Πολιτικη & Οικονομια

Ο αυθαίρετος «ανένδοτος» του πρωθυπουργού

Η μάχη της μπουλντόζας επιχειρεί να εκτοπίσει τη συζήτηση για την αποτυχημένη διαχείριση της κρίσης στο Μάτι

Ευτύχης Παλλήκαρης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η σημερινή ομιλία του πρωθυπουργού -με τους προσερχόμενους αρμόδιους να αγκαλιάζονται και να φιλιούνται- θα μπορούσε να γίνει οποιαδήποτε στιγμή. Σε οποιαδήποτε πόλη, όχι κατ’ ανάγκην στο Λαύριο. Θα μπορούσε να έχει τίτλο «οι 20 πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για την αυθαίρετη δόμηση». Θα μπορούσε, έστω, ο κ. Τσίπρας να εκφωνήσει μέτρα για μάντρες και μπαζωμένα ρέματα μετά τη συμφορά στη Μάνδρα Αττικής. Είχαμε κι εκεί νεκρούς.

Μερικά από τα «20 μέτρα» που εξήγγειλε -και προβλέπει να ολοκληρωθούν με διαδικασίες fast track σε ένα χρόνο από τώρα- είχε την ευκαιρία στα σχεδόν τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να τα εξαγγείλει. Δεν το έπραξε.

Τώρα σπεύδει να κηρύξει «ανένδοτο» κατά των αυθαιρέτων με έναν βασικό στόχο: να μεταθέσει τη συζήτηση από τις βαριές κυβερνητικές ευθύνες στη διαχείριση της κρίσης, στο «προπατορικό αμάρτημα» της αυθαίρετης δόμησης για το οποίο φταίνε «οι άλλοι».

Από τη συνισταμένη των αιτίων και αιτιών που κόστισαν τη ζωή σε 91 συνανθρώπους μας, ο πρωθυπουργός απομονώνει μια συνιστώσα -τα αυθαίρετα-, νομίζοντας ότι έτσι εξιλεώνεται η κυβέρνηση από τις ευθύνες της και ο ίδιος, που δήλωσε μάλιστα ότι αναλαμβάνει και μερίδιο ευθυνών που δεν του αναλογούν (ποιες να είναι άραγε;).

Η επίκληση της μπουλντόζας δεν αρκεί να αντισταθμίσει το άγος από τη συμφορά στο Μάτι. Κι αυτό γιατί επιχειρεί να παρακάμψει την εντελώς αποτυχημένη διαχείριση της μείζονος κρίσης που προκλήθηκε και κόστισε ζωές. Γιατί επιχειρεί να αποκρύψει το ξεχαρβάλωμα της Πυροσβεστικής, της Πολιτικής Προστασίας, της Περιφέρειας, τη δραματική ανεπάρκεια συντονισμού επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης. Γιατί το πρόβλημα που απασχολεί τους πολίτες είναι, μετά το μακελειό, το έλλειμμα εμπιστοσύνης προς τους κυβερνώντες σε ό,τι αφορά πρωτογενή ζητήματα ασφάλειας. Γιατί τις κρίσιμες πρώτες μέρες της καταστροφής, αυτοί που επλήγησαν δεν ένιωσαν ούτε στιγμή τη συμπόνια και τη συμπάθεια της εξουσίας - αντίθετα βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν Π. Καμμένο που τους κουνούσε το δάχτυλο στο πρόσωπο. Γιατί οι κατόπιν εορτής παραιτημένοι δήλωναν τα πρώτα 24ωρα πως «έψαχναν να βρουν το λάθος και δεν έβρισκαν» ή πως «έγιναν απολύτως όσα έπρεπε». Γιατί ακόμα δεν έχουμε τα ονόματα αυτών που χάθηκαν. Γιατί, στο τέλος, δεν υπάρχει μια ολοκληρωμένη εικόνα και εκτίμηση του τι πήγε στραβά - γιατί μια τέτοια εικόνα εκθέτει ανεπανόρθωτα το image της κυβέρνησης, παραμονές μάλιστα της «καθαρής εξόδου».

Αλλά και για τα αυθαίρετα -για τα οποία έχουν βαριές ευθύνες και οι προηγούμενες κυβερνήσεις- δεν ακούσαμε την πιο βασική εγγύηση για το φιλόδοξο σχέδιο του Λαυρίου: μια φωνή αυτοκριτικής για έναν (ακόμη) νόμο που ψηφίστηκε το 2017 με ευκολίες πληρωμής στους αυθαιρετούχους, αυτούς που κατακεραύνωσε στο Λαύριο ο πρωθυπουργός. Ούτε για τα «βέτο» των υπουργών του σε εκτέλεση αποφάσεων για κατεδαφίσεις ούτε για τις σχετικές τροπολογίες που έμπαιναν και αποσύρονταν από τον κ. Τσιρώνη, μετά από συνεννόηση με το Μαξίμου, κατά τα λεγόμενά του.

Η «επιχείρηση μπουλντόζα» δεν προορίζεται για να γκρεμίσει βίλες και μάντρες στις παραλίες και στα ποτάμια. Ακόμα και αν κάποιος καλόπιστος δεχτεί την αναγκαιότητα κάποιων από τις δράσεις, δυστυχώς, αυτό που κυρίως επιχειρείται είναι η δημιουργία αναχωμάτων απέναντι στην οργή της κοινής γνώμης για την τραγωδία στο Μάτι. Και δεν καλύπτει τις αγωνίες των συμπολιτών μας για το τι μπορεί να συμβεί σε μια επόμενη επέλαση της φωτιάς. Αυτή η «λεπτομέρεια» διαφεύγει της προσοχής του Μαξίμου. Κάνει όμως τη διαφορά για την εποχή μετά το Μάτι.