Πολιτικη & Οικονομια

Κατρούγκαλος (όπως «Αριστερά») και άκρα

Σακελλάρης Σκουμπουρδής
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πλάκα έχει που δεν μπορεί κανείς να αγιάσει με κάποιους από τους «Αριστερούς». Αγωνίζονται πομπωδώς να τονίσουν πόσο ακραίοι είναι, όπως λέγαμε και στο προηγούμενο («Ακρότητες και άκρα»). Όταν, όμως, εκδηλωθούν και τους κάνεις κριτική, αρχίζει η γκρίνια, ότι τους ταυτίζεις με τη Χρυσή Αυγή, όπως κάνει και η φασιστική ΝΔ και τα λοιπά μακριά χέρια του συστήματος…

Ανάμεσά τους και ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Γιώργος Κατρούγκαλος (Γ.Κ.), που επανήλθε προχτές στην επικαιρότητα με συνέντευξή του στην Κυριακάτικη «Αυγή», δεν είναι ασυνήθιστο φαινόμενο. Έχει όμως την ιδιότητα του ειδικού γνώστη και η μαρτυρία του έχει ειδικό βάρος και δραματική επιρροή. Και τι λέει; Μέσα στη γιορτή του μυαλού του ο κ. Κατρούγκαλος ξεστομίζει το κυρίαρχο στον τόπο μας Δεξιό Αντιδραστικό Δόγμα ότι τα όρια της Δημοκρατίας τα αποφασίζει η κοινωνία κατά το δοκούν. Δεν του περνάει από το μυαλό ότι γι’ αυτό ακριβώς και ο λαός μας είναι ξυπόλητος και έρμαιο κάθε άθλιας φωνής, που ευημερεί εις βάρος του, χαϊδεύοντας τα αυτιά του.

Ποια βία είναι καλή και ποια κακή και πότε και ποιος κατέχει την Απόλυτη Αλήθεια, ώστε να κρίνει αυθεντικά για λογαριασμό της κοινωνίας; Αυτά τα απλά ερωτήματα γελοιοποιούν τον κύριο Κατρούγκαλο. Κάποτε ήταν η ηγεσία του Κ.Κ. που δήλωνε ότι το ’χει. Τώρα όμως που υπάρχουν πολλά Κ.Κ. και πολλές «Αριστερές» που τσακώνονται μεταξύ τους;… Ποιος είναι ο τροχονόμος στη λεωφόρο της Βίας; Εδώ αρχίζει πάλι η παρανοϊκή αποενοχοποίηση του Τρελοκομείου της Αυτοδικίας. Ας γίνουμε ζούνγκλα και ας κάνει ο καθένας ό,τι θέλει…

Προφανώς για να αντλήσει ηθικό έρεισμα ο κ. καθηγητής, δεν χάνει ευκαιρία να κρυφτεί πίσω από το αυτονόητο. Ότι όταν κάποιος αισθάνεται ότι αδικείται έχει το δικαίωμα να διαδηλώσει σκληρά την αντίθεσή του. Παραβιάζει ανοιχτές θύρες: η δημοκρατία αυτό το έχει ως απαράβατη πρωταρχική παραδοχή. Όμως, εδώ είναι που θα δοκιμαστεί στην κοινωνία η αντοχή, η διάρκεια και η ένταση αυτής της διαμαρτυρίας. Εάν πράγματι είναι βλακώδες αυτό που κάνει το κράτος, τότε μοιραία καταρρέει κάθε κυβέρνηση, αφού η κοινωνία θα αντισταθεί ισχυρά.

