Πολιτικη & Οικονομια

Κάτι τρέχει με τις τράπεζες

Επί ενάμιση χρόνο, οι τράπεζες χάνουν σε αξία διολισθαίνοντας στο χρηματιστήριο – δηλαδή, χωρίς να πείθουν επενδυτές

Γιώργος Προκοπάκης
ΤΕΥΧΟΣ 674
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τις τελευταίες μέρες βιώσαμε ξανά λίγο από το κλίμα 2015. Επί ενάμιση χρόνο, οι τράπεζες χάνουν σε αξία διολισθαίνοντας στο χρηματιστήριο –δηλαδή, χωρίς να πείθουν επενδυτές– και με φυτίλι την Τράπεζα Πειραιώς, βρέθηκαν σε ελεύθερη πτώση. Η κυβέρνηση μιλάει για κερδοσκοπική επίθεση – όμως αμέσως προχωρά σε διερεύνηση εναλλακτικών λύσεων για τη διαχείριση κόκκινων δανείων. Ας δούμε πρώτα τι έγινε.

Ο SSM, αρμόδιος εποπτικός βραχίονας της ΕΚΤ, ζήτησε από τη διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς να φροντίσει για κεφαλαιακή ένεση €500 εκ. Από μόνη της η πληροφορία (την μετέδωσε το Bloomberg) αρκεί ως καμπανάκι. Όμως τα πράγματα έγιναν αμέσως χειρότερα: η διοίκηση της τράπεζας βγήκε εις άγραν επενδυτών και βρέθηκε μπροστά σε διαφαινόμενο επιτόκιο της τάξεως του 12%. Αυτό το αστρονομικό επιτόκιο ενσωματώνει και τον «κίνδυνο χώρας» (country risk), ο οποίος προφανώς αφορά το σύνολο του τραπεζικού συστήματος. Η εξυπηρέτηση ενός τόσο ακριβού ομολόγου, ανεβάζει –μαζί με το μετατρέψιμο ομόλογο €2 δισ.– το «κόστος εξυπηρέτησης της κεφαλαιακής επάρκειας» σε ύψος πάνω από €200 εκ. ετησίως. Αναλίσκεται, δηλαδή, το σύνολο της προβλεπόμενης κερδοφορίας. Η μετατροπή του μετατρέψιμου ομολόγου σε μετοχές φαντάζει μονόδρομος – με σημαντική ζημία των ιδιωτών επενδυτών. Η κατακρήμνιση της μετοχής της τράπεζας ήταν φυσιολογική και αναμενόμενη – οι κερδοσκόποι σορτάκηδες έβγαλαν καλό μεροκάματο, αλλά μέχρις εκεί. Οι λόγοι όμως που κάνουν επείγουσα την κεφαλαιακή ενίσχυση της Τράπεζας Πειραιώς έχουν να κάνουν με τη διαχείριση των κόκκινων δανείων. Πρόβλημα κοινό σε όλες τις τράπεζες – εξ αυτού και οι άμεσες διαρροές από την κυβέρνηση για παρέμβαση με εταιρείες ειδικού σκοπού και εγγυήσεις. Η επίκληση των κερδοσκόπων είναι το επικοινωνιακό, η πραγματικότητα είναι άλλη.

Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν τα κόκκινα δάνεια κατά €17 δις – με κόστος όμως. Τα ίδια κεφάλαια μειώθηκαν κατά περίπου €7 δισ., από €29 δισ. σε €22 δισ. Οι τράπεζες είναι λογιστικώς εύρωστες γιατί στα εποπτικά τους κεφάλαια συμπεριλαμβάνεται ο αναβαλλόμενος φόρος – περίπου €17 δισ. Δηλαδή, εξαιρούνται της εταιρικής φορολογίας για 20 χρόνια και το προβλεπόμενο «φορολογικό έσοδο» λογίζεται με τα εποπτικά κεφάλαια, χωρίς να υπάρχει το χρήμα στο θησαυροφυλάκιο. Η απομείωση των κόκκινων δανείων ανάλωσε «σημερινό χρήμα» και όχι μελλοντικό. Η μείωση κατά €43 δις μέχρι το 2021 που προβλέπεται, εάν γίνει χωρίς άλλες παρεμβάσεις, θα αναλώσει πολύ σύντομα τα ίδια κεφάλαια. Οι επιδόσεις των τραπεζών σχετικά με τα κόκκινα δάνεια, παρά το ότι είναι εντός στόχων, κόστισαν ακριβά. Νέα κεφάλαια είναι εντελώς απαραίτητα κατά την επόμενη τριετία – εκτός εάν η ανάπτυξη εκτιναχθεί. Κεφάλαια είτε προς τις τράπεζες κατ’ ευθείαν, είτε προς σχήμα (σχήματα;) στο οποίο θα μεταφερθούν κόκκινα δάνεια.

Η κατάσταση είναι αποτέλεσμα της παράλογης πολιτικής της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου. Το τρίτο μνημόνιο προέβλεπε εκπόνηση πολιτικής για τα κόκκινα δάνεια μέχρι τον Οκτώβριο 2015. Ο υπεύθυνος υπουργός κ. Σταθάκης, προφανώς κατ’ εφαρμογήν κυβερνητικών επιλογών, περιορίστηκε στη δημιουργία ενός «νέου ΚΕΠ», ενός δικτύου σε όλη την Ελλάδα που θα παρείχε ενημέρωση και υποστήριξη στους οφειλέτες. Κατά τα άλλα, μέχρι το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης (με καθυστέρηση επτά μηνών, τέλη Μαΐου 2016) ο αγώνας ήταν «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη» και «όχι στον αφελληνισμό των τραπεζών». Αμέσως μετά, η πραγματικότητα επέβαλε τις πολιτικές. Με χαμένο χρόνο και αμφισημίες. Ακόμη δεν έχει δημιουργηθεί δίκαιος μηχανισμός να βρίσκονται οι στρατηγικοί κακοπληρωτές και να ανακτηθούν κεφάλαια από την αεριτζήδικη επιχειρηματικότητα.

Η ευθύνη της κυβέρνησης είναι τεράστια για την εξέλιξη αυτή. Ας έχει όμως υπ’ όψιν τα σχετικά μεγέθη και η αντιπολίτευση. Η ανάγκη για κεφάλαια είναι πρακτικώς βεβαιότητα την επόμενη τριετία – είτε προς τις τράπεζες είτε σε όχημα ειδικού σκοπού. Η παρέμβαση στη διαχείριση των κόκκινων δανείων είναι επίσης απαραίτητη. Η επόμενη κυβέρνηση, εάν από τώρα δεν αποκαλύπτει τις ευθύνες Τσίπρα και εάν δεν έχει σχέδιο αντιμετώπισης του προβλήματος, θα βρεθεί προ εκπλήξεως. Τους πολίτες δεν αφορά η έκπληξη του επόμενου πρωθυπουργού, αλλά οι επιπτώσεις της ανυπαρξίας πολιτικής και της βέβαιης αναβίωσης του λαϊκισμού.