Πολιτικη & Οικονομια

Τα λάθη της διαθεσιμότητας στα ΑΕΙ

Βαγγέλης Αγγελής
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τελευταία εξελίσσεται με ένταση μια γνωστή πολιτική διαμάχη στην Ελλάδα, με αφορμή την παρουσία της τρόικας. Η αριστερά κατηγορεί την κυβέρνηση και την τρόικα για νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ενώ η κυβέρνηση κατηγορεί την αριστερά για παρωχημένες αντιλήψεις κρατισμού, την ίδια στιγμή που οι τροϊκανοί βλέπουν και αυτοί με καχυποψία τις αντιλήψεις των Ελλήνων αριστερών.

Ας δούμε για λίγο ως μελέτη περίπτωσης ένα κλασικό πεδίο αντιπαράθεσης, τα πανεπιστήμια. Η αριστερά δε θέλει ιδιωτικά ΑΕΙ, δε θέλει τα πανεπιστήμια να λειτουργούν με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια, δε θέλει απολύσεις στο προσωπικό τους και κατηγορεί τους αντιπάλους της ότι προσπαθούν να εφαρμόσουν ένα νεοφιλελεύθερο μοντέλο στην παιδεία. Η κυβέρνηση και η τρόικα προτιμούν πανεπιστήμια προσανατολισμένα στην αγορά, απολύουν ή θέτουν σε διαθεσιμότητα μέσα στο Σεπτέμβριο διοικητικούς υπαλλήλους των ιδρυμάτων και βλέπουν τους έλληνες αριστερούς ως κρατιστές.

Η αριστερά κάνει λάθος: αυτή η κυβέρνηση δεν είναι νεοφιλελεύθερη, είναι απλώς κατώτερη των περιστάσεων. Ό,τι είχε πει ο Ανδριανόπουλος το 2009 για την τότε κυβέρνηση, ισχύει πιθανώς και για τη σημερινή: «είναι μάλλον εξωπραγματικό να περιγράφονται σαν νεοφιλελεύθεροι, πολιτικοί που ανήκουν στην κυβέρνηση και ανέχονται αυξήσεις των φόρων, διόγκωση του δημόσιου τομέα με τη δημιουργία εκατοντάδων καινούργιων δημόσιων φορέων και περιορισμούς ελευθεριών σε λογής πολιτικές δράσεις…».

Τελικά, ακόμα και ένας συνειδητοποιημένος πολίτης με «νεοφιλελεύθερες» αντιλήψεις θα διαφωνούσε με τα μέτρα που πάρθηκαν για τα πανεπιστήμια, αφού πάνω από όλα αποτελούν μια πρόχειρη, άστοχη και χωρίς νόημα παρέμβαση. Πιο συγκεκριμένα:

Λάθος 1ο: τα κριτήρια

Τα κριτήρια που έχουν τεθεί για το προσωπικό, δηλαδή τα πτυχία, η γνώση ξένων γλωσσών, τα χρόνια προϋπηρεσίας κτλ, κανονικά δεν αποτελούν κριτήρια για την απόλυση κάποιου, αλλά για την πρόσληψή του.

Εάν αυτή η κυβέρνηση και η τρόικα εφάρμοζαν μια συνεπή αντι-κρατικίστικη πολιτική, θα έδιναν έμφαση σε κριτήρια απόδοσης του εργαζομένου. Και δεν ισχύει το γεγονός ότι θα γινόταν μια διαφορετικού τύπου αξιολόγηση των υπαλλήλων, αν όλα τα ιδρύματα είχαν συνεργαστεί στέλνοντας τις λίστες με το προσωπικό τους, αφού και το αρχικό έγγραφο με τις οδηγίες που είχε αποστείλει το Υπουργείο στα πανεπιστήμια είχε το ίδιο σκεπτικό: μοριοδοτούσε ανάλογα με τα τυπικά προσόντα. Πρόκειται για μια γραφειοκρατική λογική, ακριβώς αντίθετη από την λογική της αξιολόγησης και της αποτελεσματικότητας που πρεσβεύει ότι είναι. Στην ουσία το Υπουργείο δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να κάνει πραγματική αξιολόγηση: «Δεν έχουμε την πολυτέλεια χρόνου για την αξιολόγηση», δήλωσε ο υπουργός Παιδείας πρόσφατα.

