- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το τέλος των καταλήψεων
Τώρα που η «προοδευτική αριστερά» και η «εθνική δεξιά & ακροδεξιά» διεκδικούν τον ίδιο χώρο, ευκαιρία ο κύκλος να κλείσει
Ένα σχολείο υπό κατάληψη είναι στην εποχή μας θέαμα αντιφατικό και θλιβερό. Είναι αντιφατικό γιατί εξ ορισμού το σχολείο, ιδιαίτερα το δημόσιο, οφείλει να είναι χώρος μάθησης, ανοιχτός, προσβάσιμος και ασφαλής, και θλιβερό, γιατί πέρα από την αισθητική των λουκέτων, των θρανίων εν είδη οδοφραγμάτων και των ακαθαρσιών κάθε είδους, ένα σχολείο υπό κατάληψη θα πρέπει να μας θυμίζει ότι χάνουμε πόρους, που δε μας περισσεύουν, καθώς η λειτουργία των σχολείων έχει ως στόχο ένα καλύτερο μέλλον για τη χώρα και χρηματοδοτείται από τους φορολογούμενους πολίτες. Αυτά σε πρακτικό επίπεδο. Ας δούμε όμως και το ιδεολογικό, καθώς, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, οι ιδέες δεν είναι σωστό να αποτιμώνται με δημοσιονομικούς όρους.
Ένα σχολείο υπό κατάληψη δεν μπορούμε να πούμε ότι συμβολίζει την ελεύθερη και διαλογική ανταλλαγή απόψεων, όπως το Σύνταγμα της χώρας επιτάσσει. Εξ ορισμού είναι μια πράξη διεκδίκησης, βίαιη και περιοριστική. Ένα σχολείο υπό κατάληψη, όπως διευκρίνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Τζανακόπουλος, δείχνει ότι υπάρχει «αντιδραστικό πολιτικό ρεύμα ανάμεσα στους μαθητές». Η κατάληψη, λοιπόν, είναι αντίδραση.
Αντίδραση στη δικτατορία ήταν οι καταλήψεις της Νομικής και του Πολυτεχνείου που φαίνεται να συνέδεσαν στη συλλογική συνείδηση την έννοια της κατοχής εκπαιδευτικού ιδρύματος με ηρωική-επαναστατική πράξη και μορφή διαμαρτυρίας, όπως αναφέρει ο Δ. Σκλαβενίτης στο βιβλίο του «Κάτσε καλά Γεράσιμε» - Μαθητικό κίνημα και καταλήψεις 1974-2000. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και η νικηφόρα αίσθηση απέναντι σε ένα αγώνα τάξης μεγέθους Δαβίδ - Γολιάθ άνοιξαν το δρόμο για τις καταλήψεις πανεπιστημιακών χώρων το 1979-1980 και συνέβαλαν στην κατάργηση του Ν.815 του 1978, για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Η συνέχεια είναι γνωστή. Η γενιά του Πολυτεχνείου έδωσε τη θέση στα παιδιά της. Ήταν οι φυσικοί απόγονοι της γενιάς του Πολυτεχνείου που οργάνωσαν τις μεγάλες καταλήψεις του 1990-1991 επί Κοντογιαννόπουλου και 1998-1999 επί Αρσένη, ενώ οι γονείς τους και μεγάλο μέρος της κοινωνίας στάθηκαν υποστηρικτικά στο πλευρό τους, σε σημείο να θρηνήσουμε και ανθρώπινα θύματα.
Καθώς όμως η γενιά του Πολυτεχνείου διάβαινε την τρίτη ηλικία, τα εγγόνια της μετέτρεπαν τις καταλήψεις σχολικών χώρων σε lifestyle. Έτσι τα τελευταία 10-15 χρόνια μιλήσαμε για «μόδα των καταλήψεων», για καταλήψεις που γίνονται για την τυρόπιτα του κυλικείου, τις εκδρομές, τα βιβλία, τους εκπαιδευτικούς, την καθαριότητα και άλλα προβλήματα που, προβλήματα ίσως, αλλά διόλου ηρωικά και επαναστατικά δεν είναι.
Ερχόμαστε λοιπόν στο σήμερα καθώς, με κυβέρνηση «πρώτης φοράς Αριστεράς» και πρωθυπουργό έναν πρώην νεαρό καταληψία, που μοιάζει η παρουσία του ως την αυτοεκπληρούμενη προφητεία της κ. Παναγιωταρέα, έχουμε καταλήψεις για τη «Μακεδονία», ενώ ο εθνικισμός αποκαλύπτεται ως το άλλο πρόσωπο του Ιανού.
Δεν ενδιαφέρει διόλου αν οι καταλήψεις υποκινούνται… Οι ανθρώπινες επιλογές επηρεάζονται, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, από πλήθος κοινωνικο-οικονομικών, πολιτιστικών και άλλων παραγόντων. Αυτό που ενδιαφέρει και λυπεί είναι το γεγονός ότι το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης, σε καιρό δημοκρατίας, απέτυχε να δώσει διεξόδους για άλλη μορφή αντιπαράθεσης και διεκδίκησης στο νεότερο κομμάτι της κοινωνίας μας. Αυτό θα έπρεπε να το έχει κάνει εδώ και χρόνια αλλά ποτέ δε μπόρεσε να ωριμάσει, να ξεπεράσει και να υπερβεί την εξάρτηση από ηρωικά αφηγήματα, με την οποία έχει αναθραφεί και αναθρέφει.
Τώρα που η «προοδευτική αριστερά» φαίνεται να χάνει το προνόμιο της «επαναστατικής» γυμναστικής στα σχολεία και η «εθνική δεξιά και ακροδεξιά» διεκδικεί δυναμικά τον ίδιο χώρο, είναι ευκαιρία ο κύκλος να κλείσει. Η Ελλάδα δε χρειάζεται επαναστατικά λογύδρια. Χρειάζεται ένα ισχυρό κέντρο και σοβαρές φωνές που διεκδικούν τα αυτονόητα: διαφάνεια, λογοδοσία, συνεργασίες, πολιτικές με δημιουργικό προσανατολισμό που στηρίζουν τις δεξιότητες και τα ταλέντα του λαού μας. Στο κάτω-κάτω επαναστατική πράξη καταλήγει στις μέρες μας η προσέλευση στις κάλπες και εκεί οι νέοι μας, όπως τα ποσοστά αποχής τους δείχνουν, διόλου επαναστάτες δεν αποδεικνύονται.