- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η ομιλία του Φίλιππου Σαχινίδη στο διήμερο πολιτικό-επιστημονικό Συνέδριο για την 39η επέτειο από την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ
Έχουν συμπληρωθεί έξι χρόνια από την εκδήλωση της ύφεσης το 2008, που έχει οδηγήσει σε σωρευτική απώλεια εθνικού εισοδήματος κατά 25% και την ανεργία στο 28% και τριάμισι χρόνια από την υιοθέτηση του προγράμματος οικονομικής πολιτικής που στοχεύει στην αντιμετώπιση των οικονομικών ανισορροπιών και στην αποτελεσματική επανένταξη της ελληνικής οικονομίας στο παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας.
Η πολιτική πόλωση που τροφοδοτήθηκε από τη κρίση και η έξαρση του λαϊκισμού στην πιο ακραία και χυδαία του μορφή οδήγησε στο να αμφισβητούνται σήμερα κατακτήσεις της τελευταίας τριακονταπενταετίας όπως η δημοκρατική πορεία της χώρας και η συμμετοχή στην ΟΝΕ.
Για το λόγο αυτό στις σημερινές κρίσιμες συνθήκες αποκτούν μεγαλύτερη σημασία οι απαντήσεις που δίνονται σε τρία ερωτήματα.
Ερώτημα Πρώτο:
Μπορεί να υπάρξει μια άλλη πορεία έξω από τα δύο συμβατικά μνημόνια μετά το δεύτερο πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής του οποίου πόροι εξαντλούνται την επόμενη χρονιά;
Ερώτημα δεύτερο:
Έχει προχωρήσει επαρκώς η χώρα στον μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου της οικονομίας που αποτελεί και την αφετηρία στο πρόβλημα των δίδυμων ελλειμμάτων της δεκαετίας του 2000 και οδήγησαν στην κρίση του 2009.
Ερώτημα Τρίτο:
Aντιμετωπίστηκαν επαρκώς οι θεσμικές αδυναμίες στην λειτουργία του πολιτικού συστήματος, της δικαιοσύνης αλλά και της δημόσιας διοίκησης που επηρεάζουν τον τρόπο ένταξης και προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο παγκόσμιο περιβάλλον;
Πιστεύω ότι οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά θα έπρεπε να κυριαρχούν στη δημόσια συζήτηση.
Ο Οδικός Χάρτης Εξόδου από το Μνημόνιο
Από τον Μάιο του 2010 η πολιτική ζωή της χώρας οριοθετείται από την σύγκρουση των πολιτικών δυνάμεων που είναι υπέρ ή κατά των Μνημονίων.
Η αλήθεια είναι ότι, η ώρα των αποφάσεων είναι πολύ κοντά και επιπρόσθετα - εκτός απροόπτου - δεν θα χρειαστεί να μεσολαβήσουν εκλογές για να επιλέξουμε ή όχι ένα δρόμο πέρα από το Μνημόνιο.
Είναι πλέον γνωστό ότι οι πόροι του δεύτερου προγράμματος εξαντλούνται στα μέσα του 2014.
Η χώρα έχει να επιλέξει ανάμεσα σε ένα Τρίτο Πρόγραμμα που θα συνοδεύεται από μέτρα κυρίως διαρθρωτικού χαρακτήρα αλλά θα προσφέρει χαμηλά επιτόκια.
Εναλλακτικά και υπό την προϋπόθεση επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος το 2013 η χώρα μπορεί να επιδιώξει το 2014, μερική αρχικά, άντληση κεφαλαίων από τις αγορές.
Αυτό προϋποθέτει έναν κατάλληλο σχεδιασμό και προετοιμασία του ΟΔΔΗΧ αλλά και συνεργασία με τους κοινοτικούς εταίρους.
Αν όλα πάνε καλά στις προσπάθειες αυτές, τότε με μια συμφωνία που θα περιλαμβάνει όρους, θα διεκδικήσουμε να ενταχτούμε σε προγράμματα της ΕΚΤ για να στηριχθούν τα ελληνικά ομόλογα.
Σταδιακά οι ανάγκες μας θα καλύπτονται από τις αγορές και η χώρα θα έχει μια συμφωνία μόνο με ευρωπαϊκούς θεσμούς και χωρίς το ΔΝΤ.
