Πολιτικη & Οικονομια

Γραφείο προϋπολογισμού: «Στοπ» στις παροχές στη μεταμνημονιακή περίοδο

Μείωση «κόκκινων» δανείων και αποφασιστικότητα στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων για να τη βγάλει «καθαρή» η χώρα

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Ιδιαίτερα κρίσιμους» χαρακτηρίζει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή τους πρώτους μήνες στη μετα-μνημονιακή περίοδο, καλώντας την κυβέρνηση να είναι ιδιαίτερα προσεκτική στον τρόπο διαχείρισης των δημοσιονομικών.

Όπως αναφέρει σε έκθεσή της, οι διεθνείς αγορές περιμένουν να δουν κινήσεις που θα ενισχύσουν την αξιοπιστία της εγχώριας οικονομικής πολιτικής, διαμορφώνοντας παράλληλα σε μεγάλο βαθμό και το ύψος των επιτοκίων βάσει των οποίων η Ελλάδα θα δανείζεται. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στη σημασία των όσων συμφωνήθηκαν στο Eurogroup της 21ης Ιουνίου αναφορικά με το χρέος και τη βιωσιμότητά του. Ειδικότερα, επισημαίνεται ότι η εξασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας συνιστά αποφασιστικό βήμα για την άντληση χρημάτων με βιώσιμους όρους από τις διεθνείς αγορές.

©EUROKINISSI/ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

Ως εκ τούτου, το Γραφείο Προϋπολογισμού συστήνει να περιοριστούν στο ελάχιστο οι κίνδυνοι που προέρχονται από τις πολιτικές πιέσεις που θα ασκηθούν για περισσότερο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική (σ.σ. κοινωνικές παροχές) και επιβράδυνση εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων μετά το τέλος του τρίτου μνημονίου.

Ευνοϊκές συνθήκες αλλά προσοχή

Βάσει των όσων αναφέρονται στην έκθεση για το β' τρίμηνο του 2018, τα μηνύματα για την ελληνική οικονομία είναι θετικά.

Ειδικότερα, το πρόσημο στον ρυθμό μεγέθυνσης δεν είναι αρνητικό, παρατηρείται αύξηση στην απασχόληση και τις αμοιβές της εργασίας, ενώ το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσιάζεται σχετικά ισορροπημένο, την ώρα που η εκτέλεση του προϋπολογισμού βρίσκεται εντός στόχων.

Στον αντίποδα, το υψηλό ποσοστό ανεργίας και ο χαμηλός πληθωρισμός προβληματίζουν, ωστόσο θετικά είναι τα μηνύματα για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και τις ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορολογουμένων προς την εφορία. Και στους δύο τομείς παρατηρήθηκε μικρή βελτίωση. Την ίδια στιγμή, όμως, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τα ταμεία αυξήθηκαν.

«Σκοτώνει» τα ομόλογα η αμφιβολία των εταίρων

Επιπλέον, το Γραφείο Προϋπολογισμού επισημαίνει στην έκθεσή του ότι οι αμφιβολίες του ΔΝΤ για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, σε συνδυασμό με το «παραθυράκι» που άφησαν οι Ευρωπαίοι εταίροι στο ζήτημα της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του χρέους (σ.σ. λήψη πρόσθετων μέτρων, εφόσον κριθεί απαραίτητο, μετά το 2032), μπορούν να καθυστερήσουν την αναβάθμιση των ελληνικών τίτλων από τους οίκους αξιολόγησης.

©EUROKINISSI/ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

Αναφορικά με τις σχεδιαζόμενες κινήσεις εξόδου στις αγορές, αυτές πρέπει να είναι καλά υπολογισμένες και να γίνουν με προσοχή και βάσει σχεδίου, προκειμένου να μην πάει χαμένο το «μαξιλάρι» ασφαλείας σε μια περίπτωση δανεισμού με πολύ υψηλά επιτόκια λόγω αναταραχών και επιδείνωσης του επενδυτικού κλίματος στις διεθνείς αγορές.

Οι επόμενες κινήσεις

Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού, το βάρος της οικονομικής πολιτικής πρέπει να δοθεί στον καθορισμό των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προοπτικών της ελληνικής οικονομίας.

Στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ζητούμενο είναι η διασφάλιση της ομαλής και με χαμηλό κόστος χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας. Αυτή η εξέλιξη θα οδηγήσει σε μια σταδιακή αποκατάσταση της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα, ενισχύοντας έτσι την οικονομική ανάκαμψη, καθώς επιχειρήσεις και ιδιώτες θα έχουν πρόσβαση σε ρευστό.

Προς αυτήν την κατεύθυνση, θεωρείται κομβική η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η βελτίωση των ισολογισμών των τραπεζών -κινήσεις που ανοίγουν τον δρόμο για να πέσει περισσότερο χρήμα στην εγχώρια αγορά.

©EUROKINISSI/ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΛΛΙΑΡΑΣ

Πέρα από τις τράπεζες, πρέπει να αξιοποιηθούν τα διαθέσιμα ευρωπαϊκά κονδύλια (π.χ. ΕΣΠΑ), να συνεχίσει η εφαρμογή του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, να αρθούν πλήρως τα capital controls και να γίνουν ενέργειες για τη διαμόρφωση ενός ευνοϊκότερου οικονομικού περιβάλλοντος που θα προσελκύει εγχώριες και ξένες επενδύσεις.

Στον μακροπρόθεσμο ορίζοντα, πρέπει να γίνουν ενέργειες για την αύξηση της παραγωγικότητα στην εργασία. Στην έκθεση αναφέρεται ότι η Ελλάδα είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση όπου η μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας οφείλεται στην ταχύτερη μείωση των μισθών από την παραγωγικότητα.

Η εξέλιξη αυτή, εκτιμά το Γραφείο Προϋπολογισμού, ίσως να βοήθησε στην ενίσχυση των εξαγωγών αγαθών (αν και όχι υπηρεσιών) στην περίοδο της κρίσης.

Μακροχρόνια όμως, όπως συμπληρώνει, ένα σενάριο συνεχούς μείωσης της παραγωγικότητας με τους μισθούς να συμπιέζονται όλο και περισσότερο προκειμένου να διατηρηθεί χαμηλά το μοναδιαίο κόστος εργασίας, δεν είναι βιώσιμο.

©Eurokinissi/ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ

Αντίθετα, εκτιμάται ότι η μακροχρόνια οικονομική μεγέθυνση και η αντιμετώπιση μακροοικονομικών ανισορροπιών απαιτούν τη σταθερή αύξηση της παραγωγικότητας, ο ρυθμός μεταβολής της οποίας θα πρέπει να αποτελεί το όριο αυξήσεων στους μισθούς.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το Γραφείο Προϋπολογισμού προειδοποιεί ότι η χώρα δεν πρέπει να στείλει μήνυμα προς τα έξω πως προχωρεί σε ριζικές αλλαγές στον τρόπο διαχείρισης των δημοσιονομικών της. Τόσο το ΔΝΤ όσο και οι Ευρωπαίοι εταίροι παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις, με τις διεθνείς αγορές να τηρούν στάση αναμονής μέχρι να προχωρήσουν σε σημαντική αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου.