Πολιτικη & Οικονομια

Νίκος Μάργαρης: Ένας έλλογος οικολόγος

Ο Μάργαρης θεωρούσε την οικολογία ένα ακόμα ρεύμα-κληρονόμο του ορθού λόγου και του Διαφωτισμού

Ανδρέας Παππάς
ΤΕΥΧΟΣ 448
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πριν από μερικές μέρες πέθανε ο Νίκος Μάργαρης.

Πριν από μερικές μέρες πέθανε ο Νίκος Μάργαρης. Ο θάνατός του πέρασε μόνο σε κάποια μονόστηλα (στην καλύτερη περίπτωση), χωρίς βέβαια να απασχολήσει την «καναλικού» τύπου δημοσιογραφία ή τον άμορφο πολτό των social (τρομάρα τους…) media. Άλλωστε, ο θάνατος του Μιχάλη Ασλάνη, ας πούμε, ήταν πολύ πιο «πιασάρικο» θέμα –πραγματικό κελεπούρι, θα ’λεγε κανείς– για τη δημοσιογραφία της κλειδαρότρυπας, η οποία και δεν παρέλειψε, βέβαια, να σκυλεύσει τη μνήμη του, ακόμα και το πτώμα του.

Δεν είναι, ασφαλώς, εδώ ο κατάλληλος χώρος για να σκιαγραφηθεί η προσωπικότητα του Νίκου Μάργαρη και να αποτιμηθεί το έργο του. Εξάλλου, υπάρχουν άλλοι, πολύ πιο αρμόδιοι από μένα, για να επιχειρήσουν κάτι τέτοιο. Απλώς, να, με αυτή την αφορμή, θεωρώ σκόπιμο να καταθέσω μερικές σκέψεις για τους οικολόγους και την οικολογία, παρ’ ημίν αλλά και γενικότερα.

Ο Νίκος Μάργαρης ήταν από τους εκπρόσωπους –όχι και τόσο πολλούς, είναι αλήθεια, στη χώρα μας– αυτού που θα χαρακτήριζα έλλογη οικολογία. Με άλλα λόγια, δεν υπηρετούσε, δεν πρότεινε και δεν δίδασκε μια οικολογία της δαιμονολογίας και της τερατολογίας, της υστερίας και της στενοκεφαλιάς. Γιατί, ναι, υπάρχει και τέτοια οικολογία, όπως υπάρχουν και τέτοιοι οικολόγοι. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, και βέβαια και στην Ελλάδα, η οικολογία υπήρξε, εκτός των άλλων, και χώρος στον οποίο κατέφυγαν κάθε λογής ναυάγια και ράκη του κάποτε ακμάζοντος αριστερισμού. Δεν ήταν λίγοι οι ποικίλοι οπαδοί της «επαναστατικής ρήξης με το σύστημα», που, όταν η Κίνα και η Κούβα, οι Τουπαμάρος και οι Φενταγίν, είχαν πάψει πια να συγκινούν, βρήκαν θέση κάτω από τη βολική ομπρέλα της οικολογίας, της οποίας η πλατιά αγκαλιά (πολύ πλατιά, λέμε…) φάνηκε όλους να τους χωράει και σε όλους να μπορεί να εξασφαλίσει πολιτική στέγη.

Τα παραδείγματα από την ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή και πραγματικότητα είναι αρκετά. Εξάλλου, και η εμπλοκή μου με το εφήμερο εγχείρημα των Οικολόγων-Εναλλακτικών, το 1989-90, μου επέτρεψε να διαπιστώσω ιδίοις όμμασιν την τερατογένεση που μπορεί να προκύψει από τη συνεύρεση ορφανών του αριστερισμού με αφελείς διακόνους μιας προσκοπικού επιπέδου πολιτικής σκέψης και κουλτούρας.

Ο Νίκος Μάργαρης, λοιπόν, δεν υπήρξε από αυτούς τους οικολόγους, όπως δεν υπήρξε και ένας άλλος από τους «πατέρες» της ελληνικής οικολογίας, ο Σπήλιος Παπασπηλιόπουλος. Δεν θήτευσε ποτέ ούτε στην υστερική οικολογία, αυτήν που καταγγέλλει γενικώς και αδιαλείπτως το «σύστημα», ούτε και στη χαζοχαρούμενη οικολογία, αυτήν που εξαντλείται σε ζητήματα όπως η προστασία της νυφίτσας ή η ανησυχητική μείωση του πληθυσμού των αργυροτσικνιάδων. Ακούγοντάς τον να μιλάει ή διαβάζοντας κείμενά του, είχε κανείς πάντα την πεποίθηση ότι ο Μάργαρης θεωρούσε την οικολογία ένα ακόμα ρεύμα-κληρονόμο του ορθού λόγου και του Διαφωτισμού, χωρίς να τον διακρίνει ίχνος από τη στενοκεφαλιά των έξαλλων «αντισυστημικών» ή «οικοχόνδριων».

Ο Μάργαρης δεν ήταν από αυτούς που απλώς «αξιοποιούν» την οικολογία για να προωθήσουν τις πολιτικές –συχνά και κομματικές– στοχεύσεις και εμμονές τους, για να πολεμήσουν, ουσιαστικά, κάθε μορφή επιχειρηματικότητας. Οι δραστηριότητές του ως οικολόγου ήταν πάντα έλλογες, ουσιαστικές, αποτελεσματικές, χειροπιαστές, είτε επρόκειτο για τη συμβολή του στην ελληνική έκδοση του «National Geographic», είτε για το διδακτικό και ερευνητικό του έργο, είτε για κείμενά του και επιστημονικές δημοσιεύσεις του. Την οικολογίζουσα και οικολογικοφανή ανοησιολογία και εσχατολογία ο Μάργαρης την άφηνε για τους κάθε είδους ελαφρολαϊκούς του περιβαλλοντισμού, αλλά και για κάποιους που φοράνε προβιά οικολόγου για να κρύψουν το αριστερίστικο τρίχωμά τους.