- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κανένας ΣΥΡΙΖΑ: Ούτε κόκκινος, ούτε μπλε, ούτε πράσινος
Η δουλειά των μεταρρυθμιστών, σήμερα, έχει γίνει πολύ δύσκολη
Η κρατούσα συζήτηση περί εκλογών και πολιτικής, εν γένει, συμποσούται στη διαπίστωση (των δημοσιολογούντων), την ευχή (των αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ) ή την κατάρα (των Συριζαίων) να υπάρξει εναλλαγή του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς με τη Νέα Δημοκρατία. Διαγιγνώσκεται, όμως, από τους οιωνοσκόπους μια δυσκολία στη διαμόρφωση των κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών, εκατέρωθεν, και γι’ αυτό πλαγιοκοπείται το Κίνημα Αλλαγής. Η επίθεση του κ. Τσίπρα στον κεντρώο χώρο που καλύπτει το Κίνημα Αλλαγής είναι πρωτόγονη και προσιδιάζουσα στον πολιτικό αμοραλισμό και σαλταδορισμό που διακρίνει τους Πολλάκηδές του. Γι’ αυτό και αποτυγχάνει. Στα καλέσματά του προσήλθαν οι γνωστοί περιπλανώμενοι αριβίστες, το πολιτικό εκτόπισμα των οποίων εξαντλείται στον περιβάλλον της πυρηνικής οικογένείας τους.
Το πρέσινγκ του κ. Μητσοτάκη στον ίδιο χώρο είναι πολύ περισσότερο εκλεπτυσμένο. Προτάσσει τη «σιδερένια» λογική της χαμένης ψήφου: «Αφού θέλεις να φύγει ο Τσίπρας, δεν υπάρχει παρά μόνο μια χρήσιμη ψήφος, εκείνη που θα φέρει εμένα στη θέση του». Η μεταφυσική αχλύ που περιβάλλει τις αξιωματικές προτάσεις, εν γένει, ισχύει και εδώ. Δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς πώς θα έρθει η ανάπτυξη, θα βελτιωθεί το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης ή θα απομειωθεί η γιγαντιαία γραφειοκρατία που τρομάζει τους επενδυτές. Αρκεί η διαβεβαίωση ότι τα πράγματα θα αλλάξουν, επειδή ο επόμενος πρωθυπουργός δεν θα λέγεται Τσίπρας αλλά Μητσοτάκης. Γι’ αυτό βλέπετε ότι οι δημόσιες θέσεις της ΝΔ είναι αρκούντως γενικές και στρογγυλεμένες. Η εσωκομματική αντιπολίτευση του κ. Μητσοτάκη πρέπει να μπορεί να προσθέσει σ’ αυτές τον «λαϊκό παλμό» του καραμανλισμού, που τις καθιστά δυσδιάκριτες από αντίστοιχες προεκλογικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Ούτε όμως, κι αυτή, η στρατηγική δείχνει να καταφέρνει να οδηγήσει τους στρατηγιστές της ΝΔ στην άλωση του κεντρώου χώρου. Σ’ αυτή τη συζήτηση υπεισέρχεται και το Κίνημα Αλλαγής με μια ελάσσονα, αν και πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή της: Είναι εκείνη που προτείνεται από κάποιους εντός ή και εκτός του Κινήματος Αλλαγής και αφορά τη μετονομασία του σε Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα. Η επαναφορά των λαβάρων και συμβόλων του «παλιού καλού ΠΑΣΟΚ» εκτιμάται ως ικανή συνθήκη να φέρει το Κίνημα Αλλαγής στη θέση του ισχυρού παίκτη στον χώρο που δεν καλύπτει η ΝΔ, εκτοπίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα από εκεί.