Εδώ, όμως, τρία χρόνια τώρα, ΔΕΝ είχαμε τέτοιο θέμα. Παρά την «καθολική αγανάκτηση», ουδέποτε ασκήθηκε η νόμιμη πίεση της κοινωνίας στις «μνημονιακές» (χε,χε) κυβερνήσεις. Άθλιες οι κυβερνήσεις αυτές, όχι γιατί έπαιρναν «αντιλαϊκά μέτρα» γενικά και αόριστα. Αλλά γιατί έπαιρναν ειδικά αντιλαϊκά μέτρα διάσωσης του Πελατειακού Παρακράτους, το οποίο ουδέποτε το αναφέρει η «Αριστερά» γιατί είναι προνομιακός υπερασπιστής του. Και μάλιστα, βρίζει τάχα τους «τοκογλύφους», όπως και οι ναζί, αλλά, υπερασπίζοντας το άθλιο πελατειακό παρακράτος, δρα εις βάρος των μη προνομιούχων που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα…

Ο κ. Γ.Κ. αντιλαμβάνεται τη λαϊκότητα με όρους μπλα μπλα μπλα δημοκρατία μπλα μπλα μπλα με εκλέξανε, δεν έχει επαφή με την κοινωνία. Μάλλον την αντιλαμβάνεται με όρους πλάστικ, με επικοινωνιστικούς όρους, που λένε «ο λαός βγήκε στους δρόμους». Έτσι όμως μπερδεύει τη Λούτσα με το Σχοινιά. Ποιος είπε ότι ο λαός ήταν στους δρόμους τον καιρό της αγανάκτησης; Μια δυο κρίσιμες φορές με το ζόρι άγγιξε τις εκατό χιλιάδες.

Θα έπεφτε τότε η εκάστοτε «μνημονιακή» κυβέρνηση, αν κατέβαιναν μισό, ένα και πλέον εκατομμύριο πολίτες στους δρόμους, για να διώξουν μια κακή κυβέρνηση. Δεν συνέβη αυτό. Γιατί υπήρχε πάντα μια σιωπηρή πλειοψηφία, που συναισθανόταν ότι δεν ήρθε η κρίση λόγω του μνημονίου, αλλά το μνημόνιο λόγω της κρίσης… Οπότε ποιος σώφρων θα κατέβαινε στο δρόμο να διώξει μια κυβέρνηση που μέσα στην τύφλα της προσπαθούσε να γλιτώσει την άτακτη χρεοκοπία;… Αντίθετα κατέβηκαν τριάντα χιλιάδες «αδικημένοι» λεβεντοβούβαλοι για να καταλάβουν και να κάψουν το μπουρδέλο τη Βουλή, όχι τη Βαστίλλη. Εξ ορισμού φασιστικό φαινόμενο, το οποίο υιοθέτησε η «Αριστερά»…

Όπως βέβαια «αριστερό» Κατρουγκάλειο παραμύθι είναι να λέμε ότι κατεβαίνουμε σε απεργία εννοώντας κατάληψη (βλέπε: «Η ηθική και η αισθητική της απεργίας»). Κάτι που είναι απλώς γελοίο, αλλά η κυρίαρχη λογική ΤΟΥ Συστήματος (της «Αριστεράς») δεν μπορεί να το συλλάβει. Σου λέει, τόσα χρόνια έτσι κάναμε! Καταλαμβάναμε παράνομα δημόσιο χώρο, νομίζοντας ότι αυτό ήταν απεργία. Και ότι ήταν καλή βία να αποκλείουμε κάθε Άλλον από εκεί που απαγορεύουμε «δημοκρατικά» εμείς οι καλοί τραμπούκοι. Από παιδιά μάθαμε έτσι, τώρα θα μας βγάλετε σκάρτους; Στα σχολεία, με φασιστικό τρόπο κάναμε κατάληψη αποκλείοντας τους Άλλους, από αυτό που εδικαιούντο. Και μετά παντού τα ίδια, το λόγο επί της βίας είχε η «κοινωνία»…

«Η εξέγερση απέναντι στην αδικία συνιστά θεμελιώδες δικαίωμα», λέει ο κύριος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου (χε,χε), συνεχίζοντας τη νέα φτηνή κούρσα ύμνων προς την ανομία. Τι λέτε, να το ψάξουμε λίγο; Ποια εξέγερση γενικώς και αορίστως σήμερα είναι θεμελιώδες δικαίωμα; Ποιος κρίνει ποια είναι η αδικία;

