ και του Ποταμιού, δηλώνετε ωστόσο ανεξάρτητος υποψήφιος. Είναι σημαντική για εσάς αυτή η επισήμανση;
Ξεκίνησα πολύ νωρίς και μόνος την κούρσα των εκλογών, πριν ένα χρόνο περίπου. Δεν ρώτησα κανέναν, παρά μόνο την πόλη, και όταν δέχθηκα το πρώτο θετικό της νεύμα, πήρα την απόφαση να προχωρήσω. Είναι προφανές ότι θα έφτανα ως το τέλος, ανεξαρτήτως της στήριξης κάποιου κόμματος, υπερβαίνοντας τη διχαστική πόλωση των δύο μεγαλύτερων κομμάτων γύρω από τη συμφωνία των Πρεσπών. Στην πορεία προέκυψε αρχικά η στήριξη του Ποταμιού (λόγω και της στενής συνεργασίας μου με τον Νίκο Νυφούδη) και αργότερα του ΚΙΝΑΛ, που αποφάσισε να μας υποστηρίξει πολιτικά, μετά από πολλές, είναι αλήθεια, σκέψεις και άλλες αναζητήσεις. Έτσι πρέπει να γίνονται τα πράγματα: οι υποψήφιοι να προηγούνται και τα κόμματα ύστερα να εκφράζουν την όποια προτίμησή τους. Δεν πρόκειται για κάποιο πολιτικό τέχνασμα αλλά για θέμα αρχής. Γιατί ένας υποψήφιος που εξαρτά την κάθοδό του από κομματικό χρίσμα είναι υποχρεωμένος να στηρίζει κάθε κομματική απόφαση, ενώ ένας ανεξάρτητος προτάσσει πάντοτε τα θέματα της πόλης, χωρίς να ταυτίζεται υποχρεωτικά με τον κομματικό φορέα ο οποίος τον στηρίζει.
Κάθε δήμαρχος θα επιθυμούσε να συνδέσει το όνομά του με ένα μεγάλο έργο. Εσείς αναφέρετε στο πρόγραμμα των 100 πρώτων εβδομάδων σας μια σειρά παρεμβάσεων: Ανάπλαση της πλατείας Ελευθερίας, πεζοδρόμηση της Αγίας Σοφίας κάτω από την Τσιμισκή, το έργο στη Δημητρίου Γούναρη και στην πλατεία Φαναριωτών, ανάπλαση της πλατείας Αριστοτέλους μέχρι την Κασσάνδρου. Είναι εφικτά όλα αυτά σε τόσο σύντομο διάστημα;
Είμαι υπέρ των μικρών σημειακών παρεμβάσεων σε κάθε γειτονιά και κυρίως στις πυκνοδομημένες περιοχές που οικοδομήθηκαν βίαια την εποχή της αλόγιστης αντιπαροχής. Υπάρχει, όμως, μια εμβληματική ανάπλαση που θα ήθελα να ολοκληρώσω και να αφήσω ως παρακαταθήκη, που θεωρώ πως θα αλλάξει την εικόνα και τη λειτουργία της πόλης: η πεζοδρόμηση της λεωφόρου Νίκης, στην παλιά παραλία. Σπεύδω να εξηγήσω, για όσους δικαιολογημένα ανησυχούν για τις επιπτώσεις αυτής της ανάπλασης, πως έχουν διασφαλιστεί όλες οι προϋποθέσεις για την εκτροπή της κυκλοφορίας σε εναλλακτικές διαδρομές, ώστε να μη δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα κυκλοφοριακής συμφόρησης. Αντιθέτως, θα αντιμετωπιστεί ριζικά το βασανιστικό πρόβλημα της παράνομης στάθμευσης στους κεντρικούς άξονες Τσιμισκή και Βασ. Όλγας, με τη δημιουργία μιας αποκλειστικής λωρίδας για λεωφορεία αντίθετης κίνησης (contra flow bus lane), όπως έγινε και στην οδό Πανεπιστημίου στην Αθήνα. Με τον τρόπο αυτό θα γίνεται πιο κεντροβαρικά και η καθημερινή επιστροφή χιλιάδων επιβατών των λεωφορείων, καθώς οι σημερινές στάσεις ευρίσκονται πολύ μακριά από τις κατοικίες τους. Πέρα, όμως, από τις αναγκαίες προσαρμογές, που πρέπει να γίνουν και έχουν μελετηθεί μέχρι την τελευταία τους λεπτομέρεια, η πρόταση αυτή μπορεί να γίνει η νέα «μεγάλη ιδέα» για τη Θεσσαλονίκη. Θα αλλάξει θετικά τη εικόνα του προσώπου της, θα ανοίξει το βλέμμα της προς τον ορίζοντα και θα αποκαταστήσει τη διαταραγμένη σχέση της πόλης με τη θάλασσα.
