Πολιτικη & Οικονομια

Μιλώντας για την ανεργία #5

Γράφει ο Γιώργος Σταθάκης, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ

Τάκης Σκριβάνος
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η ανάσχεση της ανεργίας προϋποθέτει την εγκατάλειψη των μνημονιακών πολιτικών και την εφαρμογή μιας οικονομικής πολιτικής που θα σταθεροποιήσει τις δημόσιες δαπάνες, σημειώνει ο βουλευτής Χανίων του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Σταθάκης.


n

Η απασχόληση στην Ελλάδα κατά την περίοδο της οικονομικής ανόδου, το 1995-2008, αυξήθηκε σημαντικά, - από 3,4 σε 4,2 εκατομμύρια. Οι τομείς αύξησης της απασχόλησης ήταν οι κατασκευές, ο τουρισμός, ο χρηματοπιστωτικός τομέας, το εμπόριο, η εκπαίδευση και η υγεία, και τομείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Στάσιμη έμεινε η απασχόληση στη μεταποίηση, ενώ συνέχισε να μειώνεται ραγδαία στη γεωργία.

Η κύρια αύξηση του εργατικού δυναμικού προήλθε από την προσθήκη περίπου 600.000 μεταναστών που απασχολήθηκαν στις κατασκευές, τη μεταποίηση και τη γεωργία. Ταυτόχρονα επεκτάθηκε η μισθωτή απασχόληση που έφθασε σχεδόν το 70% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, ενώ το μορφωτικό επίπεδο στις νεότερες ηλικίες άλλαξε σημαντικά, καθώς ο ένας στους δύο ήταν απόφοιτος ανώτατης σχολής.

Παρά τη δημιουργία σημαντικής απασχόλησης, η ανεργία παρέμεινε σταθερά στο 7-8%, καθώς η εποχιακή ανεργία ήταν, λόγω τουρισμού και συναφών κλάδων, σημαντική, η ένταξη των πτυχιούχων στην αγορά εργασίας γίνονταν με σημαντική χρονική υστέρηση και ένα τμήμα των εργατικού δυναμικού, χαμηλής ειδίκευσης, υφίστατο τις συνέπειες διαδοχικών αναδιαρθρώσεων στη μεταποίηση και αλλού.

Μετά την κρίση του 2008 και την εφαρμογή των πολιτικών λιτότητας η ύφεση οδήγησε στη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας κατά 25%, οι μισθοί μειώθηκαν κατά 40% και η ανεργία εκτινάχθηκε κοντά στο 30%. Η διαφοροποίηση κατά κλάδους είναι σημαντική, καθώς στις κατασκευές για παράδειγμα η οικονομική δραστηριότητα μειώθηκε κατά 70%, ενώ οι περισσότεροι κλάδοι ακολούθησαν το 20-30% που ήταν ο μέσος όρος, με την αγροτική οικονομία να υφίσταται τη μικρότερη μείωση.

Η ανάσχεση της ανεργίας προφανώς προϋποθέτει την εγκατάλειψη των μνημονιακών πολιτικών και την εφαρμογή μιας οικονομικής πολιτικής που θα σταθεροποιήσει τις δημόσιες δαπάνες. Με αναδιανομή υπέρ των πιο παραγωγικών και κοινωνικών δαπανών, που θα σταθεροποιήσει τα δημόσια έσοδα, με αναδιανομή των φορολογικών βαρών από τα φτωχότερα στα πιο ευκατάστατα στρώματα, που θα σταθεροποιήσει τους μισθούς στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα και θα κινητοποιήσει δημόσιους, ιδιωτικούς και ευρωπαϊκούς πόρους προς νέες επενδύσεις σε παραγωγικούς τομείς, συμβατούς με το ανθρώπινο δυναμικό και τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές συντεταγμένες της ελληνικής οικονομίας.

Ενδιάμεσα οι πολιτικές απασχόλησης πρέπει να γίνουν από παθητικές, ενεργητικές, με έμφαση σε τρία πεδία. Πρώτον τη στήριξη της νεανικής επιχειρηματικότητας, ειδικά προσανατολισμένη στην τεχνολογία, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την ανακύκλωση, τη γεωργία υψηλής προστιθέμενης αξίας και τις ήπιες μορφές τουρισμού. Δεύτερον, τη δημιουργία δικτύων κοινωνικής οικονομίας σε πολλούς τομείς υποστήριξης, προσφοράς υπηρεσιών αλληλεγγύης και μέριμνας, ανανέωσης των πόλεων και περιβαλλοντικών πρωτοβουλιών. Τρίτον, μία πολιτική υποστήριξης στην αύξηση της απασχόλησης σε θύλακες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που θα οδηγήσουν σε αναβάθμιση του παραγωγικού δυναμικού, σε προστασία κλάδων και δραστηριοτήτων από τον κίνδυνο κατάρρευσης και ενίσχυσης των δραστηριοτήτων με προοπτική σε μία αναβαθμισμένη ελληνική οικονομία.