Πολιτικη & Οικονομια

Τρία χρόνια μητρότητας

Το πρόβλημα με τους πρόσφυγες δεν λύνεται μέσω της διχοτομίας καλοσύνης και σκληρότητας

Σώτη Τριανταφύλλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πριν από τρία χρόνια, όταν η Άνγκελα Μέρκελ άνοιξε τα ευρωπαϊκά σύνορα και ο Βίκτορ Όρμπαν έβαλε τις φωνές, η Γερμανίδα καγκελάριος τού απάντησε ότι η Ευρώπη δεν έχει συρματοπλέγματα όπως είχε η πατρίδα της η Ανατολική Γερμανία. Ατυχής αντιστοίχιση: τα ανατολικογερμανικά συρματοπλέγματα δεν ήταν για να μην μπαίνεις, ήταν για να μη βγαίνεις.

Πολλά έχουν συμβεί από τον Σεπτέμβριο του 2015: στις ευρωπαϊκές ακτές έφτασαν ένα εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες, ενώ περίπου δέκα χιλιάδες πνίγηκαν στη διαδρομή. Η εικόνα του τρίχρονου Αϊλάν στην τουρκική παραλία μάς στοιχειώνει ακόμα, αν και, πρωτίστως, θα έπρεπε να μας στοιχειώνει το ότι οι δημοσιογράφοι, αντί να μαζέψουν το άψυχο μικρό σώμα, το φωτογράφιζαν. Αλλά ίσως σ' αυτό να είμαι άδικη· το πρόβλημα της επιλεγόμενης προσφυγικής κρίσης δεν είναι πρόβλημα καρδιάς: δεν λύνεται μέσω της διχοτομίας καλοσύνης και σκληρότητας· ούτε με ατέρμονες συζητήσεις των 28 περί «δομών», «hot-spots» και «διαχείρισης των ροών». Οι καινούργιοι όροι δεν σημαίνουν απαραιτήτως καινούργια οπτική: οι Ευρωπαίοι ηγέτες κωλυσιεργούν μοιρασμένοι ανάμεσα στους αριστερούς τους ψηφοφόρους και στην απειλή της εθνικιστικής δεξιάς ― τα αντιευρωπαϊκά κόμματα βρήκαν μια καλή ευκαιρία για να επιτεθούν όχι μόνο στην πολιτική της Ευρώπης (που στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι λανθασμένη), αλλά στην ευρωπαϊκή ιδέα συνολικά. Κοντολογίς, η πολιτική ανοιχτών συνόρων έφερε στην επιφάνεια ποικίλες διαφωνίες, καθώς και εθνικά χαρακτηριστικά τα οποία γνωρίζαμε ότι υπήρχαν χωρίς να γνωρίζουμε μέχρι ποιο σημείο μπορούν να φτάσουν. Με ή χωρίς ευρωσκεπτικισμό και υπερπατριωτισμό, η πίεση που δέχονται ορισμένες κοινότητες στην Ευρώπη, είτε επειδή φιλοξενούν hot-spots, είτε επειδή γύρω τους εκτυλίσσεται κοινωνική αλλοίωση ή ακόμα και δημογραφική αντικατάσταση, δημιουργεί ανησυχίες που οι πολιτικοί δεν καταφέρνουν να διαλύσουν. Διότι είναι δικαιολογημένες. Αλλά, γενικά μιλώντας, οι Ευρωπαίοι αντέχουν με αυταπάρνηση σ’ αυτή την πίεση.

Ένα εκατομμύριο άνθρωποι δεν είναι υπερβολικά μεγάλος αριθμός αν ικανοποιούνται ορισμένοι όροι: ισομερής κατανομή τους στις διαφορετικές χώρες και περιοχές, ταχεία διαχείριση και καταγραφή στα hot-spots προκειμένου να ενταχθούν γρήγορα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες (στέγαση, εργασία, σχολείο), αποτελεσματικές δομές εκπαίδευσης στη γλώσσα και στον πολιτισμό. Στη συνέχεια, τίθεται το ερώτημα: γιατί ένα εκατομμύριο και όχι δύο ή τρία; Η απάντηση είναι απλή: δεν μπορούμε να χωρίσουμε δυο γαϊδουριών άχυρα· δεν τα πολυκαταφέρνουμε ούτε στην πρόληψη των προβλημάτων, ούτε στην πρόσληψη και στην επίλυσή τους. Καλό είναι να μην πιέζουμε την τύχη μας πέρα από το σημείο της θραύσης.

Όπως έχει γραφτεί πολλές φορές τα τελευταία χρόνια, η μετανάστευση επιβαρύνει κυρίως τις χώρες προέλευσης. Τι θα συνέβαινε άραγε αν η Ελλάδα μπορούσε να απορροφήσει στη διάρκεια των δεκαετιών του 1930-1950 όλους όσοι την εγκατέλειψαν για τη Γερμανία, τις ΗΠΑ και την Αυστραλία; Ανάπτυξη θα συνέβαινε· πλην όμως, δεν υπήρχαν οι κατάλληλες προϋποθέσεις: κλίμα σχετικής, αν όχι πλήρους, πολιτικής ανεκτικότητας και θέσεις εργασίας· περιβάλλον ειρήνης και εξωστρέφειας. Αυτά τα στοιχεία χρειάζονται οι χώρες από τις οποίες φεύγουν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες· κι εδώ έγκειται το μείζον πρόβλημα του ανεπτυγμένου κόσμου: αν δεν θέλουμε «ροές», πρέπει να προσπαθήσουμε στην κατεύθυνση της ειρήνης και της πολιτικής ανεκτικότητας στη Συρία, στο Αφγανιστάν, στη Λιβύη, στην υπόλοιπη Αφρική ―και ούτω καθεξής. Πράγμα που δεν μπορεί να επιτευχθεί με εξαγωγή δημοκρατίας και τέτοιες φαντασιώσεις, αλλά με τη στήριξη εκείνων των τοπικών δυνάμεων που είναι πρόθυμες να συνεργαστούν στα προαναφερθέντα· όποιες κι αν είναι αυτές οι δυνάμεις. Η Ευρώπη έχει την τάση να συνεργάζεται με «αντάρτες», όχι με καθεστώτα: πιστεύει ότι η Γαλλική Επανάσταση θα επαναληφθεί στην Αίγυπτο και στην Τυνησία και μάλιστα χωρίς να τη διαδεχθεί η Τρομοκρατία. Dream on.