Ποτέ στο παρελθόν του ΟΑΣΘ οι υπηρεσίες του δεν υπήρξαν τόσο ανεπαρκείς. Πώς θα αποκαταστήσετε την εμπιστοσύνη του δημότη στο κυριότερο μέσο συγκοινωνίας του; Αποδείχθηκε καταστροφική για την πόλη η βίαιη κρατικοποίηση του ΟΑΣΘ, η μετατροπή δηλαδή ενός προβληματικού, κρατικοδίαιτου οργανισμού σε κρατικό, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως πυλώνας πολιτικής και επικοινωνιακής χειραγώγησης της πόλης. Φυσικά, η υπόθεση εξελίχθηκε σε μπούμερανγκ για την κυβέρνηση, αφού το «σοσιαλιστικό» πείραμα που δοκίμασε ήταν τόσο οπισθοδρομικό, που δεν μπορεί να εξυπηρετήσει τους Θεσσαλονικείς. Αραιά δρομολόγια, παλιά και ξεχαρβαλωμένα λεωφορεία, κατάρρευση του συστήματος τηλεματικής, εισιτηριοδιαφυγή, μεγάλες καθυστερήσεις, βασανιστική ταλαιπωρία του επιβατικού κοινού. Η ταπεινωτική αυτή κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο. Σε όλο τον κόσμο, οι δημόσιες συγκοινωνίες χρειάζονται δύο πράγματα για να αναπτυχθούν: επενδύσεις και τεχνογνωσία. Μέχρι το τέλος του 2019, σύμφωνα και με τη σχετική κοινοτική οδηγία, θα προκηρύξουμε ανοιχτό διεθνή διαγωνισμό για την παραχώρηση τμημάτων του μεταφορικού έργου σε (περισσότερους από έναν) ιδιώτες παρόχους, με βάση, πάντοτε, αυστηρές προδιαγραφές ποιότητας του στόλου των οχημάτων και του επιπέδου εξυπηρέτησης. Έτσι, θα έρθουν στην πόλη τα πιο σύγχρονα και καθαρά λεωφορεία, με το χαμηλότερο δυνατό κόμιστρο αλλά και με αυστηρό έλεγχο της προσφερόμενης ποιότητας της μετακίνησης από την πολιτεία και την πόλη. Έτσι λειτουργούν όλες οι σοβαρές ευρωπαϊκές μητροπόλεις, συνδυάζοντας τον κρατικό σχεδιασμό με τις ιδιωτικές επενδύσεις και την προηγμένη τεχνογνωσία, προσφέροντας υπηρεσίες υψηλής ποιότητας στους επιβάτες.
