- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Οι ρατσιστές είναι ηλίθιοι
Ο κάθε ρατσιστής, ο κάθε βάνδαλος, ο κάθε τραμπούκος έχει πάρει το σινιάλο ότι σ’ αυτή τη χώρα τίποτα δεν τιμωρείται
Να ξεκινήσουμε με μια παραδοχή με την οποία οι περισσότεροι θα συμφωνήσετε. Οι ρατσιστές είναι ηλίθιοι. Τόσο ηλίθιοι, ώστε να στρέφονται εναντίον ολόκληρων φυλών ή εθνικοτήτων ή θρησκειών. Τόσο ηλίθιοι, ώστε να μην καταλαβαίνουν τις τεράστιες διαφορές που μπορεί να έχουν οι άνθρωποι της ίδιας φυλής, της ίδιας εθνικότητας ή της ίδιας θρησκείας. Τόσο ηλίθιοι, ώστε να τιμωρούν ανθρώπους των οποίων το μοναδικό «έγκλημα» είναι ότι έτυχε να γεννηθούν από κάποιους γονείς, σε κάποιο μέρος.
Τη φρικτότερη έκφραση του ρατσισμού τη γνώρισε η ανθρωπότητα λίγο πριν και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όταν ο Αδόλφος ο Χίτλερ και οι εθνικοσοσιαλιστές του αποφάσισαν να εξολοθρεύσουν (και παραλίγο να το καταφέρουν) όλους τους Εβραίους του πλανήτη επειδή ήταν Εβραίοι. Δεν είχε σημασία αν ήταν μωρά στην κούνια ή ηλικιωμένοι στο κρεβάτι, σημασία είχε ότι ήταν Εβραίοι και ότι οι ναζί τους ήθελαν όλους νεκρούς.
Ήταν ένας ρατσισμός πιο ηλίθιος και πιο παρανοϊκός από κάθε άλλον.
Αν ο ρατσισμός εναντίον των μαύρων δικαιολογούσε την πολύ επικερδή δουλεία, ο ρατσισμός εναντίον των Εβραίων δεν δικαιολογούσε τίποτα. Γι' αυτό άλλωστε δεν οδήγησε σε κάποιου είδους εκμετάλλευση, αλλά σε απόπειρα πλήρους αφανισμού. Φυσικά περιουσίες Εβραίων φαγώθηκαν από τους δήμιούς τους, αλλά το κέρδος ήταν δυσανάλογα μικρό για να δικαιολογήσει τον αφανισμό μια ολόκληρης (και εξαιρετικά ετερόκλητης) φυλής.
Το μόνο που πρόσφερε η ναζιστική εβραιοφαγία αυτή ήταν ένας εχθρός με τον οποίο οι ηλίθιοι ναζί (συγνώμη για τον πλεονασμό) θα μπορούσαν εύκολα να τα βάλουν προκειμένου να αποκτήσουν μια κάποια υπόσταση, καθώς οι απροστάτευτοι τότε Εβραίοι έγιναν τα εύκολα θύματα της δολοφονικής τους παράνοιας.
Δεν ξέρω τι από τα παραπάνω ζήλεψαν κάποιοι συμπατριώτες μας και δεν με ενδιαφέρει. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι ότι 73 χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στην Θεσσαλονίκη ο ναζιστικός ρατσισμός ξαναζεί χάρη στους πιθηκανθρώπους που βεβήλωσαν το παλιό Εβραϊκό Νεκροταφείο της πόλης.
Μπορεί οι σταυροί να μην ήταν αγκυλωτοί, μπορεί τα χρώματα να μην ήταν το μαύρο και το κόκκινο, αλλά το πνεύμα του Αδόλφου του Χίτλερ και των ναζί του ήταν εκεί (παρότι, κατά πάσα πιθανότητα, οι δράστες είναι αρκετά μελαχρινοί για να ταιριάξουν στα ναζιστικά φυλετικά πρότυπα, αλλά μην ξεχνάτε ότι μιλάμε για ηλίθιους). Δεν ήταν η πρώτη φορά και κάτι μου λέει ότι δεν θα είναι η τελευταία. Και ίσως η επόμενη να έρθει σύντομα και η μεθεπόμενη ακόμα πιο σύντομα, μέχρι η ελληνορθόδοξη αναβίωση του ναζισμού να γίνει ρουτίνα. Όχι επειδή οι ηλίθιοι παρανοϊκοί ρατσιστές είναι περισσότεροι από ό,τι παλιότερα (άλλωστε η ανάγκη κάποιων προβληματικών συνανθρώπων να νιώσουν κάπως καλά για τον θλιβερό εαυτό τους υπήρχε και πριν από 10 και πριν από 20 και πριν από 30 χρόνια), αλλά επειδή πια ο κάθε ηλίθιος και ο κάθε παρανοϊκός ξέρει πως μπορεί να κάνει ό,τι θέλει χωρίς καμία ενόχληση. Χωρίς κανένας από όσους πληρώνονται γι' αυτό να τους σταθεί εμπόδιο.
Ο κάθε ρατσιστής, ο κάθε βάνδαλος, ο κάθε τραμπούκος, ο κάθε παραβατικός έχει πάρει το σινιάλο ότι σ’ αυτή τη χώρα τίποτα δεν τιμωρείται. Και αφού τίποτα δεν τιμωρείται, γίνονται τα πάντα. Ακόμα και μια ιδιότυπη ελληνορθόδοξη αναβίωση του ναζισμού. Το ίδιο ηλίθια, το ίδιο παρανοϊκή, και με το ίδιο μίσος για όποιον είναι Εβραίος. Ένα μίσος που για να εξηγηθεί χρειάζονται γνώσεις ψυχιατρικής, αλλά για να περιοριστεί χρειάζεται μόνο η επιθυμία να πάψει αυτή η χώρα να είναι η παιδική χαρά του κάθε ημίτρελου τραμπούκου. Αυτή η επιθυμία είναι η μόνη ελπίδα να μην ξαναδούμε φωτογραφίες από τη δράση των ελληνορθόδοξων ναζί. Αυτή η επιθυμία είναι η μόνη μας ελπίδα να χώσουμε και αυτούς και τους ομοίους τους εκεί που ανήκουν. Στο ντουλάπι τους. Και αν το καταφέρουμε, μπράβο μας.