Λάθος 2ο: αξιοκρατία;

Είναι γεγονός ότι στα ΑΕΙ βρίσκονται πολλοί υπάλληλοι που έχουν προσληφθεί ρουσφετολογικά (με κριτήρια κομματικά ή συγγένειας) . Εδώ η αριστερά πάει να συγκαλύψει καταστάσεις στις οποίες ήταν συνένοχη για χρόνια και ελάχιστα δικαιούται να ομιλεί. Όμως, γεγονός παραμένει ότι όλες αυτές οι ρουσφετοπροσλήψεις έχουν γίνει από κυβερνήσεις τις οποίες συγκροτούσαν κόμματα που σήμερα αποτελούν τον κυβερνητικό συνασπισμό. Εδώ όντως ισχύει το ‘μαζί τα φάγαμε’, αλλά προς το παρόν τιμωρούνται μόνο οι μισοί φαγάνες. Οι υπόλοιποι μισοί, το μόνο που καταφέρνουν είναι είτε να τιμωρήσουν υπαλλήλους που δεν φταίνε σε τίποτα (αν γίνουν απολύσεις με οριζόντια κριτήρια), είτε να μην τιμωρήσουν εκείνους που φταίνε (αν ισχύει το ότι οι υπάλληλοι δε θα απολυθούν, αλλά θα μετακινηθούν αλλού).

Τώρα, αυτοί οι συγκεκριμένοι μισοί έγιναν ξαφνικά κήρυκες της διαφάνειας και του αδιάβλητου των διαδικασιών. Γι’ αυτό, φαίνεται, στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο από τους 399 υπαλλήλους που φεύγουν (σε σύνολο 883), δεν απολύεται κανένας με πτυχίο μηχανικού. Η εξήγηση που προβάλλεται είναι πως, για λόγους ευκολίας και δεδομένου ότι τα υπόλοιπα ιδρύματα δεν περιλαμβάνουν στο διοικητικό τους προσωπικό μηχανικούς, θεωρήθηκε καλύτερο να υπάρχει μια ενοποιημένη διαδικασία για όλα τα πανεπιστήμια ώστε να διευκολυνθεί η διαδικασία. Άρα τους εξαιρούμε, και ας μιλάμε για θέσεις διοικητικές και όχι για θέσεις που αντιστοιχούν στην επιστήμη του μηχανικού. Πολύ δίκαιο για τους υπόλοιπους. Την ίδια στιγμή, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, από το οποίο προέρχεται ο Υπουργός Παιδείας κ. Αρβανιτόπουλος, δε φεύγει ούτε ένας. Είναι κοντά και αυτή η πρακτική στην έννοια της ‘μεριτοκρατίας’, μιας βασικής έννοιας στη φιλελεύθερη θεωρία, η οποία αντιπαραβάλλεται στην ‘ευνοιοκρατία’ που αποδίδεται στις κρατικίστικες κοινωνίες.

Λάθος 3ο: «η παρέμβαση στα πανεπιστήμια είναι θετική γιατί αποκόβει επιτέλους την τριτοβάθμια εκπαίδευση από τον κρατικό εναγκαλισμό»

Αυτό καταρχήν δεν είναι ένα επιχείρημα που ασπάζονται απολύτως οι αντι-κρατιστές οικονομολόγοι. Στη χώρα που συχνά χαρακτηρίζεται ως η πλέον «νεοφιλελεύθερη» (ΗΠΑ) σήμερα υπάρχουν δεκάδες δημόσια πανεπιστήμια (ομοσπονδιακά ή πολιτειακά), ενώ στη Μεγάλη Βρετανία υπάρχουν μόνο δύο (2) ιδιωτικά. Ακόμα και ένας προσηλωμένος νεοφιλελεύθερος, αν δεν είναι εντελώς ακραίος και ανόητος, θα έκανε λόγο για την ανάγκη ύπαρξης δημόσιων ΑΕΙ, παράλληλα με τα ιδιωτικά.

Εδώ όμως μιλάμε για κάτι άλλο. Είναι άλλο να προσανατολίσεις περισσότερο τις δραστηριότητες των πανεπιστημίων σου προς την αγορά, και άλλο να τα διαλύσεις. Τι μας λέει η λογική των αριθμών για εκείνους που απομακρύνονται από τα ιδρύματα; Εάν ψάχνετε κάποια στοιχεία ορθολογισμού εδώ, θα ψάχνετε για πολύ. Μπείτε για αρχή στην ιστοσελίδα της Higher Education Statistics Agency (HESA) της Μεγάλης Βρετανίας, μιας χώρας που άλλωστε λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια πολύ περισσότερο από ότι η Ελλάδα. Στα βρετανικά ΑΕΙ λοιπόν, όπως θα διαβάσετε στην αρχική σελίδα της HESA, αντιστοιχούν 196.860 διοικητικοί υπάλληλοι σε 2.496.645 φοιτητές. Αντιστοιχούν δηλαδή 7,88 υπάλληλοι σε 100 φοιτητές. Την ίδια στιγμή, πριν τις απολύσεις – διαθεσιμότητες, στο ΕΜΠ αντιστοιχούν περίπου 6,95 σε 100 φοιτητές, με βάση τα νούμερα του προσωπικού που έδωσε το Υπουργείο. Στο ΕΚΠΑ αντιστοιχούν 2 σε 100 φοιτητές και στο ΑΠΘ 1 σε 100 φοιτητές, σύμφωνα με δηλώσεις των πρυτάνεών τους που δεν έχω διασταυρώσει, αλλά θέλω να ελπίζω πως δεν είναι αναληθείς. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν και αιώνιοι φοιτητές, πάλι η αναλογία απέχει πολύ από τη διεθνή πρακτική. Έτσι κι αλλιώς, με τα νέα μέτρα οι αριθμοί πέφτουν σε τόσο μικρά ποσοστά που μάλλον μιλάμε για αναλογίες ιδρυμάτων Ουγκάντας.