Παραλλήλως, χρειάζεται έξυπνη διπλωματία με σκοπό να διοχετεύονται οι μουσουλμάνοι σε μουσουλμανικές χώρες: οικονομία ψυχικής ενέργειας, οικονομία υλικών μέσων· προπάντων, προστασία της ευρωπαϊκής συνοχής, του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Επιπλέον, ας γίνει σαφές σε όλες τις πλευρές ότι η προσφυγική κρίση, όπως κάθε «κρίση», έχει ημερομηνία λήξεως: πρώτον, δεν μπορεί να μετακομίσει βορείως όλη η ζώνη γύρω από τον Ισημερινό και δεύτερον, μιας και σχεδόν όλες οι χώρες στον κόσμο έχουν δυναμικό ανάπτυξης, οι ντόπιοι πληθυσμοί πρέπει να μπορούν να το αξιοποιήσουν. Με ένα καλό σπρωξιματάκι, το οποίο, σύμφωνα με την ιδεολογία της πολιτικής ορθότητας, ονομάζεται «εκμετάλλευση του Τρίτου Κόσμου». Ωστόσο, μονάχα οι επενδύσεις και οι υποδομές στον Τρίτο Κόσμο ― οι δίκαιες και διαφανείς ― θα τον γλιτώσουν από τη φτώχεια κι από τις ένοπλες συγκρούσεις τις οποίες ευνοεί η φτώχεια.

Η Άνγκελα Μέρκελ δικαιολόγησε την υπερβολική της γενναιοδωρία με δύο παραδοξότητες: το δημογραφικό «πρόβλημα» (που δεν υπάρχει· είναι μια κατασκευή των κοινωνιολόγων) και την εντατικοποίηση της εργασίας, άρα της γερμανικής ανταγωνιστικότητας, μέσω των νέων εργατικών χεριών. Όμως οι ασιατικοί πληθυσμοί έχουν συνήθως διαφορετικές αντιλήψεις για την εργασία, όπως έχουν και για όλα τα άλλα ― είναι πολύ παράξενο το ότι η Άνγκελα Μέρκελ δεν έλαβε υπόψη τη γαλλική εμπειρία με τους Άραβες μετανάστες, την άρνησή τους να ενταχθούν, την περιχαράκωσή τους στον χώρο και στον χρόνο. Το να θεωρείς όλο τον κόσμο «ίδιο» αποτελεί θεμελιώδες λάθος μιας γενικότερης κοσμοθεωρίας: ένα εκατομμύριο μουσουλμάνοι δεν έχουν τον ίδιο αντίκτυπο με, λόγου χάρη, ένα εκατομμύριο Κινέζους· ούτε οι Κινέζοι «αφομοιώνονται», δεν έχει όμως καμιά σημασία· δεν επιβάλλουν τον τρόπο της ζωής τους σε κανέναν πέρα της δικής τους κοινότητας, ούτε δημιουργούν θρησκευτικές εντάσεις. Αν η Άνγκελα Μέρκελ οραματίζεται ένα καινούργιο γερμανικό θαύμα σαν εκείνο στο οποίο συμμετείχαν Ιταλοί, Έλληνες και Γιουγκοσλάβοι, πλανάται θλιβερά· εδώ τίθενται ζητήματα παγκόσμιας γεωπολιτικής· τα μεγέθη δεν είναι συγκρίσιμα. Εξάλλου, θα έπρεπε να ξέρει ότι οι άνθρωποι είναι «ίδιοι» στο ότι, αν τους κλείνεις σε στρατόπεδα ή αν τους καθυστερείς σε μια δυσάρεστη εκκρεμότητα, υποφέρουν· και δείχνουν τη δυσφορία τους όπως μπορούν. Αυτή η δυσφορία τούς κάνει ακόμα λιγότερο καλοδεχούμενους στα μάτια των αυτοχθόνων που δυσφορούν από τη δική τους θέση.

Ταλαντευόμαστε ανάμεσα σε δύο άκρα που συναντιούνται στο σημείο φυγής. Στο ένα άκρο είναι η μητρική αντιμετώπιση τύπου Άνγκελα Μέρκελ-Mutti, η οποία ακολουθεί σ' αυτό την ευρωπαϊκή αριστερά η οποία βλέπει τους μετανάστες σαν παιδιά που πρέπει να προστατέψει και να τους κάνει όλα τα χατίρια (visa shopping, τζαμιά). Στο άλλο άκρο είναι όσοι χρησιμοποιούν την ξενοφοβία για να διαλύσουν την Ευρώπη. Αν το καταφέρουν θα σημαίνει, εν κατακλείδι, νίκη των ισλαμιστών, νίκη όσων ονειρεύονται τον κατακερματισμό της Δύσης και την επιστροφή μας στο πρωτόγονο έθνος-κράτος.