Πολιτικη & Οικονομια

ΕΝΦΙΑ: Εκκαθαριστικά «φωτιά» - Πάνω από 1 εκατ. ιδιοκτήτες θα πληρώσουν περισσότερα

Αυξήσεις από 50 ευρώ έως και 1.500 ευρώ

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η εκκαθάριση του ΕΝΦΙΑ για το 2018 έχει ξεκινήσει και γίνεται με βάση τις νέες αντικειμενικές αξίες που τέθηκαν σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του 2018.

Η προθεσμία της υποβολής της πρώτης δόσης του Ενιαίου Φόρου Ακινήτων λήγει την τελευταία ημέρα του Σεπτεμβρίου. Κι ενώ τα εκκαθαριστικά τα περιμέναμε κάπου στα τέλη Αυγούστου, εντέλει η κυβέρνηση θέλει να κάνει φιέστα για την έξοδο από τα μνημόνια στις αρχές Σεπτεμβρίου κι έτσι οι φορολογούμενοι τα περιμένουν μετά τα μέσα Σεπτέμβρη, ελάχιστες δηλαδή ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας στις 28 Σεπτεμβρίου.

Μάλιστα, τα πρώτα  στοιχεία δείχνουν ότι τα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ θα είναι φουσκωμένα για 1 εκατ. ιδιοκτήτες ακινήτων με αυτούς που μπαίνουν στη δίνη του κυκλώνα να είναι όσοι έχουν περιουσία με αντικειμενική αξία από 1000 έως 1500 ευρώ.

Ειδικότερα, από τις δοκιμαστικές εκκαθαρίσεις του ΕΝΦΙΑ με βάση τις νέες αντικειμενικές αξίες προκύπτει ότι:

  • Τα ίδια ποσά ΕΝΦΙΑ σε σχέση με πέρυσι θα πληρώσουν 6 στους 10 ιδιοκτήτες ακξινήτων.
  • Μειωμένο ΕΝΦΙΑ σε σχέση πέρυσι υπολογίζεται ότι θα πληρώσουν 2 στους 10 φορολογούμενους. Για τους περισσότερους από αυτούς, περίπου 890.000 η μείωση θα είναι έως 50 ευρώ.
  • Σε προάστια όπου οι τιμές ζώνης κυμαίνονται μεταξύ 1.100 και 2.500 το τ.μ. οι αντικειμενικές αξίες αυξήθηκαν κατά 300, 500 ακόμα και 600 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο! Οι αυξήσεις αυτές οδηγούν σε υψηλότερο φόρο που μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις αγγίζει ακόμα και τα 1.500 ευρώ γιατί έφτασε στα ύψη ο συμπληρωματικός ΕΝΦΙΑ. 

Η απόφαση του ΣτΕ που ανοίγει τον δρόμο στους ιδιοκτήτες να «κουρέψουν» τον ΕΝΦΙΑ

Την ίδια ώρα, τον δρόμο σε χιλιάδες φορολογούμενους που διαφωνούν με τις αντικειμενικές αξίες που έχει καθορίσει το υπουργείο Οικονομικών για τα ακίνητά τους και θέλουν να πετύχουν τη μείωση του ΕΝΦΙΑ που πληρώνουν κάθε χρόνο, δείχνει το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Σύμφωνα με απόφαση που εξέδωσε, κάθε φορολογούμενος μπορεί να αμφισβητήσει τις τιμές ζώνης ανά τετραγωνικό μέτρο με βάση τις οποίες υπολογίστηκε ο ΕΝΦΙΑ για την ακίνητη περιουσία του, προσφεύγοντας αρχικά στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Αν η προσφυγή του απορριφθεί μπορεί να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο.

Όμως για να έχει πιθανότητα να μην απορριφθεί η ενδικοφανής προσφυγή του στη ΔΕΔ ή η ένδικη προσφυγή του στο αρμόδιο δικαστήριο θα πρέπει να ζητήσει τον καθορισμό συγκεκριμένων τιμών προβάλλοντας τεκμηριωμένα τις εκτιμήσεις του.

Ουσιαστικά με τη νέα αυτή απόφαση του Β’ Τμήματος του ΣτΕ προβλέπεται ότι δεν αρκεί η υποβολή αιτήματος για ακύρωση μιας ισχύουσας τιμής ζώνης ανά τ.μ. στη ΔΕΔ ή στο αρμόδιο δικαστήριο, αλλά απαιτείται και η προβολή συγκεκριμένου ισχυρισμού από τον φορολογούμενο για το ύψος στο οποίο πρέπει να επανακαθοριστεί η τιμή αυτή.

Επιπλέον απαιτείται ο φορολογούμενος να προσκομίσει στο δικαστήριο συγκεκριμένα έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία για να στηρίξει τον προβαλλόμενο ισχυρισμό του.

Όπως αναφέρει, συγκεκριμένα, το κείμενο της νέας αυτής απόφασης, ο φορολογούμενος «βαρύνεται να προβάλει, με συγκεκριμένο ισχυρισμό, ότι η εφαρμοσθείσα τιμή ζώνης είναι (ουσιωδώς) μεγαλύτερη από την πραγματική αγοραία τιμή του ακινήτου του, καθώς και να διατυπώσει συγκεκριμένο αίτημα ως προς το ύψος στο οποίο πρέπει να καθοριστεί η επίμαχη αγοραία αξία, συνοδευόμενο, μάλιστα, από έγγραφα στοιχεία τεκμηρίωσής της, δεδομένου ότι, σε τέτοια περίπτωση, αντικείμενο της διοικητικής (ενδικοφανούς) διαδικασίας και της αντίστοιχης διοικητικής δίκης είναι ο προσδιορισμός της αμφισβητούμενης αγοραίας αξίας του ακινήτου και, συνακόλουθα, του φόρου ο οποίος αναλογεί κατά το νόμο στην αξία αυτή.

Αν ο φορολογούμενος παραλείψει να ανταποκριθεί στο ανωτέρω βάρος του, η ενδικοφανής προσφυγή του είναι απορριπτέα, ως αόριστη και αναπόδεικτη, ενώ, περαιτέρω, απορρίπτεται και η ένδικη προσφυγή του κατά της (σιωπηρής ή ρητής) απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής του».

Η απόφαση βασίζεται σε παλαιότερη διάταξη, σύμφωνα με την οποία ο φορολογούμενος δύναται να αμφισβητήσει την εφαρμογή του αντικειμενικού τρόπου προσδιορισμού της αξίας του ακινήτου του, ζητώντας από το δικαστήριο τον προσδιορισμό της αξίας αυτής, εφόσον θεωρεί ότι η αντικειμενική αξία του ακινήτου του είναι ουσιωδώς μεγαλύτερη από την πραγματική αγοραία αξία του.