Η χώρα πρέπει πάντοτε να στηρίζεται στις δικές της δυνάμεις και να μην χρειάζεται να καταφεύγει σε στήριξη όπως συνέβη με το μνημόνιο.
Για αυτό την επόμενη ημέρα μετά το μνημόνιο η περαιτέρω πορεία της ως προς την επιτυχή ένταξη στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας θα εξαρτηθεί αποκλειστικά και μόνο από την βούληση και την ικανότητα της χώρας να συνεχίσει την υλοποίηση όλων εκείνων των αναγκαίων αλλαγών ώστε να ξεφύγει από την κρίση.
Η αβέβαιη πορεία μετασχηματισμού του παραγωγικού προτύπου.
α) Αποκατάσταση οικονομικής ισορροπίας
Ξεκινώ από την εκτίμηση ότι το 2013 για πρώτη φορά -μετά τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό του 2009 – η χώρα θα έχει ισοσκελισμένο ή πλεονασματικό αποτέλεσμα στο πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης και ίσως ισοσκελισμένο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Επομένως, ο στόχος για την αποκατάσταση οικονομικής ισορροπίας επιτεύχθηκε ή είναι πολύ κοντά στην επίτευξη.
Όλα αυτά έγιναν με θυσίες των Ελλήνων κυρίως με τις δύσκολες αποφάσεις του Πρώτου Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής.
Υπενθυμίζω ότι το Πρόγραμμα αυτό ήταν το αποτέλεσμα ενός αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων στην Ευρώπη όπου κυριαρχούσαν οι συντηρητικές δυνάμεις, μιας απροετοίμαστης για τέτοια κρίση Ευρώπης, μιας ηττοπαθούς Ευρώπης που προσκάλεσε το ΔΝΤ για την εποπτεία των προγραμμάτων αλλά και της έλλειψης πολιτικής συναίνεσης στο εσωτερικό της χώρας. Τις αλλαγές για μια διετία τις στήριξε μόνο η ΚΟ του ΠΑΣΟΚ.
Και όμως, με αυτό το Πρόγραμμα το έλλειμμα μειώθηκε το 2010 κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες δηλαδή κατά το 1/3 σε σχέση με το έλλειμμα του 2009. Έτσι έγινε δυνατό σήμερα να μιλάμε για την δυνατότητα επίτευξης πρωτογενούς δημοσιονομικού πλεονάσματος.
Είναι όμως διατηρήσιμες αυτές οι κατακτήσεις; Αυτό θα εξαρτηθεί από την αναπτυξιακή πορεία της χώρας.
Το ερώτημα σήμερα είναι, αν συμφωνούμε στο ποια είναι η ανάπτυξη που δίνει λύση στα προβλήματα της χώρας.
Η ανάπτυξη της προηγούμενης δεκαπενταετίας, που στηρίχτηκε στην ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση κυρίως και χρηματοδοτήθηκε από τον δημόσιο και ιδιωτικό δανεισμό, δεν ήταν διατηρήσιμη και οδήγησε στη σημερινή κρίση.
Πιστεύω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ελληνικής οικονομίας ήταν η αδυναμία της μετά την εκδήλωση της παγκοσμιοποίησης και ειδικότερα μετά την ένταξη στην ΟΝΕ να ενσωματωθεί αποτελεσματικά στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.
Από την ημέρα ένταξης στην ΟΝΕ, η ελληνική οικονομία άρχισε χρόνο με τον χρόνο να χάνει έδαφος σε όρους ανταγωνιστικότητας.
Αυτό υπήρξε το αποτέλεσμα της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος αλλά και των επιχειρηματιών να κατανοήσουν τους νέους όρους του παιχνιδιού.
Οι μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν πριν την ένταξη στην ΟΝΕ έπρεπε να συνεχιστούν με αμείωτη ένταση και μετά την ένταξη.
Αυτό δυστυχώς δεν έγινε.
Η οικονομία απόκτησε ένα διογκωμένο μη παραγωγικό και μη ανταγωνιστικό τμήμα στον οποίο μεταφέρθηκαν ανθρώπινοι και υλικοί πόροι από το τμήμα της οικονομίας που ήταν εκτεθειμένο στον διεθνή ανταγωνισμό, το οποίο σταδιακά αποδυναμώθηκε σε σημαντικό βαθμό.
