Πολιτικη & Οικονομια

Οι νεκροί της Μαρφίν δολοφονήθηκαν από μολότοφ

«Μας έριχναν βόμβες μολότοφ και οι συνάδελφοί μου τους εκλιπαρούσαν. Τους ικέτευαν: “Μην τις ρίχνετε, είμαστε άνθρωποι μέσα”».

Δήμητρα Γκρους
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι νεκροί της Μαρφίν ποτέ δεν αναγνωρίστηκαν από όλους ως αυτό που ήταν. Δολοφονημένοι εν ψυχρώ από την αγριεμένη αντιμνημονιακή μάζα του κινήματος. Γιατί το κίνημα δεν έπρεπε να αμαυρωθεί. Και γιατί οι νεκροί της «καλής βίας» αξίζουν λιγότερο από τους νεκρούς της «κακής βίας». Αυτό το αφήγημα ήταν τόσο καίριο στη βάση του που τίποτα δεν μπορούσε να το κλονίσει. Γιατί τότε θα κλονίζονταν στα θεμέλιά του το οικοδόμημα του «ιερού» αντιμνημονιακού αγώνα. Θα κλονίζονταν ολόκληρη η α(υτα)πάτη ότι την κρίση έφεραν τα μνημόνια. Ούτε οι αγανακτισμένοι θα είχαν λόγο ύπαρξης, ούτε οι συγκεντρώσεις που φώναζαν Να καεί το μπουρδέλο η Βουλή, ούτε οι κρεμάλες, ούτε βέβαια θα είχαν τόση απήχηση τα τραπεζάκια στην πλατεία Συντάγματος με τους σημερινούς υπουργούς της κυβέρνησης. Και δεν θα μπορούσαν να εξαργυρωθούν.

Με λίγα λόγια, χωρίς τον αντιμνημονιακό αγώνα η μακροβιότερη μνημονιακή κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να έρθει στην εξουσία. Οξύμωρο ε;  

Έτσι οι νεκροί της Μαρφίν πέρασαν στα ψιλά. Η κυβέρνηση ποτέ δεν τους τίμησε, ποτέ δεν τους αναγνώρισε. Γιατί τότε θα έπρεπε να βγει και να ζητήσει συγνώμη για όλα τα προηγούμενα χρόνια, από το 2010 και μετά. Θα έπρεπε να πει κάναμε λάθος, δεν είχαμε καταλάβει, δεν έπρεπε να επενδύσουμε στο μίσος και τον διχασμό, στον αγριεμένο όχλο, στη δικαιολογημένη βία, στους προδότες και τους γερμανοτσολιάδες. Θα έπρεπε να πει δεν είχαμε ιδέα για το πώς λειτουργούν οι διεθνείς συσχετισμοί και τι σήμαινε η κρίση, ότι δεν θα μπορούσαμε να αλλάξουμε την Ευρώπη, να καταργήσουμε το μνημόνιο με ένα νόμο, ένα άρθρο. Κι ότι δεν έπρεπε να επενδύσουμε στην αγωνία, την ανασφάλεια και στα πιο χαμηλά ένστικτα των ανθρώπων.

Όχι ένα απλό ηττηθήκαμε και συμβιβαστήκαμε, που είπε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος αυτές τις μέρες στους φοιτητές στο Λονδίνο, μετά από 4 χρόνια. Δεν ενδιαφέρει την κοινωνία η ήττα του κινήματος, δεν αποτελεί αυτό κάποια δικαίωση για τα χαμένα χρόνια, δεν φέρνει πίσω τα δισεκατομμύρια που κόστισε η παρωδία δημοψηφίσματος και η καταστροφική διαπραγμάτευση. Δεν είναι η ήττα τους το πρόβλημά μας, ο συμβιβασμός τους που αν δεν τον έκαναν θα γινόμασταν Βενεζουέλα, δεν είναι αυτό που περιμένουμε να αναγνωρίσουν, δεν είναι τέτοιας τάξης και μεγέθους.