Ως συγκοινωνιολόγος με σημαντικό έργο και μεγάλη ακαδημαϊκή σταδιοδρομία, ασφαλώς τοποθετείτε στην κορυφή των προτεραιοτήτων σας ζητήματα, όπως τη βιώσιμη αναδιανομή του αστικού οδικού δικτύου, την εκλογίκευση του συστήματος ελέγχου στάθμευσης, τον επανασχεδιασμό του λεηλατημένου δημόσιου χώρου. Υπάρχει ελπίδα για μια καλύτερη καθημερινότητα στη Θεσσαλονίκη;
Φυσικά υπάρχει ελπίδα και δυνατότητα. Παρά τα προβλήματα και την έλλειψη ενδιαφέροντος, η Θεσσαλονίκη δεν έχει ανεπίστρεπτα καταστραφεί. Εκτιμώ, μάλιστα, πως θα μπει σύντομα σε μια σταδιακή φάση ανάπτυξης. Οι προβλεπόμενες επενδύσεις για την επέκταση του λιμανιού, η κατασκευή του νέου επιβατικού αεροσταθμού, η πολυαναμενόμενη ολοκλήρωση του μετρό και η ηλεκτροκίνηση του σιδηροδρομικού δικτύου προς την Αθήνα, θα επεκτείνουν το φάσμα της επιρροής και της ακτινοβολίας της στον ευρύτερο χώρο της ΝΑ Ευρώπης. Στο πλαίσιο αυτό, το όραμά μας δίνει προτεραιότητα σε μια βιώσιμη αναδιανομή του δημόσιου χώρου, υπέρ των πιο ευάλωτων χρηστών του οδικού δικτύου (πεζοί και ΑΜΕΑ, ποδηλάτες, επιβάτες λεωφορείων) έναντι των ιδιωτικών αυτοκινήτων. Συγκεκριμένα, από το 70-30% που είναι σήμερα υπέρ του Ι.Χ. να γίνει τουλάχιστον 50-50% μέσα στην επόμενη δεκαετία. Έτσι, θα συμβάλουμε και στην πλανητική μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής και του φαινομένου του θερμοκηπίου, επιτυγχάνοντας τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος της πόλης.
Η πρόταση για έξι μικρά «δημαρχεία» σε όλα τα διαμερίσματα του Δήμου είχε αποτελέσει αντικείμενο ενδιαφέροντος και για την προηγούμενη διοίκηση. Η «Πολήχρωμη Θεσσαλονίκη» την επαναφέρει. Τι το διαφορετικό μπορεί να προσφέρει;
Από το 1986, που ήμουν για πρώτη φορά υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με τον Στέλιο Νέστορα, θυμάμαι πως επαναλαμβάνουμε κάθε φορά αυτή την ανεκπλήρωτη υπόσχεση. Ακούγεται πια λιγάκι ειρωνικό, αφού, όχι μόνο δεν υλοποιήθηκε κάτι τέτοιο, αλλά η απομόνωση και η απραξία των κοινοτικών συμβουλίων αυξήθηκε ακόμη περισσότερο. Γι’ αυτό, το μόνο που μπορώ να υποσχεθώ και θα το κάνω, είναι η δέσμευση της προσωπικής μου παρουσίας στα κοινοτικά συμβούλια, κάθε 15 μέρες που συνεδριάζουν. Ενδιαμέσως, θα παρευρίσκεται κάθε φορά ένας αρμόδιος αντιδήμαρχος, ανάλογα με τα θέματα που συζητούνται. Έτσι θα αποκατασταθεί η έλλειψη επικοινωνίας που παρατηρείται σήμερα μεταξύ κεντρικού δήμου και κοινοτήτων και θα αποκτήσει νόημα και ενδιαφέρον η ενασχόληση και η συμμετοχή των εκπροσώπων κάθε γειτονιάς στη λήψη των αποφάσεων.
Το εκλογικό αποτέλεσμα στον δεύτερο μεγαλύτερο δήμο της χώρας έχει πάντοτε έναν έντονο συμβολισμό. Τι μήνυμα πιστεύετε ότι θα δώσει η Θεσσαλονίκη τον Μάιο; Και πού πιστεύετε ότι θα κριθεί αυτή η αναμέτρηση;
Υπάρχει πραγματικά, ένας ισχυρός αλλά λανθασμένος συμβολισμός: τι κομματικό χρώμα θα πάρει το βράδυ των εκλογών στον πολιτικό χάρτη της επικράτειας, μαζί με την Αθήνα, τον Πειραιά και τις 13 περιφέρειες. Κανείς δεν δίνει δεκάρα για τα χαρακτηριστικά και τις ικανότητες του νέου δημάρχου, παρά μόνο για την κομματική του ταυτότητα. Η Θεσσαλονίκη δεν είναι όμως μια κοινή πόλη αλλά μια σειρά από έννοιες και συμβολισμούς, τραύματα και διαψεύσεις. Χρειάζεται να επινοήσει από την αρχή τη νέα της φυσιογνωμία, την καινούργια της ταυτότητα, με αφετηρία τις επόμενες δημοτικές εκλογές. Αυτό, λοιπόν, είναι το μήνυμα που θα ήθελα να προκύψει: η Θεσσαλονίκη ανοίγει τα φτερά της για να πετάξει, επιλέγοντας τον κατάλληλο δήμαρχο που θα την οδηγήσει στο μέλλον.
