- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ματσαγγάνης: Η αφαίμαξη της οικονομίας για προεκλογικές παροχές επιβραδύνει την ανάκαμψη
Με θέμα «Φτώχεια και Κοινωνική συνοχή», μίλησε στο 12ο συνέδριο της ΝΔ ο καθηγητής Πολυτεχνείου Μιλάνου
Με θέμα «Φτώχεια και Κοινωνική συνοχή», μίλησε στο 12ο συνέδριο της ΝΔ ο καθηγητής Πολυτεχνείου Μιλάνου, κ. Μάνος Ματσαγγάνης. Ο κ. Ματσαγγάνης εξήγησε την παρουσία του στο συνέδριο του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ επισήμανε μεταξύ άλλων ότι θα κάνει καλό στη δημοκρατία μας και θα κάνει καλό σε εμάς τους ίδιους να στρέψουμε την προσοχή μας σε ζητήματα καθημερινής πολιτικής
Ομιλία του Μάνου Ματσαγγάνη
«Ευχαριστώ πολύ τους διοργανωτές που με προσκάλεσαν. Ευχαριστώ πολύ και όλους εσάς που ήρθατε εδώ να μας ακούσετε. Δεχτηκα για δύο λόγους την πρόσκληση να μιλήσω στο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, παρ’ ότι ως γνωστόν δεν ανήκω στο κόμμα αυτό.
Ο πρώτος λόγος είναι, επειδή το μικροσκοπικό ρεύμα από το οποίο εγώ προέρχομαι, το ρεύμα της μεταρρυθμιστικής αριστεράς και η παράταξη που εκπροσωπείτε εσείς, η μεγάλη φιλελεύθερη και συντηρητική παράταξη, έχουν προφανείς διαφορές, αλλά επίσης σε κρίσιμες στιγμές της σχετικά πρόσφατης ιστορίας της χώρας, βρέθηκαν στην ίδια πλευρά.
Μια τέτοια στιγμή ήταν το Μάιο του 1979, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπέγραφε στο Ζάππειο τη συνθήκη ένταξης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Τα μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης εκείνες τις μέρες, το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ διαδήλωναν στους δρόμους της Αθήνας, καταγγέλλοντας τη φιέστα και φωνάζοντας «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο».
Αλλά, δίπλα στον Κωνσταντίνο Καραμανλή στο Ζάππειο στέκοντας ο Ηλίας Ηλιού και ο Λεωνίδας Κύρκος. Μια γενιά αργότερα, πριν από λίγα χρόνια, τον Ιούνιο του 2015, βρεθήκαμε ξανά μαζί, ανάμεσα σε εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών που πλημμύρισαν την πλατεία Συντάγματος με σύνθημα, «μένουμε Ευρώπη». Αυτά τα ξέρετε και το ξέρω ότι τα ξέρετε, αλλά τα ξαναλέω, γιατί αυτό που θέλω να πω είναι ότι όσα μας ενώνουν, είναι πολύτιμα. Είναι αυτά που καθορίζουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούμε να συζητάμε πολιτισμένα για όλα τα πράγματα, και για όσα μας χωρίζουν.
Έχω και ένα δεύτερο λόγο που δέχθηκα μετά χαράς την πρόσκληση να μιλήσω στο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις η Νέα Δημοκρατία θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές και θα σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση. Το γεγονός ότι η ηγετική ομάδα που ετοιμάζεται να πάρει τις τύχες της χώρας στα χέρια της, ενδιαφέρεται να ακούσει τις απόψεις ανθρώπων διαφορετικών πεποιθήσεων στα θέματα φυσικά της ειδικότητάς τους, δεν είναι απλώς κολακευτικό για τους ίδιους. Είναι επίσης καλό σημάδι για τη χώρα. Βγαίνουμε από μία σκοτεινή περίοδο δηλητηριώδους ρητορικής και πρωτοφανούς έκπτωσης του δημόσιου λόγου.