Γιατί ακόμα και σήμερα ένας βουλευτής της κυβέρνησης και εκφραστής της αγνής αριστερής εκδοχής της, δεν θυμάται κανένα νεκρό ποτέ από μολότοφ, δεν θυμάται τίποτα από όσα  προηγήθηκαν πριν έρθουν τα προνόμια της εξουσίας. Και μια υποψήφια ευρωβουλευτίνα ονομάζει γλωσσικό ατόπημα την ύβρη, τα θύματα της τρομοκρατίας να ζητήσουν συγνώμη από τους θύτες, και κατηγορεί τους άλλους για φτηνή αντιπολίτευση επειδή θυμούνται. 

Κανείς δεν πρέπει να θυμάται, αυτό είναι και η πιο σπουδαία επιτυχία αυτής της κυβέρνησης. Όμως τους νεκρούς της Μαρφίν δεν πρέπει να τους ξεχάσουμε, γιατί είναι ανάμεσα στα δύο-τρία πιο σημαντικά και τραγικά γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας μας. Αποτελούν τεκμήριο για το πόσο καταστροφικά μπορούν να λειτουργήσουν ο παραλογισμός και η μισαλλοδοξία και απόδειξη του πώς ο κυνισμός της εξουσίας γίνεται οδοστρωτήρας ενσυναίσθησης και επαφής με τους πραγματικούς ανθρώπους.  

Κι έτσι τέτοια ατοπήματα προσβάλλουν τη μνήμη των νεκρών και τη μνήμη όλων μας. Γιατί στις 5 Μαΐου του 2010 δολοφονήθηκαν από μολότοφ 3 νέοι άνθρωποι, η Αγγελική Παπαθανασοπούλου, έγκυος στο πρώτο της παιδί, 32 ετών, η Βιβή Ζούλια, 35 ετών, και ο Νώντας Τσακάλης, 36 ετών. Θα έπρεπε να είμαστε ακόμα συγκλονισμένοι. Τραγική υπενθύμιση τα λόγια της γυναίκας που είχε βγει στο μπαλκόνι, ανάμεσα στους καπνούς, και εκλιπαρούσε για βοήθεια, ενώ πιο μέσα οι 3 συνάδελφοί της πέθαιναν από ασφυξία ή καίγονταν ζωντανοί...

«Δεν το έχει ξεπεράσει κανείς από εμάς. Τρία σπίτια έκλεισαν. Τρία θύματα, με την Αγγελικούλα να είναι στον 4ο μήνα. Είναι κυνικό και προσβλητικό στη μνήμη των νεκρών μας. Με πληγώνει, με πονάει, με θίγει και με προσβάλλει, είναι πολύ άσχημο αυτό που άκουσα. Μας έριχναν βόμβες μολότοφ και οι συνάδελφοί μου τους εκλιπαρούσαν. Τους ικέτευαν: “Μην τις ρίχνετε, είμαστε άνθρωποι μέσα”. Κανένας από όλους αυτούς τους ανθρώπους δεν μας υπολόγισε. (,,,)
Φορούσαν κουκούλα, οπότε, λόγω αμφιβολιών απαλλάχθηκαν οι φερόμενοι ως δράστες. Μας συγκλονίζει τόσα χρόνια ότι ξεχάστηκε απ’ όλους. Δεν αισθανθήκαμε ότι υπήρξε κοινωνικός ιστός, για να πει ότι 3 νέοι άνθρωποι είναι στο χώμα, ότι πέθαναν άδικα, πιο άδικα δεν υπάρχει. Δεν πήγαμε να δουλέψουμε σε εμπόλεμη ζώνη, πήγαμε στο κέντρο της Αθήνας. Δεν πέθαναν από τροχαίο, ούτε από ανίατη αρρώστια οι νεκροί της Marfin. Ξύπνησαν να πάνε στη δουλειά τους.
Απίστευτα, φρικτά λόγια να ακούγονται από βουλευτή του ελληνικού κοινοβουλίου. Είναι πολύ κυνικό».