Λέει ο κ. καθηγητής: «Τα δύο άκρα υπάρχουν, αλλά ως άκρα αντίθετα. Η Αριστερά αποτελεί την πλήρη άρνηση, την αναίρεση της Ακροδεξιάς. Πώς λέμε ύλη και αντιύλη;». Σκέψη τούρμπο δηλαδή, που δεν μπορεί να κατανοήσει ότι πράγματι είναι θανάσιμοι εχθροί μεταξύ τους η φασιστική και η σταλινική βία. Αλλά έχουν τόσο δραματικά παρόμοια δομή («Η βάση του ρατσισμού της Αριστεράς» )…

Λέει ο κ. συνταγματολόγος: «Το άρθρο 120 παρ. 4 θεωρεί την αντίδραση δικαίωμα, μαζί και υποχρέωση: Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία. Όπως το έλεγαν και οι Ρωμαίοι: ο ανώτατος νόμος της πολιτείας είναι η σωτηρία του λαού». Να το! Εννοείται ακριβώς ότι αυτοί που έκαιγαν το «Αττικόν» «αντιστάθηκαν με κάθε μέσον εναντίον της κυβέρνησης που κατέλυε το Σύνταγμα»… Ποιος αυθεντικός εκφραστής της κοινωνίας θα κρίνει τώρα, ποιος είναι ο δρόμος για τη σωτηρία του λαού…

Και τότε γιατί γελάγαμε όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου ξεστόμιζε στην Καβάλα το 1989 «Δεν υπάρχουν θεσμοί, υπάρχει μόνο κυρίαρχος λαός!»; Μα ακριβώς γιατί, όπως και τώρα, ο κάθε άθλιος λαϊκιστής υπονοεί ότι ο ίδιος θα κρίνει αυτό που χρειάζεται ο κυρίαρχος λαός. Γι’ αυτό ακριβώς επινοήθηκε άλλωστε και η δημοκρατία. Για να παύονται οι άθλιοι από το θεάρεστο έργο τους, να παραλαμβάνουν ευήμερες κοινωνίες και παραδίδουν διαλυμένες μπανανίες…

Λέει ακόμα ο κ. Γ.Κ. για τους κατοίκους της Ιερισσού, που τον κάλεσαν για νομική υπεράσπιση: «Οι πολίτες αυτοί ασκούν δύο θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα, αυτά στη ζωή και της εξέγερσης απέναντι στην αδικία. Και ο ηθικός και ο ανθρώπινος νόμος είναι μαζί τους». Σωστά. Ας ήμουν εγώ, όμως, η κυρία Γατά, που της κατέστρεψαν την περιουσία κάποιοι φασίστες τρομοκράτες με ναζιστικού τύπου εμπρησμό. Θα έβρισκα στη γελοία περί Συντάγματος ερμηνεία του συνταγματολόγου Κατρούγκαλου τον ηθικό αυτουργό της εγκληματικής ενέργειας αυτών των φασιστοτραμπούκων. Ή και τον καθοδηγητή του αστείου αλλά επικίνδυνου γνωστού κυρίου Παπαγεωργίου («Κύριε Τόλη, πιο τραμπούκος πεθαίνεις!» ). Τι δεν καταλαβαίνεις;

Εντάξει πριν ένα αιώνα ο Λένιν το είπε: «Να μιλάς για “βία” γενικά, χωρίς να αναλύεις τους όρους που ξεχωρίζουν την αντιδραστική βία από την επαναστατική, σημαίνει ότι είσαι μικροαστός που απαρνείται την επανάσταση, ή σημαίνει ότι απλούστατα εξαπατάς τον εαυτό σου και τους άλλους με σοφιστείες». Τέτοια αστεία Ευαγγέλια υιοθετούνται σήμερα μόνο από πυροβολημένους νευροπαθείς, σε έναν κόσμο που δεν είναι πια στατικός και «γραμμικός».