Νομίζω ότι θα κάνει καλό στη δημοκρατία μας και θα κάνει καλό σε εμάς τους ίδιους να στρέψουμε την προσοχή μας σε ζητήματα καθημερινής πολιτικής. Ξέρω ότι πολλοί τα θεωρούν βαρετά. Όμως, πιστεύω ότι ο ρόλος της πολιτικής δεν είναι ούτε να διασκεδάζει, ούτε να δραματοποιεί. Είναι να λύνει προβλήματα, κάνοντας καλύτερη τη ζωή των πολιτών. Οπότε χαίρομαι πολύ που μου δίνεται η ευκαιρία να σας μιλήσω σήμερα.
Το θέμα μου το ακούσατε. Είναι η φτώχεια και η κοινωνική συνοχή. Δεν θα μακρηγορήσω. Είναι γνωστά αυτά που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια. Μέσα σε μια δεκαετία αυξήθηκε πολύ η απόσταση που χωρίζει τη χώρα μας από τις άλλες χώρες της Ευρώπης. Το βιοτικό επίπεδο υποβαθμίστηκε. Οι ανισότητες αυξήθηκαν και αυτές, αλλά δεν αυξήθηκαν πολύ. Επειδή η κρίση έπληξε και την εύπορη μεσαία τάξη. Αν και φυσικά ήταν πολύ πιο οδυνηρή για τους φτωχούς.
Επίσης, και αυτό ίσως είναι λιγότερο γνωστό, έχουν σημειωθεί δραματικές ανακατατάξεις στην εισοδηματική πυραμίδα. Η σχετική θέση των ηλικιωμένων και των αγροτών βελτιώθηκε. Αντίθετα, επιδεινώθηκε η σχετική θέση των ανέργων και των χαμηλόμισθων, ιδίως εάν ζουν στην Αθήνα.
Έχει ανταποκριθεί η κοινωνική πολιτική σε αυτό; Όχι πολύ. Άργησε πάρα πολύ να το κάνει. Τα πρώτα χρόνια της κρίσης, το κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας που, ως γνωστόν, η δουλειά του είναι να μετριάζει την κάθετη πτώση των εισοδημάτων των φτωχών και των ανέργων, απεδείχθη ακατάλληλο για αυτή τη δουλειά, εντελώς διάτρητο. Δε χρειάζεται να σας θυμίσω πόσο καταστροφική για την κοινωνική συνοχή ήταν αυτή η αποτυχία και πόσο συνέβαλε στην κατάρρευση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς της δημοκρατικής πολιτείας.
Όταν οι άνθρωποι που κατοικούν αυτήν τη χώρα χρειάστηκαν το κράτος, το κράτος δεν ήταν εκεί. Και αυτό νομίζω ότι ήταν καταστροφικό-και πολιτικά καταστροφικό, όχι μόνο κοινωνικά.
Τα τελευταία χρόνια, από το 2013, για την ακρίβεια και μετά, κυρίως λόγω της πίεσης των δανειστών, πραγματοποιήθηκαν αξιόλογα βήματα εκσυγχρονισμού της κοινωνικής πολιτικής. Αξιόλογα, αλλά καθυστερημένα. Σε κάθε περίπτωση, δεν έχουμε ακόμη το σύστημα κοινωνικής προστασίας που χρειαζόμαστε. Ένα σύστημα που να προάγει την κοινωνική συνοχή και ταυτόχρονα να είναι συμβατό με μία δυναμική οικονομία της αγοράς.
Μπορούμε να το αποκτήσουμε; Νομίζω πως ναι. Και πολύ περιληπτικά, θα έλεγα ότι για να το αποκτήσουμε, θα πρέπει να κινηθούμε περίπου ως εξής: Να επενδύσουμε στους νέους και στις οικογένειές τους. Αυτό σημαίνει θέσεις στους βρεφονηπιακούς σταθμούς για τα περισσότερα παιδιά προσχολικής ηλικίας, γεύματα στα σχολεία για τους περισσότερους μαθητές δημοτικού, επιδότηση ενοικίου ή στεγαστικού δανείου για τα νέα ζευγάρια.