Πώς θα επικοινωνήσετε τις θέσεις σας κατά το διάστημα που απομένει έως τις εκλογές; Σας προβληματίζει το γεγονός ότι οι αντίπαλοί σας διαθέτουν μεγαλύτερους πόρους και αυξημένη προβολή;
Με προβληματίζει και το θέτω συχνά, παρότι δεν μου αρέσει καθόλου να γκρινιάζω. Γνωρίζω, άλλωστε, ότι μπορεί να «αγοράσει» κάποιος λίγη αναγνωρισιμότητα, όχι όμως και δημοφιλία ή συμπάθεια, στοιχεία που διαθέτω, συγκριτικά τουλάχιστον, με τους συνυποψηφίους μου. Με ενοχλεί, όμως, πολύ η προκλητική σπατάλη μαύρου χρήματος, ιδιαίτερα αυτή την εποχή. Το χειρότερο είναι πως η αγορά επικοινωνιακού χρόνου από κάποιους συνδυάζεται με προφανή αποκλεισμό της δικής μας παράταξης, πρακτική που άπτεται θεμάτων δημοσιογραφικής δεοντολογίας και δημοκρατίας. Η απάντησή μας είναι να παράγουμε σημαντικά και ενδιαφέροντα γεγονότα, «υποχρεώνοντας» τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να μας προβάλουν, εάν επιθυμούν, φυσικά, να διατηρήσουν κάποια ψήγματα αντικειμενικότητας και αξιοπιστίας.
Η γεωπολιτική συγκυρία για τη Θεσσαλονίκη παρουσιάζει ιδιαιτερότητες, ενώ η συμφωνία των Πρεσπών αφήνει καθημερινό αντίκτυπο. Πώς θα θέλατε να διαχειριστεί η πόλη τις εξελίξεις;
Η συμφωνία των Πρεσπών είχε ήδη μια πρώτη, αρνητική συνέπεια για τον τόπο: με τον τρόπο που μεθοδεύτηκε, δίχασε τον ελληνικό λαό και δημιούργησε ένα βαθύ και αγεφύρωτο ρήγμα. Η πόλη πρέπει τώρα να κινηθεί προς την κατεύθυνση της κάλυψης αυτού του ρήγματος και την εθνική ομοψυχία, σε μια προσπάθεια να αποτραπούν, ή έστω να μειωθούν δραστικά, οι κίνδυνοι που μπορεί να προκύψουν από την εφαρμογή της στην πράξη. Γιατί, μια σοβαρή αποτίμηση μιας τόσο κρίσιμης διακρατικής συμφωνίας, δεν μπορεί να γίνει μέσα στον βραχύ και πιεστικό χρόνο της προεκλογικής πολιτικής συγκυρίας αλλά μόνο στον μακροπρόθεσμο, ιστορικό χρόνο, όταν θα έχουν αποκαλυφθεί όλες οι κρυφές πτυχές και λεπτομέρειές της. Ως τότε, όμως, η πόλη, που προβληματίζεται, ανησυχεί και αντιδρά σε όσους αμφισβητούν τον αυτονόητο και σωματικά βιωμένο πατριωτισμό της, πρέπει να διαχειριστεί το ζήτημα δημιουργικά και με αυτοπεποίθηση. Πείθοντας τους γείτονες και τους ευρωπαίους εταίρους πως η μόνη οδός προς την ανάπτυξη της περιοχής είναι η σταθερότητα και η συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών, χωρίς απόπειρες αναζωπύρωσης αλυτρωτικών επιδιώξεων και επικίνδυνων εθνικισμών.