Η πολιτική, ανέκαθεν, οριζόταν ως παίγνιο εξουσίας και πολλοί αφιέρωσαν πολλή προσπάθεια για να περιγράψουν και να ορίσουν τους κανόνες και τους τρόπους που οδηγούν σ’ αυτήν. Μαζί μ’ αυτή τη συζήτηση αναπτυσσόταν, επίσης ανέκαθεν, μια συζήτηση για το περιεχόμενο της πολιτικής και το ήθος της εξουσίας. Στη σύγχρονη ελληνική ιστορία η ίδια συζήτηση διεξάγεται εδώ και 200 χρόνια, αν και εντός του περιοριστικού πλαισίου που θέτει η πελατοκεντρική κοινωνική κουλτούρα. Παρ’ όλον ότι στη δική μας περίπτωση προέχει να μείνει αλώβητη η φιλοσοφία και η επιχειρησιακή ικανότητα του πελατειακού κράτους, αξίζει να σημειώσουμε την επίμοχθη προσπάθεια των μεταρρυθμιστών. Αυτοί, αντίθετα από τους λαϊκιστές, επιμένουν στις αλλαγές που έχει ανάγκη το ελληνικό κράτος, η οικονομία και η κοινωνία προκειμένου η Ελλάδα να μπορεί να στέκεται αξιοπρεπώς στον διεθνή ανταγωνισμό.
Η δουλειά των μεταρρυθμιστών, σήμερα, έχει γίνει πολύ δύσκολη. Έχουν να αντιμετωπίσουν τον ύπατο λαϊκισμό του κ. Τσίπρα, ο οποίος τροφοδοτείται τόσο από την σωρεία των λαθών και παραλείψεων των μνημονίων όσο κι από τους συμμάχους του στα λοιπά κοινοβουλευτικά κόμματα. Η πίεση αυτή πολλαπλασιάζεται από την πολιτική του «πεζοδρομίου» που εκπροσωπούν διάφοροι καφενόβιοι αναλυτές στα ΜΜΕ. Μου θυμίζουν εκείνο τον διαβόητο capo, τον Σαμ Τζιανκάνα της Μαφίας του Σικάγου, που ξεκίνησε από «ψυχοπαίδι» του Αλ Καπόνε και κατέληξε συνεργάτης της CIA πολιτευόμενος με κεντρικό σύνθημα «δώσε στο λαό ό,τι θέλει».
Η μάχη στις επερχόμενες εκλογές θα είναι και μια μάχη ανάμεσα στις καταρρακωμένες και ανυπόληπτες δεξιο-αριστερές λαϊκιστικές κορώνες και τους μεταρρυθμιστές. Θα αναμετρηθούν εκείνοι που πιστεύουν ότι υπάρχει προοπτική για τη χώρα μόνο έξω από τη ρουσφετοκρατία, την αναξιοκρατία και την οικονομική καχεξία του κρατισμού, με εκείνους που διατείνονται ότι είναι πιο «μάγκες» στη διαχείριση των απελπισμένων ου μην αλλά και των βολεμένων από τον light αυταρχισμό του κ. Τσίπρα.
Μένει να δούμε πόσο δυνατοί είναι οι κόκκινοι, μπλε και πράσινοι ΣΥΡΙΖΑ και πόσο δύσκολη θα είναι η αναμέτρησή τους με εκείνους που επιμένουν ότι πρέπει, τώρα, να αναληφθούν δεσμεύσεις σε συγκεκριμένα προγράμματα και δράσεις που θα υλοποιηθούν την επόμενη των εκλογών.
Αλλά και για τα ίδια τα κόμματα έρχεται η ώρα της κρίσεως. Έχουν να ξεκαθαρίσουν εάν θα συνεχίσουν να βολεύονται με τη βαλκανική εκδοχή του «πολυσυλλεκτικού» κόμματος που τα μετατρέπει σε σκουπιδοτενεκέδες που χωρούν τα πάντα και τίποτα ή θα μετασχηματιστούν σε κόμματα αρχών και θέσεων. Θα κριθεί εάν θα λειτουργήσουν, εν τέλει, ως θεσμοί εγγύησης της δημοκρατίας και όχι ως μια θανάσιμη απειλή της, εκκολάπτοντας το αυγό του φιδιού με τις πολιτικές ρητορείες και πρακτικές, ενώ την ίδια στιγμήθα κόπτονται για την «άνοδο της ακροδεξιάς».