Η εικόνα αυτή αποτυπωνόταν καθαρά στην πορεία του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το οποίο από την επομένη της ένταξης στην ΟΝΕ διευρύνονταν.
Όμως μετά το 2004 η διεύρυνση επιταχύνθηκε με αποτέλεσμα να φτάσει στο 14% το 2008.
Η πρωτοφανής αυτή οικονομική εξέλιξη δεν προβλημάτισε την τότε Κυβέρνηση, που χαρακτήρισε το 2007 έτος ανταγωνιστικότητας, ούτε ήρθε στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης.
Δεν προβλημάτισε ούτε τις αγορές οι οποίες απέτυχαν να αξιολογήσουν σωστά τι σήμαινε.
Αλλά και η Ε.Ε. ποτέ δεν έθεσε το κρίσιμο ερώτημα, αν ένα έλλειμμα αυτής της τάξης για δυο συνεχόμενα έτη είναι διατηρήσιμο.
Έτσι η κυβέρνηση της ΝΔ δεν πιέστηκε να λάβει μέτρα για να αντιμετωπιστεί αυτή η ανισορροπία.
β) Αποτίμηση της Προόδου στο Μετασχηματισμό της Οικονομίας
Τριάμισι χρόνια μετά την έναρξη της προσαρμογής η πρόοδος που έχει συντελεστεί στο μετασχηματισμό της οικονομίας δεν έφτασε στο επίπεδο που είναι καθοριστικό για να κλείσει οριστικά κάθε συζήτηση στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό για την συμμετοχή της Ελλάδας στην ΟΝΕ.
Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να είναι παγιδευμένη σε ένα ξεπερασμένο παραγωγικό πρότυπο.
Η βελτίωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι επισφαλής. Οφείλεται κυρίως στη μεγάλη μείωση των εισαγωγών λόγω της μείωσης των εισοδημάτων και πολύ λίγο στην αύξηση των εξαγωγών.
Η διατήρηση των πραγματικών επιτοκίων σε πολύ υψηλά επίπεδα και η καθυστέρηση στην ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος απέτρεψαν την πραγματοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων.
Εξίσου ανασταλτικός υπήρξε και ο ρόλος όσων εξυπηρετούνταν άμεσα ή έμμεσα από το παλαιό κρατικοκεντρικό πρότυπο ανάπτυξης.
Η διαδικασία μετασχηματισμού του παραγωγικού προτύπου δεν είναι εύκολη, ούτε επιθυμητή από όλους.
Διότι προϋποθέτει ότι οι μη ανταγωνιστικές επιχειρήσεις ή δραστηριότητες θα πάψουν να έχουν τον ρόλο που είχαν στον παρελθόν.
Είναι αναμενόμενο ότι οι ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων σε μη ανταγωνιστικούς κλάδους θα επιδιώξουν να αποτρέψουν αυτόν το μετασχηματισμό διεκδικώντας ξανά ρόλο για τις επιχειρήσεις τους.
γ) Για ένα νέο παραγωγικό πρότυπο
Κοιτώντας προς τα εμπρός το ερώτημα που θέτουν όλοι σήμερα είναι αν η Ελληνική οικονομία μπορεί να μπει σε ένα μονοπάτι διατηρήσιμης ανάπτυξης;
Εκτιμώ πως ναι. Υπό την προϋπόθεση, ότι η χώρα θα προχωρήσει στο μετασχηματισμό της παραγωγικής της βάσης.
Η διαδικασία αυτή δεν είναι μηχανική ούτε γίνεται αυτόματα και σε κάθε περίπτωση δεν διατάσσεται.
Περνάει μέσα από τη θέσπιση κινήτρων και αντικινήτρων που επιβάλλουν και καθορίζουν συμπεριφορές και επιλογές.
Επομένως, πρωτοβουλίες που αφορούν
- το φορολογικό πλαίσιο,
- το σχεδιασμό για την αξιοποίηση των πόρων του νέου κοινοτικού πλαισίου,
- το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων,
- οι μηχανισμοί προσέλκυσης εγχώριων και ξένων επενδύσεων
- την αναδιάταξη του τραπεζικού τοπίου,
- την αναμόρφωση στην λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και
- την αναθεώρηση της ενεργειακής πολιτικής
θα πρέπει να υπηρετούν αυτό το γενικό στόχο.
