Πολιτικη & Οικονομια

Η αριστερά και οι απολύσεις

Γιώργος Παπασπυρόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Κ. Γρηγοριάδης, μέχρι χθες σκιτσογράφος του Ριζοσπάστη (που αποχωρεί διαμαρτυρόμενος για τις απολύσεις στην εφημερίδα του ΚΚΕ), ίσως ξενίσει του αναγνώστες μας, απεξαρτημένους/ες καιρό από την δογματική πίστη στο «Κόμμα» και την «Αριστερά». Όμως θέτει επί τάπητος ένα κεφαλαιώδες ζήτημα για την Αριστερά (όλη την Αριστερά, όχι μόνο εκείνη του ΚΚΕ): του πώς πολεμάμε τις απολύσεις και την ανεργία...

Πρόσφατα, η ΔΗΜΑΡ, είχε –συγκυβερνώσα– θέσει ως κόκκινη γραμμή «να μην απολυθεί κανείς ΔΥ». Ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται σε όλους τους τόνους ότι θα επαναπροσλάβει όλους τους απολυμένους (στο Δημόσιο πάντα). Τέλος, όλες οι αριστερές δυνάμεις, όταν κλείνει μια επιχείρηση του ιδιωτικού τομέα, απαιτούν την επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων, ακόμη και όταν ο πρώην εργοδότης τούς έχει αποζημιώσει κανονικά.

Τι δείχνουν όλα αυτά; Ότι η Αριστερά σε όλες μα όλες τις εκφάνσεις της καταλαβαίνει μόνο από Δημόσιο, από κρατική επιχείρηση, από κρατικό καπιταλισμό και κρατικό μονοπώλιο. Δεν έχει ιδέα πώς λειτουργεί μια ελεύθερη οικονομία, τι σημαίνει καν μεικτή οικονομία, τι σχέση έχει ο δημόσιος και ο ιδωτικός τομέας μιας οικονομίας, ποιος χρηματοδοτεί ποιον, πώς παράγονται τα δημόσια έσοδα, ποιοι πληρώνουν τους φόρους και από πού.

Νομίζει ότι οικονομική πολιτική είναι να κόβεις το χρήμα που σου λείπει στο κρατικό νομισματοκοπείο...

Νομίζει ότι επιχειρηματίας σημαίνει λαμόγιο, ότι το κέρδος είναι αμαρτία και το εμπόριο ανακάλυψη των ...εβραίων (κι εκεί συναντάται με τους καμένους δεξιούς συνωμοσιολόγους). Κι όταν η πραγματικότητα προσφοράς-ζήτησης έρχεται να επιβάλει μείωση εξόδων και απολύσεις στις ίδιες τις δικές της επιχειρήσεις, ρίχνει την μπάλα στην εξέδρα... Η επίσημη απάντηση του ΚΚΕ είναι ότι «έχουμε καπιταλισμό, άρα η επιχείρησή μας δεν μπορεί να λειτουργήσει αλλιώς, γι’ αυτό ζητάμε σοσιαλισμό». Ωραία, το «τρώμε» το επιχείρημα... τότε γιατί οι άλλοι επιχειρηματίες έχουν άδικο που απολύουν; Μήπως εκείνοι ζουν στο σοσιαλισμό;

Η κατάσταση στα κόμματα της Αριστεράς είναι η ίδια με εκείνη των υπαλλήλων στο Δημόσιο. Όταν η ύφεση απαιτεί συρρίκνωση παλεύουν με νύχια και με δόντια να μην απολυθεί κανείς και καμία – από το κόμμα. Έλα που τα έσοδα των κομμάτων της Αριστεράς προέρχονται από την κρατική επιδότηση (που κανένα δεν έχει αρνηθεί), έλα που η πλειοψηφία των επαγγελματικών της στελεχών είναι είτε αποσπασμένοι ΔΥ είτε μισθοδοτούμενοι/ες από την κρατική επιδότηση...

Πρόκειται, λοιπόν, για απόλυση δημοσίου υπαλλήλου. Γι’ αυτό και η μεγάλη ευαισθησία στο ζήτημα.

Πώς, όμως, πληρώνονται όλοι/ες αυτοί/ές; Μα από τους φόρους των επιχειρήσεων που παρουσιάζουν κερδοφορία! Η φορολογία των ΔΥ είναι κρατήσεις στο μισθό τους και όχι μέρος εισοδημάτων που προκύπτουν από κερδοφορία.

Όταν λοιπόν κλείνουν επιχειρήσεις, η Αριστερά ...χάνει έσοδα όσα και το Δημόσιο. Αυτό δεν το καταλαβαίνει... Όταν η βαριά φορολογία κλείνει επιχειρήσεις, η Αριστερά (όπως και το Δημόσιο) χάνει έσοδα. Όταν η γραφειοκρατία που συντηρεί το πελατειακό κράτος μειώνει την κερδοφορία και την ίδια την επιχειρηματικότητα, η Αριστερά (όπως και το Δημόσιο) χάνει έσοδα. Όταν οι επενδυτές δεν έρχονται στην Ελλάδα λόγω της ταλαιπωρίας που υφίστανται από τον Δημόσιο Τομέα, το Δημόσιο χρεοκοπεί και η Αριστερά απολύει. Τι δεν καταλαβαίνουν;

Τις απολύσεις, λοιπόν, και την ανεργί τις πολεμάμε με λειτουργικό κράτος στο μέγεθος που χρειάζεται, με χτύπημα της γραφειοκρατίας, με προσέλκυση επενδύσεων, ευνοϊκό σταθερό φορολογικό σύστημα για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, με λίγα λόγια με ό,τι ευνοεί την ανάπτυξη.

Εκεί που η Αριστερά θα έπρεπε να εστιάζεται στην τήρηση των κανόνων, στην περιφρούρηση του δημοσίου και δικού της συμφέροντος και στην εξασφάλιση της αειφορίας του παραγωγικού οικοσυστήματος της χώρας, την βλέπουμε να εστιάζει σε μια υποσχεσιολογία θρησκευτικής μεταφυσικής προσέγγισης για ένα μέλλον χωρίς προβλήματα για κανέναν. Θα μπορούσε αυτά να τα αφήσει στους παπάδες και να ασχοληθεί με την πραγματική πραγματικότητα και το καθυστερημένο υπαρκτοσοσιαλιστικό μυαλό της, που τερμάτισε απ’ ό,τι όλα δείχνουν στο ’89, μην καταφέρνοντας να ξεπεράσει ποτέ το «Σοκ της Κατάρρευσης». Πράγμα που τη συνθλίβει θεωρητικά οδηγώντας την υποχρεωτικά σε όλο και πιο συντηρητικές επιλογές και την άρνηση του παρόντος, κραυγάζοντας μαζί με τους συντηρητικούς κάθε προέλευσης ένα τεράστιο «Όχι» σε οποιαδήποτε αλλαγή και μεταρρύθμιση, είτε καλή είτε κακή...