Και ας μην ξεχνάμε ότι αυτός είναι ο μέσος όρος: λογικά, τα τμήματα που προσφέρουν τεχνολογικές σπουδές, που έχουν εργαστήρια και περισσότερες υλικοτεχνικές υποδομές, θα πρέπει να υπερβαίνουν το μέσο όρο. Πόσο εύκολα μπορεί να σταθεί στο διεθνή ανταγωνισμό ένα τεχνολογικό ίδρυμα όπως το ΕΜΠ, που έχει αριθμό υπαλλήλων μικρότερο από τον προαναφερθέντα βρετανικό μέσο όρο, αλλά λειτουργεί και 120 ερευνητικά εργαστήρια; Ακόμα και αν λειτουργήσει με απόλυτα ιδιωτικοοικονομικούς όρους πάλι δε θα μπορέσει, όπως δε θα μπορούσαν και οι Βρετανοί, οι Ελβετοί ή οι Γερμανοί.

Στην Ελλάδα βέβαια, οι επιδόσεις των υπαλλήλων πιθανόν να είναι χαμηλότερες. Στην πραγματικότητα όμως, η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι αυτοί οι υπάλληλοι δε θα απολυθούν στο σύνολό τους, αλλά θα μετακινηθούν. Θα πάνε δηλαδή σε άλλα ιδρύματα και κυρίως σε ΤΕΙ (βλ. εδώ). Είναι στ’ αλήθεια μια πολύ ορθολογική πρακτική αυτή. Παίρνεις εργαζόμενους με μια εμπειρία στο πόστο τους, από ένα ΑΕΙ που δεν έχει πλεόνασμα προσωπικού και έχει κουτσά-στραβά παράγει κάποιες τεχνολογικές επιδόσεις (αναγκαίες τελικά για μια αναπτυξιακή πολιτική), για να τους μεταφέρεις κάπου αλλού όπου θα είναι λιγότερο χρήσιμοι, με τα ίδια χρήματα.

Το 2012 μετακινήθηκαν στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας αεροσυνοδοί της Ολυμπιακής Αεροπορίας, όπως πολύ καλά γνωρίζω (ΦΕΚ 1187/Γ/2010). Χωρίς να είμαι ειδικός στο human resources management, δε μου φαίνονται πολύ ορθές αυτές οι πρακτικές, είτε τα κριτήρια είναι ‘κρατικίστικα’, είτε ιδιωτικο-οικονομικής κατεύθυνσης ή ακόμα και κριτήρια αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής. Στην περίπτωσή μας δεν επιτυγχάνεις τίποτα, όποια από τις παραπάνω λογικές κι αν επιλέξεις. Απλώς αλλάζεις τους κωδικούς μισθοδοσίας. Έχεις ταυτόχρονα να πεις και κάτι στην τρόικα όταν ξανάρθει. Και βάζεις πάλι κάτω από το χαλάκι τις διαρθρωτικές αλλαγές, επιλέγοντας την εύκολη λύση των οριζόντιων μέτρων που τόσο καλά γνωρίζει αυτή η κυβέρνηση.

Το τελικό ερώτημα είναι το εξής: μήπως αυτή τη φορά οι πρυτάνεις λένε αλήθεια; Μήπως δεν είναι ένα επικοινωνιακό τρικ ο ισχυρισμός τους ότι με αυτά τα μέτρα αδυνατούν να λειτουργήσουν τα ιδρύματα; Έχουν φανεί τόσο αναξιόπιστοι στο παρελθόν που δυσκολεύεσαι να τους πιστέψεις. Πραγματικά, είναι τόσο αναξιόπιστοι που σχεδόν θυμίζουν τη σημερινή κυβέρνηση.