δ) Μέσα για τον μετασχηματισμό της οικονομίας
Ενδεικτικά θα αναφερθώ πως κάποια από τα μέσα μπορούν να συμβάλλουν στο μετασχηματισμό της οικονομίας.
i ) Εθνικό Φορολογικό Σύστημα
Η Κυβέρνηση δεν έθεσε ως προτεραιότητα την εκπόνηση του Εθνικού Φορολογικού Συστήματος που έχει ανάγκη η χώρα.
Πιστεύω ότι έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία η σταθερότητα και η διαφάνεια του φορολογικού πλαισίου παρά το μείγμα και το ύψος των φορολογικών συντελεστών.
Διαφωνώ απόλυτα με τις προτάσεις για χαμηλούς και επίπεδους φορολογικούς συντελεστές όπως επίσης και με υπερβολικά υψηλούς που υπηρετούν μια λανθασμένη αντίληψη να τιμωρηθεί η επιχειρηματικότητα.
ii) Επενδύσεις
Ο μετασχηματισμός της οικονομίας απαιτεί επενδύσεις. Η χώρα από το 2007 αποεπενδύει.
Χρειάζεται να κάνουμε μια ειλικρινή δημόσια συζήτηση, από πού θα προκύψουν οι πόροι που απαιτούνται, για να μπορέσει η οικονομία να επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Γιατί υπάρχει μια αντίληψη ότι το κράτος θα τους εξασφαλίσει.
Μα το κράτος δεν έχει τα ποσά αυτά. Τα κεφάλαια αυτά θα πρέπει να προέλθουν κυρίως από ιδιώτες Έλληνες και ξένους επενδυτές.
Αυτό προϋποθέτει πολιτική σταθερότητα και εξάλειψη της αβεβαιότητας.
Επομένως θα πρέπει να δούμε αν και πως οι αποκρατικοποιήσεις ή τα κίνητρα για την προσέλκυση των επενδύσεων μπορούν να συμβάλλουν προς την κατεύθυνση αυτή.
Μέχρι σήμερα, οι ιδιώτες δεν δείχνουν να έχουν πάρει κάποια σημαντική πρωτοβουλία για νέες επενδύσεις με ίδια κεφάλαια.
iii) O ρόλος του τραπεζικού συστήματος
Ο ρόλος του τραπεζικού συστήματος στη διαδικασία του μετασχηματισμού είναι κομβικός.
Οι τράπεζες έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους δάνεια προς επιχειρήσεις οι οποίες πιέζουν για ρυθμίσεις υφιστάμενων δανείων ή για νέες χορηγήσεις.
Αυτό όμως κρατά τις τράπεζες προσκολλημένες και σε επιχειρήσεις που δεν έχουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.
Έτσι, όμως, περιορίζονται οι λίγες διαθέσιμες πιστώσεις που υπάρχουν για τη χρηματοδότηση νέων επενδύσεων σε ανταγωνιστικούς τομείς.
Θεσμικές αλλαγές προϋπόθεση για μια άλλη πορεία.
Η χώρα όπως προκύπτει από την εμπειρία επέδειξε μια αδυναμία να κατανοήσει τους νέους όρους του παιχνιδιού και να δρομολογήσει αλλαγές.
Η χώρα μετά την ένταξη στην ΟΝΕ και ειδικά μετά την διεξαγωγή των ΟΑ έχασε πολύτιμο χρόνο μεταθέτοντας συνεχώς αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών αλλά και στο ασφαλιστικό και στην αγορά εργασίας. Ειδικά την πενταετία 2004-2009 οι μεταρρυθμίσεις πάγωσαν.
Την ίδια στιγμή η λειτουργία της Δικαιοσύνης δεν ανταποκρινόταν στις ανάγκες μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής χώρας εκτεθειμένης στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά η επιτάχυνση στην απονομή της Δικαιοσύνης αποτελεί αναγκαία προτεραιότητα.
Εξίσου αναγκαίες είναι και οι αλλαγές στην λειτουργία του πολιτικού συστήματος.
Οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας με ευρωπαϊκό προσανατολισμό θεώρησαν ότι η συμμετοχή στην ΟΝΕ ήταν η λύση στα προβλήματα της χώρας και όχι η προϋπόθεση για να αντιμετωπιστούν οι μεγάλες προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης.