Θεωρείτε πως η δεδομένη χρονική στιγμή θα μπορούσε να επιτρέψει στα συντηρητικότερα στοιχεία της πόλης να επικρατήσουν;
Εδώ πρόκειται για ένα λαϊκιστικό επικοινωνιακό τέχνασμα της κυβέρνησης, που επιχειρεί να κατασκευάσει έναν «φανταστικό εχθρό», προκειμένου να υποστηρίξει το πολιτικό της αφήγημα. Στην περίπτωση αυτή δυσφημεί τη Θεσσαλονίκη, παρουσιάζοντάς την ως τόπο όπου «επωάζεται το αυγό του φιδιού» και χαρακτηρίζοντας συλλήβδην ως «ακροδεξιούς» και «φασίστες» όσους διαφωνούν με τη συμφωνία των Πρεσπών. Όσοι προωθούν τις μεθοδεύσεις αυτές δεν διστάζουν να παρουσιάζουν τη Θεσσαλονίκη σαν πρωτεύουσα, δήθεν, ενός νέου «παρακράτους», και τους Θεσσαλονικείς περίπου ως παρακρατικούς, ώστε να απαξιώσουν τις αντιδράσεις τους. Αυτό είναι πολύ άδικο και προφανώς αντιφατικό, γιατί τα τελευταία χρόνια, ειδικά με τη διοίκηση Μπουτάρη, η πόλη έκανε ανοίγματα ανεκτικότητας και δικαιωματισμού προς κάθε κατεύθυνση. Αισθάνομαι ότι ζω σε μια πόλη ζωντανή και γεμάτη ενέργεια, στην οποία φυσάει ένας αέρας ελευθερίας, δημοκρατικής παράδοσης και πολυφωνίας. Για αυτό, άλλωστε, επιλέξαμε τον τίτλο «ΠΟΛΗχρωμη ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ» για το όνομα του συνδυασμού μας.
Τι το διαφορετικό διακρίνετε στις καθημερινές σας επαφές με τον κόσμο σε σχέση με την καμπάνια του 1998, ή την επόμενη, του 2002; Ο συνδυασμός «Ανθρώπινη Πόλη» εξαπλώθηκε μέσα από τα τραπεζάκια του «Σαντέ», σε μια ατμόσφαιρα σχεδόν παρεΐστικη. Σήμερα οι εκστρατείες διεξάγονται με επιτελεία social media και στοχευμένες διαφημίσεις. Αλλιώτικοι καιροί, άλλες τακτικές;
Ήταν μια άλλη εποχή, μια άλλη χώρα. Συμπτωματικά, ήταν και μια καλή στιγμή για την πόλη (αμέσως μετά την Πολιτιστική Πρωτεύουσα), που συνέπεσε και με μια δική μου ευφορική περίοδο. Έτσι στήθηκε εκείνη η ξέφρενη προεκλογική εκστρατεία, μια ξαφνική γιορτή. Τώρα, 20 χρόνια μετά, δεν είμαι πια νέος ηλικιακά αλλά αισθάνομαι καινούργιος, έμπειρος και δυνατός. Στην πολιτική, όπως και στη ζωή, το να πέφτεις και να ξανασηκώνεσαι είναι γόνιμο και διδακτικό. Με μια δόση υπερβολής, μνημονεύω συχνά έναν εξαίσιο στίχο του Κάλβου: «…και με φως και με θάνατον ακαταπαύστως», που αναφέρεται στην απρόβλεπτη πορεία των ανθρώπων και τη λεπτή γραμμή που χωρίζει τον θρίαμβο από την καταστροφή. Αυτή τη φορά η πόλη με γνωρίζει καλά, με τα θετικά και τα αρνητικά μου (αρνητικά δεν έχει μόνο όποιος δεν κάνει τίποτα). Πορεύομαι χρόνια ως ένας δημόσιος επιστήμονας, ένας επίμονος συγκοινωνιολόγος. Δεν κρατάω τίποτα κρυφό, τα παιδιά μας ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό, γυρίσαμε με τη Λένα στο πατρικό διαμέρισμα στην παλιά μου γειτονιά (προέκταση Μητροπόλεως), αφού περιπλανηθήκαμε παντού, στην πόλη και στον κόσμο. Αυτή την περίοδο, ύστερα από αρκετό καιρό «ταυτίζομαι ξανά με τον εαυτό μου», οφείλω να μιλώ με τις πράξεις μου και αυτές να μιλούν για μένα. Αισθάνομαι, ούτως ή άλλως, βαθιά ευγνώμων προς τη «ΜΗΤΕΡΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ» και το μόνο που θέλω είναι να της ανταποδώσω κάτι από όλα όσα αυτή απλόχερα μου πρόσφερε.