Εντάξει, δεν λέει να κάνουμε δίκη προθέσεων του κ. καθηγητή. Ενδιαφέρει όμως η ψυχανάλυση μιας τέτοιας δημόσιας συμπεριφοράς, στο βαθμό που έχει ισχυρή επιρροή στην πλειονότητα της επαναστατημένης νεολαίας. Μην είναι, λοιπόν, η μαρξιστικολενινιστική του καταβολή, που τον σπρώχνει στα πεδία της έντονης ταξικής πάλης; Μην εμπίπτει στη σαββοπούλεια κατηγορία του πολιτευτάκια, που προσπαθεί να επικοινωνήσει με φοιτητριούλες; Μήπως είναι μόνο τα ψηφαλάκια που επιζητεί κάθε λαϊκιστής παράγοντας του σάπιου τριτοβάθμιου εκπαιδευτικού συστήματος, για την διατήρηση της αντιδραστικής εξουσίας του; Μόνο σε τέτοιες εξηγήσεις οδηγείται ο κοινός νους, εφόσον απορρίψει το λιγότερο πιθανό, να είναι άνους ένας καθηγητής πανεπιστημίου.

Δεν υπάρχουν έξυπνοι και χαζοί Έλληνες, ανάλογα με το κόμμα που ψηφίζουν. Υπάρχουν όμως πολλοί αποβλακωμένοι Έλληνες, που αντλούν μια απίστευτη βεβαιότητα από την πίστη τους στις ιερές ακατάλυτες γραφές, που υμνούν την Απόλυτη Αλήθεια. Και επί πλέον εμφορούνται από το πάθος του τυφλού μίσους που τους καλεί να εξαφανίσουν όποιον το ’χει πάρει αλλιώς.

Έτσι ολοκληρώνεται ο κύκλος που περιγράφαμε και πέρσι. Δηλαδή, σκότος, δεισιδαιμονία και ψεύδος χτίζουν τη βεβαιότητα μιας «αδικίας», μίσος και έχθρα ετοιμάζουν και οδηγούν την καλή λυτρωτική βία που θα σώσει το λαό, το έθνος, την ομάδα μας, από τους κακούς που επιβάλλουν την αδικία. Αυτός ο βλακώδης μανιχαϊσμός στις ύστερες αρχές του 21ου αιώνα είναι η αποτύπωση της δυστυχίας αυτού του τόπου, που βουλιάζει από τις τρύπες στα άκρα του.

Τόσο γελοία είναι αυτή η ανάλυση, λοιπόν, αλλά είναι η κυρίαρχη ανάλυση μεταξύ όλων των τάσεων του σύγχρονου εθνικού μας Ισλάμ, ΤΟΥ Συστήματος. Όλων των ειδών οι «αντισυστημικοί» αμνήμονες, οι εν μνημονίω αδελφοί, ναζί, χαζοί και «αριστεροί», διακατέχονται από τη βεβαιότητα ότι «Βία είναι τα μνημόνια» και η λαϊκή απάντηση σε αυτή τη βάρβαρη βία δεν είναι άλλη από το να τα κάψουμε όλα. Αφού ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ «το σύστημα» αδικεί την κοινωνία, δεν πρέπει και η κοινωνία να εξεγερθεί απέναντι στην αδικία, ασκώντας το θεμελιώδες δικαίωμά της;

«Δεν μας χρειάζεται η ηρεμία του νεκροταφείου, αλλά η αισιοδοξία του πυρεττού της διαδήλωσης», λέει ο κ. καθηγητής. Άσχετο! Μα προφανώς, όταν υπάρχει στραβωμάρα, τότε ο πυρεττός της διαδήλωσης είναι μακράν προτιμότερος της νέκρας. Αυτό όμως δεν αναιρεί και δεν καθαγιάζει τη σκόπιμη δολιότητα της «Αριστεράς», που αρέσκεται να ονομάζει διαδήλωση τη δήωση και το κάψιμο της πόλης. Και να δικαιολογεί τον δολοφονικό τραμπουκισμό αποκαλώντας τον «οργή που δεν πρέπει να λογοκρίνεται». Ας το πει κανείς στον κύριο συνταγματολόγο που έχει ξεφύγει.

Ιδού, λοιπόν, το ακραίο μήνυμα Κατρούγκαλου. Όταν αισθάνομαι ότι με αδικούν, παίρνω το δίκιο μου από τη σημαία και αυτοδικώ. Αυτά είναι. Άμα η πνευματική μας ηγεσία έχει τόσο καμένο λογισμικό, τι να αναμένουμε από τους μουζίκους μας, πάρεξ φωτιά και μπούλμπερη; Όσο για τη μοίρα του καθ’ ημάς μαραζιάρη λαού…