Μια από τις πολύπλευρες συνέπειες της κρίσης υπήρξε η ανατροπή της αρχιτεκτονικής του πολιτικού συστήματος όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την μεταπολίτευση.
Πιστεύω ότι η νέα ισορροπία που βρίσκει την κεντροαριστερά και τον μεταπολιτευτικό εκφραστή της το ΠΑΣΟΚ αποδυναμωμένο είναι ασταθής και προσωρινού χαρακτήρα.
Το νέο ΠΑ.ΣΟ.Κ., το ΠΑΣΟΚ μετά την κρίση για να διεκδικήσει το ρόλο του στην νέα αρχιτεκτονική του πολιτικού συστήματος οφείλει να επαναπροσδιορίσει ποιους θέλει να εκφράσει.
Αυτοί δεν μπορεί να είναι άλλοι από τον κόσμο της εργασίας αλλά και τον κόσμο της δημιουργίας. Οι επιχειρηματίες των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι επιστήμονες και οι ερευνητές όλοι αυτοί που με την δημιουργική τους πρωτοβουλία θα βγάλουν την Ελλάδα από την κρίση.
Το ΠΑΣΟΚ, που ξεκίνησε ως κίνημα αλλαγής, πρέπει να συνεχίσει τη πορεία του ως ο πολιτικός φορέας των πολιτικών αλλαγών αλλά και των μεταρρυθμίσεων, της δίκαιης κατανομής των βαρών και της προστασίας αυτών που έχουν ανάγκη και της παροχής ευκαιριών στους νέους και σε όσους έχουν διάθεση δημιουργίας.
Εξίσου σημαντικό, είναι να προσδιορίσει το ΠΑΣΟΚ με ποιούς μπορεί και πρέπει να συμμαχήσει, στο όνομα ποιών αξιακών αναφορών, με ποιές προγραμματικές συμφωνίες και με ποιά στόχευση. Πιστεύω όμως, ότι οι συμμαχίες που θα επιδιώξουμε δεν μπορεί να ακυρώνουν τον λόγο ύπαρξής μας και αυτή η επισήμανση αφορά συμμαχίες και προς τις δύο κατευθύνσεις.
Σήμερα, με αφορμή την αλλαγή του Συντάγματος αλλά και το άνοιγμα τη συζήτησης για τον εκλογικό νόμο, το ΠΑΣΟΚ έχει μια μοναδική ευκαιρία ώστε με τις παρεμβάσεις του να γίνουν οι αναγκαίες αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος.
Η δημόσια συζήτηση αλλά και οι συζητήσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους στην επόμενη αξιολόγηση της πορείας της ελληνικής οικονομίας, που θα ξεκινήσει στα μέσα του Σεπτεμβρίου, δεν πρέπει να εγκλωβιστεί στο θέμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, που σε μεγάλο βαθμό έχει ολοκληρωθεί.
Πρέπει να επικεντρωθεί στην προετοιμασία της εξόδου της χώρας από το Μνημόνιο και στην παρακολούθηση του μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας.
Το ΠΑΣΟΚ εδώ έχει τη δυνατότητα να πιέσει την κυβέρνηση προς την κατεύθυνση αυτή.
Οι καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση της οικονομίας εξαντλούν τις αντοχές της κοινωνίας τροφοδοτώντας ακραίες συμπεριφορές και πολιτικές επιλογές. Η κοινωνία ακροβατεί και μαζί της και οι ισορροπίες στο πολιτικό σύστημα. Η Δημοκρατία για πρώτη αφορά μετά το 1974 απειλείται ξανά.
Τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης η χώρα βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο σε ό,τι αφορά τις δυνατότητές της να συνεχίσει την υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών, που θα της επιτρέψουν να βγει οριστικά από την οικονομική και κοινωνική κρίση και να διασφαλίσει κατακτήσεις, όπως η συμμετοχή στην ΟΝΕ.
Η κυβέρνηση σε αυτήν την κρίσιμη στιγμή οφείλει να διευκολύνει τον μετασχηματισμό της οικονομίας και το ΠΑΣΟΚ να την πιέζει προς τη κατεύθυνση αυτή.
Αυτή είναι η μόνη επιλογή που διασφαλίζει ότι η οικονομία θα δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και εισοδήματα και θα ενισχύσει και την κοινωνική και πολιτική σταθερότητα.