Συν όσα έχουν εξαγγελθεί σε αυτό το Συνέδριο. Πρέπει να στρέψουμε το κέντρο βάρους του ενδιαφέροντος και των προτεραιοτήτων μας, από τις συντάξεις στις υπηρεσίες. Πολύ συχνά, η δωρεάν περίθαλψη και προγράμματα, όπως το «Βοήθεια στο Σπίτι», έχουν μεγαλύτερη αξία για τους ηλικιωμένους που ωφελούνται και κοστίζουν λιγότερο στο κράτος.
Τρίτον, πρέπει να χτίσουμε σε όσα θετικά έχουν γίνει στην επιδοματική πολιτική. Και το θεωρώ πολύ σημαντικό που ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έχει ταχθεί υπέρ του κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης. Και πρέπει να προχωρήσουμε σε όσα εκκρεμούν από πολύ καιρό. Είναι απαράδεκτο σε μια χώρα με 800.000 ανέργους, μόνο ο 1 στους 8 -οι 100.000- να λαμβάνουν επίδομα ανεργίας. Έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε ανταγωνιστική τη σχέση της οικονομικής ανάπτυξης με την κοινωνική συνοχή. Νομίζουμε ότι για να τρέξει γρηγορότερα η οικονομία θα πρέπει να αποδεχθούμε έστω προσωρινά κάποια έξαρση των κοινωνικών προβλημάτων. Ιδίως όταν έχει προηγηθεί μια περίοδος που πήγαμε στο άλλο άκρο.
Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η αφαίμαξη της οικονομίας με σκοπό τη χρηματοδότηση προεκλογικών παροχών αμφίβολης σκοπιμότητας, αυτό δηλαδή που γίνεται τα τελευταία χρόνια, είναι κακό για την οικονομία, επιβραδύνει την ανάκαμψη διαιωνίζει την υψηλή ανεργία και δημιουργεί τελικά περισσότερα κοινωνικά προβλήματα από όσα λύνει.
Όμως αν έχω καταλάβει καλά όλα αυτά τα χρόνια που ασχολούμαι με τέτοια πράγματα, είναι ότι δεν χρειάζεται υποχρεωτικά να είναι έτσι. Μια καλά σχεδιασμένη κοινωνική πολιτική δεν είναι βάρος για την οικονομία. Αντίθετα, τη βοηθά να λειτουργεί καλύτερα. Δεν μου φαίνεται τυχαίο ότι οι πιο πλούσιες και οι πιο ευτυχισμένες χώρες του κόσμου -από την Ισλανδία έως τον Καναδά- έχουν εξαιρετικά δημόσια νοσοκομεία, σχολεία και πανεπιστήμια. Αντίστροφα, μια οικονομία αγχωμένων ανθρώπων σε μια αρρωστημένη κοινωνία δεν είναι σε θέση να σημειώνει υψηλές επιδόσεις.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με εμάς θα μου πείτε; Μήπως είμαστε Ισλανδία ή Καναδάς; Όχι, δεν είμαστε και δεν έχει νόημα να προσπαθούμε να γίνουμε. Οι λύσεις που θα βρούμε πρέπει να είναι κομμένες και ραμμένες στα δικά μας μέτρα. Το σίγουρο είναι ότι δεν θα είναι φτηνές. Η επανεκκίνηση της οικονομίας επείγει. Αλλά για να επουλωθούν οι πληγές της κρίσης δεν φτάνει μόνο αυτή. Πρέπει επίσης να δημιουργηθούν πολλές και βιώσιμες θέσεις εργασίας.
Ο Μάρκος Βερέμης μίλησε για 1.000.000 θέσεις εργασίας με καλές αποδοχές. Έτσι είναι. Πρέπει να βελτιωθούν οι εργασιακές σχέσεις και να βελτιωθούν και οι συνθήκες εργασίας. Πρέπει να ανέβουν οι αποδοχές των εργαζομένων. Έχουμε χάσει βήματα τα τελευταία χρόνια και για να ξανασταθούμε με αξιώσεις στο σύγχρονο κόσμο, θα πρέπει να επενδύσουμε στο κυριότερο περιουσιακό στοιχείο που διαθέτουμε εκτός από τον ήλιο και τη θάλασσα: Στις γνώσεις και τις δεξιότητες των ανθρώπων, στην προσαρμοστικότητα, την επινοητικότητα και στη δημιουργικότητά τους».